H ΚΑΜΠΑΝΙΑ ΤΗΣ ΑΝΤΙΝΑΖΙΣΤΙΚΗΣ ΠΡΩΤΟΒΟΥΛΙΑΣ ΑΠΟΚΑΛΥΨΕ ΤΟ ΣΚΑΝΔΑΛΟ
Η Αντιναζιστική Πρωτοβουλία με αφίσα που κόλλησε στην Αθήνα
κάλεσε από την πρώτη στιγμή την κυβέρνηση να απαγορεύσει το ναζιστικό φεστιβάλ
και τα κόμματα να πάρουν θέση. Στη συνέχεια βλέποντας την απόλυτη σιωπή και
κάλυψη του καθεστώτος σε αυτήν την εκδήλωση αποφάσισε να δώσει διεθνή χαρακτήρα
στην εκστρατεία της και να απευθύνει κάλεσμα στους ευρωπαίους αντιφασίστες-
και βέβαια στους έλληνες- να υπογράψουν επιστολή διαμαρτυρίας στον πρωθυπουργό.
Με την επιστολή αυτή προβάλλονταν δύο αιτήματα για τον Καραμανλή και την κυβέρνηση:
α) να προβούν άμεσα σε ανοιχτή δήλωση πολιτικής καταδίκης της ναζιστικής συγκέντρωσης
και β) να πάρουν άμεσα όλα τα απαραίτητα διοικητικά μέτρα για την απαγόρευση
της σε οποιοδήποτε σημείο της Ελλάδας επιχειρηθεί να πραγματοποιηθεί. Η ανταπόκριση
στο κάλεσμα αυτό ήταν μεγάλη ιδιαίτερα στο διεθνές επίπεδο. Η καμπάνια της Αντιναζιστικής
Πρωτοβουλίας έπαιξε καίριο ρόλο στη διεθνή ευαισθητοποίηση κατά του φεστιβάλ
των ναζιστών γιατί αποκάλυψε το σκάνδαλο της νομιμότητας των ναζιστών στην Ελλάδα
και της κάλυψης που έχουν από το πολιτικό καθεστώς και στιγμάτισε την κίνηση
τους σα μία απόπειρα εγκατάστασης ενός πανευρωπαϊκού ναζιστικού κέντρου στην
«πιο φιλική» για αυτούς χώρα στην Ευρώπη.
Πρέπει να σημειωθεί εδώ ότι το Κεντρικό Ισραηλιτικό Συμβούλιο της Ελλάδας είχε
επίσης ζητήσει την απαγόρευση από την πρώτη στιγμή που έγινε γνωστή η διοργάνωση
του φεστιβάλ, αλλά δεν το είχε θέσει σαν διεθνές ζήτημα.
Η καμπάνια της Αντιναζιστικής παρουσιάστηκε σαν κεντρική είδηση στην ιστοσελίδα
του μεγάλου αντιρατσιστικού κόμβου ICARE «www.icare.to” που
έχει κέντρο την Ολλανδία.
Όσο το θέμα έπαιρνε δημοσιότητα έγιναν διαμαρτυρίες προς την ελληνική κυβέρνηση
από εβραϊκές οργανώσεις του εξωτερικού όπως το CRIF, το κέντρο Wiesental,
από ευρωπαϊκές αντιρατσιστικές οργανώσεις και δίκτυα, όπως το ENAR και το αγγλικό
αντιφασιστικό περιοδικό Searchlight. Είναι χαρακτηριστικό που το Κέντρο
Βίζενταλ ήρθε σε επαφή με την Αντιναζιστική και έστειλε γράμμα διαμαρτυρίας
στον Καραμανλή χρησιμοποιώντας το μεγαλύτερο τμήμα του γράμματος που πρότεινε
η Αντιναζιστική. Διαμαρτυρίες από πολλές πλευρές έφτασαν στο ελληνικό υπουργείο
εξωτερικών ενώ τελικά έγινε γνωστό ότι αξιωματούχοι του ΟΑΣΕ παρακολουθούσαν
στενά την υπόθεση και άσκησαν πιέσεις στην κυβέρνηση να λάβει όλα τα αναγκαία
μέτρα ενάντια στο ναζιστικό φεστιβάλ.
Εντυπωσιακή και ενδεικτική ήταν η σιωπή και η αδιαφορία των ελληνικών οργανώσεων
υποτίθεται αντιφασιστικών, αντιρατσιστικών και αντιεθνικιστικών. Μόνο το «Ουράνιο
Τόξο» παρουσίασε το κάλεσμα στην ιστοσελίδα του και διακίνησε στις επαφές του
το γράμμα της Αντιναζιστικής. Μάλιστα, στο εσωτερικό, ακούστηκαν φωνές υπέρ
της πραγματοποίησης του φεστιβάλ η οποία τάχα καλύπτεται από την ελευθερία της
έκφρασης και του συνέρχεσθαι. Είχαμε αναφερθεί στο προηγούμενο φύλλο στην αντιδραστική
θέση του ΠΑΣΟΚ που έμμεσα τάχθηκε ενάντια στην απαγόρευση και κάλεσε το λαό
σε «ηθική και πολιτική» απομόνωση των ναζιστών.
Η αισχρή αυτή θέση στηρίχθηκε ανοιχτά από τον συνταγματολόγο Αλιβιζάτο, τον
Τριάντη της Ελευθεροτυπίας στον οποίο απένειμαν …εύσημα οι Χρυσαυγίτες, και
τον Κωνσταντίνο Παπαϊωάννου, πρώην πρόεδρος του Ελληνικού Τμήματος της Εθνικής
Αμνηστίας, και της Εθνικής Επιτροπής για τα Δικαιώματα του Ανθρώπου, που είναι
ο θεσμικός φορέας υποτίθεται για την προστασία των ανθρωπίνων δικαιωμάτων στη
χώρα. Την ίδια θέση υποστήριξαν και μια σειρά στελέχη της Νέας Δημοκρατίας με
το επιχείρημα ότι «η δημοκρατία δεν φοβάται» από τα ναζιστικά φεστιβάλ.
Σε απάντηση αυτής της φιλολογίας υπέρ των δικαιωμάτων των ναζιστών η Αντιναζιστική
Πρωτοβουλία έκδωσε την παρακάτω ανακοίνωση:
<<Η Αντιναζιστική Πρωτοβουλία καλεί τους δημοκράτες να αντιταχθούν σθεναρά
στο δόλιο επιχείρημα ότι η συγκέντρωση των ναζιστών στην Ελλάδα πρέπει να επιτραπεί
για να μη θιγεί τάχα η ελευθερία του συνέρχεσθαι και η ελευθερία της έκφρασης.
Αυτές οι ελευθερίες δεν αναγνωρίζονται στους ναζιστές σε καμιά ευρωπαϊκή χώρα.
Όπως για παράδειγμα δεν επιτρέπεται στους παιδεραστές να συγκεντρώνονται και
να προπαγανδίζουν την «άποψη» τους, ακόμα περισσότερο δεν επιτρέπεται σύμφωνα
με το νόμο, το σύνταγμα και τις διεθνείς συμβάσεις, το δικαίωμα ανοιχτών χιτλερικών
να συνέρχονται και να υπερασπίζουν τις «απόψεις» τους. Γιατί η υπεράσπιση του
ναζισμού σημαίνει ΑΥΤΟΜΑΤΑ κάλεσμα σε ρατσιστική βία και αντιεβραϊκή γενοκτονία.
Είναι χαρακτηριστικό το ότι οι ναζιστές αποκαλούν οι ίδιοι τη συγκέντρωσή τους
«φεστιβάλ μίσους». Είναι πολύ ανησυχητικό για τη δημοκρατία στη χώρα μας το
γεγονός ότι ο πρωθυπουργός αρνείται μέχρι σήμερα να την απαγορεύσει και ο αρχηγός
της αξιωματικής αντιπολίτευσης δεν απαιτεί την απαγόρευσή της>>.
Πρέπει να θυμίσουμε εδώ ότι ο ίδιος ο Καραμανλής όχι μόνο δεν έχει καταδικάσει
ανοιχτά τους ναζιστές, αλλά όταν ο Καρατζαφέρης σα βουλευτής της ΝΔ είχε προτείνει
να δοθεί υπουργείο στη «Χρ. Αυγή», ο Καραμανλής τον είχε καλύψει και δήλωσε
ότι σε ότι αφορά γεγονότα του παρελθόντος μπορεί να υπάρχουν διάφορες ιστορικές
προσεγγίσεις.
Η ΚΥΒΕΡΝΗΣΗ ΑΠΑΓΟΡΕΥΕΙ ΤΟ ΦΕΣΤΙΒΑΛ ΤΟΥ ΜΙΣΟΥΣ
Ήταν κάτω από τις ισχυρότατες διεθνείς πιέσεις που η κυβέρνηση
άλλαξε την αρχική της θέση ότι το φεστιβάλ δεν μπορεί να απαγορευτεί. Στις 6-9-05
λίγες μέρες πριν από τις ανακοινωμένες ημερομηνίες για την πραγματοποίησή του,
ο Ρουσόπουλος δήλωσε ότι η κυβέρνηση τελικά θα το απαγορεύσει.
Συγκεκριμένα σε ενημέρωση των πολιτικών συντακτών και ανταποκριτών ξένου τύπου
ο Ρουσόπουλος είπε: «Θα ήθελα να κάνω μια δήλωση με αφορμή πληροφορίες που
δημοσιεύθηκαν τον τελευταίο καιρό σε ΜΜΕ -όχι μόνο ελληνικά, αλλά και διεθνή-
καθώς, επίσης και πληροφορίες σε διάφορες ιστοσελίδες της Ελλάδας και άλλων
χωρών της Ε.Ε., για εκδήλωση νεοναζιστών, που θα λάβει χώρα στην Ελλάδα, πληροφορίες
που δεν έχουν επιβεβαιωθεί ακόμα επισήμως: «Η κυβέρνηση δηλώνει πως αποδοκιμάζει
τέτοιου είδους εκδηλώσεις που υποθάλπουν ρατσιστικά φαινόμενα». Συμπλήρωσε
ότι: «Τέτοιου είδους συγκεντρώσεις δεν επιτρέπεται να γίνονται. Το Σύνταγμά
μας είναι σαφές σε αυτό το σημείο», και ότι «θα ληφθούν όλα τα απαραίτητα μέτρα
που προβλέπονται από το Σύνταγμά μας και τη λοιπή έννομη τάξη».
Το ότι η κυβέρνηση σύρθηκε στην απαγόρευση εξαναγκασμένη από τη διεθνή πίεση
είναι φανερό από τη στροφή 180 μοιρών που έκανε. Γιατί πρέπει να σημειωθεί ότι
παρόλο που δεν είχε μιλήσει επίσημα ο κυβερνητικός εκπρόσωπος ή ο πρωθυπουργός,
η κυβέρνηση είχε έμμεσα τοποθετηθεί μέσα από τις δηλώσεις του εκπροσώπου Δημοσίας
Τάξης ο οποίος είχε πει ότι σύμφωνα με το Σύνταγμα η αστυνομία μπορεί να απαγορεύει
συγκεντρώσεις μόνο όταν οι συμμετέχοντες φέρουν όπλα.
Αμέσως μετά το Ρουσόπουλο, ο ίδιος ο Βουλγαράκης, δήλωσε ότι αν επιμείνουν οι
ναζιστές, η αστυνομία θα λάβει όλα τα απαραίτητα μέτρα για να τους αποτρέψει.
Η Αντιναζιστική Πρωτοβουλία σε αυτό το σημείο κάλεσε όλους τους δημοκράτες σε
επαγρύπνηση για την εφαρμογή της κυβερνητικής απόφασης για την απαγόρευση με
δεδομένο ότι πρόκειται για την ίδια κυβέρνηση που διατηρεί ακόμα σε νομιμότητα
την ανοιχτά χιτλερική «Χρ.υγή».
ΑΝΕΠΙΘΥΜΗΤΟΙ ΠΑΝΤΟΥ ΟΙ ΝΑΖΙΣΤΕΣ
Πράγματι η αστυνομία κινητοποιήθηκε και το αποτέλεσμα ήταν ότι
οι ναζιστές δεν έβρισκαν κανένα σημείο της Ελλάδας για να μπορέσουν να κάνουν
τη συγκέντρωσή τους.
Η ναζιστική συγκέντρωση είχε πάντως ήδη συναντήσει σημαντικά εμπόδια από τις
τοπικές αρχές, αν και δεν πιστεύουμε ότι ήταν αυτές οι αντιδράσεις που προκάλεσαν
τη ματαίωση. Είναι χαρακτηριστικό ότι ο Δήμαρχος της Ζαχάρως στην Ηλεία ήθελε
την συγκέντρωση όπως ψήφισε υπέρ του να γίνει και το δημοτικό συμβούλιο της
Λαμίας. Αν το καθεστώς ήθελε οι ναζιστές θα βρίσκαν αρκετές φιλόξενες πόλεις
στην Ελλάδα. Πάντως και σ αυτό το τοπικό επίπεδο διαπιστώσαμε την απήχηση της
καμπάνιας της Αντιναζιστικής Πρωτοβουλίας που έγινε ευρύτερα γνωστή μέσα από
ρεπορτάζ των εφημερίδων Ελευθεροτυπία (κυρίως) και το Ποντίκι.
Ο αρχικός τόπος που είχε επιλεγεί σύμφωνα με δημοσιογραφικές πληροφορίες ήταν
ο Μελιγαλάς της Μεσσηνίας (οι ναζιστές από την αρχή απέκρυψαν τον τόπο της συγκέντρωσης).
Η δήμαρχος Μελιγαλά Ελένη Καραθανάση-Αλειφέρη, δήλωσε ότι οι ναζιστές είναι
ανεπιθύμητοι στην περιοχή. Σε σύσκεψη που έγινε στις 31 Αυγούστου στην Καλαμάτα
με πρωτοβουλία του Συλλόγου Εκπαιδευτικών Πρωτοβάθμιας Εκπαίδευσης Μεσσηνίας
όπου συμμετείχαν τοπικοί φορείς αποφασίστηκε να καλεστεί η κυβέρνηση να απαγορεύσει
τη συγκέντρωση. Στη σύσκεψη αυτή συμμετείχε αντιπροσωπεία της Αντιναζιστικής
Πρωτοβουλίας και πρότεινε μία κεντρική κινητοποίηση στην Αθήνα με το αίτημα
της απαγόρευσης. Τελικά επικράτησε η πρόταση που υπόβαλαν τοπικές συνδικαλιστικές
ενώσεις του «Κ»ΚΕ για μία συγκέντρωση – συναυλία στην Καλαμάτα την προηγούμενη
της έναρξης του φεστιβάλ, πρόταση που άφηνε όλο το χώρο και το χρόνο στους ναζιστές
για να προχωρήσουν με τα σχέδια τους. Πάντως, ανεξάρτητα από την προσπάθεια
υποβάθμισης της υπόθεσης από τους τοπικούς εκπροσώπους του «Κ»ΚΕ, που αγόρευαν
για το πώς ο «Χίτλερ ωχριά μπροστά στον Μπους» και ισχυρίζονταν ότι η συγκέντρωση
των ναζί αφορούσε κυρίως την τοπική κοινωνία, ήταν φανερή η διάθεση όσων συμμετείχαν
σε αυτή τη σύσκεψη από την περιοχή να τη θεωρήσουν σαν κάτι το πολύ σημαντικότερο.
Είναι χαρακτηριστικό ότι όταν η εκπρόσωπος της Αντιναζιστικής Πρωτοβουλίας εξέθετε
μέσα στο γενικό ενδιαφέρον τις θέσεις της για την απαγόρευση και είπε ότι η
απαγόρευση δεν είναι ένα τοπικό αλλά ένα πανελλαδικό γεγονός, οι άνθρωποι του
ψευτοΚΚΕ επεχείρησαν να της αφαιρέσουν το λόγο. Όμως η απήχηση αυτών των θέσεων
ήταν τόσο μεγάλη που οι παριστάμενοι δημοκράτες συνδικαλιστές και ακτιβιστές
στράφηκαν αποφασιστικά εναντίον των τραμπούκων και υπέρ της ομιλήτριας της Αντιναζιστικής
σ. Άννας Στάη, επιτρέποντάς της να συνεχίσει.
Μετά την εκδήλωση των τοπικών αντιδράσεων στη Μεσσηνία οι ναζιστές υπαναχώρησαν
και διέδωσαν ότι δεν θα συγκεντρωθούν στον Μελιγαλά. Δημοσιογραφικές πληροφορίες
ανέφεραν σαν τόπο συγκέντρωσης το δάσος Καϊάφα της Ηλείας. Μόλις δημοσιεύτηκε
η είδηση, ο νομάρχης Ηλείας Τάκης Δημητρουλόπουλος δήλωσε κατηγορηματικά ότι
δεν θα επιτρέψει σε καμία περίπτωση την πραγματοποίηση της νεοναζιστικής εκδήλωσης
και ο αντινομάρχης Αντώνης Καράμπελας ζήτησε με επιστολή του προς τον πρωθυπουργό
να προβεί σε ανοιχτή δήλωση πολιτικής καταδίκης της ναζιστικής συγκέντρωσης
στην Ελλάδα και να πάρει μέτρα για την απαγόρευσή της σε οποιοδήποτε σημείο
της χώρας μας.
Ο επόμενος τόπος που αναφέρθηκε σαν πιθανός τόπος συγκέντρωσης ήταν η Στυλίδα
Λαμίας. Ήδη αυτή ήταν μία μεγάλη υποχώρηση για τους ναζιστές γιατί ο τόπος της
Στυλίδας δεν επέτρεπε τη συγκέντρωση των χιλιάδων που ονειρεύονταν, αλλά μία
μικρής έκτασης κατασκήνωση. Η δήμαρχος, το Εργατικό Κέντρο Στυλίδας και οι τοπικοί
φορείς καταδίκασαν το ενδεχόμενο πραγματοποίησης εκεί της συγκέντρωσης. Κρίσιμη
όμως ήταν εδώ η παρέμβαση της αστυνομίας.
Η περίπτωση της Λαμίας ήταν ένα πολύ χαρακτηριστικό παράδειγμα για το πως η
κυβερνητική θέση για την απαγόρευση άλλαξε την κατάσταση της ασύδοτης ελευθερίας
για τους ναζιστές που είχαν επανειλημμένα στο παρελθόν χρησιμοποιήσει το ιδιωτικό
κάμπινγκ «INTERSTATION» για εκδηλώσεις τους. Για χρόνια τώρα, κανένας από τους
τοπικούς φορείς δεν είχε αντιδράσει σε σημείο ώστε να τους ενοχλήσει. Με τις
πρώτες διαμαρτυρίες ο ιδιοκτήτης του κάμπινγκ πρόβαλε τις ενστάσεις του: «Ο
ιδιοκτήτης του κάμπινγκ - στο οποίο η Χρυσή Αυγή έχει διοργανώσει τρεις κατασκηνώσεις
στο παρελθόν - έχει δηλώσει πως έχει λάβει και την προκαταβολή, ενώ ζήτησε από
τον τοπικό Τύπο να μην ασχολείται με την υπόθεση διότι, όπως ανέφερε χαρακτηριστικά,«από
αυτό το φεστιβάλ περιμένω να ζήσω»...Χρήματα από τη Χρυσή Αυγή έχει πάρει και
εταιρεία ενοικίασης ηχητικών συστημάτων από τη Λαμία» (Νέα, 12/9/05). Η
όλη δοσοληψία ήταν μία αποδεκτή και καθόλα «νόμιμη» επιχείρηση. Όταν όμως βγήκαν
στα δελτία ειδήσεων, δηλώσεις της αστυνομίας ότι αν δεν επιστρέψει την προκαταβολή
ο ιδιοκτήτης, θα φροντίσει η αστυνομία για την επιστροφή της, ο ιδιοκτήτης υπαναχώρησε
και προτίμησε να αντιμετωπίσει το ενδεχόμενο μίας οικονομικής κρίσης παρά να
έχει και αστυνομία και λαό εναντίον του. Έτσι χάθηκε και η Στυλίδα για τους
ναζιστές.
Η κυβερνητική δήλωση για απαγόρευση είχε και άλλες παράπλευρες συνέπειες όπως
η σύλληψη του επί επτά χρόνια ασύλληπτου Ανδρουτσόπουλου.
Η ΒΡΩΜΙΚΗ ΣΤΑΣΗ ΤΟΥ ΚΑΘΕΣΤΩΤΟΣ: ΑΠΑΙΤΗΣΑΝ ΓΙΑ ΠΡΩΤΗ ΦΟΡΑ ΤΗΝ ΑΠΑΓΟΡΕΥΣΗ ΟΤΑΝ ΑΥΤΗ ΕΙΧΕ ΗΔΗ ΓΙΝΕΙ!
Αμέσως μετά την κυβερνητική δήλωση για απαγόρευση, έγινε κάτι
πρωτοφανές! Ξαφνικά «ανακάλυψε» όλος ο πολιτικός κόσμος που βρισκόταν τόσο καιρό
σε ύπνωση ότι υπήρξε θέμα ναζιστικού φεστιβάλ. Εμφανίστηκαν όλοι με πρώτη και
καλύτερη την ΟΛΜΕ, υποκριτικά θυμωμένοι για το σκάνδαλο και έτοιμοι για όλα!
Από την τρύπα τους βγήκαν και οι φίλοι της «17Ν», το «Δίκτυο για τα Κοινωνικά
και Πολιτικά Δικαιώματα» που ενώ ήταν αδιάφορο επί μήνες άρχισε ξαφνικά μετά
την απαγόρευση να καλεί σε λαϊκή δράση ενάντια στους ναζιστές, ουσιαστικά χτυπώντας
το αίτημα για απαγόρευση από το κράτος (Ελευθεροτυπία, 12/9/05). Στην ανακοίνωσή
τους δήλωναν ότι πρώτον το αίτημα τους για απαγόρευση του φεστιβάλ δεν αφορά
την ελευθερία της έκφρασης για τους ναζιστές, γιατί «Ως Δίκτυο για τα Πολιτικά
και Κοινωνικά Δικαιώματα υποστηρίζουμε άνευ όρων την ελευθερία έκφρασης και
το δικαίωμα λόγου, χωρίς να θέτουμε για τη δυνατότητα απρόσκοπτης άσκησής τους
πολιτικά, ιδεολογικά, ταξικά ή άλλα κριτήρια». Δεύτερο, ότι θέλουν την
απαγόρευση γιατί οι φασιστικές συμμορίες «κακοποιούν συστηματικά μετανάστες,
ομοφυλόφιλους, αναρχικούς κ.λπ», αλλά «η δράση των φασιστών ολίγον εμπίπτει
στην τήρηση των νόμων ή του ποινικού κώδικα. Κυρίως αφορά τα δημοκρατικά αντανακλαστικά
των σύγχρονων κοινωνιών, τη δυνατότητά μας, με άλλα λόγια, διεκδικώντας την
ελευθερία να αφαιρούμε κάθε ελευθερία από τους εχθρούς της».
Η σκοπιμότητα αυτής της όψιμης πανστρατιάς για την απαγόρευση όταν αυτή
είχε ήδη γίνει, ήταν να εμφανίσει το σοσιαλφασιστικό μέτωπο τη νίκη κατά των
ναζιστών όχι σαν αποτέλεσμα της πανευρωπαϊκής και διεθνούς αντιναζιστικής κινητοποίησης
σε επίπεδο αντιφασιστικών οργανώσεων, αλλά και θεσμικών ευρωπαϊκών οργάνων όπως
ο ΟΑΣΕ, αλλά σαν καρπό της «ευρύτερης λαϊκής κινητοποίησης». Κυρίως όμως, έπρεπε
να υπονομευτεί το αίτημα για κυβερνητική απαγόρευση των ναζιστών και να προβληθεί
η θέση ότι η απαγόρευση των ναζιστών είναι αποκλειστικά μία υπόθεση που αφορά
το «λαϊκό κίνημα». Πρόκειται για την ίδια υποκριτική θέση που εξασφαλίζει
χρόνια τώρα την ασυλία στους ναζιστές.
Έτσι επιστρατεύτηκε το εργαλείο για αυτές τις δουλειές το επίσης σιωπηλό για
τέσσερις μήνες ελληνικό “INDYMEDIA”, δικτυακό κέντρο των εισοδιστών του ΣΥΝ
που καθοδηγεί και καναλιζάρει στη φιλορώσικη γραμμή τον αναρχισμό και τον μικροαστικό
αντικαπιταλισμό, το οποίο εμφάνισε στην τελική ευθεία λίγες μέρες πριν το φεστιβάλ
πρόγραμμα κινητοποιήσεων. Στο πρόγραμμα περιλαμβάνονταν δύο συγκεντρώσεις στην
Αθήνα, η μία στην Ομόνοια με διοργανωτή το YRE και το Ελληνικό Κοινωνικό Φόρουμ
(δηλαδή τον ΣΥΝ), και η άλλη στη Στουρνάρη με βασικό διοργανωτή την «Αντιεξουσιαστική
Κίνηση» που την καθοδηγεί ο γνωστός -τουλάχιστον φιλο17νοεμβρίτης- Σκυφτούλης
, που προγραμματίστηκαν για την υποτιθέμενη δεύτερη ημέρα του φεστιβάλ στις
17 Σεπτέμβρη.
Οι ναζιστές αποκλεισμένοι και απομονωμένοι είχαν ήδη αναδιπλωθεί, ανακοινώνοντας
την ουσιαστική ματαίωση του φεστιβάλ. Κανείς ως εκείνη την ώρα δεν γνώριζε ότι
η ΧΑ θα έκανε συγκέντρωση στο κέντρο της Αθήνας στις 17 του Σεπτέμβρη. Αν αυτές
οι δύο συγκεντρώσεις δεν ήταν προφητικές τότε το σύνθημα γι’ αυτές θα πρέπει
να το έριξε κάποιος που ήξερε καλά τι έχουν αποφασίσει και τι σχεδιάζουν οι
ναζιστές. Κάποιος που ήξερε ότι αυτές οι συγκεντρώσεις ήταν στην πραγματικότητα
αντισυγκεντρώσεις σε εκείνη των ναζιστών.
ΣΥΓΚΕΝΤΡΩΣΗ ΑΝΤΙ ΓΙΑ ΦΕΣΤΙΒΑΛ. ΟΙ ΑΝΤΙΣΥΓΚΕΝΤΡΩΣΕΙΣ ΚΑΙ ΟΙ ΠΡΟΒΟΚΑΤΟΡΕΣ
Λέμε ότι θα πρέπει να ήξερε γιατί στις 15-9-05 η «Χρυσή Αυγή»
ανακοίνωσε στην εφημερίδα της ότι στις 17-9-05 το απόγευμα (υποτιθέμενη 2η μέρα
του φεστιβάλ) θα πραγματοποιηθεί απλά ...εκδήλωση στα γραφεία της με θέμα «Οι
απαγορεύσεις δεν πτοούν τους ιδεολόγους»!
Στις 16-9-05 το φεστιβάλ ήταν άφαντο στην Ελλάδα.
Όμως το ίδιο βράδυ με τρικάκια στο κέντρο της Αθήνας οι ναζιστές δήλωσαν ότι
στις 17-9 το απόγευμα θα πραγματοποιήσουν συγκέντρωση διαμαρτυρίας στην Αθήνα
λίγα μόλις μέτρα έξω από τα γραφεία τους.
Στις 17-9 το πρωί στην εφημερίδα τους «Ελεύθερος Κόσμος» ανακοίνωσαν ότι «το
φεστιβάλ έγινε!» σε μια πόλη της Ιταλίας …τη Λατίνα και ότι ματαιώθηκε στην
Ελλάδα λόγω της απαγόρευσης. Επίσης μέσα από τα δελτία ειδήσεων της ίδιας μέρας
έγινε γνωστό ότι η κυβέρνηση θα επέτρεπε στους ναζιστές τη συγκέντρωση έξω από
τα γραφεία τους με ισχυρή αστυνομική φρούρηση.
Αυτή η κυβερνητική παραχώρηση είχε στόχο να μειώσει τις συνέπειες της ήττας
των ναζιστών αφενός, και αφετέρου να επιτρέψει στο καθεστώς να συκοφαντήσει
το δημοκρατικό κίνημα με αντισυγκεντρώσεις που πάντα έχουν τέτοιο χαρακτήρα
ώστε να δίνουν πολιτικό και ηθικό άλλοθι στους ναζιστές.
Περίπου στις 6.30 το απόγευμα της ίδιας μέρας όχι περισσότεροι από 100 ναζιστές
ήταν μαζεμένοι στο σημείο που είχαν αναγγείλει φωνάζοντας συνθήματα. Την ίδια
ώρα, κοντά στον τόπο συγκέντρωσης των ναζιστών εξελίσσονταν οι δύο αντισυγκεντρώσεις:
η πρώτη από τις οργανώσεις της εξωκοινοβουλευτικής λεγόμενης αριστεράς στην
Ομόνοια και η δεύτερη από την «αντιεξουσιαστική κίνηση» και άλλες ομάδες αναρχικών
κοντά στα γραφεία της «Χρ. Αυγής».
Η πιο μαζική αντισυγκέντρωση ήταν η δεύτερη στην οποία συμμετείχαν περίπου πεντακόσια
άτομα. Εννοείται ότι ήταν μία κλειστή συγκέντρωση όπου δεν τολμούσε να πλησιάσει
κανένας απλός πολίτης από τον «άμαχο πληθυσμό» και της οποίας οι περιφρουρητές
συμπεριφέρονταν σε όσους πολίτες την πλησίαζαν με τον τρόπο που αντιμετωπίζει
η αστυνομία μετανάστες, δηλαδή με βρισιές.
Η συγκέντρωση της Ομόνοιας ήταν θλιβερή, στην καλύτερή της στιγμή είχε τριακόσια
άτομα, χωρίς κανέναν πλατύ δημοκρατικό άνθρωπο μέσα της και ουσιαστικά κρατούσε
το ρυθμό για την επερχόμενη μάχη που θα έδιναν οι άλλοι. Τα συνθήματα που κυριαρχούσαν
ήταν χαρακτηριστικά: «Φασίστες, κουφάλες, έρχονται κρεμάλες», «Έλληνες και
ξένοι εργάτες ενωμένοι, φασίστες κρεμασμένοι», «Στην κόκκινη Ευρώπη της νέας
εποχής δύο μέτρα τάφο για κάθε ναζιστή», «Πέσατε στη γούβα, στο αίμα θα σας
πνίξουμε, εδώ θα γίνει Κούβα». Μόνο το ΣΕΚ φώναζε κάπως αξιοπρεπή συνθήματα,
και το σωστό «να κλείσουν τα γραφεία της ΧΑ» που όμως χάνονταν στον
γενικό ορυμαγδό της βαρβαρότητας.
Ισχυρές αστυνομικές δυνάμεις έκλεισαν τους δρόμους που οδηγούσαν από τις δύο
αντισυγκεντρώσεις προς τους ναζιστές. Μια ώρα περίπου αργότερα οι ναζιστές τέλειωσαν
τη συγκέντρωσή τους και διαλύθηκε η αντισυγκέντρωση της Ομόνοιας. Παρέμειναν
όμως εκεί δύο ομάδες, η μία με πανό του ΕΕΚ, και η δεύτερη με πανό της «Εργατικής
Εξουσίας» (εφημερίδα) φωνάζοντας το σύνθημα «Στο δρόμο, στο δρόμο,
να σπάσουμε τον τρόμο». Το ΕΕΚ μετά από λίγο αποχώρησε, ενώ η «Εργατική
Εξουσία» πήγε να συναντήσει την αντισυγκέντρωση της Στουρνάρη.
Εκεί ένα απόσπασμα αυτοαποκαλούμενων αναρχικών, που προηγούμενα με την ησυχία
του μπροστά στα μάτια της αστυνομίας και με την πλήρη ανοχή των πρυτανικών αρχών
είχε καταλάβει το Πολυτεχνείο, έριξε χωρίς λόγο βόμβες μολότοφ και πέτρες στα
ΜΑΤ, και μετά, χωρίς να συγκρουστεί ούτε μια φορά μαζί τους, το έβαλε στα πόδια
προς τα Εξάρχεια και άρχισε να βάζει φωτιά σε αυτοκίνητα, κάδους απορριμμάτων
και έσπασε βιτρίνες καταστημάτων. Το βασικό ήταν ότι αυτό το απόσπασμα έκαψε
μια ελληνική σημαία μπροστά στις κάμερες σε μια γνωστή προβοκατόρικη τελετουργία.
Αυτή δηλαδή η αντισυγκέντρωση, όπως και η άλλη της Ομόνοιας, δεν είχαν καν τον
ηρωϊσμό με τον οποίο πρωτοπορίες ξεκομμένες από τις μάζες συγκρούονται με την
αστυνομία και ματώνουν για να διαλύσουν μια συγκέντρωση ναζιστών. Εδώ δεν υπάρχει
αριστερισμός, υπάρχει προβοκάτσια, θρασυδειλία και καθεστωτικό πνεύμα, εδώ τουλάχιστον
σε επίπεδο ηγεσίας βρίσκεται απλά η άλλη όψη του φαιού, το κόκκινο και το μαύρο
του φαιοκόκκινου μετώπου. Δεν είναι τυχαίο ότι η πολιτική κάλυψη στη βία της
αντισυγκέντρωσης είχε ήδη δοθεί από τον ΣΥΝ. Ο Αλαβάνος είχε δηλώσει ότι για
οτιδήποτε συμβεί υπεύθυνη θα είναι η κυβέρνηση που επέτρεψε στους ναζιστές να
συγκεντρωθούν.
Με αυτό τον τρόπο έχοντας ουσιαστικά πολιτική κάλυψη χάρη στους
αντισυγκεντρωμένους, οι ναζιστές έκαναν τη συγκέντρωσή τους και το καθεστώς
εκδικήθηκε την Ευρώπη που του επέβαλε την απαγόρευση του φεστιβάλ. Γιατί ο ανενημέρωτος
και ακαθοδήγητος πληθυσμός για άλλη μια φορά συγκέντρωσε όλη την αγανάκτησή
του σε αυτούς που καίνε τη σημαία και τα αυτοκίνητά του και όχι στους ναζιστές
που εμφανίζονται σε αντιπαράθεση με τους υποτιθέμενους αναρχικούς και αριστεριστές
ψευτο-εχθρούς τους πάντα σαν καλά παιδιά και νομοταγείς πολίτες.
Η Αντιναζιστική Πρωτοβουλία με ανακοίνωσή της κατάγγειλε όσα διαδραματίστηκαν:
<<Οι ναζιστές και οι προστάτες τους δέχτηκαν ένα τεράστιας σημασίας
πολιτικό πλήγμα με την απαγόρευση του ναζιστικού φεστιβάλ. Αυτή η απαγόρευση
ήταν αποτέλεσμα κυρίως της διεθνούς κατακραυγής και πίεσης που υποχρέωσε την
κυβέρνηση να αλλάξει την αρχική της θέση. Ωστόσο αυτή η κυβέρνηση για να μετριάσει
την ήττα των ναζιστών τους επέτρεψε να πραγματοποιήσουν συγκέντρωση πράγμα που
επιτρέπουν πάντα οι ως τώρα κυβερνήσεις και ουσιαστικά αποδέχεται όλος ο επίσημος
πολιτικός κόσμος.
Τη ναζιστική συγκέντρωση διευκόλυνε ηθικά και πολιτικά για μια ακόμα φορά ένα
απόσπασμα αυτοαποκαλούμενων αναρχικών που έκαψε την ελληνική σημαία και με την
κάλυψη της αστυνομίας βανδάλισε στο κέντρο της Αθήνας.
Κάθε αντισυγκέντρωση απέναντι στους ναζιστές για να είναι αποτελεσματική και
να μη συνεισφέρει και αυτή στην κατασυκοφάντηση του αντιφασισμού οφείλει να
καταγγέλλει εξ αρχής τους συστηματικούς αυτούς προβοκάτορες που τη δράση τους
αφήνει ουσιαστικά στο απυρόβλητο και καλύπτει σύσσωμο το πολιτικό καθεστώς>>.
(Τις πρώτες δύο παραγράφους της ανακοίνωσης δημοσίευσε η Ελευθεροτυπία).
Η Αντιναζιστική Πρωτοβουλία χαιρετίζει την πλατιά διεθνή αλληλεγγύη και ευχαριστεί
όλους τους αντιφασίστες που ανταποκρίθηκαν στο κάλεσμά της. Έχει ήδη γίνει μια
καλή αρχή. Ο επόμενος στόχος είναι ο πιο δύσκολος και σημαντικός για την αποκάλυψη
όλου του σοσιαλφασιστικού καθεστώτος στη Ελλάδα: το να τεθεί εκτός νόμου η Χ.Α
το πιο ανοιχτό χιτλερικό καρκίνωμα μέσα στην Ενωμένη Ευρώπη.