Ο ΕΠΙΛΕΚΤΙΚΟΣ ΘΥΜΟΣ ΓΙΑ ΤΗΝ ΑΝΑΓΝΩΡΙΣΗ ΜΕ ΤΟ ΟΝΟΜΑ ΜΑΚΕΔΟΝΙΑ ΚΑΙ ΟΙ ΑΙΤΙΕΣ ΤΟΥ


Οι ΗΠΑ αναγνώρισαν τη Δημοκρατία της Μακεδονίας. Για το έθνος μας τίποτα το ανεξήγητο και το απροσδόκητο. Η απόλυτα κακιά χώρα του πλανήτη μας με αρχηγό της το απόλυτο τέρας ήρθαν σε βοήθεια ενός βαλκάνιου μικροκακού για να χτυπήσουν τα 3000 χρόνια ιστορίας μας. Το μόνο που αναζητάνε όλοι είναι πως έγινε και αυτό το χτύπημα δεν το πήρε έγκαιρα είδηση η ελληνική διπλωματία, η κυβέρνηση και τα κόμματα.
Όπως πάντα το έθνος δεν κατάλαβε τίποτα και δεν θα μάθει τίποτα όσο συνεχίζει να ζει μέσα στις παγιωμένες προκαταλήψεις του.
Η γειτονική μας χώρα αναγνωρίστηκε από τις ΗΠΑ αφού πριν από 10 χρόνια και μέσα στη γενική αδιαφορία την είχε αναγνωρίσει με αυτό το όνομα και η "συμπαθέστατη" Ρωσία, ύστερα η "συμπαθής" Κίνα και στη συνέχεια άλλες 65 χώρες! Δηλαδή ένας τεράστιος αριθμός κρατών χώρια από τις άλλες δεκάδες που δεν την αναγνωρίζουν επίσημα σαν τέτοια αλλά έτσι την ονομάζουν σε όλες τις διμερείς τους σχέσεις μαζί της.

Τώρα λοιπόν και μόνο τώρα τα κόμματα αποφάσισαν να θυμώσουν επειδή αναγνώρισαν τη χώρα αυτή και οι ΗΠΑ. Το επιχείρημα τους όταν τους ρωτήσει κανείς γιατί δεν θύμωσαν με τις άλλες χώρες είναι το εξής: Μα μόνο οι ΗΠΑ είναι υπερδύναμη, και μόνο αυτή μπορεί να αποφασίζει για τα πάντα στον κόσμο. Από την ώρα που αυτή αποφάσισε να αναγνωρίσει τη χώρα με το όνομα Μακεδονία, τώρα και μόνο τώρα η χώρα αυτή υπάρχει κίνδυνος να λέγεται Μακεδονία.
Μπαίνει όμως εδώ το ερώτημα. Αλλά αν η υπερδύναμη κάνει ότι θέλει γιατί μέχρι τώρα που αυτή δεν είχε αναγνωρίσει τη χώρα αυτή με το συνταγματικό της όνομα κάποιες άλλες 67 χώρες, ανάμεσα τους και η πιο μεγάλη σε έκταση και η πιο μεγάλη σε πληθυσμό, την αναγνώρισαν με το όνομα αυτό; Πως 67 χώρες τόλμησαν να προλάβουν και έτσι να βγάλουν γλώσσα στον ηγεμόνα; Η μόνη απάντηση σύμφωνα με τη λογική αυτή είναι ότι ο ηγεμόνας τις έβαλε να το κάνουν για να μην εκτεθεί ο ίδιος στη σύμμαχό του Ελλάδα. Αλλά πρώτον τι ηγεμόνας είναι αυτός που πρέπει να κρύβεται και να προσποιείται σε μια τόσο μικρή χώρα σαν την Ελλάδα προκειμένου να της δώσει ένα χτύπημα; Και δεύτερον γιατί ως τώρα η μικρή αυτή Ελλάδα δεν διαμαρτυρήθηκε εναντίον κάποιας από τις 67 αναγνωρίσεις για να δείξει στον ηγεμόνα ότι ενοχλείται χωρίς να προσβάλει τον ίδιο τον ηγεμόνα; Η μόνη εξήγηση που μπορεί να σταθεί για όλα αυτά είναι ότι ο ηγεμόνας δεν είναι ηγεμόνας και ότι η μικρή Ελλάδα δεν ενοχλείται καθόλου από την αναγνώριση της μικρής χώρας με το όνομα Μακεδονία, αλλά από κάτι άλλο.

Το σχέδιο της απορρόφησης από το ορθόδοξο τόξο

Πραγματικά όλη η προσπάθεια της ελληνικής διπλωματίας από την πρώτη στιγμή ύπαρξης του ανεξάρτητου αυτού κράτους ήταν να ξεκόψει τη χώρα αυτή από ορισμένες χώρες, ειδικά από τις ευρωπαϊκές χώρες και τις ΗΠΑ ώστε να το απομονώσει από αυτές και να το εντάξει σταδιακά στον ανατολικό “ορθόδοξο άξονα”. Το όνομα ήταν και είναι ακόμα ένα εργαλείο αυτής της πολιτικής.
Την ανεξαρτησία της με το όνομα Δημοκρατία της Μακεδονίας η γειτονική χώρα είχε δικαίωμα να την κηρύξει σύμφωνα με το ομοσπονδιακό σύνταγμα της πρώην Γιουγκοσλαβίας. Γιατί αυτό το όνομα είχε σαν ένα από τα κράτη αυτής της ομοσπονδίας κιόλας μετά το τέλος του αντιφασιστικού πολέμου 1940-44 και σύμφωνα με το γιουγκοσλαβικό σύνταγμα που αυτός ο αντιφασιστικός πόλεμος γέννησε (προφανώς μαζί με τον επιθετικό προσδιορισμό γιουγκοσλαβική όσο το κράτος αυτό ανήκε στην Γιουγκοσλαβία). Επί 50 χρόνια κανείς στην Ελλάδα δεν ενοχλήθηκε, ούτε τα σχολικά βιβλία, από αυτό το όνομα παρ' όλο που όλοι γνωρίζανε ότι μέσα στο γιουγκοσλαβικό σύνταγμα προβλεπόταν και το δικαίωμα αυτής του ομόσπονδου κράτους για αποχωρισμό από την Γιουγκοσλαβία.
Το ζήτημα του ονόματος ήταν ένα ζήτημα που ανακίνησε ο άνθρωπος της Ρωσίας, ο Α. Παπανδρέου για να βάλει σφήνα ανάμεσα στο νέο κράτος και στη δυτική Ευρώπη, να το απομονώσει και να το κάνει τόσο ευάλωτο ώστε να απορροφηθεί από τη Ρωσία, είτε απ ευθείας, είτε μέσω ενός από τα δύο σλαβικά κράτη που συνορεύουν μαζί του, της εθνοφασιστικής Σερβίας και της Βουλγαρίας.
Η Σερβία είναι ο δευτερεύον “απορροφητής”. Αυτός προσπάθησε και προσπαθεί να αξιοποιήσει τη σύγκρουση των εθνικά Μακεδόνων με τους εθνικιστές Αλβανούς για να προτείνει στους πρώτους ένα συμμαχικό μέτωπο των δύο "σλάβικων και ορθόδοξων χωρών" ενάντια στους αποσχιστές του Τέτοβου και του Κόσσοβου, ταυτίζοντας ολότελα τις δυο αυτές διαφορετικές περιπτώσεις. Γιατί στην πρώτη περίπτωση έχουμε απόπειρα απόσχισης μιας εθνικιστικής μειονοτικής ηγεσίας από ένα δημοκρατικό πολυεθνικό κράτος και στη δεύτερη έχουμε πάλι τους εθνικιστές μιας εθνότητας που θέλουν αποχωρισμό, αλλά τουλάχιστον από ένα κράτος που έχει εξελιχθεί σε κανίβαλο. Η απορρόφηση από τη Σερβία έχει αποτύχει ως τα τώρα γιατί η μικρή νεοσύστατη δημοκρατία φοβάται αυτόν τον κανίβαλο πιο πολύ από τους εθνικιστές Αλβανούς της και έχει πολύ δίκιο να το κάνει.
Ανεξάρτητα από αυτή την αποτυχία το βασικό ρώσικο σχέδιο παραμένει η απορρόφηση μέσο της Βουλγαρίας της οποίας η επίσημη κρατική γραμμή είναι ότι δεν υπάρχει μακεδονικό έθνος, αλλά μόνο βουλγάρικο, δηλαδή ότι οι σλάβοι κάτοικοι της Δημ. της Μακεδονίας είναι Βούλγαροι και όχι Μακεδόνες, οπότε το μέλλον τους είναι να ανήκουν σε μια Μεγάλη Βουλγαρία στην οποία θα περιέχεται το μεγαλύτερο, το σλαβικό κομμάτι της Δημ. της Μακεδονίας. Γι αυτό το λόγο η ρώσικη διπλωματία αναγνώρισε τη χώρα με το όνομα Μακεδονία αλλά δεν έχει αναγνωρίσει ποτέ ως τώρα ότι υπάρχει μακεδονικό έθνος. Το ίδιο ακριβώς είχε κάνει από την πρώτη στιγμή και η Βουλγαρία. Δηλαδή η Ρωσία σπρώχνει έμμεσα την Βουλγαρία να βάζει ζήτημα προσάρτησης.
Και αυτή η απόπειρα της ρώσικης διπλωματίας έχει αποτύχει ως τώρα. Πρώτον γιατί ο φιλοβούλγαρος άνθρωπος της Μόσχας στη Μακεδονία , Γκεοργκίεφσκι και το κόμμα του το VMRO, δεν μπόρεσαν να σύρουν τους εθνικά μακεδόνες κάτοικους της χώρας πίσω από την βουλγάρικη διπλωματία και δεύτερον οι βούλγαροι σοβινιστές δεν μπόρεσαν να φουντώσουν μέσα στο βουλγάρικο λαό, ακόμα και μέσα στο δυτικόφιλο τμήμα της βουλγάρικης αστικής τάξης τη σοβινιστική ιδέα της Μεγάλης Βουλγαρίας. Το αποτέλεσμα είναι ότι ούτε η πολιτική της βουλγάρικης απορρόφησης δεν προχώρησε.

Η απορρόφηση μέσω της πίεσης από τον αλβανικό σοβινισμό

Έτσι για τη ρώσικη διπλωματία και την ελληνική που τη βοηθάει με την πολιτική της μη αναγνώρισης έμενε μόνο ένας δρόμος: Να υποχρεωθεί η Δημ. της Μακεδονίας να παραδοθεί στη Βουλγαρία ή στη Σερβία, είτε ακόμα και στην ίδια την Ελλάδα κάτω από την πίεση ενός όλο και πιο επιθετικού αλβανικού σοβινισμού. Αυτόν ανέλαβε να ενθαρρύνει από τη μια μεριά ο ρωσόφιλος της αλβανικής πολιτικής σκηνής, ο προβοκάτορας Φάτος Νάνο και από την άλλη ο Γκιεοργκίεφσκι.
Ο Φάτος Νάνο ενώ μιλάει πάντα για ειρήνη καθοδηγεί και οργανώνει το σχέδιο, σύμφωνα με το οποίο πρέπει να δημιουργηθεί μια Μεγάλη Αλβανία η οποία θα περιλάμβανε το σημερινό κράτος της Αλβανίας, το Κόσσοβο και ένα αποσχισμένο κομμάτι με Αλβανούς από τη Δημ. της Μακεδονίας. Αυτό το σχέδιο ήδη ξύπνησε το σέρβικο σοβινισμό και τελικά παρέδωσε τη Σερβία στη Ρωσία και έχει ήδη τροφοδοτήσει το μακεδονικό σοβινισμό, που όπως κάθε σοβινισμός αναζητάει και βρίσκει το κέντρο της προστασίας του στο Κρεμλίνο.
Είναι χαρακτηριστικό ότι ο Γκιεοργκίεφσκι έκοβε διαρκώς τους δεσμούς των σλάβων κατοίκων με τους μετριοπαθείς αλβανούς και έστηνε συμμαχίες και ενθάρρυνε τους σοβινιστές αλβανούς με επικεφαλής τον Τζαφέρι. Δεν ήθελε πολύ για να φουντώσει μέσα στην αλβανική μειονότητα ο αλβανικός σοβινισμός και το ρεύμα της απόσχισης.
Το αποτέλεσμα ήταν να ξεκινήσει με κύρια αλβανική ευθύνη το 2000 ένας αποσχιστικός πόλεμος βαλκανικού τύπου. Η κυβέρνηση Γκιεοργκίεφσκι δούλεψε τότε εντατικά μέσα στους μακεδόνες τον μακεδονικό σοβινισμό, τον αντιαλβανισμό και τον αντιμουσουλμανισμό σλάβικου φασιστικού τύπου, χτύπησε με προβοκάτσιες όλους τους μουσουλμάνους, ακόμα και τους τούρκους που ζούσαν στα κατ' εξοχήν μακεδονικά εδάφη, δηλαδή στα μετόπισθεν της γραμμής της θερμής σύγκρουσης και έτσι δηλητηρίασε για τα καλά τις σχέσεις ανάμεσα στους δύο πληθυσμούς. Από την άλλη δούλεψε και τον αντιδυτικισμό που μπορούσε να βρει πολύ εύφορο έδαφος στο βαθμό που ο αλβανικός επεκτατισμός στηρίχθηκε στην εγκληματική και βλακώδη ανοχή που του έδειξε η Δύση στο Κόσσοβο βλέποντάς τον σαν αντίπαλο του σέρβικου.
Αυτή λοιπόν η διασπαστική πολιτική από δύο πλευρές που είχε σαν στόχο να σύρει το λαό της χώρας και τα πολιτικά κόμματα, είτε σε συμμαχία με τη ρωσόφιλη Σερβία, είτε σε απορρόφηση από μια ρωσόφιλη μεγαλοϊδεάτικη πλευρά της Βουλγαρίας δεν μπόρεσε να πετύχει το στόχο της.
Οι κάτοικοι της μικρής χώρας Μακεδόνες, έμεναν αποφασισμένοι να υπερασπίσουν την πολιτική ανεξαρτησία τους ενάντια σε κάθε απορρόφηση. Γι αυτό πάλεψαν πεισματικά να κρατήσουν τις σχέσεις τους σε ένα ψηλό επίπεδο πολιτικά και οικονομικά με την ευρωπαϊκή Ένωση και στρατιωτικά. με τις ΗΠΑ. Χαρακτηρίζουμε αυτή τη στάση τους σαν πεισματική γιατί και οι ΗΠΑ και η Ευρώπη φέρθηκαν στη μικρή αυτή χώρα με ελεεινό τρόπο. Παρά τις διακηρύξεις τους δηλαδή υπέρ της ακεραιότητας της χώρας ανέχθηκαν και τελικά επιβράβευσαν σε ένα μεγάλο βαθμό την αποσχιστική πολιτική των Αλβανών δίνοντας σε αυτούς τη δυνατότητα να ελέγξουν εδαφικά μια μεγάλη περιοχή στο δυτικό κομμάτι της χώρας. Εκεί μπορεί να οδηγήσει η Συμφωνία της Οχρίδας που επίσημα αφορά τη νέα διοικητική συγκρότηση της χώρας . Αυτή η συμφωνία από μόνη της δεν είναι σε σύγκρουση με τα δημοκρατικά στάνταρ για τις εθνικές μειονότητες, αλλά μια δημοκρατική μορφή μπορεί να γεμίζει με αντιδραστικό περιεχόμενο όταν η πολιτική ιδεολογία, οι απώτερες στοχεύσεις και οι μέθοδες πάλης της ηγεσίας της μειονότητας είναι αντιδραστικές (εθνικός διαχωρισμός των πληθυσμών, απόσχιση, και ένοπλη τρομοκράτηση του πλειονοτικού πληθυσμού). Με λίγα λόγια η Συμφωνία της Οχρίδας αν και τυπικά δεν σημαίνει διαμελισμό και σταδιακή εθνοκάθαρση, μπορεί να σημαίνει όλα αυτά όσο ο αλβανικός σοβινισμός διαθέτει τον πολιτικό και στρατιωτικό αέρα να χρησιμοποιήσει τη Συμφωνία σαν λεία του.
Η επιμονή των Μακεδόνων να μείνουν προσανατολισμένοι στην Ευρώπη και όχι στην φιλοανατολική βαλκανική γραμμή δείχνει πολιτική οξυδέρκεια και τελικά βαθύ δημοκρατικό πνεύμα. Αυτός είναι ο λόγος που υπόγραψαν, αν και με βαριά καρδιά, τη συμφωνία αυτή που ουσιαστικά επέβαλαν οι δυτικοί ιμπεριαλιστές προσπαθώντας, ως συνήθως, να κατευνάσουν τον επιτιθέμενο. Οι βασανισμένοι από τους σοβινισμούς βαλκανικοί λαοί αντιλαμβάνονται ότι δεν υπάρχει σήμερα χειρότερος σύμμαχος γι αυτούς από τον νεοτσαρισμό που θα τους καταβρόχθιζε αν συνέχιζαν έναν πόλεμο με τους Αλβανούς σε σύγκρουση με όλη την ΕΕ και τις ΗΠΑ. Αυτή η επιμονή τους φαίνεται τώρα έστω και ελάχιστα να δικαιώνεται με τη διπλωματική αναγνώριση από τις ΗΠΑ όσο και αν αυτή έρχεται καθυστερημένα και κυρίως για να προφυλάξει τη Συμφωνία της Οχρίδας από ένα αρνητικό αποτέλεσμα στο δημοψήφισμα της 7 του Νοέμβρη (που τελικά ήταν ένα Βατερλό για τους μακεδόνες σοβινιστές). Αλλά στρατηγικότερα αυτή η αναγνώριση θα έχει το αποτέλεσμα να αφαιρέσει πολιτικό έδαφος και από τους αλβανούς σοβινιστές και, ακόμα περισσότερο από τους σοβινιστές μακεδόνες που στο όνομα της πάλης ενάντια στους Αλβανούς και ενάντια στη Συμφωνία της Οχρίδας ανάβουν τον αντιδυτικισμό και το αναπόφευκτο πολιτικό του υποπροϊόν, τη συμπάθεια προς την “ορθόδοξη μητέρα των προδομένων Σλάβων”.

Πως το ρωσόφιλο καθεστώς έκλεισε τους σοβινιστές στο κλουβί τους

Αυτός είναι ο λόγος που έκανε έξαλλο το ρωσόφιλο διακομματικό μπλοκ που κυβερνάει τη χώρα μας. Το είπαν και το έδειξαν με κάθε τρόπο ότι δεν τους ενόχλησε το ότι ο περιφρονημένος γείτονάς τους σφράγισε το όνομά του με μια σημαντική αναγνώριση, αλλά ότι προώθησε τις πολιτικές θέσεις του στη γειτονική χώρα ο κύριος εχθρός τους οι ΗΠΑ, οπότε μοιραία έχασε αντίστοιχα θέσεις το αφεντικό τους. Αλλά και οι ίδιοι έχασαν θέσεις. Γιατί αφότου απέτρεψαν την αναγνώριση της χώρας αυτής από την ΕΕ πλασαρίστηκαν και αυτοί σαν σωτήρες της και έπαψαν να βάζουν ζήτημα ονόματος για να μπορούν να διεισδύσουν μέσα της. Αυτή η διείσδυση έγινε πιο απαραίτητη στη Ρωσία στο βαθμό που σκόνταψε η βουλγάρικη και η σέρβικη μέθοδος απορρόφησης. Η ελληνική μέθοδος απορρόφησης επιχειρείται με δύο τρόπους: με τον οικονομικό ιμπεριαλισμό και με το κράτημα του κλειδιού της εισόδου της χώρας στην ΕΕ.
Η ταχτική αυτή της ελληνικής διείσδυσης- απορρόφησης δεν επιτρέπει μια αναζωπύρωση της βάρβαρης εκστρατείας του 1992. Ο μικρός γείτονας δεν επιτρέπεται πλέον να φοβάται τον “απορροφητή” αλλά να βλέπει σε αυτόν έναν φίλο. Και είναι γνωστό ότι κανένας φίλος δεν θέλει να αλλάξει το όνομα του φίλου του, και μάλιστα με τη βία. Γι αυτό το λόγο σήμερα 12 χρόνια μετά το βάρβαρο 1992 η υστερία ξαναγεννιέται, αλλά όχι σαν εθνικιστική. Ξαναγεννιέται σαν αντιαμερικάνικη, αν και αυτή όχι με πολύ μεγάλη ένταση. Γιατί οι Αμερικανοί πρέπει να χτυπηθούν στο εσωτερικό για να ενισχυθεί η στρατηγική της πρόσδεσης της Ελλάδας στο ρώσικο άρμα, αλλά δεν πρέπει να καταγγελθούν εξωτερικά σαν σύμμαχοι της Δημοκρατίας της Μακεδονίας αφού κάτι τέτοιο θα εξόργιζε την γειτονική προς απορρόφηση χώρα. Έτσι μένει μια αντιαμερικάνικη δημαγωγία στο εσωτερικό χωρίς διαδηλώσεις και μια πολύ πιο έντονη διακομματική προσπάθεια να μείνουν στο κλουβί τους οι σοβινιστές. Τα ίδια 4 κόμματα που το 1992 είχαν συμφωνήσει στο περίφημο εκείνο “αρπακόλα” Συμβούλιο Αρχηγών να αλλάξει η γειτονική χώρα το όνομά της και μάλιστα να μην περιέχει ούτε καν τη λέξη Μακεδονία, τα ίδια αυτά 4 κόμματα που είχαν τότε απελευθερώσει το σοβινιστικό κτήνος και το είχαν ρίξει στους δρόμους για να ξεσηκώσει και να σύρει πίσω του ένα απέραντο πλήθος, τα 4 κόμματα που επέτρεψαν ή και υπέθαλψαν τις δίκες κατά των διεθνιστών δημοκρατών που υπεράπισαν τότε το δικαίωμα ενός λαού να αποφασίζει για το όνομά του, τα ίδια αυτά κόμματα, πάλι ομόφωνα αποφάσισαν ότι το όνομα “δεν είναι το βασικό”, ότι το βασικό είναι να καταγγελθούν οι αμερικάνοι, και ότι οι σοβινιστές πρέπει να μείνουν στο κλουβί τους.
Και οι τελευταίοι έμειναν στο κλουβί τους αποδείχνοντας για μια ακόμη φορά ότι δεν κυβερνάνε αυτοί τη χώρα όπως νομίζουνε όλοι οι αντιεθνικιστές, τροτσκιστές και αστοφιλελεύθεροι, αλλά ο ιμπεριαλισμός και πιο ειδικά ο σοσιαλιμπεριαλισμός. Ο μόνος που κινήθηκε και διαδήλωσε στη Θεσσαλονίκη για να εκτονώσει και να συσπειρώσει ταυτόχρονα τους πιο άρρωστους από τους σοβινιστές, ήταν ο Καρατζαφέρης. Είναι ο μόνος σοβινιστής στον οποίο το τετρακομματικό καθεστώς έχει δώσει πολιτική εξουσία, δηλαδή ένα πανελλαδικό κανάλι, γιατί μόνο αυτός θα μπορούσε να βγάλει ένα λόγο σχεδόν αποκλειστικά ενάντια στις ΗΠΑ, ο μόνος που ανοιχτά και με πάθος υποστηρίζει εδώ και καιρό την πολιτικοστρατιωτική συμμαχία με “τη φίλη μας ορθόδοξη Ρωσία”, ο μόνος που σε κάθε ευκαιρία επαναλαμβάνει ότι μόνο το "Κ"ΚΕ δεν είναι εθνοπροδοτικό κόμμα. Όλοι οι άλλοι επαγγελματίες σοβινιστές που στη πλειοψηφία τους ανήκουν στη ΝΔ, άνθρωποι χωρίς χαρακτήρα και χωρίς πολιτική γραμμή, βουλευτές, δήμαρχοι, νομάρχες, παπάδες, συνδικαλιστές, πρόεδροι επιμελητηρίων, συλλόγων κλπ, όλοι αυτοί οι ασήμαντοι εγκληματίες της μιας στιγμής ειδοποιήθηκαν ταχύτατα να σωπάσουν και να μην κατεβούν στο δρόμο. Την ίδια εντολή πήραν οι καναλάρχες ύστερα από έναν πρώτο ξέσπασμα των πιο κατάπληκτων από αυτούς. Όλοι οι παραπάνω υπάκουσαν στα αφεντικά τους, γρυλίζοντας, αλλά δίχως ούτε μια δαγκωνιά.
Και έτσι όσο απότομα και απροσδόκητα το 92 κηρύχθηκε ένας μεγάλος ιδεολογικός πόλεμος για την “ψυχή” του έθνους που τάχα είναι το όνομά “Μακεδονία”, τόσο απότομα το 2004 κηρύχθηκε η λήξη του. Ευτυχώς που η ψυχή του έθνους δεν είναι αυτό το όνομα αλλιώς το δύστυχο θα ήταν νεκρό.
Με αυτά μπήκαμε σε μια νέα περίοδο στο μακεδονικό από τη ελληνική πλευρά. Τώρα όλο το ζήτημα θα είναι επικεντρωμένο σε συζητήσεις για το όνομα με τη γειτονική χώρα όχι για να αλλάξει το διεθνές της όνομα, αυτό το ξέρουν ότι δεν θα το δεχτεί ποτέ, αλλά για να δώσει πολιτικά και οικονομικά ανταλλάγματα στην Ελλάδα προκειμένου εκείνη να δεχτεί την ένταξη της στην ΕΕ και το ΝΑΤΟ. Το μεγάλο ζήτημα σε αυτήν την περίοδο για την ελληνική τετρακομματική διπλωματία είναι να μην τολμήσει κανείς από τους 25 της ΕΕ να αναγνωρίσει ξεχωριστά τη Δημοκρατία της Μακεδονίας. Η πείρα δείχνει ότι αυτό δεν είναι δύσκολο. Το μόνο που δεν θέλουν οι οικονομικοί ιμπεριαλιστές της ΕΕ είναι μπλεξίματα με τα βαλκανικά “εθνικά”

Σε όλη αυτήν την περίοδο το αληθινά καίριο ζήτημα κατά τη γνώμη μας θα είναι η δυνατότητα που θα έχουν οι Αλβανοί, οι Σέρβοι και τελικά οι Μακεδόνες σοβινιστές να προκαλέσουν μια νέα ανάφλεξη στο Κόσσοβο και στην περιοχή του Τέτοβου. Ο μόνος παράγοντας ομαλότητας μέσα σε όλο αυτό το ναρκοπέδιο είναι οι Μακεδόνες δημοκράτες, οι μόνοι φαίνεται που έχουν κάποιο ουσιαστικό μέρος κρατικής εξουσία σε βαλκανική χώρα. Νομίζουμε ότι είναι και οι μόνοι που ασκούν πραγματικά ευρωπαϊκή πολιτική και μάλιστα πολύ καλύτερα από τους παχύδερμους εθνικο-ιμπεριαλιστές γαλλικού και γερμανικού τύπου που σέρνουν σήμερα πίσω τους την ΕΕ αλλά και τη μικρή αυτή χώρα στη διάσπαση και στην καταστροφή.