10 ΧΡΟΝΙΑ ΑΠΟ ΤΗ ΣΦΑΓΗ ΤΗΣ ΣΡΕΜΠΡΕΝΙΤΣΑ ΚΑΙ ΟΙ ΔΟΛΟΦΟΝΟΙ ΚΥΚΛΟΦΟΡΟΥΝ ΕΛΕΥΘΕΡΟΙ
Τεράστιες οι ελληνικές ευθύνες για τη σφαγή
Η Σρεμπρένιτσα παραμένει το αποκρουστικότερο μέχρι στιγμής έγκλημα του φαιοκόκκινου νεοναζισμού πάνω σε ευρωπαϊκό έδαφος. Η κτηνωδία που επέδειξαν τα σερβικά νεοχιτλερικά στρατεύματα όταν εισέβαλαν στο «φυλασσόμενο» από τον ΟΗΕ θύλακα και αμέσως μετά την αποχώρηση των τηλεοπτικών συνεργείων ήταν ασύλληπτη. Μέσα σε μια μέρα εκκαθαρίστηκε ολόκληρη η περιοχή από τους 40.000 μουσουλμάνους κατοίκους και πρόσφυγες που είχαν καταφύγει εκεί, πολλές γυναίκες βιάστηκαν και πάνω από 8.000 Βόσνιοι, ανάμεσά τους όλοι οι άρρενες ηλικίας 16 ως 60 χρόνων, δολοφονήθηκαν εν ψυχρώ από το σέρβικο στρατό κατοχής, αρκετοί ύστερα από φρικτά βασανιστήρια.
Σήμερα, 10 χρόνια
μετά το έγκλημα, η Βοσνία συνεχίζει να είναι μια χώρα διαμελισμένη και οι εκπατρισθέντες
Βόσνιοι δε μπορούν ακόμα να επιστρέψουν στα σπίτια τους. Την ίδια στιγμή οι
ηθικοί και φυσικοί ηγετικοί αυτουργοί της γενοκτονίας παραμένουν ασύλληπτοι
έχοντας εξασφαλίσει την ασυλία του καθεστώτος της Σερβίας. Έτσι, οι πρωτεργάτες
του διαμελισμού και της εθνοκάθαρσης στην πρώην Γιουγκοσλαβία, οι σφαγείς Κάρατζιτς
και Μλάντιτς, αντιμετωπίζονται ως ήρωες από ένα σημαντικό τμήμα της κοινής γνώμης.
Πρόσφατη διαρροή ενός βίντεο που δείχνει ορισμένες από τις ωμότητες που διέπραξαν
οι τσέτνικ στη Σρεμπρένιτσα προκάλεσε δυσφορία ανάμεσα στους σέρβους πολίτες,
με το 37% να πιστεύει ότι αποτελεί προϊόν μοντάζ και ένα 52% να θεωρεί την προβολή
του εμπόδιο για τη συμφιλίωση των εθνοτήτων στη Βοσνία. Ο μεγαλύτερος κήρυκας
του μεγαλοσέρβικου επεκτατισμού, ο ρωσόδουλος Βουκ Ντράσκοβιτς, κατέχει αυτή
τη στιγμή το αξίωμα του υπουργού των εξωτερικών ενώ το κόμμα του διοργανώνει
νεοναζιστικά συλλαλητήρια, όπως ήταν αυτό της 9ης Ιούλη με τη συμμετοχή του
σέρβου προκαθήμενου του εκκλησίας ως απάντηση των τελετών που γίνονται στη Σρεμπρένιτσα
για να τιμηθούν τα θύματα της γενοκτονίας. Καμία κοινή απόφαση δεν έχει παρθεί
ακόμη από το σερβικό κοινοβούλιο που να καταδικάζει αυτή την κτηνωδία και η
κυβέρνηση της χώρας προέβη στις 7-7 σε μια απαράδεκτη δήλωση καταδίκης «όλων
των εγκλημάτων που διεπράχθησαν κατά τη διάρκεια του πολέμου» συμπληρώνοντας
ότι «είναι κεφαλαιώδους σημασίας να μην αξιολογηθούν τα θύματα με βάση την
εθνικότητα και τη θρησκεία τους» (Μοντ, 10-7). Έτσι, σύμφωνα με την επίσημη
θέση της σερβικής κυβέρνησης η γενοκτονία ενός ολόκληρου λαού θεωρείται το ίδιο
εγκληματική ενέργεια με την αντίσταση εναντίον του γενοκτόνου εισβολέα.
Στην ίδια ισοπεδωτική λογική εντάσσεται και η φασαρία που κάνουν οι απολογητές
των σέρβων νεοναζί στη χώρα μας γύρω από το όνομα του Νάσερ Όριτς, ενός βόσνιου
στρατιωτικού διοικητή που κατηγορείται από το διεθνές δικαστήριο για τη δολοφονία
990 σερβοβόσνιων κατοίκων της Σρεμπρένιτσα. Δεν αποκλείεται ο συγκεκριμένος
αξιωματικός, που σημειωτέον είχε προηγούμενα υπηρετήσει στις γιουγκοσλαβικές
ειδικές δυνάμεις και στη συνέχεια στην προσωπική φρουρά του Μιλόσεβιτς, όντως
να έχει διαπράξει εγκλήματα. Όμως δε μπορεί αυτό σε καμιά περίπτωση να αποτελεί
επαρκή λόγο για να αναιρεθεί το επαναστατικό περιεχόμενο του μεγάλου αντιφασιστικού
αγώνα του βοσνιακού λαού. Δεν υπάρχουν εντελώς διυλισμένες επαναστάσεις, απαλλαγμένες
από τις υπερβολές, τη σκληρότητα είτε καμιά φορά και το έγκλημα από αντεπαναστατικά
και κακά στοιχεία. Έτσι και στο συγκεκριμένο πόλεμο της Βοσνίας η άδικη ήταν
αποκλειστικά η σερβική πλευρά. Γιατί από αυτήν και μόνο από αυτήν υπήρχε σχεδιασμένη
από μια επίσημη κρατική ηγεσία, συστηματική και γενικευμένη εθνοκάθαρση, δηλαδή
γενοκτονία. Μόνο από τη Σερβία και όχι από τη Βοσνία, ούτε καν από τους σοβινιστές
της Κροατίας που κάποια στιγμή μπήκαν κάτω από τη ρώσικη λογική του διαμελισμού
της Βοσνίας, δε μπήκε σε εφαρμογή ένα νεοχιτλερικό σχέδιο του τύπου της μεγάλης
Σερβίας της εκκαθαρισμένης από όλες τις άλλες εθνότητες.
Συνυπεύθυνη με τους φασίστες του Κάρατζιτς είναι μόνο η Ρωσία και η χώρα μας
που στη διάρκεια του πολέμου και στα πλαίσια της πολιτικής του «ορθόδοξου τόξου»
παρέσχε κάθε είδους υποστήριξη (πολιτική, στρατιωτική κτλ) στους σφαγείς. Την
ώρα που η διεθνής κοινότητα είχε επιβάλει εμπάργκο όπλων στη Σερβία ο ρωσόδουλος
Α. Παπανδρέου το παραβίαζε κι έκλεβε τα στρατιωτικά μυστικά του ΝΑΤΟ παραδίδοντάς
τα στους Σέρβους (δες βιβλίο του Τ. Μίχα «Η ανίερη συμμαχία»). Την ώρα που τα
δυτικά ΜΜΕ μετέδιδαν διαρκώς ανταποκρίσεις για τις σερβικές ωμότητες τα δικά
μας εκθείαζαν την «ελληνοσερβική φιλία» ποτισμένη με το αίμα εκατοντάδων χιλιάδων
Βόσνιων και Κροατών, ενώ σύσσωμος ο ελληνικός πολιτικός κόσμος υποδεχόταν το
χασάπη Κάρατζιτς στο στάδιο ειρήνης και φιλίας πλέκοντάς του το εγκώμιο και
ραίνοντάς τον με λουλούδια. Κορυφαία πράξη συνενοχής είναι η ενεργός συμμετοχή
ελλήνων εθελοντών ως τμήμα των γενοκτονικών δυνάμεων του σερβικού στρατού στον
πόλεμο κατά της Βοσνίας, ένα γεγονός το οποίο ο ελληνικός πολιτικός κόσμος δεν
έχει ακόμη με σαφήνεια καταδικάσει και το οποίο κινδύνευε να ξεχαστεί αν δεν
έβαζε το θέμα το Διεθνές Δικαστήριο της Χάγης. Αυτό το θέμα το έφερε κάπως στην
επιφάνεια πέρυσι το φθινόπωρο επερώτηση του Α. Ανδριανόπουλου στη Βουλή σε συνδυασμό
με την προβολή του από τα ξένα ΜΜΕ.
Στα 1995 μέλη της ταξιαρχίας ελλήνων εθελοντών, πολλοί από αυτούς ναζιστές της
Χρυσής Αυγής, συμμετείχαν εκτός των άλλων και στη σφαγή της Σρεμπρένιτσα, και
μάλιστα βραβεύτηκαν από τον Κάρατζιτς για τις «υπηρεσίες τους». Απόδειξη της
δράσης τους εκεί είναι η ύψωση της ελληνικής σημαίας ύστερα από την κατάληψη
της πόλης, μια πράξη που θα στοιχειώνει για πολύ καιρό ακόμα τη χώρα και το
λαό μας.
Κάτω από την διεθνή πίεση η ελληνική κυβέρνηση, μέσω του υπουργού δικαιοσύνης
Α. Παπαληγούρα, παραδέχτηκε πρόσφατα για πρώτη φορά το «ενδεχόμενο να υπάρχουν
πράγματι ευθύνες ελλήνων πολιτών για τις σφαγές αμάχων στη Σρεμπρένιτσα» διατάσσοντας
εισαγγελική έρευνα. Ο δε εκπρόσωπος του υπουργείου εξωτερικών Γ. Κουμουτσάκος
δήλωσε ότι η χώρα του θα συνεργαστεί με το διεθνές δικαστήριο εάν της ζητηθεί
προσθέτοντας όμως ότι «Αρμοδιότερος όλων να κρίνει τα εγκλήματα αυτά είναι
η ελληνική Δικαιοσύνη» (Ελευθεροτυπία, 30-6) λες και το ελληνικό κράτος,
που όπλισε το χέρι των δολοφόνων ιδεολογικά και πολιτικά, είναι σε θέση να τους
δικάσει ψυχραιμότερα από ό,τι το Διεθνές Δικαστήριο. Στην πραγματικότητα αυτή
είναι μια επανάληψη της στάσης που τήρησε και το σέρβικο γενοκτονικό κράτος
επιμένοντας ότι μόνο η Σερβία έχει το δικαίωμα να δικάσει τους πολίτες της.
Πιο ανοιχτά από κάθε άλλον στο πλευρό των χιτλερικών τάχθηκε και το ψευτοΚΚΕ,
ο ευρωβουλευτής του οποίου Γ. Τούσσας χαρακτήρισε ως «απαράδεκτο» σχετικό ψήφισμα
του ευρωκοινοβουλίου υπογραμμίζοντας ότι «η αναφορά του ψηφίσματος στη Σρεμπρένιτσα
σαν το μεγαλύτερο μεταπολεμικό έγκλημα αποτελεί τυφλή πλαστογράφηση της ιστορίας»
γιατί «επιχειρεί να αθωώσει το βάρβαρο, δολοφονικό πόλεμο που εξαπέλυσε
το ΝΑΤΟ κατά της Γιουγκοσλαβίας» (βλ. Ριζοσπάστη, 8-7).
Στην πραγματικότητα η Ελλάδα ήταν και εξακολουθεί να βρίσκεται από πολιτική
άποψη ακόμα πιο δεξιά και από τη Σερβία γιατί είναι ακόμα πιο ρωσόφιλη και ακόμα
πιο σοβινιστική. Αυτό σήμερα δεν φαίνεται τόσο καθαρά καθώς η Ελλάδα εμφανίζεται
σαν εν μέρει αντισέρβικη και ιδιαίτερα αντιμιλοσεβιτσική. Όμως αυτό το κάνει
από τα δεξιά, δηλαδή από υποτέλεια στην πλήρως αποκτηνωμένη Ρωσία και όχι από
αντίθεση στη φασιστική Σερβία. Η ελληνική διπλωματία πρωτοστάτησε στην πτώση
του Μιλόσεβιτς όχι από ξαφνική δημοκρατική ευσυνειδησία αλλά επειδή αυτός, σαν
σέρβος μεγαλοϊδεάτης, είχε την τάση να απομακρύνεται από τη στενή πολιτική γραμμή
της Μόσχας με αποτέλεσμα να καθυστερεί την οικοδόμηση του «ορθόδοξου τόξου».
Οι Ρώσοι θα έμεναν σήμερα ευχαριστημένοι από μια ενδεχόμενη καταδίκη του Μιλόσεβιτς
για όλα τα εγκλήματα των Σέρβων στην πρώην Γιουγκοσλαβία γιατί έτσι παραβλέπονται
οι δικές τους βαρύτατες ευθύνες και οι ευθύνες των πρακτόρων τους Κοστουνίτσα
και Ντράσκοβιτς. Πιο πολύ βέβαια τη ρώσικη διπλωματία, όπως και την ελληνική
την βολεύει η ενοχοποίηση εξίσου των Κροατών, των Βόσνιων και των Αλβανών γιατί
έτσι ενισχύεται η κεντρίστικη πολιτική τους και αποφεύγεται η συγκέντρωση όλων
των πυρών στην ανατολική ναζιστική ιδεολογία με την οποία οι ίδιοι εξέθρεψαν
το σερβικό τέρας και τα πυρά τα μοιράζεται εξίσου και η δυτική Ευρώπη.
Αυτή η όψιμη «αντισέρβικη» ελληνική πολιτική θεωρείται δείγμα κάποιου σχετικού
δημοκρατισμού της ελληνικής διπλωματίας από τους δυτικούς φιλελεύθερους. Να
γιατί το ΠΑΣΟΚ του Γ. Παπανδρέου μπορεί να παριστάνει τώρα την αθώα περιστερά
χαιρετίζοντας την «αναγνώριση» του εγκλήματος από τους Σέρβους που «βοηθά
την προσπάθεια της κάθαρσης και του επιμερισμού των ατομικών ευθυνών» (11-7).
Να γιατί ο κνίτης άνθρωπος του Παπανδρέου μέσα στους αστούς φιλελεύθερους Μπίστης
μπορεί να συνυπογράφει μαζί τους μεσοβέζικες διακηρύξεις καταδίκης της γενοκτονίας
για τις ανάγκες της βαθιάς ρώσικης στρατηγικής. Αλλά γι αυτήν την διαμαρτυρία
γράφουμε σε ένα άλλο άρθρο μας.