Η περίπτωση κάποιου ουρανοκατέβατου Θ. Τζήμερου
M
έσα στον ορυμαγδό νέων κομμάτων που, με ελάχιστες εξαιρέσεις, ανήκουν στοΌντας έμπειρος και από όσο μαθαίνουμε πετυχημένος διαφημιστής ο Θ. Τζ. ξέρει να προβάλει εξαιρετικά τα δημοφιλή σημεία της πολιτικής του και να κρύβει τα αδύνατα ή έστω τα αμφιλεγόμενα. Τα ισχυρά σημεία τα προβάλλει στις ομιλίες του και τα αδύνατα, που αποκαλύπτουν όμως τη βαθιά του ιδεολογική φυσιογνωμία, τα έχει χωμένα εδώ και εκεί στο πληκτικό για τους πολλούς και μακρόσυρτο κείμενο θέσεων που είναι δημοσιευμένο στην ιστοσελίδα του κόμματος.
Στη βάση των λίγων ανοιχτών ομιλιών του βρίσκεται η εξαιρετικά γλαφυρή και με ακρίβεια διατυπωμένη κριτική του διεφθαρμένου, σπάταλου, παρασιτικού, αντιπαραγωγικού και αναξιοκρατικού-ρουσφετολογικού χαρακτήρα της κρατικής γραφειοκρατικής μηχανής. Σαν πηγή και κορωνίδα όλων αυτών των κακών ο Θ.Τζ. θεωρεί το συνολικά σάπιο πολιτικό κόσμο, ιδιαίτερα εκείνον των δύο κυβερνητικών κομμάτων, και θέλει ουσιαστικά την εξαφάνιση του. Αυτόν τον κόσμο ο Τζήμερος τον αντιπαραβάλλει διαρκώς στους λόγους του με την καταπιεσμένη και παραμελημένη υπέροχη δημιουργικότητα των μικρομεσαίων επιχειρηματιών της ικανότατης «φυλής μας» τους οποίους εκθειάζει ασταμάτητα. Η πολιτική λύση που ουσιαστικά προτείνει ο Τζήμερος είναι οι εξαπατημένοι και παραμερισμένοι από το διεφθαρμένο πολιτικό σύστημα και τα μεγάλα συμφέροντα μικρομεσαίοι, μικροαστοί και αστοί- που ως τώρα ήταν ουσιαστικά εκτός πολιτικής - να ξεσηκωθούν και να μπουν στο πολιτικό προσκήνιο και τελικά να φέρουν στην κυβέρνηση το κόμμα τους τη «Δημιουργία Ξανά». Αλλά βέβαια δεν τους καλεί να κυβερνήσουν οι ίδιοι φέρνοντας τα πάνω κάτω στο κράτος όπως γίνεται σε μια επανάσταση. Όχι. Απλά η νέα διακυβέρνηση θα καθαρίσει το κράτος αναθέτοντας τη διοίκηση του σε 2000 έντιμους και ικανούς λειτουργούς του που δεν έχουν καμιά σχέση με το παλιό καθεστώς, δηλαδή θα αναθέσουν οι μικροαστοί τη διακυβέρνηση σε μια γραφειοκρατική γραφειοκρατία. Για να γοητεύσει αυτά τα στρώματα και να μην τα ανησυχήσει ότι θέλει ο ίδιος να πάρει την εξουσία για λογαριασμό τους και μετά να τα παραμερίσει, όπως συμβαίνει συνήθως με τους αρχηγούς ανάλογων μικροαστικών ρευμάτων, εμφανίζεται σαν ένας από αυτούς, ίσος μεταξύ ίσων που στήνουν οι ίδιοι το κόμμα τους, που οι ίδιοι συνδιαμορφώνουν την πλατφόρμα του, και οι ίδιοι το κάνουν δυνατό. Έτσι μετατρέπει σε απόλυτο προτέρημά του το γεγονός ότι είναι νέος στην πολιτική και άγνωστος όπως εκείνοι, άφθαρτος όπως εκείνοι, φαινομενικά ασήμαντος όπως εκείνοι. Βεβαίως όσοι ξέρουν από πολιτική θα ήταν πολύ δύσπιστοι για να αναγνωρίσουν σαν ηγέτη τους και ηγέτη της χώρας έναν άνθρωπο γύρω στα 50 που παρακολουθούσε επί 30 τουλάχιστον χρόνια την αποσύνθεση της χώρας του και είτε δεν καταλάβαινε ότι επερχόταν η καταστροφή της είτε, αν το καταλάβαινε, δεν έκανε τίποτα για να συσπειρώσει έγκαιρα τους συμπολίτες του και να την αποτρέψειει. Περίμενε μόνο να έρθει αυτή η καταστροφή για να κάνει σε αυτές το σωτήριο κάλεσμά του.
Αυτές είναι όμως απλές «αντιφασούλες» μπροστά στο γεγονός ότι μόλις έκανε αυτό το κάλεσμα και μόλις μάζεψε κανά δυο εκατοντάδες από τα εκατομμύρια των μικρομεσαίων οι ναυαρχίδες των ΜΜΕ, δηλαδή η ιδεολογική και πολιτική καρδιά του παλιού σάπιου καθεστώτος, δηλαδή οι διαμορφωτές της πολιτικής συνείδησης των μαζών τον αγκάλιασαν και ανέλαβαν να κάνουν κατ αρχήν γνωστό το μήνυμά του και ταυτόχρονα να του δώσουν το πολιτικό κύρος που σε κανέναν αληθινό εχθρό του συστήματος δεν θα έδιναν. Αντίθετα αν μιλούσαν ποτέ πλατειά για έναν τέτοιο θα του έδιναν μόνο χλεύη και συκοφαντίες.
Εκεί που αποκαλύπτεται ότι δεν υπάρχει τίποτα από δημοκρατική συνδιαμόρφωση είναι ότι ο Θ. Τζ. πετάει σε μια πρώτη μικρή συσπείρωση οπαδών μια πλατφόρμα που δεν την κοινοποιεί πλατειά προς τα έξω για να συζητηθεί πρώτα σε όσους ανταποκριθούν στο πρώτο κάλεσμα του αρχηγού και μετά να πάει με τα πρώτα μέλη σε ένα συνέδριο και να την αποφασίσουν, αλλά την κοινοποιεί λέγοντας ότι είναι υπό διαμόρφωση. Με αυτόν τον τρόπο όποιος διαφωνεί ακόμα και σε βασικά σημεία της μπορεί να μπει μέσα στο κόμμα και αφού το μεγαλώσει και αφού έτσι δυναμώσει το ρεύμα του αρχηγού ο ίδιος θα μείνει μειοψηφία και θα εξοστρακιστεί.
Αλλά υπάρχουν σημεία πλατφόρμας σε ένα δημοκρατικό κόμμα που δεν μπαίνουν σε ψηφοφορία, σημεία που αφορούν στοιχειώδη δημοκρατικά πολιτικά δικαιώματα. Αυτά μόνο μεγάλοι φασίστες και φασιστικά κόμματα τολμάνε να τα γράφουν στα καταστατικά τους και που ακόμα και αν τα διαγράψουν κάτω από την καταγραυγή πρέπει για πάντα και αυτά τα ίδια και οι εμπνευστες τους να καταδικάζοται. Τέτοιες θέσεις έχει το κόμμα του Τζήμερου και αυτές δείχνουν ότι ο ουρανοκατέβατος τρόπος με τον οποιο εμφανίζεται δεν είναι απλά μικροαστικός δημαγωγικός, ούτε καν ακροδεξιός αλλά φασιστικός και έτσι εξηγείται το αγκάλιασμά του από το βαθύ καθεστώς.
Η πιο ξεδιάντροπα φασιστική, η πιο ωμή και η πιο αποκαλυτική από όλες τις προγραμματικές θέσεις που θέλει να επιβάλει αυτός ο ουρανοκατέβατος σωτήρας στην κοινωνία είναι η εξής: «
Κάθε κομματική δραστηριότητα σε χώρους Εκπαίδευσης (να) απαγορεύεται. Είναι η μάστιγα και το όνειδος της Ανώτατης Εκπαίδευσής μας… Όποιος μαθητής ή φοιτητής θέλει να ενταχθεί σε κόμμα, να πάει στην κομματική οργάνωση της γειτονιάς του. Μέσα στα πανεπιστήμια τα κόμματα δεν έχουν καμία δουλειά, δεν χρησιμεύουν στην ελεύθερη διακίνηση της σκέψης, αλλά στον εγκλεισμό και στην περιχαράκωσή της πίσω από κομματικά κιγκλιδώματα». Ο Θ. Τζήμερος πιάνεται από την απέχθεια του λαού στους τραμπουκισμούς των καθεστωτικών κομματικών στρατών στα πανεπιστήμια και αντί να τους καταγγείλει θέλει να απαγορεύσει γενικά την κομματική ζύμωση και δράση οπότε ουσιαστικά την πολιτική και τα κόμματα μέσα στο πανεπιστήμιο. Αυτό ούτε η χούντα δεν το έλεγε τόσο ωμά. Μα τα πανεπιστήμια, είναι ο κατ εξοχήν μαζικός χώρος πολιτικής ζύμωσης όχι μόνο των φοιτητών αλλά όλου του λαού. Όποιος δεν θέλει τα κόμματα στα Πανεπιστήμια δεν τα θέλει ούτε στα συνδικάτα, και τελικά ούτε στην κοινωνία γενικά. Αν κάποιος πετύχει να τα καταργήσει στα Πανεπιστήμια θα τα καταργήσει παντού. Βέβαια και οι σοσαλφασίστες έχουν σήμερα καταργήσει την πραγματική δημοκρατία στα Πανεπιστήμια αλλά τουλάχιστον δεν το έχουν κάνει καταστατικά ούτε και καθολικά και ο μόνος τρόπος με τον οποίο θα νικηθεί ο φασισμός τους είναι με το αίτημα της ελεύθερης πολιτικής ζύμωσης και δράσης όλων των κομμάτων με εξαίρεση μόνο των ανοιχτά ναζιστικών κομμάτων. Και λέμε με εξαίρεση αυτά γιατί μόνο αυτά αν παίρνανε την εξουσία θα επιβάλανε την κατάργηση της κομματικής έκφρασης και δράσης μέσα στα Πανεπιστήμια. Ο Τζήμερος είναι χειρότερος απ αυτούς γιατί απαιτεί την επίσημη κατάργηση όλων των κομμάτων στα πανεπιστήμια..Το ότι αυτή η κατάργηση είναι η πρόθεσή του Θ.Τ για τα κόμματα γενικά φαίνεται κι από αλλού.
Γράφει πχ στο κεφάλαιο «Κόμματα» των θέσεων του κόμματος: <<Θεωρούμε αδιανόητο «να υπάρχει στην ελληνική Βουλή κόμμα που στο καταστατικό του αυτοπροσδιορίζεται (επί λέξει) ως: «επαναστατική οργάνωση εθελοντών ομοϊδεατών που αγωνίζεται για την ανατροπή του καπιταλισμού και την οικοδόμηση της σοσιαλιστικής-κομμουνιστικής κοινωνίας... καθοδηγείται από την κοσμοθεωρία του μαρξισμού-λενινισμού και τον προλεταριακό διεθνισμό. Εμπνέεται από τη μεγάλη Οχτωβριανή Σοσιαλιστική Επανάσταση...». Αυτό δεν είναι αντίθεση ενός ακραίου φιλελεύθερου στον κομμουνισμό, ή η αντίθεση στον κομμουνισμό ενός αστοδημοκράτη ανατολικής χώρας στις οποίες έχει μπερδευτεί η επαναστατική δικτατορία των κομμουνιστών εργατών με τη φασιστική δικτατορία των ψευτοκομμουνιστών. Στην Ελλάδα δεν υπήρξε ποτέ κρατική ψευτοκομμουνιστική δικτατορία και γιαυτό δεν διατυπώθηκε ποτέ μια τέτοια απαίτηση από δημοκράτες. Εδώ πρόκειται για κλασσική αντικομμουνιστική φασιστικού τύπου επίθεση σε κάθε πραγματικά επαναστατική αριστερά που την εκφράζουν άλλωστε το ίδιο έντονα η Χρυσή Αυγή, ο Στόχος κλπ αλλά και ένας τρόπος για τα ακροδεξιά κόμματα να μαζέψουν τους παλιούς φασίστες που έχουν αντίθεση σε κάθε σφυροδρέπανο και να τους βάλουν χωρίς τριβές στο ίδιο φιλορώσικο κανάλι στο οποίο ανήκει όπως θα δούμε παρακάτω και ο Τζήμερος. Είναι λοιπόν εντελώς φυσικό που ο Τζήμερος δεν θεωρεί καθόλου αδιανόητο το πραγματικά αδιανόητο και μάλιστα σε διεθνές επίπεδο, δηλαδή το να μπουν οι χρυσαυγίτες υμνητές του Χίτλερ στη Βουλή.
Αυτή η θέση δένει ωραιότατα με άλλες όπως είναι η απαγόρευση των πορειών στους δρόμους, με αντάλλαγμα να δίνονται πέντε λεπτά για να μιλάει όποιος από τους διαδηλωτές «έχει κάτι να πει» στην τηλεόραση. Δηλαδή ο Θ. Τζ. πιάνεται από τις επίσης φασιστικές και μισητές στο λαό πρακτικές της ψευτοαριστεράς, που κλείνει με το έτσι θέλω και διαρκώς τους πιο κεντρικούς δρόμους της πρωτεύουσας ακόμα και με 200 άτομα, για να απαγορεύσει το δικαίωμα του λαού να διαδηλώνει ειρηνικά ακόμα και με δεκάδες και εκατοντάδες χιλιάδες άατομα, δηλαδή να δείχνει ό ίδιος το δικό του πάθος, το δικό του όγκο και τη δικιά του συμμετοχή σε μια υπόθεση και όχι απλά τον εκπρόσωπό του στην τηλεόραση. Αυτό πάντως βολεύει ακριβώς τον Τζήμερο που έχει το δικαίωμα να μιλάει στην τηελόραση χωρίς όμως να μπορεί ακόμα να κάνει μια μαζική διαδήλωση.
Μια άλλη παγκόσμια καινοτομία αυτής της μορφής που θέλει να επιβάλει ο Τζήμερος είναι κατά την προεκλογική περίοδο να: «Απαγορεύεται, σε κόμματα και υποψηφίους να κάνουν αναφορές σε έντυπα, τηλεοπτικά, ή διαδικτυακά μηνύματα σε οποιοδήποτε άλλο κόμμα, εκτός από το δικό τους» για να αποφεύγεται τάχα ο «πόλεμος λάσπης»! Πονάει κεφάλι, κόβει κεφάλι…Ή αλλιώς κανείς δεν έχει δικαίωμα να κάνει κριτική στον κάθε Τζήμερο και να τον αποκαλύπει σε μια περίοδο κατά την οποία όλοι ενδιαφέρονται για την πολιτική, δηλαδή στην προεκλογική περίοδο και όταν ο καθένας ξέρει ότι δεν υπάρχει καλύτερη ανάδειξη θέσεων παρά μέσα από την αντίθεση. Ουσιαστικά αυτή η θέση που σημαίνει απαγόρευση της πολιτικής, αν επικρατήσει στη διάρκεια των εκλογών θα επεκταθεί εύκολα και μετά τις εκολογές. Επίσης σύμφωνα με το πρόγραμμα Τζήμερου «κλείνει αμέσως» (προσέξτε το ύφος: ούτε πρέπει να κλείσει, ούτε θα κλείσει, «κλείνει αμέσως»!) το κανάλι της Βουλής λόγω «σκανδαλωδών εξόδων» και «αδιαφανούς λειτουργία». Όμως μια καλή κυβέρνηση θα μπορούσε και να εξυγιάνει ένα κρατικό κανάλι και να το κάνει φτηνότερο. Η εξήγηση που μας ταιριάζει με τα παραπάνω είναι ότι το κανάλι πέρα από το ότι είναι γενικά προοδευτικό στο μορφωτικό του περιεχόμενο είναι πολύτιμο ιδιαίτερα για τις εξαιρετικά αποκαλυπτικές και διαφωτιστικές συνεδριάσεις των Επιτροπών της Βουλής και γενικά της Βουλής. Ειδικά το να μην καλύπτονται τηλεοπτικά οι πρώτες είναι πολιτικό χτύπημα γιατί πραγματικά σε αυτές ακούγονται συνήθως οι πιο εμπεριστατωμένες και πιο πολύπλευρες τοποθετήσεις ειδικών και κάθε εμπλεκόμενου φορέα σχετικού με το αντικείμενο. Μόνο ένας σκοταδιστής και ορκισμένος αντικοινοβουλευτικός θα ήθελε μια τέτοια κατάργηση.
Αλλά δεν σταματάνε εκεί οι απαγορεύσεις του Θ. Τζήμερου. Έτσι στις θέσεις του κόμματος στο κεφάλαιο «Βουλή – Κυβέρνηση» διαβάζουμε: «Κανένας δεν μπορεί να είναι υποψήφιος βουλευτής αν δεν έχει συμπληρώσει τουλάχιστον 5 χρόνια εργασίας σε οποιονδήποτε – μη πολιτικό – χώρο». Δηλαδή δεν έχουν όλοι οι πολίτες εξίσου το δικαίωμα του εκλέγεσθαι ανεξάρτητα από την κοινωνική τους δράση, επάγγελμα, κλπ, δηλαδή δεν μπορεί να αποφασίζει ο πολίτης-ψηφοφόρος τι θα κάνει με τον κάθε υποψήφιο και το παρελθόν του αλλά θα το αποφασίσει η Βουλή μιας κυβέρνησης Τζήμερου και μερικοί σύμμαχοί της που θα μπορούν να αλλάξουν το σύνταγμα. Αλλά αν καταργηθεί σε ένα είδος πολίτη το δικαίωμα να εκλέγεται (σε αυτόν που δεν έχει δουλέψει 5 χρόνια βιοποριστικά), αύριο θα καταργηθεί και σε κάποιους άλλους το δικαίωμα να εκλέγουν. Πάει στράφι το καθολικό δικαίωμα ψήφου.
Η αληθινή ιδεολογική φυσιογνωμία του Τζήμερου που ερμηνεύει όλον αυτό τον κοινοβουλευτικό αντικομματισμό προδίδεται από την εξής αναφορά στην επίσημη ιστοσελίδα του κόμματος στο «ποιοι είμαστε»: «Θα κάνουμε τα πάντα για να ενώσουμε τα ρυάκια μας σε ένα ποτάμι που θα ορμήσει στους «στάβλους του Αυγεία» της πολιτικής ζωής και θα καθαρίσει την κόπρο της μεταπολίτευσης». Για «κόπρο της μεταπολίτευσης» μιλάνε μόνο οι χουντικοί και κάθε άλλος φασίστας. Αυτή η φράση, ιδιαίτερα εφόσον πουθενά στο πρόγραμμά του και στους λόγους του ο Θ. Τζ. δεν καταγγέλλει τη χούντα, σημαίνει αυτόματα ότι πριν τη μεταπολίτευση, δηλαδή επί χούντας δεν υπήρχε καμία κόπρος προς εκκαθάριση. Αυτή η στάση συναντιέται κι αλλού όπως σε αυτήν την απάντηση που έδωσε ο Θ. Τζ.στο tvxs για το πως αυτοπροσδιορίζεται βάσει των παραδοσιακών ιδεολογικών χώρων, δηλαδή αν είναι αριστερός, δεξιός η κεντρώος. Δήλωσε λοιπόν ότι η η «Δημιουργία Ξανά» είναι το κόμμα της «κοινής λογικής» που δεν πηγαίνει προς τα δεξιά ή προς τα αριστερά, αλλά «μόνο μπροστά», δηλαδή δεν τοποθετείται μέσα στο πολιτικό ιδεολογικοπολιτικό φάσμα αλλά έξω από αυτό και ενάντια σε αυτό καθώς την υπεράσπιση κάποιας ιδεολογίας τη χαρακτηρίζει σαν «πρόσχημα προσοδοθηρίας», δηλαδή ιδιοτελή. Αυτού του είδους η ενοχοποίηση κάθε πολιτικής ιδεολογίας χαρακτηρίζει έντονα το φασισμό.
Ενώ όλα όσα αναφέραμε ως τώρα φτάνουν για να κατατάξουν πολιτικο-ιδεολογικά αυτό το κόμμα δεν φτάνουν να να εξηγήσουν την εύνοια των ΜΜΕ σε αυτό. Γι αυτό χρειάζεται μια ακόμα ιδιότητα που είναι η ρωσοφιλία. Κι αυτή είναι στη θέση της, απλά φροντιζει να μην φαίνεται καθώς ήδη ο άγνωστος Θ. Τζ. γίνεται αποδεκτός από τη Δύση σαν ευρωπαίος φιλελεύθερος. Μάλιστα προφανώς χάρη στους δεσμούς του με τον «παλιό σάπιο πολιτικό κόσμο» κατάφερε στα γρήγορα και συναντήθηκε με τον αρχηγό της ομάδας των φιλελεύθερων στο Ευρωκοινοβούλιο, τον Γκυ Φερχόφσταντ. Όμως κρυμμένο στα χύμα σημεία των πολιτικών του θέσων μπορεί να βρει και το διαβατήριο του κάθε πολιτικής ανόδου : Μετά τις διαβεβαιώσεις λοιπόν ότι πρέπει η χώρα να είναι οπωσδήπτε στο ΝΑΤΟ και στην ΕΕ δηλώνεται εκεί η θέση ότι
«Η εθνική μας αυτοτέλεια επιβάλει την διεύρυνση των σχέσεων με αναδυόμενες χώρες όπως η Κίνα, η Ινδία και κυρίως η Ρωσία η οποία έχει στην περιοχή στρατηγικό ρόλο και σε πολλές περιπτώσεις συγκλίνοντα συμφέροντα. (οι υπογραμμίσεις δικές μας). Αμέσως παρακάτω δηλώνεται : «Θεωρούμε τις σχέσεις με τις ΗΠΑ, οι οποίες πάντοτε έχουν ειδικό βάρος στην περιφέρεια μας, ως στρατηγικής σημασίας αλλά ισοβαρείς. Οφείλουμε σε κάθε περίπτωση να αποδεικνύουμε ότι τα συμφέροντα τους μπορούν να ταυτισθούν με τα δικά μας». Δηλαδή ενώ η σύγκλιση με τη Ρωσία του Πούτιν, του σφαγέα της Τσετσενίας και διαμελιστή της Γεωργίας, είναι δεδομένη «σε πολλές περιπτώσεις», σε ότι αφορά τις ΗΠΑ αυτές πρέπει κάθε φορά να αποδεικνύουν «ότι τα συμφέροντα τους μπορούν να ταυτισθούν με τα δικά μας» για να είναι «ισοβαρής» η σχέση.Κι επειδή γνωρίζει καλά ότι σε μια τέτοια σύγκλιση και μάλιστα στενή, κάποιοι μέσα στις κυβερνήσεις των μεγάλων κομμάτων και μέσα στο στρατό αντιτίθενται, ζητάει οι επιλογές του ΚΥΣΕΑ να επικυρώνονται από την Επιτροπή εξωτερικών και Άμυνας της Βουλής «με πλειοψηφία τουλάχιστον των 3/5 των παρόντων προκειμένου να εξασφαλίζεται διακομματική συναίνεση».
Αλλά διακομματική συναίνεση τέτοιου εύρους σημαίνει έγκριση και των ρωσόδουλων κομμάτων, δηλαδή ψευτοΚΚΕ-ΣΥΝ-ΔΗΜΑΡ-ΛΑΟΣ, που σημαίνει η Ρωσία θα έχει βέτο στο ΚΥΣΕΑ, δηλαδή στην επιλογή της ηγεσίας των ενόπλων δυνάμεων ενώ ως τώρα την έκαναν οι γενικά ευρωπαιόφιλες δυνάμεις που ήταν ισχυρές στις κυβερνήσεις των δύο μεγάλων κομμάτων αλλά και μέσα στο στρατό. Στο σημείο αυτό ο Θ. Τζ. που ήθελε να πετάξει έξω από τη Βουλή τα «επαναστατικά» κόμματα ζητάει συναίνεση με όλους.
Η πολιτική του για την παιδεία είναι κατά τα άλλα ο σκοταδισμός και η καλλιέργεια του εθνορατσιστικού μύθου περί λαών που έτρωγαν βαλανίδια όταν οι έλληνες μεγαλουργούσαν. Έτσι προτείνει να μπει η διδασκαλία των αρχαίων στο δημοτικό ώστε σαν λαός να γνωρίζουμε τι λέμε, και να μην καταντήσουμε σαν αυτούς τους απόκληρους λαούς που δεν έχουν αρχαία και δεν μπορούν να ξέρουν τι λένε… Αυτή κι αν είναι μεταρρύθμιση!
Ακόμα ένα από τα καθήκοντα του Θ. Τζήμερου είναι να βάλει στη φυλακή τους υπουργούς και γι’ αυτό θέλει να καταργήσει για πάντα την παραγραφή των αδικημάτων για τους υπουργούς. Αυτή είναι η πρώτη ανάγνωση της καθεστωτικής διακομματικής θέσης για «κάθαρση» μόνο που φαίνεται απλά πιο τραβηγμένη. Στην πραγματικότητα πρόκειται για τη δυνατότητα εξόντωσης ανά πάσα στιγμή και για πάντα οποιουδήποτε ηγετικού πολιτικού στελέχους ενοχλεί το βαθύ καθεστώς.
Πρέπει ωστόσο να τη διαβάσεις και δεύτερη φορά για να δεις κι εδώ ότι η «ευθύνη υπουργών» λειτουργεί προσχηματικά για την κατάλυση βασικών δικαιωμάτων και των απλών πολιτών. Έτσι η ουσία για την κατάργηση της παραγραφής είναι ότι
για τους απλούς πολίτες οι πράξεις κακουργηματικού χαρακτήρα δεν θα παραγράφονται ποτέ. Ο χρόνος της παραγραφής έχει τεθεί ως τώρα για να υπάρχει μια ασφάλεια στον πολίτη, ότι δεν θα βρεθεί να διώκεται είκοσι χρόνια μετά την τέλεση του εγκλήματος (η παραγραφή στα κακουργήματα είναι εικοσαετής), συνήθως με βάση κάποια αμφισβητήσιμη μετά από αυτό το διάστημα μαρτυρία οποιουδήποτε θέλει να τον ταλαιπωρήσει, και για να μην σέρνεται για πάντα μία δίωξη μέσα στις δικαστικές αίθουσες χωρίς να βγαίνει ποτέ απόφαση. Αλλά στην «καθαρή» κοινωνία του Τζήμερου τέτοιες πολυτέλειες δεν επιτρέπονται. Τώρα αν κάποιος νομίζει ότι είναι ασφαλής λόγω του ότι έχει ήδη γίνει παραγραφή έχει και γι’ αυτόν φροντίσει ο Τζήμερος, να καταργήσει τα δικαστήρια και την πολύπλοκη δικονομία και όλη την παραφιλολογία για τα δικαιώματα του κατηγορουμένου. Αυτόν τον πολίτη θα τον παραλάβει μία επιτροπή «προσωπικοτήτων» που θα αποφασίζουν να αποδώσουν δικαιοσύνη για τη «διαλεύκανση αμφιλεγομένων θεμάτων της ελληνικής ιστορίας». Υποθέτουμε ότι πρόκειται για αναμόχλευση υποθέσεων τύπου φάκελλος Κύπρου ή όπου θα στιγματίζονται διάφοροι «προδότες», «υπονομευτές του έθνους και του δημόσιου συμφέροντος» κ.λπ και θα τιμωρούνται αναλόγως με τις εκάστοτε καθεστωτικές θέσεις στα «αμφιλεγόμενα θέματα». Αυτή η επιτροπή θα είναι ο ορισμός της εθνοφασιστικής βίας σε βάρος ανθρώπων για τις πολιτικές θέσεις τους.Τώρα τι θα γίνει με αυτόν τον τύπο που τον τσάκωσε το σύστημα της μη παραγραφής του Θ. Τζήμερου, ή έστω το «παλαιό» σύστημα της δικαιοσύνης;
Η θέση του εξαρτάται από το βαθμό παραβατικότητας του. Μόνο αν έχει υποπέσει μία φορά σε παράπτωμα θα αποτελέσει για την πολιτεία η φυλάκιση μέσο σωφρονισμού. Σε διαφορετική περίπτωση, από δεύτερη φορά και πάνω, αυτός στιγματίζεται σα «μίασμα», του αξίζει καταναγκαστική εργασία και αν την αρνηθεί πάει για τον καιάδα. Έτσι:
«Δημιουργούνται δύο είδη φυλακών: οι σωφρονιστικές για όσους έχουν παραπέσει σε παράπτωμα για πρώτη φορά και οι ποινικές για τους κατ’ εξακολούθηση εγκληματίες κατά της ζωής και της περιουσίας. Ο ρόλος των δεύτερων δεν θα είναι ο θεωρητικός και εκ των πραγμάτων ανέφικτος στόχος της επανένταξης στην κοινωνία των εγκληματιών αλλά η προστασία της κοινωνίας από τη δράση τους. Κατά τη διάρκεια της κράτησής τους δεν θα μπορούν να παίρνουν άδειες. Θα εργάζονται ώστε μέσω των κερδών της εργασίας τους να καλύψουν μέρος της ζημίας που προκάλεσαν. Εάν αρνηθούν την εργασία, οι συνθήκες κράτησής τους θα είναι ανάλογες».Αυτή η κοινωνία του Θ. Τζήμερου δεν είναι καθόλου κοινωνίας της δημιουργίας, της παραγωγής, της ανάπτυξης και κυρίως δεν είναι καθόλου δημοκρατική. Πρόκειται για ένα φασιστικό ρωσόφιλο κατασκεύασμα με ψευτο-αναπτυξιακά πυροτεχνήματα που θέλει να εγκλωβίσει τους φίλους της παραγωγικής ανάπτυξης της χώρας και να τους κατευθύνει προς το φασισμό. Το ότι δεν θέλει ανάπτυξη ο Τζήμερος αποδεικνύεται από το ότι υποστηρίζει μόνο το μικρομεσαίο κεφάλαιο και όχι την ανάπτυξη των μεγάλων μονάδων σε όλους τους τομείς της οικονομίας, ότι δίνει τη μεγαλύτερη έμφαση στον τουρισμό ενώ δεν μιλάει πουθενά για βαριά βιομηχανία. Με λίγα λόγια έχει όλη τη ρώσικη πλατφόρμα για τους μικροαστούς. Αν τους πιάσει πάνω στον τρόμο, την απελπισία και τον πανικό τους να αναζητάνε ως συνήθως έναν ευγενικό σωτήρα εξολοθρευτή των κακών, και καταφέρει να τους ξεγελάσει θα έχουμε μια άσχημη εξέλιξη. Χρειάζεται από τώρα η πολιτική του απομόνωση κι αυτό θα επιτευχθεί σε ένα βαθμό με το να βγει στο φως η κρυμμένη του πλατφόρμα.