Δεν περπατάει η σύμπλευση
Ευρώπης-Ρωσίας καθώς διαφωνίες σε ορισμένα βασικά θέματα εμποδίζουν τη διεύρυνση
αυτού του άτυπου και σχετικά ασταθούς μετώπου καθυστερώντας έτσι την επέλαση
των ρώσων σοσιαλιμπεριαλιστών για την κατάκτηση της παγκόσμιας ηγεμονίας.
Η σχεδιαζόμενη στρατηγική συνεργασία Ευρώπης-Ρωσίας περνάει μέσα από τη συνεργασία
σε τέσσερα επιμέρους πεδία. Αυτά αφορούν στους τομείς της οικονομίας, της ελευθερίας
και δικαιοσύνης, της εξωτερικής ασφάλειας, καθώς και της έρευνας και εκπαίδευσης.
Κι ενώ στο εκπαιδευτικό ζήτημα οι απόψεις ταυτίζονται και στο οικονομικό τα
δύο μέρη έχουν ήδη καταλήξει σε συμφωνία (21-5), που επιτρέπει την είσοδο της
Ρωσίας στον Παγκόσμιο Οργανισμό Εμπορίου, στους άλλους δύο τομείς παρατηρούνται
έντονες διαφωνίες.
Συγκεκριμένα, η Ευρώπη δε μπορεί να συμβιβαστεί με την κατάφωρη παραβίαση των
στοιχειωδών ανθρωπίνων δικαιωμάτων από το Κρεμλίνο, ιδίως στην περίπτωση της
Τσετσενίας, ενώ αντίθετα η Μόσχα επιχειρεί να επέμβει στα εσωτερικά των γειτόνων
της ανασύροντας ζήτημα προστασίας των ρωσικών μειονοτήτων στις χώρες αυτές,
ιδιαίτερα τις Βαλτικές. Στην πραγματικότητα ο μόνος ρόλος που επιφυλάσσουν οι
ρώσοι σοσιαλιμπεριαλιστές για τη ρώσικη αλλά και τις άλλες μειονότητες στις
χώρες αυτές είναι εκείνος του δούρειου ίππου για την άλωσή τους.
Το δεύτερο πεδίο διαφωνίας αφορά τις σχέσεις με τις χώρες που οι Ρώσοι συνηθίζουν
να ονομάζουν ''εγγύς εξωτερικό''. Πρόκειται για χώρες όπως είναι η Λευκορωσία
ή η Ουκρανία και οι χώρες του Καυκάσου οι λαοί των οποίων επιθυμούν την προσέγγιση
με την Ευρώπη, αλλά τα καθεστώτα διατηρούν δεσμούς εξάρτησης με τη Ρωσία. Οι
Ρώσοι διαφωνούν με την υλοποίηση μακρόχρονων συνεργασιών της Ευρώπης με αυτές
τις χώρες, συνεργασίες που να μπορούν να φτάνουν μέχρι και την ένταξή τους στην
ΕΕ και έτσι να απειλούν τη ρώσικη κυριαρχία σε αυτές.
Εν όψει λοιπόν της συνόδου της Χάγης μεταξύ Ρωσίας-ΕΕ το Ευρωπαϊκό Συμβούλιο
αποφάσισε, αρχές Νοέμβρη, και παρά την αντίθετη άποψη του γαλλο-γερμανικού άξονα,
ότι η συμφωνία πάνω στα τέσσερα πεδία θα πρέπει να είναι καθολική και ότι δε
θα πρέπει να επιτευχθεί τμηματική συμφωνία που να παραπέμπει τα επίμαχα θέματα
σε μελλοντική διαπραγμάτευση. Υπό αυτές τις συνθήκες οι Ρώσοι ζήτησαν και πήραν
αναβολή της συνόδου. Η δε επιμονή των Σρέντερ-Σιράκ να αναφέρεται η σημασία
των ευρω-ρωσικών σχέσεων στα συμπεράσματα του Συμβουλίου αντιμετωπίστηκε με
αδιαφορία από την ολλανδική προεδρία (βλ. Μοντ, 11/11).