Πως τα δικαστήρια του Πειραιά βγάζουν τώρα αποφάσεις υπέρ των στραγγαλιστών
Δεν
πρέπει να έχει κανείς πια απορίες για τα οφέλη που απέφερε στο καθεστώς η συνεχιζόμενη
δικαστική κάθαρση. Η πρώτη απόδειξη στην πράξη αυτής της γιγαντιαίας επιχείρησης
ήρθε στις 21/2 όταν συζητήθηκε στα Δικαστήρια του Πειραιά η αίτηση ασφαλιστικών
μέτρων κατά της «απεργίας» των ναυτεργατών που κατάθεσε η Ένωση Εφοπλιστών Ακτοπλοΐας.
Τα δικαστήρια του Πειραιά έβγαζαν πάντα αποφάσεις ενάντια στο σοσιαλφασισμό,
δηλαδή στους αποκλεισμούς και στις συνδικαλιστικές παρανομίες του ψευτοΚΚΕ,
ενάντια στις πολιτικές των Σημίτη-Λαλιώτη (πχ Σωματείο Λιπασμάτων), αλλά και
ενάντια στον Κόκκαλη. Ο σοσιαλφασισμός έχει σαν κύριο πολιτικό του στόχο να
ελέγξει τον Πειραιά ακριβώς επειδή αυτός είναι το κέντρο ενός μεγάλου και διεθνούς
κεφάλαιου, του εφοπλιστικού που είναι από τη φύση του σε σύγκρουση με το ρώσικο
σοσιαλιμπεριαλισμό. Αλλά ο Πειραιάς δεν ελέγχεται αν δεν ελεγχθούν τα δικαστήρια
του. Αυτός είναι ο λόγος για τον οποίο η δικαστική κάθαρση είχε κέντρο της τον
Πειραιά και για τον οποίο εκεί έκανε τους μεγαλύτερους διωγμούς, εκκαθαρίσεις
και μεταθέσεις δικαστικών.
Η αίτηση ασφαλιστικών κατατέθηκε την πέμπτη ημέρα της «απεργίας» και μετά τη
δεύτερη παράταση της από την ΠΝΟ έως τις 22 τα ξημερώματα. Είχε προηγηθεί το
προηγούμενο βράδυ η εξέγερση των αγροτών στο Ηράκλειο της Κρήτης που στην απόγνωση
τους στράφηκαν και κατά των πλοίων προσπαθώντας να βάλουν φωτιά στο «Φαιστός
Πάλας» και στο «Κρήτη 1». Οι αγρότες ζητούσαν άμεσα μέτρα για να μπορέσουν να
διακινήσουν την παραγωγή τους και να μη σαπίσουν όλα τα προϊόντα.
Η οργή των αγροτών και των αποκλεισμένων κατοίκων των νησιών είχε εκδηλωθεί
ακόμα πιο έντονα την επόμενη μέρα, 21/2 κατά την οποία έγινε η συζήτηση των
ασφαλιστικών. Χιλιάδες αγρότες είχαν καταλάβει την προηγούμενη μέρα τα γραφεία
της Περιφέρειας Κρήτης. Ζητούσαν να κηρυχθεί ο νoμός σε κατάσταση έκτακτης ανάγκης,
έτσι ώστε να νομιμοποιείται η επίταξη των δύο πλοίων «Φαιστός Πάλας» και «Κρήτη
1».
Σε προηγούμενη ανάλογη αίτηση κατά της απεργίας των ναυτεργατών τον Ιούνη του
2002, το δικαστήριο είχε κρίνει την απεργία παράνομη και καταχρηστική γιατί
έπεφτε πάνω στο τριήμερο του Αγίου Πνεύματος και υπήρχαν έντονες αντιδράσεις
από τον κόσμο που δεν θα μπορούσε να ταξιδέψει στα νησιά.
Σε τούτη εδώ την περίπτωση οι αντιδράσεις των παραγωγών από τον αποκλεισμό που
είχαν επιβάλει οι στραγγαλιστές ήταν πολύ πιο έντονες και η κατάσταση ήταν σχεδόν
έκρυθμη. Ακόμα και η ΠΝΟ θεωρούσε προδικασμένο το αποτέλεσμα και για να προλάβει
τη δικαστική απόφαση συνεδρίασε πριν την έκδοσή της, το μεσημέρι της 21/2 και
αποφάσισε νέα παράταση έως τις 24 τα ξημερώματα. Αλλά διαψεύστηκαν και οι φόβοι
της ΠΝΟ και οι ελπίδες των αγροτών και νησιωτών που η Παπαρήγα ονόμασε «εγκάθετους»
του υπουργείου επιδεικνύοντας το δημοκρατικό φρόνημα του κόμματος της το οποίο
απασχολήθηκε εντατικά να στέλνει αποσπάσματα του ΠΑΜΕ από λιμάνι σε λιμάνι για
να δυναμώσει τον αποκλεισμό. Ανάλογα αποσπάσματα είχαν σταλεί να διαδηλώσουν
έξω από τα δικαστήρια του Πειραιά.
Το δικαστήριο αφήνοντας τους πάντες κατάπληκτους αποφάνθηκε ότι η απεργία δεν
ήταν παράνομη και πολύ περισσότερο δεν ήταν καταχρηστική. Η εφημερίδα Αυριανή
(26/2) χαρακτηρίζει την απόφαση «ιστορική» και αναφέρει σχετικά: «Κατά τη
διάρκεια της συζήτησης της αίτησης ενώ κατέθετε ο γενικός γραμματέας της Ένωσης
Εφοπλιστών Ακτοπλοΐας, ο δικαστής επεσήμανε πως δεν δημιουργούν πρόβλημα μόνο
οι ναυτικοί αλλά και τα πλοία με τις αλλεπάλληλες μηχανικές βλάβες μέσα στο
καλοκαίρι» (!!!) Δεν έμεινε όμως μόνο εκεί ο δικαστής Αθανάσιος Θεοφάνης:
«Επιπλέον διεπίστωσε πως οι ακτοπλόοι δεν ενδιαφέρονται για το κοινωνικό
κόστος αλλά για το κέρδος…». Τι να πρωτοθαυμάσει κανείς σε αυτή τη δικαστική
επιχειρηματολογία…
Την απόρριψη της αίτησης ακολούθησε η κυβερνητική απόφαση για επιστράτευση και
οι θεατρικές αψιμαχίες ΜΑΤ και ΠΑΜΕ (στις συγκρούσεις εμφανίστηκαν και κάποιοι
κουκουλοφόροι, γεγονός που δεν είναι άσχετο με την απόπειρα του δεκαεφτανοεμβριτισμού
να διαδραματίσει εργατικό ρόλο). Στο τέλος η ΠΝΟ αποφάσισε ομόφωνα την αναστολή
της απεργίας, ενώ η επιστράτευση παραμένει. Όμως με την απόφαση του δικαστηρίου
του Πειραιά δόθηκε στους στραγγαλιστές ένα πολιτικό επιχείρημα κλάσεως. Τους
έδωσε το επιχείρημα ότι ο αποκλεισμός είναι νόμιμος και η επιστράτευση μια εντελώς
παράνομη και φασιστική πολιτική απόφαση.
Έτσι ικανοποιήθηκε ένα μόνιμο αίτημα του ψευτοΚΚΕ να σταματήσουν τα δικαστήρια
να είναι «αγροτοδικεία», «εργατοδικεία», «μαθητοδικεία» και γενικά δικαστήρια
που καταδικάζουν τους τραμπουκισμούς τους και τους φασιστικούς αποκλεισμούς
τους. Χρειάστηκαν πολύχρονες διαδικασίες και τόνοι συκοφαντίας, υποκλοπών, και
διαπομπεύσεων για να επιτευχθεί αυτός ο «άθλος». Σε τελική ανάλυση, αυτά τα
εκκαθαρισμένα δικαστήρια θα στραφούν και κατά των δίκαιων εργατικών αγώνων που
έρχονται στην εποχή της βαρβαρότητας στην οποία βυθίζεται η χώρα.
Αυτός είναι ο λόγος, και το έχουμε ξαναπεί, για τον οποίο θεωρούμε προβοκάτσια
των σοσιαλφασιστών ότι αφήνουν στα δικαστήρια και στις κυβερνήσεις το καθήκον
να λύνουν με τη βίαιη, κακόφημη και καταστροφική για το μέλλον μέθοδο της επιστράτευσης
το καθαρά πολιτικό πρόβλημα του αποκλεισμού. Ενάντια στον αποκλεισμό η λύση
που θα έδινε μια δημοκρατική κυβέρνηση θα ήταν η αποκάλυψή του στο λαό με το
σκίσιμο της μάσκας της απεργίας. Αυτή η αποκάλυψη θα γινόταν και με την πολιτική
καταγγελία και διαμαρτυρία και, κυρίως, με τη δυνατότητα σε άλλα πλοία από αυτά
που έχουν καταληφθεί από τους απεργούς να κάνουν τις μεταφορές των προσώπων
και των εμπορευμάτων. Πρόκειται για μία δυνατότητα αυτονόητη σε ταξικές απεργίες
ενάντια στους συγκεκριμένους ιδιοκτήτες των πλοίων και όχι ενάντια στο λαό και
στη χώρα.