Πρώτα ήρθε ο ξαφνικός ενεργειακός πόλεμος της Ρωσίας
με την Ευρώπη, στη συνέχεια η απρόβλεπτη για τους δυτικούς σαρωτική νίκη της
Χαμάς στις παλαιστινιακές βουλευτικές εκλογές, λίγο αργότερα η πρόσκληση που
της απηύθυνε ο ρώσος πρόεδρος για συνομιλίες στη Μόσχα. Φαίνεται πως η νέα χρονιά
επιφυλάσσει στους ανίδεους και εφησυχασμένους μια σειρά μεγάλων εκπλήξεων που
μόλις τώρα έχει αρχίσει να ξετυλίγεται.
Πρόκειται στην πραγματικότητα για βήματα προς τον παγκόσμιο πόλεμο που ετοιμάζεται
να εξαπολύσει ο ανερχόμενος νεοναζιστικός ρωσο-κινεζικός άξονας με σκοπό την
κατάκτηση της παγκόσμιας ηγεμονίας. Μόνο εκεί μπορεί να οδηγήσει η παραμονή
των ισλαμοφασιστών της Χαμάς στην εξουσία, αυτών των νεοναζιστών, συστηματικών
δολοφόνων άμαχου πληθυσμού. Οι ισλαμοφασίστες στην εξουσία στην Παλαιστίνη δεν
είναι το ίδιο με το να είναι στην εξουσία σε οποιαδήποτε άλλη μουσουλμανική
χώρα. Γιατί η Παλαιστίνη χάρη στη διαμάχη της με το Ισραήλ έχει γίνει το κέντρο
όλου του αραβικού και όλου του μουσουλμανικού κόσμου και μια πελώρια στρατηγική
εφεδρεία για το σοσιαλιμπεριαλισμό. Η Χαμάς στην εξουσία είναι ο νεοναζισμός
στο κέντρο της πολιτικής ζωής ενός δισεκατομμυρίου ανθρώπων.
Η Χαμάς, γεννημένη στη Δαμασκό και αναθρεμμένη από το καθεστώς Άσαντ και προστατευμένη
από το Ιράν, έχει θέσει κύριο στόχο στο πρόγραμμά της, τη γενοκτονία σε βάρος
του ισραηλινού έθνους, το οποίο μέχρι σήμερα δεν αναγνωρίζει ως τέτοιο. Σύμφωνα
με το άρθρο 11 του καταστατικού της χάρτη «το Κίνημα Ισλαμικής Αντίστασης
(δηλαδή η Χαμάς) θεωρεί πως η γη της Παλαιστίνης είναι ισλαμική γη που ανήκει
στις μουσουλμανικές γενεές ως την ημέρα της Τελικής Κρίσης» και «κανένας δεν
έχει το δικαίωμα να την απαρνηθεί, ούτε καν τμήμα της».
Έτσι, από την εποχή της αμερικανικής ηγεμονίας των δεκαετιών ’60-’70, όταν το
ισραηλινό κράτος εφάρμοζε ωμή επεκτατική πολιτική και καταπίεζε ανοιχτά τους
Παλαιστινίους, φτάσαμε στην εποχή όπου η ηγεσία του ημιανεξάρτητου πλέον παλαιστινιακού
κράτους αρνείται στον ισραηλινό γείτονά της, που αποσύρει μία-μία όλες τις προηγούμενες
διεκδικήσεις του, το δικαίωμα ύπαρξης. Να ποιο είναι το αποτέλεσμα της παράλογης
απομόνωσης από τον ισραηλινό σοβινισμό αλλά και από τις ΗΠΑ του μετριοπαθούς
αραφατικού εθνικιστικού ρεύματος της Παλαιστίνης, σε άτυπη συμμαχία με τους
ισλαμοφασίστες κυρίως από το 2000 και μετά. Όλοι αυτοί νόμιζαν πως η περιθωριακή
και τελείως αποκρουστική Χαμάς δεν θα είχε ποτέ νομιμοποίηση από τη Ρωσία και
την Κίνα, οπότε μια ξεδοντιασμένη Φατάχ θα υποχρεωνόταν να συμπεριφερθεί πιο
ρεαλιστικά απέναντι στο Ισραήλ. Δεν μπορούσαν όμως να υποψιαστούν την ιδεολογική
και πολιτική συγγένεια της πιο πάνω συμμορίας με τη ρωσική υπερδύναμη και γενικότερα
τον παγκόσμιο νεοναζιστικό άξονα Μόσχας-Πεκίνου-Τεχεράνης. Ούτε μπορούσαν ακόμα
περισσότερο να φανταστούν ότι ο αγαπημένος τους «μετριοπαθής» Χαμπάς είναι άνθρωπος
του Κρεμλίνου και γι αυτό αφοσιωμένος φίλος της Χαμάς.
Ξαφνιάστηκαν λοιπόν με την πρόσκληση που απηύθυνε στην ηγεσία της ο Β. Πούτιν
λίγο μετά τις εκλογές για να συζητήσουν και να αναζητήσουν λύση στο μεσανατολικό,
όταν οι ίδιοι είχαν αποκλείσει ρητά την αναγνώριση μιας απροκάλυπτα τρομοκρατικής
και αντισημιτικής οργάνωσης όπως είναι η Χαμάς. Ο ισραηλινός υπουργός μεταφορών
χαρακτήρισε μάλιστα την κίνηση αυτή των Ρώσων «πραγματική πισώπλατη μαχαιριά»,
ενώ το αμερικανικό Στέιτ Ντιπάρτμεντ ζήτησε εξηγήσεις. Προηγούμενα ο ρώσος πρόεδρος
στο καθιερωμένο ετήσιο διάγγελμά του είχε δηλώσει πως ποτέ το ρωσικό υπουργείο
εξωτερικών «δε θεώρησε τη Χαμάς τρομοκρατική οργάνωση» ενώ χαρακτήρισε τις
παλαιστινιακές εκλογές «σοβαρό πλήγμα για την αμερικανική διπλωματία» (Ελευθεροτυπία,
1-2). Στο ίδιο μήκος κύματος η ελληνική κυβέρνηση δήλωσε ότι «αποδέχεται
το αποτέλεσμα των εκλογών στα παλαιστινιακά εδάφη και δείχνει πρόθυμη να αποδεχθεί
και την οργάνωση Χαμάς στη νέα παλαιστινιακή Βουλή, αν αυτή αποκηρύξει τη βία
και περιοριστεί σε πολιτικά μέσα» (28-1). Το τσιράκι της ρωσικής διπλωματίας
στα Βαλκάνια δε βάζει καν σαν όρο για την αποδοχή της την αναγνώριση από την
εν λόγω οργάνωση του ισραηλινού κράτους, όπως τον βάζει η Ρωσία μαζί με τον
ΟΗΕ, ΗΠΑ και ΕΕ στα πλαίσια του γνωστού κουαρτέτου!
Οι παραπάνω κινήσεις δείχνουν ξεκάθαρα την υπεροχή της ρωσικής διπλωματίας απέναντι
στη Δύση ύστερα από την άνοδο της Χαμάς. Αυτό φαίνεται εξάλλου κι από την άθλια
στάση που κράτησε η Γαλλία αμέσως μόλις έγιναν γνωστές οι δηλώσεις Πούτιν. Η
γαλλική κυβέρνηση βγήκε τότε να υποστηρίξει τις συνομιλίες Πούτιν-Χαμάς έχοντας
την ψευδαίσθηση ότι «μπορούν να συμβάλουν στην προώθηση των θέσεών της».
Αλλά και η αμερικανική στάση δεν μπορεί να αποτελέσει παράδειγμα προς μίμηση.
Έτσι, οι εγγυήσεις που έδωσαν οι Ρώσοι ότι θα συναντήσουν τη Χαμάς μόνο «για
να την πείσουν» να συμμετάσχει στην ειρηνευτική διαδικασία φαίνεται να ικανοποίησαν
τις Ηνωμένες Πολιτείες, που προσπαθούν απεγνωσμένα να διατηρήσουν τα όποια ερείσματά
τους μέσα σε ένα εντελώς εχθρικό γι αυτές διεθνές περιβάλλον. Ανώτερος αξιωματούχος
του Στέιτ Ντιπάρτμεντ δήλωσε σχετικά ότι για τις ΗΠΑ το «θέμα δεν είναι
τόσο ποιος μιλάει αλλά το τι λέει» (Νιου Γιορκ Τάιμς, 11-2), εννοώντας
μ’ αυτό ότι θα βόλευε την Αμερική εάν ο Πούτιν έπειθε τον ισλαμιστή τρομοκράτη
να κρύψει το μαχαίρι του και τον έντυνε κάπως ευπρεπώς για να τον παρουσιάσει
στα διπλωματικά σαλόνια, στάση που δείχνει την εγγενή αδυναμία της δυτικής μονοπωλιακής
αστικής τάξης να τα βάλει αποφασιστικά με το σοσιαλφασισμό εξαιτίας των οικονομικών
της δεσμεύσεων σε όλες τις γωνιές του πλανήτη.
Πώς αλλιώς να εξηγηθεί η στοίχιση σύσσωμης της Δύσης πίσω από το διπρόσωπο πρόεδρο
της Παλαιστινιακής Αρχής Μαχμούντ Αμπάς, στο πρόσωπο του οποίου βλέπει τη μόνη
εναλλακτική λύση απέναντι στη δικτατορία της Χαμάς. Στην πραγματικότητα ο Αμπάς
έχει συμβάλει όσο κανείς άλλος στην ανάπτυξη της Χαμάς, καθώς ήταν εκείνος που
προώθησε τη γραμμή της ένταξής της στους πολιτικούς θεσμούς του παλαιστινιακού
κράτους. Στις τελευταίες εκλογές, μάλιστα, ανέχτηκε τη διάσπαση του κόμματός
του σε δύο εκλογικούς συνδυασμούς χωρίς να κάνει καμιά έκκληση προς τους διασπαστές
να αποσύρουν τις υποψηφιότητές τους, πράγμα που υπήρξε καθοριστικό για την έκβαση
του εκλογικού αποτελέσματος. Τώρα προωθεί τη συγκυβέρνησή του με τους ισλαμοφασίστες
αναλαμβάνοντας διευρυμένες εξουσίες (π.χ. το διορισμό των μελών ενός νεοσυσταθέντος
συνταγματικού δικαστηρίου) που θα του επιτρέψουν να ασκεί βέτο πάνω στις αποφάσεις
των ισλαμοφασιστών, βασικά για να τους καλύπτει απέναντι στη βάση τους στην
περίπτωση που οι αποφάσεις τους ερεθίζουν πολύ τη Δύση. Αν η Δύση συμβιβαστεί,
που συνήθως συμβιβάζεται, με μια τέτοια εξέλιξη τα πράγματα θα εξελιχθούν πολύ
άσχημα στην περιοχή.
Ένα δίδαγμα που βγαίνει μέσα από την όλη πορεία της Χαμάς είναι ότι με πρόσχημα
τη δημοκρατία δε μπορείς να παρέχεις κανένα άσυλο στο ναζισμό γιατί εκείνος
χρησιμοποιεί τον τυπικό δημοκρατισμό ως όπλο για την ανάπτυξη και αναρρίχησή
του στην εξουσία. Όπως πολύ χαρακτηριστικά εξήγησε ένας εκπρόσωπος της Χαμάς
ονόματι Φαρχάτ Ασάαντ στους Νιου Γιορκ Τάιμς (14-2): «Καταρχάς, ευχαριστώ
τις Ηνωμένες Πολιτείες που μας έδωσαν αυτό το όπλο της δημοκρατίας. Αλλά τώρα
δεν υπάρχει κανένας τρόπος υποχώρησης. Είναι αδύνατο για τις ΗΠΑ και για τον
κόσμο να γυρίσουν την πλάτη τους σε μια εκλεγμένη δημοκρατία». Οι νεοναζήδες
της Χαμάς έχουν διδαχτεί από το Χίτλερ πως έρχεται κανείς με εκλογές στην εξουσία
για να τις καταργήσει. Το καλό στην υπόθεση είναι ότι μετά το φιάσκο με τις
παλαιστινιακές εκλογές μερικά άλλα υποψήφια θύματα του ισλαμοφασισμού, όπως
η Αίγυπτος, που οι ΗΠΑ την πίεζαν να κάνει ελεύθερες εκλογές, ανέβαλε επ’ αόριστον
τις δημοτικές εκλογές που θα έφερναν τους αιγύπτιους ισλαμοφασίστες πολύ κοντά
στην εξουσία. Οι ναζήδες δεν έχουν δικαίωμα να κατεβαίνουν σε δημοκρατικές εκλογές.
Αυτό είναι ένα ιστορικό δίδαγμα που διατυπώνεται κι αλλιώς: «καμιά ελευθερία
στους εχθρούς της ελευθερίας».