ΜΕ ΟΠΛΟ ΤΟ ΑΕΡΙΟ Η ΡΩΣΙΑ ΕΞΑΠΟΛΥΕΙ ΠΟΛΕΜΟ
ΕΝΑΝΤΙΑ ΣΤΗΝ ΕΥΡΩΠΗ
Άμεσος στόχος η καταβρόχθιση της Ουκρανίας
Έχοντας δοκιμάσει με επιτυχία μια πρώτη, βραχύβια απόπειρα
ενεργειακού εμπάργκο πριν από τρία χρόνια και ύστερα από την εξίσου επιτυχημένη
αυγουστιάτικη εισβολή της στον Καύκασο, η Μόσχα κλιμάκωσε πρόσφατα την επίθεσή
της ενάντια στην Ευρώπη κλείνοντας για περισσότερο χρόνο τις βάνες φυσικού αερίου
το οποίο περνά μέσα από την Ουκρανία. Με δεδομένη την ενεργειακή εξάρτηση της
Ευρώπης από το Κρεμλίνο (καλύπτει το 40% των αναγκών της σε αέριο, του οποίου
80% μέσω Ουκρανίας) οι συνέπειες του 20ήμερου αποκλεισμού υπήρξαν τρομακτικές.
Μέσα σε λίγες μέρες σχεδόν όλη η ανατολική Ευρώπη είχε ξεμείνει από φυσικό αέριο
ενώ άλλες χώρες της Δύσης (Γαλλία, Ιταλία, Γερμανία) είδαν την παροχή τους να
μειώνεται δραματικά. Η σλοβακική κυβέρνηση κήρυξε τη χώρα σε κατάσταση έκτακτης
ανάγκης. Στη Βουλγαρία σταμάτησαν τη λειτουργία τους όλες οι μονάδες χημικής
βιομηχανίας, οι χύτες και τα ζυθοποιεία. Τα μαθήματα διακόπηκαν σε όσα σχολεία
έμειναν χωρίς θέρμανση. Σε χώρες σαν την Ουγγαρία και τη Ρουμανία, που είναι
εξίσου ιδιαίτερα εξαρτημένες από το ρωσικό αέριο, η έλλειψη σε συνδυασμό με
τις πολύ χαμηλές θερμοκρασίες προκάλεσαν το θάνατο πολλών δεκάδων ατόμων.
Η κρίση ξεκίνησε σα μια καθαρή διένεξη μεταξύ Μόσχας και Κιέβου. Η διαμάχη αφορούσε
βασικά δύο ζητήματα: τον καθορισμό της τιμής του φυσικού αερίου που πουλά η
Ρωσία στην Ουκρανία και το ουκρανικό χρέος απέναντι στο ρωσικό κρατικό ενεργειακό
κολοσσό της Γκαζπρόμ που εγείρουν οι Ρώσοι. Και τα δύο ζητήματα χρησιμοποιούνται
από τη ρωσική πλευρά σαν όχημα πολιτικών εκβιασμών σε βάρος του γείτονά της.
Μία πάγια ταχτική του Κρεμλίνου στην ενεργειακή πολιτική είναι η επιλεκτική
διευκόλυνση των αγοραστών ανάλογα με το πόσο υποταχτικοί εμφανίζονται απέναντί
του. Έτσι μέχρι πρότινος, όσο η Ουκρανία ακολουθούσε φιλορώσικη πολιτική η τιμή
του αερίου που προμηθευόταν από τους Ρώσους κυμαινόταν στα 50 δολ. ανά 1000
κ.μ. όταν η τιμή του διεθνώς ήταν τα 250 δολάρια. Στη συνέχεια, όταν η χώρα
ζήτησε ανεξαρτησία από το Κρεμλίνο και άλλαξε πολιτικό προσανατολισμό, οι Ρώσοι
απαίτησαν μία γενναία αύξηση χωρίς να δώσουν τον απαιτούμενο χρόνο στον πελάτη
για να προετοιμαστεί. Έτσι φτάσαμε στο εμπάργκο του Γενάρη του 2006. Τότε συμφωνήθηκε
να πωλείται το ρώσικο αέριο όχι απευθείας στην ουκρανική κρατική Ναφτοχάζ αλλά
μέσω μιας ρωσο-ελβετικών συμφερόντων εταιρίας, της RosUkrEnergo, στην τιμή των
230, που θα το μεταπωλούσε στη συνέχεια στα 95 δολ αναμιγνύοντάς το με φτηνότερο
αέριο από την Κ. Ασία. Στο μεταξύ οι Ρώσοι ανακάλυψαν ένα χρέος της Ουκρανίας
προς τη Γκάζπρομ της τάξεως των 1,5 δις δολαρίων κι απαίτησαν απ’ αυτή να πληρώσει
προκαταβολικά ένα ποσό για το 2008. Η άρνηση του Κιέβου υπήρξε η αιτία μείωσης
των ποσοτήτων παροχής από τους Ρώσους το Μάρτη του 2008. Το Νοέμβρη, η Ναφτογκάζ
και η Γκαζπρόμ υπόγραψαν μία συμφωνία που καθιστά την πρώτη αποκλειστικό εισαγωγέα
ρωσικού αερίου και τη δεύτερη τον απευθείας προμηθευτή της πρώτης. Οι Ουκρανοί
δήλωσαν ότι το χρέος για το οποίο κατηγορείται το ουκρανικό κράτος (και που
οι Ρώσοι στο μεταξύ είχαν φουσκώσει στα 2,1 δις) στην πραγματικότητα είναι χρέος
της RosUkrEnergo ενώ ένα μεγάλο μέρος του (γύρω στα 1,5 δις) έχει μεταβιβαστεί
σ’ αυτήν από την κρατική Ναφτοχάζ. Στα τέλη της χρονιάς κι ενώ το ζήτημα του
χρέους προς τη Γκαζπρόμ εκκρεμούσε, οι Ρώσοι επανέφεραν το ζήτημα της τιμής
του αερίου, ζητώντας 250 δολάρια ανά κ.μ. από 179,5 που στοίχιζε εκείνη τη στιγμή.
Οι διαπραγματεύσεις με τους Ουκρανούς δεν καρποφόρησαν και τότε οι Ρώσοι έβγαλαν
τα περίστροφα.
Αρχικά έκλεισαν τις βάνες που διοχέτευαν αέριο στην ουκρανική εσωτερική αγορά
και κατηγόρησαν το Κίεβο ότι κλέβει ποσότητες με προορισμό την Ευρώπη. Η κατηγορία
αποσκοπούσε κύρια στο να πειστούν οι Δυτικοί για την αναξιοπιστία της Ουκρανίας
σαν χώρας διέλευσης φυσικού αερίου προς την Ευρώπη και να δεχτούν την κατασκευή
άλλων αγωγών, που να παρακάμπτουν το Κίεβο και να την προμηθεύουν άμεσα με ρωσικό
αέριο. Πρόκειται για τους αγωγούς South Stream και North Stream που ετοιμάζεται
άμεσα να κατασκευάσει η Μόσχα για να εξαρτήσει ενεργειακά πλήρως την ευρωπαϊκή
ήπειρο και να μπορεί στη συνέχεια να την υποτάξει. Η κατασκευή του Northstream
– που αναμένεται να προμηθεύει άμεσα τη Γερμανία με ρωσικό αέριο μέσω Βαλτικής
– βρίσκει εμπόδιο σε κυβερνήσεις όπως είναι η σουηδική, η δανική και η πολωνική,
που ανησυχούν για τις περιβαλλοντικές επιπτώσεις (βλ. Μοντ, 8/1). Στην πραγματικότητα
οι ποσότητες για τις οποίες κατηγορείται η ουκρανική πλευρά χρησιμοποιήθηκαν
αναγκαστικά σαν τεχνικό αέριο προκειμένου να λειτουργήσουν οι σταθμοί συμπίεσης
και να διατηρηθεί η πίεση στους αγωγούς, διασφαλίζοντας έτσι τη διέλευσή του
προς την Ευρώπη. Η Γκαζπρόμ αρνείται να παράσχει αυτές τις ποσότητες ενώ αξιώνει
τέλη διέλευσης αξίας κάτω του μισού εκείνων που λαμβάνουν οι ευρωπαίοι εισαγωγείς,
πράγμα που καθιστά ασύμφορη την τεχνική συντήρηση του δικτύου. Επιπλέον, όπως
αποκάλυψε η Ναφτοχάζ, προκειμένου να διασφαλιστεί η ευρωπαϊκή επάρκεια σε αέριο
έχουν αντληθεί ακόμα και ποσότητες των ουκρανικών αποθεμάτων (BBC, 3/1). Χωρίς
όμως τη ρωσική συνδρομή κάτι τέτοιο δεν ήταν αρκετό και γρήγορα σε πολλές χώρες
της ανατολικής Ευρώπης μετρήθηκε πτώση στην πίεση των αγωγών.
Στις 4 Γενάρη η προτεινόμενη από τους Ρώσους τιμή εκτοξεύτηκε
ξαφνικά στα 450 δολάρια και στις 5 Γενάρη ο Πούτιν έδωσε εντολή στο διευθυντή
της Γκαζπρόμ να κόψει την παροχή προς την Ευρώπη μέσω Ουκρανίας καθιστώντας
γι’ αυτό υπεύθυνη την ουκρανική πλευρά. Μέχρι νωρίς το απόγευμα της μεθεπομένης
το αέριο είχε τελείως στεγνώσει στους αγωγούς βυθίζοντας μία-μία τις χώρες της
ανατολικής Ευρώπης στην παγωνιά και στον οικονομικό μαρασμό. Στην προσπάθειά
τους να «πείσουν» τους Ευρωπαίους, οι ρώσοι σοσιαλιμπεριαλιστές έβγαλαν προς
τα έξω την πραγματικά αποκρουστική, κυνική και ναζιστικού τύπου φύση τους. Μάλιστα,
ένας λόγος που το εμπάργκο έγινε μέσα στο βαρύ καταχείμωνο ήταν ακριβώς για
να μεγιστοποιηθούν οι απώλειες των θυμάτων.
Οι ευρωπαίοι μονοπωλιστές τσίμπησαν αμέσως το δόλωμα. Όπως κάνουν πάντα με τις
διαμάχες που απειλούν να πλήξουν τα βραχυπρόθεσμα οικονομικά τους συμφέροντα,
έτσι κι εδώ έσπευσαν να συμβιβάσουν τις δύο αντιμαχόμενες πλευρές, αδιαφορώντας
για το ποιος έχει δίκιο και ποιος άδικο. Κάλεσαν λοιπόν Ρώσους και Ουκρανούς
στις Βρυξέλλες για να συμφωνήσουν στην εκ νέου τροφοδοσία της Ευρώπης με αέριο
και να δεχτούν να αναλάβει τον έλεγχο της διέλευσής του μία ομάδα παρατηρητών
της ΕΕ. Κι ενώ η Ουκρανία υπέγραψε την αρχική συμφωνία, ο εκπρόσωπος της Γκαζπρόμ
απαίτησε τη συμμετοχή της εταιρείας του στην επιτροπή αυτή. Οι Ουκρανοί αρνήθηκαν.
Στη συνέχεια όμως οι αντιρρήσεις τους κάμφθηκαν όταν μπήκε στο τραπέζι η πρόταση
της συμμετοχής και ουκρανών εκπροσώπων στην ομάδα των παρατηρητών. Στην πραγματικότητα,
ακόμα και χωρίς τη συμμετοχή εκπροσώπων της Γκαζπρόμ, η συμφωνία θα έδινε πολιτικούς
πόντους στη Ρωσία απ’ τη στιγμή που ορισμένες από τις επιχειρήσεις που ορίστηκε
να λάβουν μέρος βρίσκονται ήδη υπό το συμμετοχικό έλεγχο των Ρώσων (π.χ. Ρουργκάζ).
Σημειωτέον ότι στην αποστολή θα συμμετάσχουν και δύο εκπρόσωποι της ΔΕΠΑ κατόπιν
αίτησης της ρωσικής πρεσβείας προς το υπουργείο ανάπτυξης !!!(βλ. Ελευθεροτυπία,
10/1). Για να διασφαλίσουν την πολιτική και οικονομική ανεξαρτησία τους οι Ουκρανοί
πρόσθεσαν χειρόγραφα στο κείμενο της συμφωνίας ένα προσάρτημα που παραπέμπει
σε μια διακήρυξη με την οποία μεταξύ άλλων αποσύρεται η κατηγορία περί υπέρογκου
χρέους της χώρας απέναντι στη Γκαζπρόμ ενώ απαιτείται από εκείνη η προμήθεια
με 21 εκ. κυβικά μέτρα αερίου ημερησίως χωρίς χρέωση προκειμένου να τροφοδοτηθούν
οι σταθμοί συμπίεσης. Η Μόσχα αρνήθηκε το προσάρτημα των Ουκρανών και ακύρωσε
την υπογραφή της. Στο μεταξύ, λόγω χαμηλών ποσοτήτων παροχής από τη Γκαζπρόμ,
οι Ουκρανοί έκλεισαν με τη σειρά τους τις βάνες. Για τα μάτια της Δύσης οι Ρώσοι
ανακοίνωναν τότε ένα σύντομο δοκιμαστικό άνοιγμα των δικών τους, ενώ απαίτησαν
από το Κίεβο μία διαδρομή μεταφοράς που εξαιτίας τεχνικών ιδιαιτεροτήτων θα
προκαλούσε την ενεργειακή ασφυξία ολόκληρων περιοχών στα ανατολικά, όπου είναι
συγκεντρωμένη όλη η χημική και μεταλλουργική βιομηχανία της χώρας (βλ. Μοντ,
17/1). Οι Ουκρανοί αρνήθηκαν την «προσφορά», που ισοδυναμούσε με οικονομικό
θάνατο για τη χώρα τους, και πρότειναν ένα εναλλακτικό δρομολόγιο που όμως το
απέρριψε η Μόσχα. Έτσι, πρακτικά το εμπάργκο θα συνεχιζόταν καθώς το Κίεβο δεν
είχε υποκύψει στις ρωσικές πιέσεις.
Εδώ μπαίνει στο παιχνίδι το μεγάλο διπλωματικό χαρτί του Κρεμλίνου
που ακούει στο όνομα Τιμοσένκο και φέρνει στο προσκήνιο το ουκρανικό εσωτερικό
πολιτικό μέτωπο.
Αυτή τη στιγμή στην Ουκρανία έχει αρχίσει να οξύνεται η εσωτερική πάλη για την
πολιτική εξουσία ανάμεσα στο φιλοδυτικό και το φιλορωσικό στρατόπεδο. Εκπρόσωπος
του πρώτου είναι ο ηγέτης της πορτοκαλί επανάστασης και πρόεδρος της χώρας Βίκτορ
Γιούσενκο ενώ τη δεύτερη εκπροσωπεί η πρωθυπουργός Γιούλια Τιμοσένκο που πλούτισε
με δουλειές με την ανατολική ολιγαρχία του πετρελαίου, και μετά μπήκε στο κίνημα
για τη δημοκρατία για να το διαβρώσει και να το στείλει κατευθείαν πίσω στην
αγκαλιά της Μόσχας. Ο Γιούσενκο θέλει να εντάξει τη χώρα στο ΝΑΤΟ και στην ΕΕ,
υποστήριξε σθεναρά τη Γεωργία στην άδικη εισβολή που δέχτηκε τον περασμένο Αύγουστο,
θέλει να διώξει το ρωσικό στόλο από την Κριμαία, ενώ στις 20/12 για να αμυνθεί
απέναντι στη ρώσικη περικύκλωση και τις απειλές υπέγραψε συμφωνία στρατηγικής
συνεργασίας με τους Αμερικανούς ιμπεριαλιστές που προβλέπει την άφιξη αμερικανικής
αποστολής εκεί (Μοντ, 15/1). Οι διψασμένοι για εδάφη και λάφυρα ρώσοι σοσιαλιμπεριαλιστές
χρειάζονται την Ουκρανία καθώς από το έδαφός της περνά ο δρόμος που οδηγεί στην
Ευρώπη. Στα λιμάνια της αγκυροβολεί ο ρωσικός στόλος που κατεβαίνει στη Μεσόγειο.
Η ίδια διαθέτει πλούσιες παραγωγικές πηγές για να τροφοδοτήσει τη ρωσική πολεμική
μηχανή. Με την πρόσφατη ενεργειακή της επίθεση η Ρωσία επιδιώκει, εκτός των
άλλων, να πλήξει τους δεσμούς της ουκρανικής ηγεσίας με την Ευρώπη και, ακόμα
περισσότερο, να χρησιμοποιήσει την τελευταία σαν πολιορκητικό κριό για να αποσπάσει
η ίδια τον έλεγχο της χώρας. Γι’ αυτό βάζει την Τιμοσένκο να κάνει όλους εκείνους
τους επώδυνους και ταπεινωτικούς για την Ουκρανία συμβιβασμούς που θα αποφορτίσουν
προσωρινά την ένταση και θα προσφέρουν έτσι στη Δύση ένα σοβαρό λόγο για να
τη στηρίξει σε βάρος του Γιούσενκο. Η στιγμή είναι η πλέον κατάλληλη αφού ήδη
ο πιο ανοιχτά και ωμά φιλορώσος αντίπαλος του Γιούσενκο, ο Γιανουκόβιτς, έχει
καταθέσει πρόταση μομφής για την καθαίρεση του ουκρανού προέδρου. Η Τιμοσένκο
ήταν εκείνη που, λίγες ώρες μετά την υπογραφή της συμφωνίας για τους παρατηρητές,
διαβεβαίωνε την ΕΕ ότι το παράρτημα της ουκρανικής πλευράς είχε αποκολληθεί
από αυτή (Reuters, 11/1). Είναι εκείνη που εντελώς ξαφνικά παραμέλησε τις αγεφύρωτες
διαφορές της χώρας της με το Κρεμλίνο, έσπευσε στη Μόσχα και υπέγραψε την τελική
επονείδιστη συμφωνία με το ρώσο ομόλογό της για να «σώσει» την Ευρώπη από τη
συνεχιζόμενη ασφυξία.
Η συμφωνία προβλέπει ότι η τιμή του αερίου που πουλά η Μόσχα στο Κίεβο θα ανέλθει
στο μόλις 20% κάτω από την τιμή της αγοράς (δηλ. στα 360 δολ.), κι αυτό με την
προϋπόθεση ότι οι Ουκρανοί δε θα αυξήσουν τα τέλη διέλευσής του, που είναι ήδη
χαμηλά σε σχέση με τη μέση τιμή (1,70 αντί για 2,2 δολ.). Επιπλέον, η Γκαζπρόμ
αναλαμβάνει να προμηθεύει άμεσα το Ό των βιομηχανικών επιχειρήσεων της Ουκρανίας
σε βάρος της Ναφτογκάζ. Τέλος, τα άφθονα αποθέματα της RosUkrEnergo θα μπορούν
μεν να εξαγοραστούν από τους Ουκρανούς αλλά σε πολύ χαμηλή τιμή (167 δολ.) ενώ
υπεύθυνη για το τεχνικό αέριο ορίστηκε η χώρα διέλευσης, δηλ. η Ουκρανία, και
όχι η Ρωσία! (βλ. Μοντ, 25/1) Μια τέτοια αποικιακού τύπου συμφωνία δε θα μπορούσε
να έχει υπογράψει ο πρόεδρος Γιούσενκο, που από την αρχή κράτησε σθεναρή αντιρωσική
στάση. Καθόλου τυχαία τα ρωσικά ΜΜΕ έχουν υποδείξει τον ουκρανό πρόεδρο σαν
τον αποκλειστικό υπεύθυνο του 20ήμερου εμπάργκο επειδή στις παραμονές της κρίσης
απέτρεψε την Τιμοσένκο απ’ το να προβεί σε συνομιλίες με τους εκβιαστές (βλ.
Ukrainian News, 8/1).
Η βασική θέση που πρόβαλε η ουκρανή πρωθυπουργός – κόντρα στη γραμμή Γιούσενκο
– ήταν ότι θα πρέπει να αποσυνδεθεί το ζήτημα της προμήθειας ρωσικού αερίου
στην Ουκρανία από εκείνο της διέλευσής του στην Ευρώπη. Σημαίνει δηλαδή ότι
θα πρέπει η χώρα να υποκύψει στον ενεργειακό εκβιασμό των Ρώσων προκειμένου
να σωθούν οι κατά κάποιον τρόπο έμμεσα εμπλεκόμενοι και αθώοι ευρωπαίοι. Πρόκειται
για μια θέση όχι μόνο προδοτική για τα συμφέροντα του ουκρανικού λαού αλλά και
καταστροφική για τα ευρύτερα ευρωπαϊκά συμφέροντα. Γιατί όσο οι νέοι τσάροι
προωθούν τις θέσεις τους παγκόσμια τόσο πιο άμεσα θα εμπλέκονται αυτοί που τώρα
κοιτάζουν αδιάφορα και από απόσταση τη διένεξη. Πρόκειται για μια θέση που απευθύνεται
μόνο σε στοιχεία χοντρόπετσα και διεφθαρμένα, όπως είναι οι ευρωπαίοι μονοπωλιστές.
Αυτοί, αντί να ευγνωμονούν την ηρωική Ουκρανία που με την αντίστασή της διασφαλίζει
την άμυνα ολόκληρης της Ευρώπης απέναντι στο σοσιαλιμπεριαλισμό, αποδέχονται
τη γραμμή Τιμοσένκο και βλέπουν με ανακούφιση την υποδούλωσή της στα ρωσικά
ενεργειακά συμφέροντα. Κι όλα αυτά όταν οι συνέπειες της πολιτικής κρίσης πάνω
στην ίδια την Ευρώπη είναι τόσο σοβαρές που θα μπορούσαν να είναι απόρροια μιας
ωμής στρατιωτικής επέμβασης: έλλειψη καυσίμων, παύση της παραγωγής, υλική εξαθλίωση
για τις μάζες και θάνατος.
Ένας πόλεμος διεξάγεται αυτή τη στιγμή στην Ευρώπη. «Είναι η συνέχιση του ρωσο-γεωργιανού πολέμου με άλλα μέσα», διαπιστώνει ο διευθυντής του ουκρανικού ινστιτούτου έρευνας διεθνούς πολιτικής, Γκριγκόρι Περεπέλιτσα (Ιντερνάσιοναλ Χέραλντ Τριμπιούν, 14/1). Όσο η Δύση συνεχίζει να ακολουθεί πολιτική κατευνασμού του επιθετιστή και όσο καθυστερεί η δημιουργία ενός ισχυρού λαϊκού δημοκρατικού πόλου στις επαπειλούμενες χώρες, τον πόλεμο θα εξακολουθούν να κερδίζουν οι νεοχιτλερικοί τραμπούκοι.