ΔΙΚΗ ΑΝΔΡΟΥΤΣΟΠΟΥΛΟΥ

ΕΝΩ ΚΑΤΑΔΙΚΑΖΟΤΑΝ Ο ΝΑΖΙ-ΔΟΛΟΦΟΝΟΣ ΟΙ ΣΟΣΙΑΛΦΑΣΙΣΤΕΣ ΑΦΗΝΑΝ ΤΟΥΣ ΔΙΚΑΣΤΕΣ ΣΤΗ ΧΛΕΥΗ ΤΩΝ ΝΑΖΙΣΤΩΝ

Η καταδίκη του «χρυσαυγίτη» Ανδρουτσόπουλου σε 21 χρόνια φυλάκιση χωρίς αναστολή και χωρίς ελαφρυντικά για την απόπειρα ανθρωποκτονίας σε βάρος των φοιτητών Δημήτρη Κουσουρή, Γιάννη Καραμπατσόλη και Ηλία Φωτιάδη, μελών του ΝΑΡ, που είχε πραγματοποιηθεί το 1998 απέναντι από τα δικαστήρια της Ευελπίδων αποτελεί μια μεγάλη νίκη για τη δημοκρατία στην Ελλάδα. Πρόκειται για την πρώτη κάθειρξη που επιβάλλεται ποτέ σ’ αυτή τη χώρα σε μέλος της «Χρυσής Αυγής» και για μια πρώτη ηθική δικαίωση για τα θύματα από την πολύχρονη δολοφονική βία της εν λόγω ναζιστικής συμμορίας.
Το γεγονός αυτό προσλαμβάνει ιδιαίτερη σημασία αν κανείς λάβει υπόψη του ότι ο αντισημιτισμός, ο εθνορατσισμός του ανώτερου πολιτιστικά έθνους και ο ναζιστικού τύπου αντικαπιταλισμός της «Χ.Α.» μετατρέπονται σε κυρίαρχη ιδεολογία στη χώρα καθώς και ότι όλο και πιο έντονοι δεσμοί συνδέουν το βαθύ πολιτικό καθεστώς με τη χιτλερική συμμορία. Πρόκειται για τη μοναδική ανοιχτά ναζιστική οργάνωση της Ευρώπης που χαίρει σκανδαλώδους νομιμότητας. Τα έντυπά της με ύμνους στους δολοφόνους του Γ΄ Ράιχ κυκλοφορούν ελεύθερα στα περίπτερα, ενώ παίρνει μέρος και στις βουλευτικές εκλογές με την ανοχή των υπόλοιπων επίσημων κομμάτων, δεξιών κι «αριστερών». Αυτή η ανοχή είναι συνέπεια της ανόδου της φαιοκόκκινης Ρωσίας του Πούτιν, και αναπτύσσεται στον ίδιο βαθμό που αναπτύσσονται οι σχέσεις πολιτικής, ενεργειακής, στρατιωτικής και ιδεολογικής εξάρτησης της χώρας μας από αυτήν. Απλά η «Χρυσή Αυγή» κρατά με απόλυτη συνέπεια αυτή τη φαιοκόκκινη ιδεολογία και δρα με βάση αυτή χωρίς ηθικές αναστολές. Με δυο λόγια, η παραπάνω οργάνωση είναι η γυμνή αλήθεια της ρωσικής ιμπεριαλιστικής διείσδυσης στην Ελλάδα, είναι το πραγματικό, αποκρουστικό πρόσωπο του νέου ανερχόμενου καθεστώτος.
Η τιμωρία ενός από τους αρχηγούς της ναζιστικής συμμορίας μαρτυρά τη δύσκολη θέση στην οποία βρέθηκε το βαθύ καθεστώς. Σ’ αυτό το σημείο οι λιγοστές δυνάμεις της δημοκρατίας μέσα στη χώρα έχουν παίξει έναν καίριο ρόλο. Το δρόμο γι’ αυτή την καταδίκη άνοιξε η Αντιναζιστική Πρωτοβουλία που με την επίμονη και μεθοδική δουλειά της κατάφερε να αποκαλύψει πλατύτερα την ανοιχτά χιτλερική ιδεολογική φύση της «Χρυσής Αυγής» και να την απομονώσει όσο περισσότερο γινόταν. Είναι εκείνη που με την έγκαιρη παρέμβασή της έκανε γνωστή στο λαό και τις διεθνείς αντιναζιστικές οργανώσεις την απόπειρα πραγματοποίησης διεθνούς νεοναζιστικού φεστιβάλ στη Μεσσηνία το περασμένο φθινόπωρο, κι έτσι έπαιξε αποφασιστικό ρόλο στο να αποτραπεί η μετατροπή της χώρας μας σε διεθνές άντρο του ναζισμού. Κάτω από τις σφοδρές διεθνείς πιέσεις η κυβέρνηση αναγκάστηκε να απαγορεύσει τη φιέστα. Το καθεστώς αναδιπλώθηκε κι αναγκάστηκε να δώσει εξετάσεις δημοκρατικής ευαισθησίας μπροστά στην ΕΕ θέλοντας να βγάλει προς τα έξω ένα πιο ανθρώπινο πρόσωπο. Έτσι και το Φεστιβάλ ακυρώθηκε και διατάχτηκε ο Ανδρουτσόπουλος, που σε βάρος του εκκρεμούσε διεθνές ένταλμα σύλληψης, να βγει από την κρυψώνα του και να παραδοθεί στις αρχές. Πάντως πρέπει να σημειώσουμε ότι ο υπουργός Δημόσιας Τάξης εκείνης της περιόδου που έδειξε μια επιμέλεια για τη ματαίωση του Φεστιβάλ και, προφανώς, για τη σύλληψη του Ανδρουτσόπουλου κυνηγήθηκε, και για άλλα «εγκλήματά του», και απομακρύνθηκε από αυτό το καίριο υπουργείο.
Όμως η τέχνη του καθεστώτος έγκειται ακριβώς στην ικανότητα που έχει να μετατρέπει μία πολιτική του ήττα σε νίκη ή έστω να ελαχιστοποιεί τις συνέπειες μιας σοβαρής ήττας και να παραμένει όρθιο. Αυτό έγινε και στη συγκεκριμένη περίπτωση της δίκης Ανδρουτσόπουλου, όταν το ίδιο το ανερχόμενο σοσιαλφασιστικό καθεστώς, αυτό που γέννησε και ανέθρεψε τη «Χ.Α.», τη φαιή συμμορία του καθεστώτος, ανέλαβε και την υπεράσπιση των θυμάτων της! Έτσι συνήγοροι των θυμάτων του Ανδρουτσόπουλου προσελήφθησαν οι Ραχιώτης και Φυτράκης, οι οποίοι είναι και δικηγόροι υπεράσπισης των μελών της «17Ν», δηλαδή του άλλου, του «κόκκινου» δολοφονικού αποσπάσματος του νέου καθεστώτος. Ο συνήγορος του δράστη, Τ. Μιχαλόλιας, ένα απολίθωμα της απριλιανής δικτατορίας, άρχισε στο δικαστήριο να αποδοκιμάζει τη δράση της «17Ν», τη δολοφονική απόπειρα κατά του Πολυζωγόπουλου καθώς και τη δράση των «γνωστών-αγνώστων». Το μήνυμα που θέλησαν να δώσουν οι δύο πλευρές αυτής της δίκης ήταν κάτι παραπάνω από σαφές: στον αντίποδα του χιτλερικού ναζισμού δε στέκεται η δημοκρατία αλλά ο σοσιαλφασισμός, ή αλλιώς, όποιος τα βάζει με τη «Χ.Α.» είναι σώνει και καλά υποστηρικτής της μισητής στο λαό «17Ν» και των τραμπούκων του δήθεν «αντιεξουσιασμού». Από την άλλη η φύση της υπεράσπισης φαίνεται να υποδηλώνει ότι στον αντίποδα της «17Ν» δεν βρίσκεται η δημοκρατία αλλά η «Χ.Α.». Αυτό είναι ένα κάλεσμα στο λαό να διαλέξει αν είναι με το φαιό ή το κόκκινο απόσπασμα του νέου καθεστωτικού φασισμού.
Είναι χαρακτηριστικό ότι αυτά τα δύο μέτωπα δεν συγκρούστηκαν πραγματικά στη δίκη αυτή. Οι μάρτυρες κατηγορίας που καλέστηκαν στη συντριπτική τους πλειοψηφία αποσιώπησαν το ζήτημα του ναζιστικού χαρακτήρα της «Χ.Α.» ή απέφυγαν τελείως να τη χαρακτηρίσουν, ενώ κανείς δεν αναφέρθηκε στο θέμα της σκανδαλώδους νομιμότητάς της. Στην εξέτασή τους απέδωσαν την επίθεση στην προσπάθεια της τότε κυβέρνησης και του κρατικού κατασταλτικού μηχανισμού να χτυπήσει το σοσιαλφασιστικό κίνημα ενάντια στον ΑΣΕΠ στο οποίο συμμετείχαν τα τρία θύματα. Γι’ αυτούς το ουσιαστικό ζήτημα δεν είναι το καθεστώς νομιμότητας μιας χιτλερικής οργάνωσης που δολοφονεί με την άδεια των αρχών, αλλά το ότι υπάρχουν ακόμα πολιτικές κυβερνητικές δυνάμεις μέσα στο κράτος που αντιστέκονται στις διάφορες σοσιαλφασιστικές συμμορίες και τους στερούν την απόλυτη εξουσία. Μάλιστα, ο Γ. Καλομοίρης της ΟΛΜΕ ούτε λίγο ούτε πολύ ισχυρίστηκε ότι πίσω από το περιστατικό κρυβόταν ο Αρσένης και ο Ρωμαίος, δηλαδή οι μόνοι υπουργοί που επέδειξαν την πιο σθεναρή αντι-σοσιαλφασιστική και αντιναζιστική στάση και που στη συνέχεια αποκεφαλίστηκαν από το Σημίτη. Για να θεμελιώσουν τους ασύλληπτους, θρασείς και βρώμικους ισχυρισμούς τους ακόμα περισσότερο, κάλεσαν σα μάρτυρα κατηγορίας τον επικεφαλής της δύναμης των ΜΑΤ ο οποίος έτυχε να βρίσκεται εκείνη την ημέρα στο σημείο του επεισοδίου, έναν φιλο-χρυσαυγίτη που η πρώτη λέξη που βρήκε να πει όταν αναφέρθηκε στους ναζιστές ήταν «τα παιδιά» της Χρυσής Αυγής.

Βέβαια ολόκληρο το σκεπτικό των σοσιαλφασιστών της υπεράσπισης κατέρρευσε στη συνέχεια όταν ο δράστης παραδέχτηκε ότι «συμπαρίσταται στο κίνημα των εκπαιδευτικών» και ότι θα μπορούσε οποιοσδήποτε με τη δική του ιδεολογία να συμμετέχει σ’ αυτό. Εκεί φάνηκαν για πρώτη φορά οι αληθινοί πολιτικοί δεσμοί των δύο φαινομενικά αντίθετων πλευρών. Και οι δύο χώροι – τόσο αυτός της «Χ.Α.» όσο και της «17Ν» – χτυπούν τους δεσμούς της χώρας μας με την πρόοδο και τη δημοκρατία, και οι δυο συμμετέχουν στις ίδιες αντιευρωπαϊκές και αντι-σημιτικές κινητοποιήσεις, και οι δυο υποστηρίζουν τη σύσφιξη των σχέσεων της Ελλάδας με την ανερχόμενη νεοχιτλερική ρωσική υπερδύναμη και καλύπτουν τα εγκλήματά της στην Τσετσενία όπως κι εκείνα των συμμάχων της στη Βοσνία, το Σουδάν κτλ. Η επίσημη γραμμή της ΧΑ αναγνωρίζει σα διεθνές κέντρο του ναζισμού τη Ρωσία του Πούτιν και υποτάσσει δουλικά την οργάνωση αυτών των «πατριωτών» στο σοσιαλφασισμό όπως οι πρόγονοί τους έλληνες χιτλερικοί ήταν τσιράκια και δοσίλογοι των ναζί κατακτητών. Αυτή είναι η γραμμή της ηγετικής φράξιας Μιχαλολιάκου- Δημ. Ζαφειρόπουλου της «Χ.Α.» στην οποία όμως δεν ανήκει πλέον ο Ανδρουτσόπουλος. Μαζί με τον Κουσουμβρή ο Ανδρουτσόπουλος και άλλοι της κλίκας του εμμένουν σε πιο «δογματικές» χιτλερικές θέσεις, δηλαδή αρνούνται να δεχτούν τη φιλο-χριστιανική γραμμή της οργάνωσης στα πλαίσια του «ορθόδοξου τόξου», δηλώνουν παγανιστές όπως ο Χίτλερ, και εμμένοντας στον παλιό χιτλερικό αντικομμουνισμό δεν βλέπουν με καλό μάτι την προσέγγιση της ΧΑ με το ψευτοΚΚΕ. Προφανώς θα έχουν προβλήματα με το «αντι-ιμπεριαλιστικό μέτωπο», αφού, όπως οι παλιοί ναζί, θεωρούν και τους σλάβους «κατώτερη φυλή», όπως βεβαίως θεωρούν και τους άραβες. Έτσι εξηγείται η παράδοση του συγκεκριμένου – και όχι άλλου – ναζιστή στη δικαιοσύνη, όπως επίσης και η σχετική αποσιώπηση της δίκης από τις στήλες της ναζιστο-φυλλάδας τους. Η ΧΑ πέρασε τη μεγαλύτερη ως τα τώρα κρίση της όταν πριν ένα χρόνο παραδόθηκε ο Ανδρουτσόπουλος οπότε η φράξια του τελευταίου κατηγόρησε τον Μιχαλολιάκο ότι αυτός τον έδωσε στην αστυνομία.
Είναι πολύ χαρακτηριστικό ότι η ψευτοαριστερά που ανέλαβε το ρόλο της πολιτικής αγωγής σε αυτή τη δίκη δεν είχε καλέσει αυτή τη φορά καμιά οργάνωση του «χώρου» και βεβαίως καμιά δημοκρατική οργάνωση ή κόμμα να τη στηρίξει. Αυτή την πρακτική ακολούθησε άλλωστε από την πρώτη στιγμή το ΝΑΡ στέλεχος του οποίου ήταν το θύμα της δολοφονικής επίθεσης Κουσουρής. Το ΝΑΡ που σε όλα τα σημεία της πολιτικής του γραμμής πλην του εθνορατσισμού ταυτίζεται με τη Χρυσή Αυγή, ενώ δύσκολα κρύβει και τον αντισημιτισμό του, δεν έκανε ποτέ ως τώρα τη δολοφονική επίθεση Ανδρουτσόπουλου πολιτικό ζήτημα. Από την άλλη πλευρά αυτός ο «χώρος» κάνει κακό ακόμα και όταν καμώνεται κάποιες φορές πως εκστρατεύει ενάντια στη ΧΑ γιατί λειτουργεί με μια πλατφόρμα φιλοκνίτικη στην προπαγάνδα και με προβοκατόρικες μεθοδεύσεις στην πρακτική, όπως προκλήσεις χωρίς λόγο με την αστυνομία, ελεεινή συμπεριφορά στους δημοσιογράφους, αναίτιους ξυλοδαρμούς σε «ύποπτους» διαβάτες. Αυτή η στάση έχει υποχρεώσει την Αντιναζιστική Πρωτοβουλία, όπως και κάθε άλλη δημοκρατική αντιφασιστική συσπείρωση και κάθε δημοκράτη να μη συμμετέχει σε τέτοιες αντιπαθητικές στο λαό και προβοκατόρικες κινητοποιήσεις που την πολιτική και οργανωτική τους ηγεμονία έχει, λόγω συσχετισμών, ο σοσιαλφασισμός. Το αποτέλεσμα στη συγκεκριμένη περίπτωση ήταν ότι ήταν λίγοι οι αντιφασίστες παρατηρητές της δίκης, ανάμεσά τους και σύντροφοί μας. Η πολιτική αγωγή ήταν από κομματική άποψη αδιάφορη για τη μοναξιά αυτή, πράγμα που δεν έγινε σαφές στις δύο πρώτες μέρες της δίκης, αλλά έγινε πολύ φανερό τη Δευτέρα 25/9, τελευταία ημέρα της διαδικασίας.
Με πρόταση του Φυτράκη, ο οποίος ήταν όλο αβροφροσύνη με το δικηγόρο του ναζιστή, η έναρξη της δίκης είχε οριστεί για εκείνη την ημέρα στις 9:30, μισή ώρα αργότερα από την κανονική. Αυτό έδωσε την ευκαιρία στους ναζιστές – καμιά τριανταριά σε αριθμό – να καταλάβουν την αίθουσα. Πολύ αργότερα άρχισε η προσέλευση του υπόλοιπου κόσμου κι επειδή δεν υπήρχε χώρος ορισμένοι μόνο μπήκαν μέσα και στέκονταν όρθιοι στην είσοδο. Γύρω στο μεσημέρι ο εισαγγελέας ανάγγειλε την πρότασή του: Ζήτησε την καταδίκη του Ανδρουτσόπουλου αποκαλώντας τον εγκληματία, «ίσως και κατ’ επάγγελμα», και τον χαρακτήρισε ιδεολογικά ως «σκληρό εθνικιστή» προτείνοντας 30 χρόνια κάθειρξη για τις δύο από τις τρεις δολοφονικές απόπειρες με το ελαφρυντικό της καλής διαγωγής. Το δικαστήριο δεν έκανε δεκτή την πρόταση και ο πρόεδρος ανακοίνωσε ότι οι δικαστές αποσύρονται για να συσκεφθούν.
Ακολούθησε η κόλαση. Ο ναζιστικός όχλος ανενόχλητος άρχισε να βρίζει τους δικαστές, να απειλεί τον εισαγγελέα ότι θα τον σκοτώσει, έφτυσαν τη μητέρα του θύματος Δ. Κουσουρή, και έκαναν το ναζιστικό χαιρετισμό την ίδια στιγμή που οι δικαστές ανέβαιναν στην έδρα για να αναγγείλουν την τελική ομόφωνη καταδικαστική απόφαση. Ουρλιάζοντας προς τους δημοκράτες δικαστές με χαρακτηρισμούς όπως «λαμόγια», «φτου σας», «κάψιμο θέλετε, αυτό δεν είναι δικαστήριο», «ρουφιάνοι, σκατά στον τάφο σας», και άλλα τέτοια απείλησαν ότι «ο χειμώνας θα είναι θερμός». Ο Ανδρουτσόπουλος, απευθυνόμενος προς το Ραχιώτη, είπε: «Σπείρατε θύελλες και θα θερίσετε ανέμους. Παίξατε το παιχνίδι τους», «όλα εδώ πληρώνονται. Τώρα αρχίζει, τώρα να φοβάστε περισσότερο, τώρα αρχίζει, να φοβάστε». Στη συνέχεια ο όχλος έκανε ένα ντου προς την έξοδο και αποχώρησε κάτω από τη στενή παρακολούθηση της αστυνομίας. Κατά την έξοδο τους οι ναζί κατάφεραν να σκίσουν και το πανό που είχε μείνει αφρούρητο στην είσοδο των δικαστηρίων, ενώ λίγη ώρα αργότερα χτύπησαν έναν αναρχικό με καδρόνι στο πεδίο του Άρεως.
Μπαίνουμε σε μια καινούργια φάση ανόδου του ναζισμού στην Ελλάδα και η συμπαιγνία σοσιαλφασισμού-«Χ.Α.» κάνει ακόμα πιο επιτακτική την ανάγκη της πάλης για πραγματική δημοκρατία σ’ αυτή τη χώρα. Πρέπει να συνεχίσουμε την πάλη με το φαιοκόκκινο ναζισμό μέχρι το τέρμα. Αποδεικνύεται ωστόσο από τα επεισόδια στο δικαστήριο ότι πρέπει επειγόντως να συγκροτηθεί ένας αρκετά δυνατός οργανωμένος δημοκρατικός πόλος απέναντι στους ναζιστές για να μπορεί όχι μόνο να καταγγέλλει τη βία τους αλλά και να την αντιμετωπίζει, όποτε χρειαστεί και με όρους δημοκρατικής άμυνας. Για να γίνει αυτό πρέπει ακατάπαυστα να αποκαλύπτουμε τη μεθοδική προσπάθεια του σοσιαλφασισμού να εμφανιστεί σαν αντιναζιστικός πόλος για να πουλήσει τελικά, να προβοκάρει και να διαλύσει τον πραγματικό αντιναζισμό. Ας μη νομίζει κανείς ότι έχουμε πολύ χρόνο μπροστά μας πριν οι φαοκόκκινοι στριμώξουν μέσα στην ασφυκτική μέγγενή τους την πολιτική δημοκρατία.