ΠΩΣ ΛΕΙΤΟΥΡΓΕΙ Η ΜΕΘΟΔΟΣ ΣΚΟΥΠΑ-ΦΑΡΑΣΙ ΣΤΗΝ ΠΕΡΙΠΤΩΣΗ ΤΟΥ ΙΡΑΝ

Το ζήτημα με το ιρανικό πυρηνικό οπλοστάσιο ξεκίνησε τον περασμένο Αύγουστο όταν το Ιράν άρχισε να αεριοποιεί ουράνιο σε εργοστάσιο του Ισφαχάν, παραβιάζοντας έτσι προηγούμενη συμφωνία του για άρση κάθε επεξεργασίας ουρανίου εν μέσω συνομιλιών με ευρωπαίους διπλωμάτες. Η αεριοποίηση του ουρανίου αποτελεί σημαντικό βήμα για την παραγωγή πυρηνικών καυσίμων και γι’ αυτό η κίνηση αυτή προκάλεσε την έντονη δυσαρέσκεια της Δύσης που απειλεί έως σήμερα τη χώρα με κυρώσεις. Στη συνέχεια η Τεχεράνη προχώρησε ένα ακόμα βήμα με την επανεκκίνηση του προγράμματος εμπλουτισμού του ουρανίου και μετατροπής του σε πυρηνική καύσιμη ύλη. Ιδιαίτερα κρίσιμος στην παραπάνω διαμάχη αποδεικνύεται ο ρόλος της ρωσικής σοσιαλιμπεριαλιστικής διπλωματίας και καμιά σοβαρή ανάλυση δεν επιτρέπεται να τον παρερμηνεύσει.
Μ’ αυτό εννοούμε ότι ο ρόλος του Κρεμλίνου αποτελεί στην πραγματικότητα κομβικό σημείο των αντιθέσεων που διέπουν το συγκεκριμένο ζήτημα και οδηγός των εξελίξεων που το συνθέτουν. Γιατί, καταρχάς, το Ιράν δε θα προχωρούσε ποτέ στον εμπλουτισμό του ουρανίου του κάτω από τόσο πιεστικές συνθήκες εάν δεν έχαιρε τη στήριξη και τη συμπαράσταση μιας διπλωματικο-στρατιωτικής υπερδύναμης όπως είναι η Ρωσία, που για χρόνια συμμετείχε στο πυρηνικό του πρόγραμμα. Μάλιστα, η βασική πρόταση των Ρώσων προς την Τεχεράνη – να παίρνουν δηλαδή το αεριοποιημένο ιρανικό ουράνιο κι αφού το μετατρέψουν οι ίδιοι σε πυρηνικό καύσιμο να το στέλνουν ξανά πίσω στο Ιράν – καθώς και η χρόνια διπλωματική ασυλία που του εξασφάλιζαν μέσα από το συμβούλιο ασφαλείας του ΟΗΕ καταδεικνύουν την πολιτική συνάφεια των δύο καθεστώτων και άρα την ταύτισή τους στην επιθετική γραμμή του υπερεξοπλισμού.
Η παραπάνω γραμμή εκπονήθηκε για να υπηρετήσει τα σχέδια του νεοανερχόμενου ναζιστικού άξονα Ρωσίας-Κίνας-Ιράν για αλλαγή των παγκόσμιων γεωπολιτικών συσχετισμών μέσα από έναν θερμό πόλεμο. Στην πραγματικότητα ο πόλεμος έχει ήδη ξεκινήσει απ’ την πλευρά της Μόσχας παίρνοντας αρχικά τη μορφή του ενεργειακού εμπάργκο σε μια γειτονική χώρα, εν προκειμένω στη δυτικόφιλη Ουκρανία, και κατ’ επέκταση σε ολόκληρη την ευρωπαϊκή ήπειρο. Η Κίνα ετοιμάζεται να εισβάλει στην Ταϊβάν (κι από κει στην Ιαπωνία), ενώ το Ιράν αναπτύσσει ταχύτατα το πυρηνικό του οπλοστάσιο με στόχο την επίθεση για την κυριαρχία στο μουσουλμανικό κόσμο. Ωστόσο πολλά ζητήματα που αφορούν τις σχέσεις των παραπάνω χωρών μεταξύ τους παραμένουν εκκρεμή, και δη μεταξύ Ρωσίας-Ιράν. Στην ουσία πρόκειται για εσωτερικό ανταγωνισμό πάνω στη μοιρασιά των σφαιρών επιρροής που θα προκύψουν μέσα από τον παγκόσμιο πόλεμο. Και εδώ έχουμε να κάνουμε από τη μια πλευρά με έναν περιφερειακό τραμπούκο, όπως είναι το Ιράν, κι από την άλλη με μια πυρηνική υπερδύναμη που θέλει την ηγεμονία μέσα στο νεοναζιστικό άξονα για να μπορεί να εντάξει την κάθε επεκτατική κίνηση των συμμάχων της στη δικιά της ιμπεριαλιστική στρατηγική. Ακριβώς επειδή θέλει να ρυθμίζει μόνη της την ενεργειακή τροφοδοσία της Ευρώπης ώστε να μπορεί να την καταπιεί ευκολότερα, η Ρωσία συγκρούεται με το συμμαχικό της Ιράν σε ό,τι αφορά το νομικό καθεστώς των πετρελαίων της Κασπίας. Ακριβώς επειδή πρέπει να παίζει με τη Δύση για να προωθεί τις θέσεις του εκεί και να την υπονομεύει, ο απροκάλυπτος ισλαμοφασισμός των μουλάδων τη φέρνει συχνά σε δύσκολη θέση καθώς την αναγκάζει άκαιρα να αποκαλύπτει μπροστά στον παγκόσμιο δημοκρατισμό την ανοιχτά χιτλερική της φύση. Πρέπει λοιπόν οι Ρώσοι από τη μια να δίνουν στο Ιράν τη δυνατότητα να αποκτήσει προωθημένα οπλικά συστήματα, αλλά από την άλλη να του στερούν την τεχνογνωσία για την παραγωγή τους, έτσι ώστε οι ίδιοι να ελέγχουν τη χρήση τους ως οι αποκλειστικοί προμηθευτές μιας τέτοιας τεχνολογίας. Πρέπει στην προκειμένη περίπτωση να του επιτρέπουν την κατοχή πυρηνικών όπλων αλλά με την προϋπόθεση ότι ο εμπλουτισμός του ουρανίου που απαιτείται για να παραχθούν αυτά θα γίνεται στη Ρωσία.
Ολόκληρο το διπλωματικό παιχνίδι σήμερα παίζεται γύρω από αυτό το ζήτημα. Οι Ρώσοι είχαν κάνει την πρότασή τους προς τους Ιρανούς σχετικά με τον εμπλουτισμό του ουρανίου made in Russia και περίμεναν με μεγάλη υπομονή να κουραστούν εκείνοι από τις έντονες πιέσεις των Δυτικών και να ενδώσουν στις δικές τους. Το Ιράν δεν ήθελε να υποκύψει στη ρώσικη πρόταση. Τότε η Μόσχα υποστήριξε για πρώτη φορά, δια στόματος του υπουργού της των εξωτερικών Σ. Λαβρόφ, ότι δε θα εμποδίσει την παραπομπή του Ιράν στο Συμβούλιο Ασφαλείας. Η απότομη μεταστροφή της Ρωσίας χαροποίησε ιδιαίτερα τους Ευρωπαίους και τους Αμερικανούς που βρήκαν σ’ αυτή μια θαυμάσια ευκαιρία για να χτυπήσουν μετωπικά το καθεστώς των μουλάδων της Τεχεράνης. Γι’ αυτό αναθέσανε στα γρήγορα στη Διεθνή Υπηρεσία Ατομικής Ενέργειας (ΙΑΕΑ) να συντάξει πόρισμα από το οποίο θα κρινόταν εάν τελικά η χώρα θα παραπεμπόταν ή όχι για τιμωρία στο συμβούλιο ασφαλείας του ΟΗΕ.
Όμως η Ρωσία δεν θα διακινδύνευε ποτέ να συγκρουστεί μετωπικά με το Ιράν σε συμμαχία με τους δυτικούς και έτσι να χάσει έναν πολύτιμο σύμμαχό της στη Μέση Ανατολή. Δηλαδή ήθελε και πίεση στο Ιράν από τους δυτικούς αλλά όχι τόσο μεγάλη πίεση που θα συνέθλιβε τους μουλάδες ή που θα εξέθετε και την ίδια στα μάτια τους. Γι αυτό φρόντισε να μετριάσει το αντι-ιρανικό μένος της Δύσης υποδεικνύοντάς της να φερθεί με περισσότερη «σύνεση» και να μη βιάζεται τόσο. Κατά τη συνάντηση που είχε με το γάλλο ομόλογό του ο Λαβρόφ δήλωσε χαρακτηριστικά: «Πρέπει να ενεργήσουμε σαν γιατροί, να ξέρουμε πότε πρέπει να χρησιμοποιήσουμε μια θεραπεία ή το νυστέρι… καθώς το πιο σημαντικό είναι να μη βλάψουμε την υγεία του ασθενούς» (Ελευθεροτυπία, 20-1). Είπε δηλαδή στη Δύση ότι ένα άμεσο χτύπημα ενάντια στο Ιράν θα προκαλούσε μεγάλη φασαρία και ότι θα ήταν σωστότερη γι’ αυτό η εφαρμογή μιας θεραπευτικής αγωγής, την οποία βέβαια θα χορηγούσε ο ίδιος μιας και γνωρίζει καλύτερα τον ασθενή. Κι η θεραπεία που επεφύλαξε στον άρρωστο ήταν μια νέα συμβιβαστική πρόταση, με την υποστήριξη αυτή τη φορά της υφεσιακής Αγγλίας και Γερμανίας, για σύσταση ρωσο-ιρανικής κοινοπραξίας που θα εμπλουτίζει το ιρανικό ουράνιο σε ρωσικό έδαφος. Η πρόταση ήταν ασαφής ως προς το ότι δεν προσδιόριζε τη μορφή της ιρανικής συμμετοχής στην παραπάνω διαδικασία, εάν δηλαδή αυτή θα ήταν τεχνικής ή μόνο οικονομικής φύσης, ενώ χαρακτηρίστηκε ανεπαρκής και από τον επίσημο ιρανό διαπραγματευτή για τα πυρηνικά Αλί Λαριτζανί (28-1).
Είχε έρθει η στιγμή το νυστέρι να μπει λίγο πιο βαθιά στα σπλάχνα του ασθενούς. Στις 1-2, τα πέντε μόνιμα μέλη του Συμβουλίου Ασφαλείας – συμπεριλαμβανομένων Ρωσίας και Κίνας – αποφάσισαν ότι ο διευθυντής της ΙΑΕΑ και πολύτιμο εργαλείο της σοσιαλιμπεριαλιστικής διπλωματίας, Μοχάμεντ Ελ Μπαραντέι, θα πρέπει να παραπέμψει το θέμα στο Συμβούλιο Ασφαλείας και να κάνει εκεί μία αναφορά στα «απαιτούμενα από το Ιράν βήματα». Την πρόταση αυτή υπέβαλαν στο συμβούλιο των υπουργών εξωτερικών της ΙΑΕΑ η Αγγλία, η Γαλλία και η Γερμανία. Πρόκειται για την τακτική της σκούπας που προϋποθέτει ένα φαράσι , δηλαδή τη Δύση για να σπρώχνει προς το φαράσι τη «βρωμιά». Στο ρόλο του φαρασιού, Ρωσία και η Κίνα πέτυχαν να καθυστερήσει για ένα μήνα η υλοποίηση αυτής της διαδικασίας, δηλαδή για όσο διάστημα χρειάζεται στους Ιρανούς να μελετήσουν τη ρωσική πρόταση-εκβιασμό. Επιπλέον η Μόσχα κατάφερε με μια κίνηση εντυπωσιασμού να απαλύνει την αυστηρή διατύπωση του κειμένου αφαιρώντας τον όρο «μη συμμόρφωση» που συνεπάγεται κυρώσεις προς την Τεχεράνη. Αυτή η μικρή μετατροπή ωστόσο δε συνεπάγεται καμιά ουσιαστική διαφορά στην πράξη γιατί σε άλλο σημείο του κειμένου δίνεται το πράσινο φως για την επιβολή κυρώσεων (βλ. New York Times, 2-2). Τέτοιου είδους διφορούμενες διατυπώσεις λύνουν τα χέρια των Ρώσων για να εγχειρίζουν όπως και όποτε εκείνοι θέλουν το Ιράν, καθώς έτσι η απειλή των κυρώσεων επικρέμεται διαρκώς πάνω από το κεφάλι των μουλάδων.
Ιδιαίτερα έντονη εξελίχθηκε η πάλη μέσα στην ΙΑΕΑ για την υιοθέτηση της κρίσιμης απόφασης. Η απόφαση καταλογίζει στο Ιράν «αρκετές αποτυχίες και παραβάσεις των υποχρεώσεών του» απέναντι στην αντιδραστική κατ’ αρχήν συνθήκη για τη μη διάδοση των πυρηνικών, που απαγορεύει σε όλες τις μικρές χώρες την απόκτηση πυρηνικών όπλων, και κάνει λόγο για «έλλειψη εμπιστοσύνης ότι το πυρηνικό πρόγραμμα του Ιράν είναι αποκλειστικά για ειρηνικούς σκοπούς». Το κείμενο, παρότι παραπέμπει το θέμα στο Συμβούλιο Ασφαλείας, δεν καλεί ρητά σε άμεση δράση κατά του Ιράν αφού ορίζει ότι τα μέτρα που πρέπει να πάρει η Τεχεράνη για να «οικοδομήσει» την εμπιστοσύνη της διεθνούς κοινότητας είναι «εθελοντικά και ατύπως δεσμευτικά» για εκείνη. Σε μια άλλη παραχώρηση προς τη Ρωσία, την Κίνα, και τα αραβικά κράτη, η αμερικανική αντιπροσωπεία άφησε να εννοηθεί ότι δέχεται ύστερα από προτροπή και της Ευρώπης να γίνει κάποιου είδους αναφορά σε μια «αποπυρηνικοποιημένη ζώνη» στη Μέση Ανατολή (βλ. στο ίδιο, 4-2). Αυτή η διάταξη προτάθηκε ως αιχμή για το πυρηνικό οπλοστάσιο του Ισραήλ, εκθέτοντάς το απέναντι στον επιθετικό ισλαμοφασισμό της Συρίας και του Ιράν. Εάν παραμείνει αναμένεται να αποτελέσει στο μέλλον ένα μεγάλο όπλο στη διπλωματική φαρέτρα των τελευταίων.
Στο μεταξύ οι διαπραγματεύσεις συνεχίζονται με τους Ρώσους πάνω στο ζήτημα του εμπλουτισμού του ιρανικού ουρανίου σε ρωσικό έδαφος ενώ η Δύση μετατρέπεται σιγά-σιγά σε κομπάρσο. Οι δυτικοί ιμπεριαλιστές δεν έχουν καταλάβει ακόμα ότι είναι αδύνατο να χτυπηθεί ο ισλαμοφασισμός εάν πρώτα δεν απομονωθεί και δε νικηθεί το κέντρο του παγκόσμιου ναζισμού που δεν είναι άλλος από τη νεοτσαρική, σοσιαλιμπεριαλστική Ρωσία με την οποία αυτοί τόσο πρόθυμα συμμαχούν ενάντια στην ρωσοκίνητη ισλαμική τρομοκρατία.