Η ΡΩΣΙΑ ΤΟΥ ΠΟΥΤΙΝ ΕΙΝΑΙ ΠΙΑ ΧΙΤΛΕΡΙΚΗ ΧΩΡΑ

Τελευταία, μια σειρά ανησυχητικών περιστατικών που έκαναν το γύρο του κόσμου ήταν αρκετά για να αναδείξουν την πραγματική φύση της πουτινικής Ρωσίας. Το πογκρόμ σε βάρος διάφορων εθνικών ομάδων, οι αυξημένες δολοφονίες μεταναστών και δημοσιογράφων, η απαγόρευση των μη κυβερνητικών οργανώσεων κ.ά. συμβαδίζουν με την παγίωση στην εξουσία της ηγετικής κλίκας του Κρεμλίνου και με την αύξηση της δύναμής της μέσα και έξω από τη χώρα.

Στη Ρωσία οι ρατσιστικές επιθέσεις προσλαμβάνουν ήδη διαστάσεις επιδημίας. Ένα πλήθος ανοιχτά νεοχιτλερικών οργανώσεων δρα ανενόχλητο προβαίνοντας τακτικά σε επιθέσεις κατά μεταναστών –κατά προτίμηση μη σλάβων, σκουρόχρωμων και προερχόμενων από τον Καύκασο– με απολογισμό δεκάδες νεκρούς κάθε χρόνο. Οι συμμορίες αυτές επιτίθενται σε αγορές, κάνουν επιδρομές σε σπίτια και περιπολίες στους δρόμους για να εντοπίσουν τα θύματά τους. Μόνο στην Αγ. Πετρούπολη οι επιθέσεις πέρυσι ανέρχονταν σε 800 ενώ στα θύματα συμπεριλαμβάνονται ακόμη και μέλη διπλωματικών αντιπροσωπειών. Πολλές φορές τα περιστατικά ρατσιστικής βίας αντιμετωπίζονται με αδιαφορία, ακόμη και με συγκατάβαση από την κοινή γνώμη. Ενίοτε παίρνουν πιο μαζική μορφή. Τέτοια ήταν η περίπτωση του πογκρόμ στην πόλη Κοντοπόγκα της Καρελίας, που ξεκίνησε με το διαπληκτισμό μιας παρέας Ρώσων με τους καυκασιανής καταγωγής ιδιοκτήτη και σερβιτόρο μιας καφετέριας. Ο μαγαζάτορας κάλεσε την αστυνομία και στη συμπλοκή που ακολούθησε σκοτώθηκαν δύο από τους θερμόαιμους ρώσους. Δυο μέρες αργότερα ένας αγριεμένος όχλος 2.000 ατόμων κινητοποιημένων από το «Κίνημα ενάντια στη λαθρομετανάστευση» (DPNI) όρμησαν στην αγορά και κατέστρεψαν τις εγκαταστάσεις και τα προϊόντα των μεταναστών-πωλητών αναγκάζοντάς τους να εγκαταλείψουν την περιοχή (στο ίδιο, 21/9). Το ίδιο κλίμα συνεχίστηκε για πέντε μέρες.
Αιτία γι’ αυτή την κατάσταση δεν είναι ούτε ο καπιταλισμός γενικά και αόριστα ούτε η ιμπεριαλιστική Δύση, που δήθεν έριξε τους σπόρους για να φυτρώσουν αυτά τα φαρμακερά χορτάρια στην υποτίθεται παρθένα ρωσική γη, σύμφωνα με την κυρίαρχη ψευτοαριστερή άποψη. Είναι αλήθεια ότι ρατσιστική βία και νεοναζισμός βλασταίνουν στην Ευρώπη εδώ και δεκαετίες, και μάλιστα αυξάνουν με ραγδαίο ρυθμό λόγω των οξυμένων κοινωνικών προβλημάτων που είναι εγγενή στον καπιταλισμό. Όμως εκεί –και ιδίως στις χώρες που έχουν βιώσει τη ναζιστική μπότα– οι κυβερνήσεις προσπαθούν τουλάχιστο να κόψουν το μίσχο του χορταριού και να το κρύψουν από τα βλέμματα της κοινωνίας μέχρις ότου αυτό ξαναφυτρώσει. Το ρωσικό κράτος φαίνεται πως το καλλιεργεί, το ποτίζει και το περιποιείται για να δυναμώσει και να πολλαπλασιαστεί.
Πραγματικά, πουθενά στον κόσμο δεν παρατηρείται τόσο μεγάλη άνοδος του νεοναζισμού όσο στη Ρωσία και πουθενά αλλού δεν έχει δοθεί τόση ελευθερία στους ναζιστές και στην ιδεολογία τους. Φαινόμενα όπως η δημόσια εμφάνιση ναζιστικών συμβόλων, η πληθώρα των επίσημων χιτλερικών οργανώσεων και η διάδοση των ιδεών τους μέσω του Τύπου και του Ίντερνετ, όπου δημοσιεύονται λίστες «προδοτών» που πρέπει να «εξολοθρευτούν», θεωρούνται και συνηθισμένα και νόμιμα. Όπως διαπιστώνει ο πολιτικολόγος Μαρκ Ουρνόφ, «οργανώσεις σαν το DPNI δε θα υπήρχαν χωρίς την υποστήριξη ενός τμήματος της ρωσικής πολιτικής ελίτ. Μέσα στους κόλπους της οι απόψεις διίστανται, αλλά ορισμένοι πιστεύουν ότι αυτού του είδους οι οργανώσεις είναι χρήσιμες στην εξουσία (…)
» Μέσα σε έξι περίπου χρόνια οι ακραίες εθνικιστικές και νεοναζιστικές οργανώσεις (Σλαβική ένωση, Ρωσική Εθνική Ενότητα, Εθνικοσοσιαλιστικό (!) Κόμμα) έγιναν γνωστές και ευυπόληπτες. Στις 4 Νοέμβρη 2005 –ημέρα που μετατράπηκε από το Κρεμλίνο σε επέτειο της «εθνικής ενότητας»– πάνω από ένα εκατομμύριο νεοναζί βγήκαν στους δρόμους της Μόσχας φωνάζοντας συνθήματα ενάντια στην «καυκασιανή μαφία» και τους «τατζίκους εμπόρους ναρκωτικών» και κάνοντας το ναζιστικό χαιρετισμό σε πλήρη ατιμωρησία (…)
» Αυτές οι οργανώσεις χαίρουν στη Ρωσία μια ελευθερία έκφρασης και κινήσεων που θα ζήλευαν ακόμα και οι μη κυβερνητικές οργανώσεις, που υπόκεινται σε έντονες γραφειοκρατικές πιέσεις ύστερα από την ψήφιση ενός νόμου που αφορά το καθεστώς τους»
(…)
» Εδώ ο ξενοφοβικός λόγος είναι ελεύθερος. Στο κέντρο της Μόσχας, δύο βήματα από την πινακοθήκη Τρετιακόφ, το μικρό βιβλιοπωλείο του Ταμείου για τη διατήρηση της σλάβικης λογοτεχνίας προτείνει το τελευταίο βιβλίο «ευαγγέλιο» των «πατριωτών»: έναν πανηγυρικό λόγο του Αδόλφου Χίτλερ με τίτλο: Τι στ’ αλήθεια συνέβη στις 22 Ιούνη 1941; Ο συγγραφέας του, Αλεξάντρ Ουσόφσκι, είχε πάρει τα δικαιώματα μιας μοναδικής παρουσίασης του έργου του στη Δούμα (κάτω βουλή) τον Ιούνη. Στον πάγκο δεσπόζει η τελευταία έκδοση της Λίστας των κρυπτο-Εβραίων, στους οποίους συγκαταλέγεται μεταξύ άλλων η ηγερία της «πορτοκαλί επανάστασης» της Ουκρανίας Γιούλια Τιμοσένκο, ο ακτιβιστής των ανθρωπίνων δικαιωμάτων Ντμίτρι Σαχάροφ και…ο στρατηγός Ντε Γκωλ! (…)
» Οι νεοναζιστικές ιστοσελίδες ποικίλλουν, από το «φόρουμ της εκκλησίας του Αδόλφου Χίτλερ» μέχρι εκείνο του εθνικο-σοσιαλιστικού κινήματος της Σλαβικής Ένωσης. Τα τσατ στο ίντερνετ έχουν τρελή επιτυχία. Εκεί συζητείται με ενθουσιασμό τόσο το μέλλον του «μεγαλορωσικού έθνους» όσο και τα χρώματα της σημαίας των ταγμάτων των Ες-Ες “Toeten kopft”» (στο ίδιο).

Οι δράστες των δολοφονικών επιθέσεων ξέρουν ότι κανείς δε θα τους κυνηγήσει και ότι, ακόμη κι αν συλληφθούν, δε θα αποδειχθούν ένοχοι από τη δικαιοσύνη. Μια τέτοια υπόθεση που έφτασε στο φως της δημοσιότητας ήταν η δολοφονία της 9χρονης Χουρσίδα Σουλτάνοβα από το Τατζικιστάν, που δολοφονήθηκε άγρια από οκταμελή συμμορία νεοναζιστών μέσα στο διαμέρισμά της. Οι ένοχοι προσήχθησαν στη δικαιοσύνη και ομολόγησαν τις πράξεις τους, αλλά οι δικαστές θεώρησαν ότι οι ομολογίες αποσπάστηκαν με παράνομο τρόπο και αθώωσαν το βασικό ένοχο επιβάλλοντας στους υπόλοιπους την ποινή του «χουλιγκανισμού» (βλ. Μοντ, 24/3). Δε χρειάζεται να αναφέρουμε ότι για τόσο σοβαρές υποθέσεις η ετυμηγορία των δικαστών υπαγορεύεται πάντα από τα ανώτατα κλιμάκια του κρατικού μηχανισμού.
Άλλο περιστατικό.
Στις 30 Απρίλη έγινε στη Μόσχα συγκέντρωση ομοφυλόφιλων. Οι διαδηλωτές αποδοκιμάστηκαν από ένα εξαγριωμένο πλήθος που εκσφενδόνιζε καταπάνω τους αβγά, μπουκάλια και κουκούτσια μήλων. Η αστυνομία αρνήθηκε να προστατεύσει τους συγκεντρωμένους αφήνοντάς τους στο έλεος του όχλου. Το Νοέμβρη του 2005 είχε επίσης ακυρωθεί συναυλία ενός ομοφυλόφιλου καλλιτέχνη στην πόλη Τιουμέν με απαίτηση των ορθοδοξοφασιστών της περιοχής (3/5). Στο πογκρόμ εξάλλου της Κοντοπόγκα η ανάμιξη του καθεστώτος φάνηκε και στη στάση που τήρησαν οι αξιωματούχοι του. Έτσι οι Ρώσοι άκουσαν το δήμαρχο της πόλης να προτείνει την απόδοση των καταστημάτων, που άρον-άρον εγκατέλειψαν οι αλλοεθνείς, σε εθνικά Ρώσους και τον κυβερνήτη της Καρελίας να καταγγέλλει «αυτούς τους νεαρούς που ήρθαν απ’ τον Καύκασο και άλλες περιοχές» και που συμπεριφέρονται «σαν καταχτητές». Σύμφωνα με τον κυβερνήτη, οι άνθρωποι αυτοί ή «θα έχουν χαμηλό προφίλ ή θα φύγουν» (21/9). Κανένας ανώτερος αξιωματούχος δε βγήκε να καταγγείλει το πογκρόμ, κανένας πολιτικός και κανένας καθεστωτικός διανοούμενος.
Πώς θα μπορούσαν άλλωστε να το κάνουν, όταν ο ίδιος ο αρχηγός του κράτους εξήγγειλε τη λήψη μέτρων που θα ευνοούν τους εθνικά ρώσους και όταν ο ίδιος έδωσε το πράσινο φως για το κτηνώδες πογκρόμ των Γεωργιανών, που συνεχίζεται έως σήμερα; Όταν η Αστυνομία με επίσημες εντολές συλλαμβάνει εκατοντάδες Γεωργιανούς στο δρόμο και τους απελαύνει με φορτηγά αεροπλάνα, όταν δεσμεύει τις οικονομίες τους, κλείνει τις επιχειρήσεις τους και φακελώνει τα παιδιά τους στο σχολείο. Όταν την ώρα που διώκονται οι μη σλαβικές εθνότητες ο Πούτιν καλεί τους Ρώσους του εξωτερικού να επιστρέψουν στη «μητέρα πατρίδα» για να λύσουν το δημογραφικό της πρόβλημα. Όταν «απαλλοτριώνει» την ιδιοκτησία των εβραίων αντιφρονούντων Γκουσίνσκι και Χοντορκόφσκι και είτε τους κλείνει φυλακή είτε τους αναγκάζει να μεταναστεύσουν. Ή μήπως υπάρχει κάποια άλλη χώρα του αναπτυγμένου κόσμου στην οποία εκπρόσωποι του κοινοβουλίου –δεξιοί κι «αριστεροί»– να ζητούν επίσημα την απαγόρευση των εβραϊκών σωματείων και οργανώσεων χαρακτηρίζοντάς τα «όργανα του αντιχρίστου»;
Ο νεοναζισμός είναι τόσο διαδεδομένος στη Ρωσία και αναπτύσσεται τόσο γρήγορα ακριβώς γιατί το ίδιο το καθεστώς της χώρας είναι νεοναζιστικό. Δεν τον έφερε κανένας δυτικός άνεμος απ’ έξω, αλλά είναι προϊόν των εργαστηριακών ερευνών των «επιστημόνων» της KGB. Πρόκειται εδώ για τη σύγχρονη φαιοκόκκινη έκδοση που ενώνει φαιούς και «κόκκινους» ιμπεριαλιστές κάτω από τη σημαία του αντισημιτισμού, του μικροαστικού και κρατικομονοπωλιακού αντικαπιταλισμού και του εθνορατσισμού. Το βαθύ καθεστώς, δηλαδή η KGB, τα χρειάζεται όλα αυτά ως ιδεολογικά όπλα που θα της επιτρέψουν να διεισδύσει σε κάθε χώρα και να αποκτήσει την ηγεμονία στον πλανήτη. Γι’ αυτό ο Πούτιν (από κοινού με τους ψευτοκομμουνιστές συμμάχους του) μετατρέπεται σιγά-σιγά σε παγκόσμιο σύμβολο αντισημιτισμού, δίνοντας πρώτος διπλωματική αναγνώριση στους γενοκτόνους της Χαμάς, γίνεται σύμβολο του χιτλερικού αντικαπιταλισμού υποσχόμενος την πάταξη της «κερδοσκοπίας» στη χώρα του και σύμβολο του ρατσισμού του μεγαλορωσικού έθνους, επεμβαίνοντας ωμά σε μια σειρά χώρες της περιφέρειάς του και ευνοώντας πογκρόμ στο εσωτερικό της δικής του. Στην πραγματικότητα είναι η Ρωσία εκείνη που εξάγει ναζισμό, και τον εξάγει στον ίδιο βαθμό που αναβαθμίζεται ο ρόλος της παγκόσμια.
Δεν είναι καθόλου τυχαίο το γεγονός ότι οι ναζιστές της χώρας μας έχουν ως πρότυπό τους τη φαιοκόκκινη Ρωσία και υποστηρίζουν τον Πούτιν σε κάθε του κίνηση. Ούτε ήταν άσχετη με τον φασιστικό αποκλεισμό και διαμελισμό της Γεωργίας η πρόσφατη διαπίστωση του ρώσου υπουργού Εξωτερικών: «Η ισχυροποιημένη Ρωσία κατέστη ήδη σημαντικός θετικός παράγοντας ανάπτυξης στις διεθνείς διαδικασίες, αλλάζει η ψυχολογική ατμόσφαιρα γύρω από τη χώρα μας και τους εκπροσώπους της, υπολογίζουν και περιμένουν πολλά από εμάς», συνεπώς «η Ρωσία πρέπει να φέρει ευθύνη για τις υποθέσεις του κόσμου ισοδύναμη με τη θέση και τις δυνατότητές της, να συμμετέχει όχι μόνο στην υλοποίηση της διεθνούς ημερήσιας διάταξης, αλλά στη διαμόρφωσή της» (4/9).
Όμως αυτή η ισχυροποίηση στο εξωτερικό επιφέρει μεγαλύτερα δεινά για το ρωσικό λαό, καθώς επιβάλλει στην ολιγομελή κλίκα των σοσιαλιμπεριαλιστών το καθήκον του απόλυτου ελέγχου στο εσωτερικό. Αυτό επιτυγχάνεται με την κατατρομοκράτηση ή εξουδετέρωση όλων όσων αντιστέκονται στη φαιοκόκκινη λαίλαπα ή όσων αντικειμενικά στέκονται εμπόδιο στην κυριαρχία τους. Έτσι, μέσα σε διάστημα μόλις μίας εβδομάδας παρακολουθήσαμε τη δολοφονία της δημοκράτισσας δημοσιογράφου Άννας Πολιτκόφσκαγια, που κατάγγελλε με την πένα της την κτηνωδία του καθεστώτος Πούτιν στον Καύκασο και αλλού, εκείνη του υψηλόβαθμου στελέχους της κρατικής τράπεζας «Βνιεστοργκμπάνκ» Αλεξάντρ Πλαχίν –τη στιγμή που η συγκεκριμένη τράπεζα επιχειρεί να διεισδύσει βαθιά μέσα στον ευρωπαϊκό αμυντικό κολοσσό EADS, και γι’ αυτό πρέπει να ελέγχεται απόλυτα από το Κρεμλίνο– , την εν ψυχρώ δολοφονία ανώτατου στελέχους της κεντρικής τράπεζας, του Αντρέι Καζλόφ, καθώς και του διευθυντή των διοικητικών υπηρεσιών του πρακτορείου «ΙΤΑΡ-ΤΑΣΣ» Ανατόλι Βαρόνιν. Παρακολουθήσαμε επίσης το επιχειρούμενο από το καθεστώς κλείσιμο εκατοντάδων μη κυβερνητικών οργανώσεων, οι οποίες υποχρεώθηκαν να προσκομίσουν προσωπικά δεδομένα και στοιχεία για τους ιδρυτές και τις πηγές χρηματοδότησης, καθώς και για τα προγράμματά τους που δε θα πρέπει να αντιβαίνουν στο σύνταγμα του κράτους, «στην ηθική» και στο «λαϊκό αίσθημα». Εξαιτίας αυτού του νόμου έκλεισε στις 13/10 ο Σύνδεσμος Ρωσο-Τσετσενικής Φιλίας του Νίζνι Νοβγκορόντ. Ο ιδρυτής του συνδέσμου Στανισλάβ Ντμιτριέφσκι καταδικάστηκε το Φλεβάρη σε δύο χρόνια φυλάκιση για «εξτρεμισμό», επειδή τόλμησε να δημοσιεύσει έκκληση του τσετσένου ηγέτη Α. Μασχάντοφ προς τη ρωσική ηγεσία.
Αν τα σχέδια του Κρεμλίνου για φίμωση των οργανώσεων απέτυχαν προσωρινά, αυτό οφείλεται κυρίως στη διεθνή κατακραυγή και τις εσωτερικές αντιδράσεις που πυροδότησε η αλυσίδα των περιστατικών που ακολούθησαν τη δολοφονία της Ά. Πολιτκόφσκαγια. Μόνο τότε αναγκάστηκε ο Πούτιν να υποδυθεί για λίγο τον αντιφασίστα και να διαλύσει τη συγκέντρωση των νεοναζί στην καθιερωμένη επέτειο της «εθνικής ενότητας». Σε μια μεταβατική για το σοσιαλιμπεριαλισμό περίοδο, όπως η τωρινή, ο Πούτιν δεν έχει πρόβλημα να υποκρίνεται πού και πού το δημοκράτη αφήνοντας τη δουλειά στους «σκληρούς» φαιοκόκκινους συνεργάτες του. Άλλωστε η τακτική αυτή έχει αποδειχτεί ιδανική για να εξαγοράζεται η σιωπή των δυτικών ιμπεριαλιστών για όλα τα εγκλήματα που διαπράττει το φαιοκόκκινο καθεστώς στη χώρα του, αλλά και παγκόσμια.
Όμως η μεταβατική αυτή περίοδος οδεύει προς το τέλος της, το παρτέρι έχει γεμίσει φαρμακερά χορτάρια και ο άνεμος μεταφέρει το σπόρο του ναζισμού παντού. Η Ανθρωπότητα βρίσκεται στα πρόθυρα μιας τρομακτικής ανθρωποσφαγής. Αυτή η διαπίστωση θέτει στο συνειδητό προλεταριάτο το επιτακτικό καθήκον της ένωσης με όσες δυνάμεις μπορούν να ενωθούν στα πλαίσια ενός νέου παγκόσμιου αντιφασιστικού μετώπου, που θα αντισταθεί στην επερχόμενη επέλαση του φαιοκόκκινου ναζισμού.