Η γενική μας κατεύθυνση σε αυτές τις δημοτικές εκλογές
Στο επόμενο φύλλο
της Νέας Ανατολής θα υπάρχει ένα άρθρο για τον γενικό πολιτικό χαρακτήρα
αυτών εδώ των δημοτικών εκλογών. Θα θέλαμε σε αυτό εδώ το φύλλο να δώσουμε τη
γενική μας πολιτική κατεύθυνση γι’ αυτές τις εκλογές, για την ακρίβεια να δώσουμε
μια γενική κατεύθυνση για το πως θα έπρεπε να συμπεριφερθούν οι δημοκράτες και
πως τελικά να ψηφίσουν στους χιλιάδες δήμους και τις δεκάδες νομαρχίες της χώρας,
αλλά και πώς να σταθούν απέναντι στις ζυμώσεις σχετικά με τους συνδυασμούς που
σχηματίζονται αυτήν την περίοδο.
Για μας οι δημοτικές εκλογές είναι κανονικές κρατικές εκλογές. Η τοπική αυτοδιοίκηση
δεν είναι λαϊκή αυτοδιοίκηση, αλλά είναι ένα κομμάτι της γενικής κρατικής διοίκησης,
ένα κομμάτι του κρατικού μηχανισμού. Μάλιστα ειδικά στη χώρα μας η τοπική αυτοδιοίκηση
είναι κατά κανόνα το πιο αντιδραστικό κομμάτι του κράτους και η τοπική κυβέρνηση
αυτού του κράτους είναι πιο διεφθαρμένη και πιο αντιδραστική από την κεντρική
κυβέρνηση. Πρόκειται για κάτι ανάλογο με αυτό που συμβαίνει στα επίσημα μισοκρατικά
συνδικάτα όπου κατά κανόνα οι πολιτικοί συσχετισμοί και οι πολιτικές πρακτικές
βρίσκονται πολύ πιο δεξιά και είναι πολύ πιο αντιδημοκρατικές και πολύ πιο αδιαφανείς
από όσο εκείνες του κεντρικού κράτους. Αυτό οφείλεται στο ότι οι Δήμοι και τα
Συνδικάτα έχουν αλωθεί πολύ περισσότερο από το σοσιαλφασισμό με την ευρύτερη
έννοια από όσο έχει αλωθεί από αυτόν η κεντρική πολιτική εξουσία. Και δεν έχουν
αλωθεί αυθόρμητα, αλλά με πρόγραμμα. Είναι βασικά ο Α. Παπαπανδρέου που εισήγαγε
σε όλη την κλίμακα της κρατικής εξουσίας με θεσμικό τρόπο αλλά και με την απάτη,
με την λεπτή βία, αλλά και με την μαζική εξαγορά των συνειδήσεων, τη «λαϊκή
συμμετοχή». Η «λαϊκή συμμετοχή» ήταν η μέθοδος με την οποία ο Παπανδρέου έσυρε
πίσω του τα διψασμένα για κοινωνική άνοδο μικροαστικά στοιχεία της πόλης και
της υπαίθρου και τους έδωσε τοπική πολιτική εξουσία, επειδή δεν μπορούσε να
τους δώσει μονομιάς την κεντρική. Με αυτούς περικύκλωσε την κεντρική εξουσία
από την περιφερειακή σε μια διαδικασία που ακόμα δεν έχει ολοκληρωθεί. Και δεν
έδωσε ειδικά εξουσία μόνο στο το πιο γραφειοκρατικό και αρπακτικό κομμάτι του
ΠΑΣΟΚ, αλλά ακόμα περισσότερο στα φιλόδοξα και διψασμένα για δύναμη νέα αστικά
στοιχεία του ψευτοΚΚΕ και του ΣΥΝ, και αναπόφευκτα και στο πιο λαικίστικο κομμάτι
της ΝΔ.
Αυτές οι κοινωνικές και πολιτικές φράξιες μέσω αυτής της εκχωρημένης επί μέρους
πολιτικής εξουσίας απέκτησαν και οικονομική εξουσία. Τελικά λίγο ή πολύ έγιναν
αστική τάξη νέου τύπου και η πιο ταιριαστή ιδεολογία στην αστική τάξη νέου τύπου
είναι ο σοσιαλφασισμός.
Έτσι αυτοί οι αστοί νέου τύπου, τέως μικροαστοί, έγιναν μέσω των Δήμων (και
αντίστοιχα των Συνδικάτων)- αλλά πάντα με την άδεια της μεγαλοαστικής ηγεσίας
του κόμματος - κυρίαρχοι πάνω στην παλιού τύπου ιδιωτική αστική τάξη. Κι αυτό
γιατί τους δόθηκε η δυνατότητα να επιτρέπουν και να απαγορεύουν στην περιοχή
τους το χτίσιμο ή την επέκταση βιομηχανιών ακόμα και στρατηγικής φύσης, τους
δόθηκε η εξουσία να ορίζουν όρους δόμησης καθώς και να ελέγχουν την πολεοδομική
ρεμούλα, δηλαδή να ορίζουν το ύψος της γαιοπροσόδου, τους επετράπη να ελέγχουν
τα τοπικής κλίμακας δημόσια έργα και τις προμήθειες και να καναλιζάρουν την
αντίστοιχη διαφθορά. Τέλος τους επετράπη να γίνουν συνδιαχειριστές ενός στρατού
μισοάνεργων υπαλλήλων που μπορούν να χρησιμοποιηθούν για κάθε πολιτική υπηρεσία.
Αντίστοιχη δύναμη συχνά μεγαλύτερη έχουν οι κομματικοί συνδικαλιστές στις κρατικές
επιχειρήσεις όπου συχνά είναι ισχυρότεροι από την τυπική εργοδοσία αφού ελέγχουν
την λειτουργία της επιχείρησης σε πολλά επίπεδα, στις προσλήψεις, στις απολύσεις,
στις προμήθειες κλπ. Έτσι οι πολιτικές εξουσίες μεταφράζονται αυτόματα σε οικονομική.
Ασφαλώς δεν αντλεί κάθε δήμαρχος και κάθε δημοτικός και νομαρχιακός σύμβουλος
οικονομική εξουσία για προσωπικό του όφελος αλλά αυτήν την εξουσία αντικειμενικά
την έχει και την ασκεί πάνω στα πράγματα και πάνω στους ανθρώπους. Αυτός είναι
ο λόγος που έχει γίνει σήμερα πολύ πιο σοβαρή υπόθεση να είναι κανείς Δήμαρχος
σε έναν περιφερειακό Δήμο παρά βουλευτής χωρίς κεντρική κομματική ισχύ.
Αυτές λοιπόν οι πολιτικές και κοινωνικές φράξιες της αστικής τάξης, αυτή η νέα αστική τάξη αντιπροσωπεύονται στα Συνδικάτα και στους Δήμους πολύ περισσότερο από όσο στην κεντρική εξουσία όπου είναι σχετικά πιο ισχυρή η «κλασσική», η πιο «δυτική» μορφή της αστικής τάξης. Πρόκειται για την αστική τάξη που σε τελική ανάλυση κατακτάει την πολιτική εξουσία μέσα από την οικονομική εξουσία την οποία έχει ήδη επιβεβαιώσει στον ελεύθερο ανταγωνισμό της αγοράς και στις συνθήκες της σχετικής πολιτικής δημοκρατίας που αυτός απαιτεί. Αυτό το «κλασσικού» τύπου κομμάτι της αστικής τάξης είναι αντικειμενικά πιο προοδευτικό και λιγότερο αυταρχικό από εκείνο της αστικής τάξης «νέου τύπου», που μέσα από την πολιτική εξουσία, δηλαδή μέσα από το μονοπώλιο της κρατικής βίας, κατακτάει την οικονομική εξουσία. Πέρα από αυτό το γεγονός, το κοινοβούλιο, η κυβέρνηση, η κεντρική διοίκηση είναι λίγο πολύ κληρονομημένα από μια παλιότερη περίοδο, οπότε εκεί είναι κάπως πιο θεμελιωμένοι οι αστοδημοκρατικοί θεσμοί εξ αιτίας των ιστορικών πολιτικών αγώνων του λαού που επίσης έχουν δοθεί στη χώρα μας κυρίως στο κεντρικό πολιτικό επίπεδο.
Μπορεί βέβαια να αντιτείνει κανείς ότι η κλίμακα της διαφθοράς, της κομματικής εξαγοράς των συνειδήσεων, του σφετερισμού του δημόσιου πλούτου είναι πολύ μεγαλύτερος στην κεντρική παρά στην τοπική κρατική εξουσία. Πράγματι είναι μεγαλύτερη και αυτό θα το νοιώσει ο λαός καλά αν αφήσει να έρθουν στην κεντρική πολιτική εξουσία απόλυτα κυρίαρχοι οι αστοί νέου τύπου. Πράγματι μια απ ευθείας ανάθεση που θα γίνει με κεντρική πολιτική απόφαση θα σημάνει μια σπατάλη δημόσιου πλούτου που δεν θα μπορούν να πετύχουν στον ίδιο χρόνο 5 νομαρχίες μαζί. Όμως από την άλλη μεριά είναι σίγουρο ότι γι αυτήν την ανάθεση θα υπάρξουν στο κέντρο πολύ περισσότερες αντιστάσεις, διαμαρτυρίες, καταγγελίες από τον τύπο και από τις πολιτικές ομάδες, και πιο πολύς έλεγχος από τα διοικητικά όργανα δηλαδή περισσότερος πολιτικός έλεγχος από όσες για τις χιλιάδες, εκατομμύρια αόρατες παρανομίες, αυθαιρεσίες και εκατοντάδες μικροαπάτες στα δημοτικά και ακόμα περισσότερο στα νομαρχιακά όργανα. Εκεί όλα τα σκεπάζει η αλληλοσυγκάλυψη των φραξιών και όλες μαζί οι φράξιες ενωμένες και αμείλικτες φορολογούν με νέους φόρους τους δημότες. Εκεί ένας φόβος διακατέχει τους τίμιους ανθρώπους να ξεκινήσουν συγκρούσεις δίπλα στο σπίτι τους, όταν οι ομάδες που κάνουν τις ρεμούλες είναι πολιτικά οργανωμένες ενώ οι μάζες και η κοινή γνώμη δεν έχουν ούτε οργάνωση, ούτε ουσιαστική έκφραση στις περίφημες «τοπικές κοινωνίες». Αντίθετα απ’ ότι φαίνεται ένα πραγματικό λαϊκό, δημοκρατικό κίνημα διαφάνειας και συμμετοχής του κόσμου στα δημοτικά ζητήματα είναι πιο δύσκολο να ξεκινήσει, πολύ πιο δύσκολο από ένα κεντρικό και γι αυτό πιο «αφηρημένο» πολιτικό κίνημα για τα αντίστοιχα ζητήματα.
Στις σημερινές
συνθήκες μόνο ένα τέτοιο δημοτικό κίνημα μπορεί να αποτελέσει πραγματικά αποτελεσματικό
πόλο μέσα στα δημοτικά πράγματα. Αυτός ο πόλος έχει να πολεμήσει και τα τέσσερα
κόμματα. Μόνο έτσι θα μπορεί να είναι πειστικός. Αλλά για να έχει αυτό το χαρακτήρα,
αυτός ο πόλος θα πρέπει να έχει μελετήσει για καιρό τα τοπικά ζητήματα και την
πολιτική διαμάχη μέσα στο συγκεκριμένο Δήμο και το κυριότερο θα πρέπει να έχει
συγκεντρώσει μια σειρά τίμιους και δημοκρατικούς ανθρώπους που θα είναι διατεθειμένοι
να συγκρουστούν ή ακόμα καλλίτερα να έχουν ήδη συγκρουστεί με τους παράγοντες
της αστικής τάξης νέου τύπου στην πόλη τους. Αυτό δεν σημαίνει ότι δεν θα πρέπει
να έχουν συγκρουστεί και με την παλιά αντίδραση και συντήρηση. Ίσα ίσα δεν υπάρχει
περίπτωση η νέα εξουσία να μην έχει βρει τα καλύτερά της στηρίγματα στην παλιά
αντίδραση, τους φασίστες και τους ακροδεξιούς. Άλλωστε σε μια σειρά περιοχές
της χώρας αυτή η αντίδραση παραμένει ισχυρή και είναι αυτή που ηγεμονεύει μέσα
στο φαιοκόκκινο μπλοκ εξουσίας.
Μια τέτοια απόπειρα εκλογικού κατεβάσματος έκανε η ΟΑΚΚΕ στις προηγούμενες δημοτικές
εκλογές του Κερατσινίου συγκροτώντας έναν ευρύτερο συνδυασμό με το όνομα «Καινούργια
Μέρα». Εκείνο το κατέβασμα βοήθησε στο να ζυμωθούν νέες δημοκρατικές δημοτικές
θέσεις στο λαό του Κερατσινίου. Και είναι γεγονός ότι αυτές οι θέσεις είχαν
μια υποδοχή αναλογικά πολύ πιο ισχυρή από την αριθμητική ισχύ του συνδυασμού.
Επίσης αυτός ο συνδυασμός έπαιξε αποφασιστικό ρόλο στο να αποτραπεί τότε η άνοδος
στη Δημαρχία του Σαλαλέ, ανθρώπου του Κόκκαλη. Αποδείχτηκε παρ’ όλα αυτά στη
συνέχεια ότι πέρα από τις δικές μας υποκειμενικές αδυναμίες, εκείνος ο συνδυασμός
δεν είχε μέσα του εκείνο τον αριθμό των κερατσινιωτών στελεχών που θα μπορούσαν
να συσπειρώσουν σε συγκεκριμένα μέτωπα πάλης άλλους κατοίκους της πόλης και
να συγκροτήσουν έναν αποτελεσματικό πόλο για μια μάχη μακριάς πνοής με το υπάρχον
καθεστώς.
Στις συγκεκριμένες σημερινές συνθήκες και με τις οργανωτικές μας δυνάμεις δεν
κρίνουμε ότι πρέπει να επιχειρήσουμε κάτι ανάλογο στο Κερατσίνι ή σε έναν άλλο
Δήμο. Αν σε ένα Δήμο δεν υπάρχουν εσωτερικές προϋποθέσεις, δεν μπορεί να δημιουργηθεί
πραγματικός δημοτικός πόλος με στελέχη που δεν έχουν ζυμωθεί με τα δημοτικά
ζητήματα ή που αρκετά από αυτά έρχονται από έξω από τον συγκεκριμένο Δήμο.
Άρα το ερώτημα
που μπαίνει σήμερα είναι τι κάνουμε σε περιοχές που δεν μπορεί να σχηματισθεί
ένας δημοκρατικός και λαϊκός πόλος. Νομίζουμε ότι αυτό συμβαίνει στη συντριπτική
πλειονότητα των Δήμων της χώρας. Δεν θεωρούμε ότι είναι εύκολο στις σημερινές
συνθήκες όπου έχουν παγιωθεί οι κομματικές συμμορίες των Δήμων, να συγκροτηθεί
ένας αυθόρμητος, λαϊκός συνδυασμός που να είναι αποφασισμένος να τα βάλει πραγματικά
μαζί τους. Ασφαλώς αυτή είναι μια εκτίμηση και μπορεί η πραγματικότητα να μας
διαψεύσει ευχάριστα σε κάποιον ή κάποιους Δήμους. Τότε οι δημοκράτες θα πρέπει
ασφαλώς να υποστηρίξουν αυτό το συνδυασμό ή ακόμα και θα συμμετάσχουν σ’ αυτόν.
Σε όλες τις άλλες περιπτώσεις θα πρέπει οι συνειδητοί δημοκράτες να εξετάσουν
τους συνδυασμούς που συγκρούονται και να εκτιμήσουν αν κάποιος από αυτούς αποτελεί
έναν σαφή φασιστικό ή σοσιαλφασιστικό πόλο. Όταν λέμε σαφή εννοούμε όχι απλά
σαφή για τη δικιά μας συνείδηση, αλλά αρκετά σαφή για τους δημοκράτες της περιοχής.
Σε αυτή την περίπτωση πρέπει να αναζητήσουμε ανάμεσα στους αντίπαλους του σοσιαλφασιστικού
ή φασιστικού συνδυασμού αν υπάρχει κάποιος που δεν κατηγορείται για ρεμούλες
και δεν έχει στιγματισθεί στη συνείδηση του πληθυσμού για αυταρχισμό και αντιδημοκρατία.
Έναν τέτοιο συνδυασμό πρέπει να τον ψηφίσουμε ξεκαθαρίζοντας ανοιχτά στον κόσμο
ότι δεν του δείχνουμε εμπιστοσύνη αλλά δεν θέλουμε με κανένα τρόπο ανοιχτούς
φασίστες ή σοσιαλφασίστες να πάρουν ή να διατηρήσουν την εξουσία στην πόλη μας
ή στο νομό μας.
Είμαστε της άποψης και προτείνουμε και στους φίλους μας να κάνουν το ίδιο, όπου δεν υπάρχει ένας φασιστικός ή σοσιαλφασιστικός συνδυασμός έτοιμος να πάρει την εξουσία, να μην υποστηρίξουν κανέναν συνδυασμό από αυτούς τους δίχως αρχές κομματικούς και φραξιονιστικούς στρατούς που παλεύουν πάνω απ’ όλα για τη νομή της όλο και πιο πολύτιμης και όλο και πιο πλούσιας δημοτικής λείας, δηλαδή να ψηφίσουν λευκό. Υπάρχει πάντα ένας πειρασμός για τις μικρές δυνάμεις να υποστηρίζουν την λιγότερο αρνητική από τις μεγάλες. Αν ψηφίσουμε έτσι, δηλαδή αν ψηφίσουμε τον λιγότερο κακό σε κάθε Δήμο και Νομαρχία, θα δημιουργήσουμε αυταπάτες στον κόσμο ότι κάποια στιγμή μέσα από μια δημαρχία του ΠΑΣΟΚ ή της ΝΔ μπορεί να βγει κάποιο καινούργιο ρεύμα, κάπου σε μια πόλη και αυτό θα αρχίσει να ανατρέπει το ηγετικό καθεστώς. Είναι αλήθεια ότι υπήρχαν πάντα και υπάρχουν ακόμα αντιστάσεις στο σοσιαλφασισμό μέσα σε αυτά τα κόμματα και πρέπει να τις ενθαρρύνουμε αλλά δεν πρέπει να έχουμε την αυταπάτη ότι το καθεστώς θα παραδώσει σήμερα δημαρχίες και νομαρχίες σε αυτές, δηλαδή ότι θα τους επιτρέψει να παίζουν ηγεμονικό ρόλο, έστω και τοπικά. Αυτό το έχουμε δει τελευταία σπάνια και μόνο όπου εμείς είμαστε κάπως δυνατοί. Αλλά πως θα γίνουμε δυνατοί αν θεωρηθούμε από το λαό ότι έχουμε πολύ μικρές απαιτήσεις από το μέλλον, ότι δεν πιστεύουμε ότι μπορεί να συγκροτηθεί κάποια στιγμή ένας τίμιος λαϊκός πόλος απέναντι σε όλους αυτούς και το χειρότερο ότι έχουμε χάσει την πολιτική μας και ιδεολογική αυτονομία, δηλαδή τον προλεταριακό μας χαρακτήρα; Είναι πολύ βασικό πράγμα να διατηρήσουμε με την ψήφο μας την πολιτική μας και ιδεολογική μας ανεξαρτησία ενώ βέβαια πάντα θα ακολουθούμε την πολιτική του ενιαίου αντισοσιαλφασιστικού-αντιφασιστικού μετώπου.
Αυτές είναι οι γενικές μας απόψεις και η γενική πολιτική μας κατεύθυνση σε αυτές τις δημοτικές και νομαρχιακές εκλογές.