Οι εκλογές στο Ιράκ προκάλεσαν μεγάλη ευχαρίστηση και την αίσθηση της νίκης
σε δυο εξαιρετικά αντίπαλες χώρες. Στις ΗΠΑ και στο Ιράν. Δεν θέλει πολλή σκέψη
για να καταλάβει κανείς ότι κάποια από τις κυβερνήσεις αυτών των δύο χωρών έχει
εκτιμήσει λάθος αφού η κάθε μια από αυτές θεωρεί την άλλη κύριο εχθρό.
Όσο και να φαίνεται περίεργο δεν είναι το μικρομεσαίο Ιράν των μουλάδων αλλά
η αμερικάνικη υπερδύναμη, μια υπερδύναμη σε πτώση, εκείνη που κάνει τη λάθος
εκτίμηση. Είναι οι ΗΠΑ που και τώρα και γενικότερα με την επέμβασή της στο Ιράκ
έχουν διαπράξει ένα κολοσσιαίο και παγκόσμιας στρατηγικής σημασίας λάθος που
την εξέλιξή του οι αναγνώστες μας παρακολουθούν βήμα με βήμα εδώ και δυο χρόνια
μέσα από τις αναλύσεις αυτής εδώ της εφημερίδας.
Οι αμερικάνοι και γενικότερα οι δυτικοί φιλελεύθεροι ιμπεριαλιστές βλέπουν τη
σχετικά μεγάλη συμμετοχή του πληθυσμού στις εκλογές του Ιράκ σαν απόδειξη της
θέλησης του ιρακινού λαού να υπερασπίσει και να επιβάλει στη χώρα αυτή το δυτικό
αστικό δημοκρατισμό. Είναι γεγονός ότι αυτή η μαζική συμμετοχή φέρνει πολιτικά
σε δύσκολη θέση όλο τον σοσιαλφασιστικό αντιαμερικανισμό που υπερασπίζει με
πάθος στο Ιράκ τους σουνίτες ισλαμοφασίστες αποκεφαλιστές και τους κάθε λογής
δολοφόνους αμάχων σαν αντιιμπεριαλιστική αντίσταση. Αποδείχτηκε ότι οι ισλαμιστές
τρομοκράτες αμάχων δεν εκπροσωπούν μια πραγματικά λαϊκή αντίσταση καθώς ακόμα
και στις σουνίτικες περιοχές της επιβολής του τρόμου τους υπήρξε μια αρκετά
μεγάλη μειοψηφία πληθυσμού που τόλμησε να ψηφίσει διακινδυνεύοντας να πεθάνει.
Όμως αυτή η πλευρά της κάποιας συμμετοχής του σουνιτικού πληθυσμού
στις εκλογές είναι δευτερεύουσα. Γιατί τον κύριο όγκο του εκλογικού σώματος
τον έδωσαν οι σιίτες. Είναι οι σιίτες που ψήφισαν σε συντριπτικά ποσοστά, συχνά
πάνω από 80%, και που πρόσφεραν τον κύριο όγκο των ψηφοφόρων. Αλλά οι σιίτες
δεν ψήφισαν την αστική δημοκρατία. Ψήφισαν σε γενικές γραμμές τον ισλαμοφασισμό
δίνοντας την απόλυτη πλειοψηφία σε κόμματα που η ηγεσία τους αποτελείται από
παλιούς και νέους, ανοιχτούς ή κρυφούς πράκτορες των μουλάδων του Ιράν. Ο κύριος
όγκος των σιίτικων κομμάτων ενώθηκε σε ένα κόμμα, την Ενωμένη Ιρακινή
Συμμαχία, ένα μέτωπο πολλών οργανώσεων και τάσεων που τον ηγεμονικό
ρόλο ανάμεσά τους τον παίζει το γνωστό μας ιρανόδουλο κόμμα ΑΣΙΕΙ
(Ανώτατο Συμβούλιο για την Ισλαμική Επανάσταση στο Ιράκ με ηγέτη τον Χακίμ),
και δευτερευόντως το επίσης βαθιά διαβρωμένο από το Ιράν κόμμα Ντάβα.
Πολλοί αναλυτές λένε ότι αυτή η πολυσυλλεκτική ενότητα οφείλεται στην “πολιτική
σοφία και το κύρος” του σιίτη θρησκευτικού ηγέτη Σιστανί, αλλά δεν αναρωτιούνται
από πού μπορεί να βρήκε αυτό το κύρος ο Σιστανί, αν όχι από το γεγονός ότι έχει
την ανοιχτή υποστήριξη του Ιράν το οποίο με κάθε τρόπο εκδήλωσε τη θέληση του
να βγει αυτή η συμμαχία ενισχυμένη σε αυτές τις εκλογές. Αν το Ιράν δεν ήθελε
αυτή την ενότητα και μάλιστα αν δεν την πατρόναρε θα παρακολουθούσαμε ένα σιιτικό
αντιαμερικανικό αντάρτικο που μαζί με το σουνίτικο θα ακύρωνε εντελώς τις εκλογές.
Άλλωστε η καλύτερη απόδειξη για το ότι το Ιράν βρίσκεται πίσω από τη μεγάλη
“δημοκρατική συμμετοχή” των σιιτών είναι ότι ο πιο δραστήριος πράκτορας και
τραμπούκος του, ο Σαντρ ηγέτης του “στρατού του Μαχντί” που κυριαρχεί στρατιωτικά
στις σιίτικες γειτονιές της Βαγδάτης, συμμετέχει και αυτός με στελέχη του στις
εκλογικές λίστες της Ενωμένης Ιρακινής Συμμαχίας, αλλά και σε ένα μικρό ξεχωριστό
κόμμα (το Εθνικά Ανεξάρτητες Ελίτ και Στελέχη) την ίδια ώρα που στους οπαδούς
του προσποιείται ότι κρατάει ουδέτερη στάση ως προς τη συμμετοχή στις εκλογές.
Αλλά αν ψάξει κανείς βαθύτερα θα διαπιστώσει ότι όλο το εκλογικό σκηνικό είναι
κυριαρχημένο πολιτικά από το Ιράν. Ακόμα και η αποχή στις σουνίτικες περιοχές
του Ιράκ κάτω από την πίεση της τρομοκρατίας βολεύει άμεσα τους εκλογικούς σχεδιασμούς
του Ιράν. Γιατί με αυτόν τον τρόπο τα σιιτικά κόμματα αποκτούν μια τεράστια
αριθμητική και κυρίως πολιτική δύναμη στη νέα Βουλή, δύναμη που θα
ήταν σημαντικά μειωμένη αν συμμετείχαν και τα σουνιτικά κόμματα στις εκλογές,
που είναι τα κόμματα του ιστορικά κυρίαρχου, και πιο έμπειρου οικονομικά, διοικητικά
και στρατιωτικά τμήματος της άρχουσας τάξης, του τμήματος που αποτέλεσε τη ραχοκοκκαλιά
του μπααθισμού. Τα κόμματα αυτά που είναι στο σύνολό τους και ιστορικά αντι-ιρανικά
ήθελαν στην πλειοψηφία τους να κατεβούν στις εκλογές, αλλά ταλαντεύτηκαν ως
την τελευταία στιγμή και τελικά στον κύριο όγκο τους παραιτήθηκαν από αυτό το
στόχο κάτω από τον πίεση της σουνίτικης ισλαμοφασιστικής τρομοκρατίας που απειλούσε,
αλλά και σκότωνε υποψήφιους και ψηφοφόρους. Το Ισλαμικό Κόμμα του Ιράκ, ένα
από τα πιο μεγάλα από αυτά σουνίτικα αντι-ιρανικά κόμματα έχασε 8 μέλη μόλις
αποφάσισε να κατεβεί στις εκλογές. Έτσι αναγκάστηκε να αποσυρθεί πιεσμένο πολιτικά
και από την επίθεση στη Φαλλούτζα λίγο πριν από τις εκλογές (Τάϊμς Νέας
Υόρκης, 3 Φλεβάρη). Εκτός από αυτό και άλλα 12 κόμματα σουνίτικα τα περισσότερα
απόφυγαν προφανώς για τους ίδιους λόγους να κατεβούν στις εκλογές (Τάιμς
Νέας Υόρκης, 4 Φλεβάρη).
Αλλά ας σκεφτούμε ακόμα ποιος είναι ο κύριος παράγοντας της σουνίτικης βίας
κατά των αμάχων; Ποιος χρησιμοποιεί τις πιο ακραίες, μαζικές και φριχτές τρομοκρατικές
μέθοδες; Τις χρησιμοποιεί η ομάδα του Ζαρκάουι, αυτό το εντελώς ασύλληπτο και
αόρατο παράρτημα της Αλ Κάιντα στο Ιράκ. Έχουμε τόσες φορές και μέσα από την
πολιτική διπλωματική ανάλυση και μέσα από τα συγκεκριμένα στοιχεία ότι η Αλ
Κάιντα είναι δεμένη με τις μυστικές υπηρεσίες του Ιράν και ότι από την πρώτη
στιγμή της ύπαρξής της υπηρετεί με απόλυτη ακρίβεια τους σχεδιασμούς του Κρεμλίνου
και ευρύτερα του άξονα Μόσχας-Πεκίνου-Τεχεράνης (δες μεγάλο παλιότερο άρθρο
μας για την προβοκάτσια των δίδυμων πύργων και την επίθεση των ΗΠΑ στο Αφγανιστάν
φ. 377/28.10.2001).
Συνοψίζοντας διαπιστώνουμε ότι η ίδια γραμμή και η ίδια δύναμη που έλεγε στους
σιίτες “ψηφίστε”, απαιτούσε την ίδια στιγμή από τους σουνίτες να μην ψηφίσουν.
Αν οι τρομοκράτες ήθελαν πραγματικά να ματαιώσουν ή έστω να αποδυναμώσουν γενικά
τις εκλογές και όχι να τις ματαιώσουν μόνο για τους σουνίτες θα σκότωναν εκτός
από τους σουνίτες υποψήφιους και σιίτες υποψήφιους και μάλιστα ιδιαίτερα σιίτες
γιατί αυτοί έκαναν την πιο ανοιχτή και έντονη προπαγάνδα υπέρ των εκλογών. Εδώ
και μήνες οι ισλαμοφασίστες τρομοκράτες απεύθυναν στους σουνίτες υποψήφιους
τον θανάσιμο χαρακτηρισμό του πράκτορα των αμερικανών επειδή κατεβαίνουν στις
εκλογές και όχι στους σιίτες. Αν και εδώ υπάρχει μια εξαίρεση. Υπάρχει το κόμμα
του Ιγιάντ Αλλάουι, του σημερινού πρωθυπουργού. Ο ίδιος είναι σιίτης και καλυμένος
ιρανόφιλος, αλλά το κόμμα του η Ιρακινή Λίστα συσπειρώνει κυρίως
τους σιίτες που είναι ενάντια στο Ιράν και υπέρ του κοσμικού κράτους. Και αυτό
το κόμμα δέχεται επιλεκτικά την κατηγορία της αμερικανοφιλίας την ώρα που όλοι
ξέρουν ότι η πιο μεγάλη πολιτική δύναμη που από την πρώτη στιγμή στήριζε και
ακόμα στηρίζει τις αμερικάνικες ξιφολόγχες στο Ιράκ είναι το ΑΣΙΕΙ, δηλαδή το
ίδιο το Ιράν.
Η μεγάλη χαρά των μουλάδων
Δεν είναι λοιπόν καμιά έκπληξη το αποτέλεσμα των εκλογών που μέχρι στιγμής
με καταμετρημένο το πρώτο 10% των ψηφισάντων (πάντως το μεγαλύτερο από αυτό
το ποσοστό είναι στις σιίτικες περιοχές), δίνει την απόλυτη πλειοψηφία των εδρών
της νέας Βουλής στην Ενωμένη Ιρακινή Συμμαχία δηλαδή στο κόμμα του Ιράν, δεύτερους
το ένα τρίτο περίπου των εδρών στους Κούρδους, όπου τις έδρες μοιράζονται οι
δυτικόφιλοι του Δημοκρατικού κόμματος του Μπαρζανί με τους ιρανόφιλους-ρωσόφιλους
του Πατριωτικού κόμματος του Ταλαμπανί, ενώ η Ιρακινή Λίστα έρχεται τρίτη με
λιγότερο από το 1/10 των εδρών. Το μεγαλύτερο από τα σουνίτικα κοσμικά κόμματα,
το Ανεξάρτητο Δημοκρατικό Κόμμα με επικεφαλής τον Πατσατσί πήρε μόλις 0,3% των
ψήφων.
Είναι λοιπόν φανερό ποιος είναι ο νικητής. Με τη βοήθεια των ΗΠΑ το
Ιράν καταλαμβάνει τη Βουλή οπότε και την πρωθυπουργία της νέας ιρακινής κυβέρνησης.
(Εννοείται ότι το ίδιο θα συμβεί ακόμα και στη λίγο πιθανή περίπτωση που ο Αλλάουι
γίνει πρωθυπουργός σαν τάχα ενδιάμεση "ενωτική" λύση. Η διαφορά θα
είναι ότι σε μια τέτοια περίπτωση αντί για κρυφός φιλο-ιρανός, με τους νέους
συσχετισμούς στη Βουλή θα μπορεί τώρα να είναι και ανοικτός).
Πραγματικά η χαρά των μουλάδων δεν κρύβεται. Στην Τεχεράνη, εκπρόσωπος του ιρανικού
Κοινοβουλίου δήλωσε ότι “η διοργάνωση των εκλογών στο Ιράκ είναι ένα μεγάλο
βήμα των Ιρακινών προς ένα λαϊκό και ανεξάρτητο καθεστώς”. Κατά τον Ιρανό
πολιτικό αναλυτή, Χαμίντ Ρεζά Τζαλαϊπούρ, αυτή “είναι μια μοναδική ευκαιρία
που δεν έχει εμφανιστεί επί αιώνες, για να υπάρξει ιρακινή πολιτική που θα είναι
προς όφελος του Ιράν!” (Ελευθεροτυπία, 31 Γενάρη 2005). Αυτό το όνειρο
που δεν μπόρεσαν ποτέ να πραγματοποιήσουν οι μουλάδες ακόμα και με τον παρατεταμένο
πόλεμο τους της δεκαετίας του 1980 ενάντια στο Ιράκ του Σαντάμ, το καταφέρνουν
σήμερα χωρίς να χύσουν ούτε μια σταγόνα αίμα, χάρη στον αμερικάνικο στρατό και
την πολιτική ιδιοφυία των Μπους, Τσένυ, Ράμσφελντ και Ράις. Αυτοί οι τελευταίοι
βρήκαν τα προσχήματα που χρειάζονταν για να πραγματοποιήσουν το ιμπεριαλιστικό
ουτοπικό τους σχέδιο της “δημοκρατικής αναμόρφωσης της Μέσης Ανατολής” στους
ισχυρισμούς ενός πράκτορα του Κρεμλίνου, του τότε αρχηγού της ΣΙΑ Τένετ εγκάθετου
του Κλίντον, ότι ο Σαντάμ έχει πυρηνικά, ξεκινώντας τον βλακωδέστερο όλων των
πολέμων στην ιστορία του ιμπεριαλισμού. Έτσι οι ΗΠΑ έγιναν ενάντια στη θέλησή
τους, πρώτον ο πιο αποτελεσματικός στρατός που είχε ποτέ ο κατ’ αυτούς κύριος
εχθρός τους, οι ιρανοί μουλάδες, δεύτερο το μεγαλύτερο πολιτικό αλεξικέραυνο
αυτών των μουλάδων, αφού κανείς δεν βλέπει σήμερα την αναπτυσσόμενη αληθινή
κατοχή του Ιράκ που είναι εκείνη από το Ιράν, και τρίτο και το σπουδαιότερο,
κατάφεραν και έγιναν τελικά ο μόνος γενικός εχθρός όλου του μουσουλμανικού κόσμου
και όλης της ανθρωπότητας.
Αυτό το τελευταίο είναι από πολιτική άποψη το μεγαλύτερο κέρδος του αληθινού
κύριου εχθρού των ΗΠΑ που όμως οι ίδιες δεν αντιλαμβάνονται σαν τέτοιον, της
ρώσικης υπερδύναμης.
Ένα ακόμα μεγαλύτερο κέρδος αυτής της υπερδύναμης είναι λίγο πιο μακριά και
είναι η πρακτική κυριαρχία της πάνω στο Ιράκ, είτε μέσο του άξονα Μόσχας-Πεκίνου-Τεχεράνης,
είτε απευθείας (πράγμα που προτιμά καθώς ποτέ η Ρωσία δεν πρόκειται να εμπιστευτεί
τον ιρανικό σοβινισμό που έχει τα δικά του περιφερειακά ακόμα και παγκόσμια
σχέδια). Η ρώσικη κυριαρχία στο Ιράκ, άμεσα ή έμμεσα θα είναι μια ασύλληπτη
τραγωδία όχι μόνο για τον ιρακινό λαό, αλλά ακόμα περισσότερο για τους λαούς
της Ευρώπης και της Ιαπωνίας που εξαρτιούνται κυρίως από τους υδρογονάνθρακες
του Κόλπου και ύστερα από εκείνους της Κασπίας και της Σιβηρίας για να υπάρξουν
όχι μόνο σαν τεχνολογικά ανεπτυγμένα έθνη αλλά ακόμα και για τη φυσική τους
επιβίωση. Εύκολα μπορεί να φανταστεί κανείς τι σημαίνει ένα Ιράκ στα χέρια του
νεοναζιστικού άξονα. Σημαίνει ότι μένει μόνο η Σαουδική Αραβία σαν τοπική στρατιωτική
δύναμη και σαν ελεύθερη πηγή ενέργειας προς τον έξω κόσμο στην περιοχή του Κόλπου.
Αλλά πόσο θα μπορεί αυτή να αντέχει μόνη της στην συνδυασμένη στρατιωτικοπολιτική
πίεση του άξονα;
Να γιατί τα αποτελέσματα των τελευταίων εκλογών στο Ιράκ σηματοδοτούν
την αρχή ασύλληπτων παγκόσμιων εξελίξεων. Μπορεί να μην καταλαβαίνει ακόμα η
αμερικάνικη επίσημη ηγεσία τι έχει συμβεί, αλλά θέλει δεν θέλει, και μάλιστα
πολύ σύντομα, θα καταλάβει. Ήδη το Ιράν δηλώνει με το στόμα του πρώην προέδρου
Αλί Ακμπάρ Χασεμί Ραφσαντζανί ότι το Ιράκ που θα βγει από αυτές τις εκλογές
θα είναι ένα “ελεύθερο και ανεξάρτητο Ιράκ που δεν θα βρίσκεται στο πλευρό
των ΗΠΑ και του Ισραήλ”, ενώ από την πλευρά του, ο Ιρανός υπουργός Άμυνας,
ναύαρχος Αλί Τσαμχάνι, δηλώνει ότι “η μαζική συμμετοχή των Ιρακινών... θα
αποτελέσει προπύργιο κατά των δυνάμεων κατοχής” (στο ίδιο φύλλο της "Ε").
Ακόμα πιο σαφείς γίνονται οι εσωτερικοί πράκτορες της Τεχεράνης για τα σχέδιά
τους μετά το σχηματισμό της νέας κυβέρνησης στη Βαγδάτη: Ένα ηγετικό στέλεχος
της Ενωμένης Ιρακινής Συμμαχίας ο Μοφαβάκ Αλ Ρουμπέ δήλωσε ότι η νέα κυβέρνηση
“θα πρέπει να κάνει ριζικές αλλαγές στην ηγεσία των ιρακινών δυνάμεων ασφαλείας”.
Άλλα στελέχη του σιιτισμού δηλώνουν “ότι μόλις πάρουν την εξουσία προτίθενται
να ξεριζώσουν από το στρατό και τις δυνάμεις ασφαλείας τις λεγεώνες των πρώην
αξιωματούχων του μπααθικού κόμματος.” (Τάιμς Νέας Υόρκης, 3 Φλεβάρη).
Οι παραπάνω προαναγγελλόμενες εκκαθαρίσεις σημαίνουν ότι το Ιράκ μπαίνει σε μια νέα μεταβατική περίοδο που χαρακτηρίζεται από το ότι οι πράκτορες του Ιράν θα επιχειρήσουν δραστήρια να στήσουν το νέο ιρανόφιλο κρατικό μηχανισμό στη θέση του σημερινού που κυριαρχείται ακόμα από τους μπααθικούς, ειδικά από εκείνους που είχαν τις περισσότερες αντιθέσεις με το σανταμικό καθεστώς ή που ήταν λιγότερο εκτεθειμένοι μέσα σε αυτό απέναντι στο λαό. Αυτοί θα γίνουν το κύριο αντικείμενο των εκκαθαρίσεων “κοινοβουλευτικά” από τους σιίτες και στρατιωτικά-δολοφονικά από τους σουνίτες ισλαμοφασίστες. Η εκκαθάριση αυτού του νέου μπααθικού κράτους δεν είναι πολύ δύσκολη υπόθεση γιατί ήδη ο προβοκάτορας Μπρέμερ, επίσης άνθρωπος του Κλίντον, διέλυσε τον ιρακινό στρατό διώχνοντας τη μεγάλη μάζα των μπααθικών αξιωματικών. Αυτός είναι ο βασικός λόγος για τον οποίο ακόμα δεν έχει σχηματιστεί ιρακινός στρατός. Από την άλλη αυτός είναι και ο βασικός λόγος για τον οποίο είναι τόσο αποτελεσματικό το σουνίτικο αντιαμερικάνικο αντάρτικο, καθώς πολλοί από τους αξιωματικούς που απολύθηκαν και μείνανε άνεργοι πέρασαν στο αντάρτικο παρέχοντας σε αυτό τη στρατιωτική τεχνογνωσία και την οργή τους.
Δυο μεγάλα προβλήματα για το Ιράν και τον άξονα
Παρ’ όλες πάντως τις παραπάνω ευνοϊκές εξελίξεις για την πολιτική του άξονα,
ο δρόμος του Ιράν προς την εξουσία δεν είναι στρωμένος με λουλούδια. Όχι μόνο
στο κομμάτι του μπααθισμού που είναι ακόμα στο κράτος και μάλιστα έχει ηγετικές
θέσεις (όπως ο σημερινός μαχητικός αντι-ιρανός υπουργός εξωτερικών), αλλά ακόμα
και σε εκείνο που είναι έξω από αυτό συμμετέχοντας στο σουνίτικο ισλαμοφασιστικό
αντάρτικο, τα αντι-ιρανικά αισθήματα είναι πολύ έντονα για να μην πούμε κυρίαρχα.
Είναι πολύ διαφωτιστική από αυτή την άποψη μια συνέντευξη που έδωσε στον δημοσιογράφο
της Μοντ Ρεμύ Ουρντάν ένας από τους ηγέτες του ιρακινού αντάρτικου ο Αλ Χατζ
Φερας, πρώην στρατηγός του ιρακινού στρατού και αντισανταμικός. Αυτός εκφράζοντας
ένα ολόκληρο νεομπααθικό ρεύμα μέσα στο σουνίτικο αντάρτικο δηλώνει ότι ο κύριος
εχθρός του Ιράκ παραμένει το Ιράν (“Το Ιράν είναι ο υπ αριθμόν ένα εχθρός
μας, πριν από τις ΗΠΑ”, Μοντ, 23 Οκτώβρη 2004), στο οποίο αποδίδει και
τη μαζική τρομοκρατία κατά αμάχων. Η ίδια η πολιτική πορεία του Χατζ επιβεβαιώνει
την πίστη του σε αυτή τη θέση. Για μια μεγάλη περίοδο ακόμα και πριν την πτώση
του Σαντάμ αυτός προωθούσε συνωμοτικά μέσα στον ιρακινό στρατό τη γραμμή της
συνεργασίας με τις ΗΠΑ για την πτώση του Σαντάμ. Ήρθε σε απόλυτη ρήξη με τις
ΗΠΑ και ηγήθηκε του αντάρτικου ενάντιά τους όταν αυτές διέλυσαν τον ιρακινό
στρατό με την προβοκάτσια Μπρέμερ.
Η πλευρά αυτή του σουνίτικου αντάρτικου είναι το ένα πράγμα που ανησυχεί εξαιρετικά τους μουλάδες του Ιράν και τους πράκτορές τους στο Ιράκ. Αυτός είναι ο μοναδικός λόγος για τον οποίο οι Σιστανί και Χακίμ από την αρχή της αμερικάνικης εισβολής δεν ζητάνε άμεση αποχώρηση των αμερικανικών στρατευμάτων αλλά, το πολύ, ένα χρονοδιάγραμμα αποχώρησης. Ξέρουν ότι μπορούν να καταλάβουν το ιρακινό κράτος από τα μέσα στηριγμένοι για μια μεγάλη περίοδο στα αμερικανικά τεθωρακισμένα και τα ελικόπτερα. Ξέρουν δηλαδή ότι η στρατιωτική, πολιτική και διοικητική ισχύς του μπααθικού σουνίτικου στοιχείου, είτε μέσα στην κυβέρνηση, είτε μέσα στο αντάρτικο είναι τόσο μεγάλη ώστε θα ήταν αδύνατο γι' αυτούς να κρατήσουν τη χώρα χωρίς την ανοιχτή στρατιωτική υποστήριξη του Ιράν. Το ιρανικό σχέδιο από την αρχή αυτού του πολέμου παραμένει αναλλοίωτο: ενότητα με τις ΗΠΑ για τη συντριβή του μπααθικού σουνιτισμού και την άλωση του ιρακινού κράτους και μετά σύγκρουση αυτού του κράτους με τις ΗΠΑ. Γι αυτό το λόγο το Ιράν θέλει από τώρα μέσα από τη σύγκρουση ΗΠΑ-αντάρτικου το πολιτικό και στρατιωτικό ροκάνισμα των ΗΠΑ μέσα στο Ιράκ ταυτόχρονα με τη στρατιωτική και πολιτική εξόντωση των μπααθικών σουνιτών. Στην πραγματικότητα η αληθινή δύναμη του Ιράν δεν βρίσκεται τόσο στον αμερικανικό στρατό όσο στο ότι το σουνίτικο μη ιρανόφιλο στοιχείο είναι διασπασμένο σε δυο αντιμαχόμενα στρατόπεδα, που το ένα είναι το δυτικόφιλο στρατόπεδο που θέλει συνεργασία με τις ΗΠΑ αλλά τελικά βρίσκεται κάτω από τη πολιτική ηγεμονία των ιρανόφιλων σιιτών, και το άλλο το εθνικιστικό στρατόπεδο του αντάρτικου στο οποίο την ηγεμονία έχουν οι κάθε λογής ισλαμοφασίστες που το κέντρο τους είναι πάλι το Ιράν. Όλη η δουλειά του νεοχιτλερικού άξονα και βασικά της ρώσικης διπλωματίας είναι να κρατάει αυτά τα δύο στρατόπεδα διασπασμένα για να επιτρέπει στο Ιράν να παίζει τον ακατανίκητο κεντρίστικο ρόλο του σε συνεργασία και με τις δυο πλευρές στις οποίες είναι διασπασμένοι οι εχθροί του. Στο σημείο αυτό αποδεικνύεται πόσο καίριος είναι ο ρόλος των προβοκατόρων της διπλωματίας του άξονα που διεισδύουν στα δύο στρατόπεδα και δεν επιτρέπουν ποτέ την ενότητα τους ενάντια σε αυτόν τον ίδιο. Έτσι δίχως τον προβοκάτορα Μπρέμερ που διέλυσε τον ιρακινό στρατό και πρόσφερε μια πελώρια δύναμη στο ισλαμοφασιστικό αντάρτικο, ο μπααθικός σουνιτισμός θα έπαιζε ηγεμονικό ρόλο στη μεταβατική κυβέρνηση. Από αυτή την τελευταία άποψη είναι πολύ χαρακτηριστική μια άλλη προσφορά αυτού του ανθρώπου του Κλίντον, ότι λίγο πριν διωχτεί για ανεπάρκεια πρόλαβε και εισήγαγε σε αυτές τις εκλογές το εκλογικό σύστημα της μιας περιφέρειας και όχι των πολλών περιφερειών – καθ' υπόδειξη βεβαίως και των "εμπειρογνωμόνων" του ΟΗΕ - πράγμα που αποδυνάμωσε τους σουνίτες που έχουν μικρά τοπικά κόμματα ενώ τα σιίτικα είναι καλοοργανωμένα σε όλη τη χώρα. Σήμερα οι αμερικάνοι αναλυτές κατηγορούν τον Μπρέμερ και για τα δυο προηγούμενα “λάθη” του αλλά τώρα είναι αργά.
Από την άλλη δίχως τον αποκεφαλιστή Ζαρκάουι και τους άλλους
ισλαμοφασίστες θα ήταν αδύνατο στο Ιράν να απομονώσει πολιτικά στο λαό το σουνίτικο
μπααθικό αντάρτικο και να το φέρει σε απόλυτη ρήξη όχι μόνο με τις ΗΠΑ, αλλά
και με όλη τη δημοκρατική ανθρωπότητα. Είναι χαρακτηριστικό ότι στην παραπάνω
συνέντευξη ο Αλ Χατζ καταφέρεται ενάντια στους καμικάζι που σκοτώνουν μαζικά
αμάχους αλλά δεν κατηγορεί τους αποκεφαλιστές Ζαρκάουι-Αλ Κάιντα επειδή είναι
σουνίτες. Είναι επίσης χαρακτηριστικό το πως η Ένωση των Μουσουλμάνων Ιεροδιδασκάλων,
ένα όργανο του σουνίτικου ισλαμισμού που πήρε ξαφνικά τεράστια πολιτική δύναμη
τον τελευταίο χρόνο παίρνει θέσεις που ευνοούν απόλυτα το Ιράν. Έτσι αυτή η
σύναξη από τη μια κατήγγειλε μαχητικά τη συμμετοχή των σουνιτών στις εκλογές
καλύπτοντας πολιτικά τις δολοφονίες των υποψηφίων, από την άλλη αναγνωρίζει
την προφανώς σιίτικη κυβέρνηση που θα βγει από αυτές τις εκλογές λέγοντας: “Θα
σεβαστούμε την επιλογή εκείνων που ψήφισαν και θα θεωρήσουμε την νέα κυβέρνηση-αν
όλα τα μέρη που συμμετέχουν στην πολιτική διαδικασία συμφωνήσουν- σα μια μεταβατική
κυβέρνηση με περιορισμένες εξουσίες”! (Τάιμς Νέας Υόρκης, 3 Φλεβάρη 2005).
Όμως το στρατηγικά βαθύτερο πρόβλημα που θα αντιμετωπίσουν
μελλοντικά οι ιρανοί μουλάδες δεν είναι ειδικά το σουνίτικο στοιχείο και ο μπααθισμός
γιατί και οι δυο αυτές κατηγορίες είναι δεμένες με το παρελθόν αυτού του έθνους.
Το μεγάλο πρόβλημα θα είναι οι σύγχρονες δημοκρατικές διαθέσεις όλης της ιρακινής
κοινωνίας, είτε σιίτικης, είτε σουνίτικης θρησκευτικής προέλευσης. Η μεγάλη
αντίθεση που διαπερνάει σήμερα το Ιράκ, σιίτικο ή σουνίτικο, όπως άλλωστε και
το ίδιο το Ιράν, είναι εκείνη ανάμεσα στο σύγχρονο κοσμικό και δημοκρατικό Ιράκ
από τη μια και στο συντηρητικό θεοκρατικό ή εθνικοφασιστικό από την άλλη. Αυτή
η αντίθεση διαπερνάει ιδιαίτερα το σιίτικο στοιχείο που δεν είναι διατεθειμένο
να πέσει στα νύχια των μουλάδων μόλις απελευθερώθηκε από το σανταμισμό. Αυτό
το λένε καθαρά οι κάτοικοι της Βασσόρας αυτής της μεγάλης κοσμοπολίτικης πρωτεύουσας
του σιιτικού Ιράκ που έχουν αρχίσει να στενάζουν από τη φασιστική καταπίεση
που έχουν εγκαινιάσει οι μουλάδες του Σιστανί, του Χακίμ και του Σαντρ. Τα μαγαζιά
των χριστιανών εμπόρων που πουλούσαν αλκοόλ έγινα στάχτη και μια ντουζίνα ιδιοκτήτες
τους δολοφονήθηκαν, οι γυναίκες υποχρεώθηκαν όλες να φορέσουν τη μαντήλα, τα
“μη καθώς πρέπει” θεάματα όπως ο κινηματογράφος, το θέατρο, ο χορός συστήνεται
από το νέο καθεστώς να αποφεύγονται. Το σωματείο των μουσικών υποχρεώθηκε να
διαλυθεί. Ο ισλαμοφασισμός προχωράει με γοργά βήματα, αλλά οι φοιτητές και όλοι
οι μορφωμένοι άνθρωποι είναι βαθιά οργισμένοι (από τη Μοντ, 30 Γενάρη).
Οι ισλαμοφασίστες στηρίζονται προς το παρόν στα άνεργα στρώματα της νεολαίας.
Αλλά ας πότε αυτοί θα τα εξαπατούν με τη κοινωνική δημαγωγία τους; Το μόνο άλλοθι
των μουλάδων σιιτών και σουνιτών είναι η συνεχιζόμενη αμερικάνικη στρατιωτική
παρουσία στο Ιράκ. Οι άνθρωποι έχουν γίνει οι μεγαλύτεροι προβοκάτορες του ισλαμοφασισμού
και του σοσιαλιμπεριαλισμού. Λίγους μήνες πριν την αμερικανική εισβολή στο Ιράκ
το δημοκρατικό κίνημα του Ιράν είχε φέρει τους μουλάδες σε εξαιρετικά δύσκολη
θέση. Μετά την εισβολή αυτό μαράθηκε μπροστά στη διεθνή κατακραυγή ενάντια στις
ΗΠΑ.