Δύο εκλογικές μάχες μέσα σε τρεις μήνες
ήταν ένα τεράστιο βάρος και ένας άθλος για τις δυνάμεις της ΟΑΚΚΕ. Έπρεπε
και οι δύο να δοθούν και ήταν και οι δύο νικηφόρες. Η ΟΑΚΚΕ μεγάλωσε μέσα
από αυτές το εύρος της απεύθυνσής της στο λαό, έκανε πιο γνωστή τη γραμμή
της, αύξησε την εκλογική της δύναμη και δυνάμωσε το κύρος της. Ένα από
τα τιμήματα που πληρώσαμε για όλα αυτά ήταν ότι σε συνδυασμό με τα άλλα
μέτωπα πάλης δεν μπορέσαμε να βγάλουμε την εφημερίδα ανάμεσα στο Μάρτη
και τον Ιούνη. Έτσι τώρα στο ίδιο άρθρο, θα σχολιάσουμε τα εκλογικά αποτελέσματα
και των δύο αναμετρήσεων.
Σε ότι αφορά το γενικό πολιτικό αποτέλεσμα:
Και στις δυο εκλογές το αποτέλεσμα κρίθηκε
από τη διάθεση του κόσμου να φύγει από την εξουσία το ΠΑΣΟΚ. Επειδή οι
δυο αναμετρήσεις ήταν κοντά και η ΝΔ δεν έχει ακόμα προλάβει να διαψεύσει
τις ελπίδες των ψηφοφόρων της, το ζήτημα για τους τελευταίους ήταν να
αναδείξουν και ύστερα να σταθεροποιήσουν με σαφήνεια την κυβέρνηση της
ΝΔ. Από την άλλη πλευρά αποδείχτηκε εξίσου καθαρά ότι το ΠΑΣΟΚ εξακολουθεί
να είναι το κατ’ εξοχήν καθεστωτικό κόμμα. Γιατί μόνο ένα τέτοιο θα μπορούσε
να αντέξει χωρίς μια συντριβή στις ευρωεκλογές την ήττα του Μάρτη και
τις εσωτερικές εκκαθαρίσεις και την οργανωτική διάλυση που προωθεί ο νέος
του αρχηγός. Ταυτόχρονα αποδείχθηκε και στις δυο εκλογές, ιδιαίτερα στις
δεύτερες, ότι για τις μάζες η μόνη άλλη πολιτική που υπάρχει ενάντια στο
ένα από τα δυο μεγάλα κόμματα είναι το άλλο. Είναι προς τιμήν αυτού του
λαού ότι παρόλο που έχει ποτιστεί με χρόνια ολόκληρα σοσιαλφασιστικής
προπαγάνδας, ιδιαίτερα στην εξωτερική πολιτική, αρνείται πεισματικά να
διοχετεύσει με μαζικό τρόπο τη δυσαρέσκειά του στο ψευτοΚΚΕ και στον ΣΥΝ
ή ακόμα και στην κλασική ακροδεξιά μετάφραση των δύο αυτών, που είναι
το ΛΑΟΣ. Αυτό αποδεικνύεται ακόμα πιο καθαρά στις ευρωεκλογές όπου δεν
υπάρχει ισχυρό το δίλημμα του ποιο από τα δυο μεγάλα κόμματα θα είναι
στην εξουσία. Οι άνθρωποι του ψευτοΚΚΕ και του ΣΥΝ κλαίγονται πάντα για
το δικομματισμό που τους αφαιρεί τάχα τη δύναμη στις βουλευτικές. Όμως
στις ευρωεκλογές αποδεικνύεται ότι το πολιτικό πρόβλημα της χώρας δεν
είναι ο δικομματισμός, δηλαδή η φαινομενικά ανεξήγητη εμμονή του λαού
να διαλέγει ανάμεσα στα δυο μεγάλα κόμματα, αλλά η εύκολα εξηγήσιμη εμμονή
του να μην αποθέτει τη μοίρα του στα δυο μικρά. Γιατί στις ευρωεκλογές
δεν κρίνεται άμεσα το ζήτημα της πολιτικής εξουσίας οπότε εύκολα θα μπορούσαν
να ψηφιστούν τα δυο μικρά κόμματα. Εδώ φαίνεται πόσο ο κόσμος δεν τα εμπιστεύεται.
Δεν τα εμπιστεύεται γιατί είναι γεμάτα έπαρση, αξιώνουν να γίνουν πολιτικοί
ρυθμιστές πατώντας στις πλάτες των δυο μεγάλων κομμάτων τα οποία ταυτόχρονα
κατηγορούν, έχουν το ανεξίτηλο στίγμα της υποστήριξης των ανατολικών φασισμών
και το κυριότερο είναι μισητά σε όποιον επιμέρους χώρο, δήμο, συνδικάτο
έχουν πάρει εξουσία. Στην πραγματικότητα η βασική αιτία του δικομματισμού
βρίσκεται στο ότι το τετρακομματικό πολιτικό καθεστώς δεν επιτρέπει στις
μικρότερες τάσεις της αστικής τάξης ή και της μικροαστικής ή και της εργατικής
να έχουν πολιτική φωνή και πολιτική εκπροσώπηση. Τα εργαλεία αυτής της
απαγόρευσης είναι βασικά δύο, η φίμωση μέσω του πολιτικού έλεγχου της
τηλεόρασης και το όριο του 3% για την εκπροσώπηση στη Βουλή.
Βέβαια αυτή η σωτήρια επιμονή των μαζών δεν έχει άπειρη αντοχή. Γιατί
χρόνο με το χρόνο και εκλογές με εκλογές η δύναμη των σοσιαλφασιστών και
φασιστών αυξάνεται γιατί αυξάνεται ανάλογα η δύναμή τους μέσα στα δυο
μεγάλα κόμματα, ιδιαίτερα μέσα στην καραμανλική ΝΔ. Αυτή η τελευταία γίνεται
όλο και περισσότερο ο χώρος συνάντησης της γραμμής του ψευτοΚΚΕ και εκείνης
της κλασσικής ακροδεξιάς τύπου Ψωμιάδη και Καρατζαφέρη. Αλλά πέρα από
αυτή την πολιτική διείσδυση της γραμμής του στα δυο μεγάλα κόμματα η άνοδος
του σοσιαλφασισμού ευνοείται εξαιρετικά και από την άρνηση των δυτικόφιλων
αστών μέσα και στα δύο κόμματα να αμυνθούν στοιχειωδώς στην αδίστακτη,
γεμάτη ψέματα και ορμητική δημαγωγία του. Στις ευρωεκλογές αυτή η δημαγωγία
και αυτή η έλλειψη αντίστασης φτάνουν στο πιο ψηλό σημείο τους και το
πιο αντιευρωπαϊκό από τα δύο κόμματα, το ψευτοΚΚΕ δυναμώνει πολύ περισσότερο
από όσο στις βουλευτικές. Αυτό έγινε και το 1999 και σήμερα. Γιατί δεν
υπάρχει πιο εύκολο έδαφος για τον αντιευρωπαϊσμό από το να συγκεντρώνει
τα πυρά του σε μια Ευρώπη που βρίσκεται έξω από την άμεση εμπειρία των
μαζών και την οποία εμφανίζει να διοικεί τη χώρα ενώ τη διοικεί ο ίδιος.
Δηλαδή οι σοσιαλφασίστες κατηγορούν την ΕΕ για πράγματα για τα οποία δεν
φταίει αυτή, αλλά οι ίδιοι. Έτσι έχουμε αυτή τη μικρή, αλλά ανησυχητική
άνοδο του συμμαχικού αντιευρωπαϊκού δίπολου ψευτοΚΚΕ-Καρατζαφέρη. Ειδικά
αυτή η άνοδος είναι ισχυρή σε αυτό που ονομάζουμε αριστερά γιατί όσο η
Ευρώπη εμφανίζεται να είναι το καθεστώς, και αυτό το υποστηρίζουν και
τα 4 κόμματα, τόσο φαίνεται ότι η πιο αντικαθεστωτική και πιο επαναστατική
γραμμή είναι η αντιευρωπαϊκή. Αν λοιπόν σε αυτή τη γενική άνοδο του σοσιαλφασισμού
δεν συμμετέχει ο ΣΥΝ αυτό δεν οφείλεται στην αντιευρωπαϊκή του γραμμή,
αλλά αντίθετα ακριβώς στο ότι αυτή η γραμμή του είναι κρυμμένη και φαίνεται
σαν φιλοευρωπαϊκή. Ο ΣΥΝ υποφέρει από τον εισοδισμό του και τις ασταμάτητες
μεταμφιέσεις του που τον κάνουν να χάνει πάντα όταν οι πόλοι μιας αντιπαράθεσης
είναι καθαροί. Όταν δηλαδή το ψευτοΚΚΕ είναι τόσο αντιευρωπαϊκό μόνο μια
καθαρά και μαχητικά φιλοευρωπαϊκή γραμμή θα μπορούσε να το αντιμετωπίσει
και να το νικήσει.
Τα δύο εκλογικά αποτελέσματα της ΟΑΚΚΕ
Η ΟΑΚΚΕ και οι μικροαστοί ριζοσπάστες
Το εκλογικό αποτέλεσμα της ΟΑΚΚΕ μπορεί
κάθε φορά να εκτιμηθεί σε συσχετισμό με εκείνο των υπόλοιπων μικρών σε
δύναμη πολιτικών κομμάτων και ρευμάτων, ιδιαίτερα των πιο σταθερών ανάμεσα
σε αυτά. Αναφερόμαστε ιδιαίτερα σε κόμματα σαν το ΜΕΡΑ, τα μλ, το ΣΕΚ
(Αντικαπιταλιστική Συμμαχία) και την ΑΣΚΕ. Αυτά είναι κόμματα που στην
κορυφή τους εκπροσωπούν τη ριζοσπαστική μικροαστική τάξη, ιδιαίτερα τμήματα
της μικροαστικής γραφειοκρατίας του δημοσίου και το φοιτητικό υποπρολεταριάτο
των μελλοντικών άνεργων ή υποψήφιων για μια θέση στο δημόσιο. Το χαρακτηριστικό
του ριζοσπαστικού μικροαστισμού είναι η δίψα του για κοινωνική άνοδο που
δεν μπορεί πια να γίνει μέσα από την οικονομία, που είναι μπλοκαρισμένη
από την αστική τάξη, αλλά μόνο μέσα από τη συμμετοχή αυτών των στρωμάτων
στην πολιτική εξουσία και από κει στην κρατική μηχανή. Αυτή η άνοδος δεν
μπορεί παρά να προϋποθέτει μια κρίση του αστικού πολιτικού κόσμου και
του κράτους και αυτήν την επιδιώκουν με κάθε τρόπο αυτά τα στρώματα. Την
ίδια κρίση από την πλευρά του σοσιαλιμπεριαλισμού την επιδιώκουν το ψευτοΚΚΕ
και ο ΣΥΝ. Αυτά τα δυο τελευταία παίζουν τον ενεργό, τον ηγεμονικό ρόλο
σε επίπεδο γραμμής και πολιτικής δράσης, ενώ οι μικροαστοί ριζοσπάστες
που δεν έχουν δικιά τους συγκροτημένη εικόνα του κόσμου και ακόμα περισσότερο
πολιτική ανεξαρτησία, τους ακολουθούν δουλικά κρατώντας για τον εαυτό
τους μόνο μια σχετική οργανωτική ανεξαρτησία. Οι λόγοι που κάνουν τους
μικροαστούς ριζοσπάστες να μην προσχωρούν στο ψευτοΚΚΕ και τον ΣΥΝ (αν
και κατά καιρούς το επιδιώκουν) είναι δύο. Από τη μια ξέρουν από την πείρα
των συμμαχιών τους με αυτά, ότι εκεί μέσα θα ποδοπατηθούν από τα ήδη εγκατεστημένα
ηγετικά σώματα και ότι δεν θα έχουν ούτε πολιτικό, ούτε κοινωνικό μέλλον.
Από την άλλη βλέπουν ότι αυτά τα κόμματα συνεργάζονται στον ένα ή στον
άλλο βαθμό με την παλιά αστική τάξη και επιδιώκουν να καταλάβουν την κρατική
εξουσία σε συμμαχία με τμήματα της. Οι μικροαστοί ριζοσπάστες αυτό το
θεωρούν προδοσία γιατί τους φράζει το δρόμο στην πολιτική εξουσία και
για αυτό καταγγέλλουν τους σοσιαλφασίστες για ρεφορμιστές, ενώ οι ίδιοι
ονομάζουν τον εαυτό τους επαναστάτες. Στην πραγματικότητα οι ίδιοι δεν
είναι λιγότερο ρεφορμιστές με την έννοια ότι και αυτοί δεν θέλουν την
καταστροφή του κράτους, αλλά την κατάληψή του όπως ακριβώς και οι σοσιαλφασίστες.
Για την ακρίβεια από πολιτική άποψη είναι εξίσου αστοί πραξικοπηματίες
όσο και οι σοσιαλφασίστες γιατί αυτή την κατάληψη την θέλουν εξ εφόδου
και με βία πάνω στις μάζες και πάνω στον αστικό δημοκρατισμό. Είναι χαρακτηριστικό
ότι αντίθετα με τους μαρξιστές που βλέπουν ότι όσο πιο πολλές παραγωγικές
δυνάμεις παίρνει στα χέρια του το κράτος, τόσο περισσότερο καταπιέζει
τους πολίτες, αυτοί θέλουν το κράτος να παίρνει στα χέρια του όσες περισσότερες
παραγωγικές δυνάμεις μπορεί. (Από εκεί η συμμαχία τους με τους σοσιαλιμπεριαλιστές
ενάντια στον νεοφιλελευθερισμό). Αυτή η επαναστατική φρασεολογία των ριζοσπαστών
μικροαστών παρασύρει σε επίπεδο ψηφοφορικής βάσης μερικά ριζοσπαστικά
τμήματα του προλεταριάτου, κυρίως του μη βιομηχανικού, που δεν έχουν καμιά
επαφή ή ελάχιστη με τον επαναστατικό μαρξισμό.
Η ΟΑΚΚΕ που στη θεωρία και στην πράξη βρίσκεται σε απόλυτη αντίθεση με
αυτά τα ρεύματα δεν θα μπορέσει να αναπτυχθεί αν δεν υπερκεράσει σε οργανωτική
δύναμη και κυρίως δεν συντρίψει πολιτικά μέσα στους εργάτες και την επαναστατική
διανόηση αυτά τα αντιδραστικά, ακροδεξιά ρεύματα που προαναφέραμε. Η σχέση
της λοιπόν με αυτά εξακολουθεί να έχει μεγάλη σημασία.
Σε αυτό λοιπόν το επίπεδο οι ψήφοι που πήρε η ΟΑΚΚΕ τον Μάρτη και τον
Απρίλη μιλάνε για μια νίκη και στις δυο αναμετρήσεις. Τον Μάρτη η ΟΑΚΚΕ
είχε τη μεγαλύτερη άνοδο σε σχέση με όλα αυτά τα κόμματα. Ενώ η ΟΑΚΚΕ
δηλαδή αύξησε τους ψήφους της σε σχέση με το 2000 κατά 86%, αυτά τους
αύξησαν κατά μέσο όρο κατά 25%. Επίσης η ΟΑΚΚΕ έχει το μεγαλύτερο ποσοστό
αύξησης από κάθε άλλο κόμμα ανάμεσα στο Μάρτη του 2004 και τον Ιούνη του
2004, δηλαδή είχε αύξηση κατά 150% περίπου ( με εξαίρεση το ΜΛΚΚΕ που
φουσκώνει στις ευρωεκλογές τρεφόμενο με τους ψήφους του ΚΚΕμλ που κάνει
πάντα αποχή, και μετά ξαναξεφουσκώνει στις βουλευτικές). Αυτά τα αποτελέσματα
δείχνουν ότι η ΟΑΚΚΕ έχει τη μεγαλύτερη δυναμική ανόδου σε σχέση με τους
αντιπάλους της. Αυτό φαίνεται πιο πολύ στις βουλευτικές εκλογές όπου κρίνεται
ο “σκληρός” ψηφοφορικός πυρήνας κάθε κόμματος.
Η ξαφνική “δημοκρατία” του Μάρτη, η φίμωση στις ευρωεκλογές και το αντιευρωπαϊκό
ρεύμα
Αν και αυτό είναι το βασικό και είναι αυτό
που μας κάνει να μιλάμε για νίκη της ΟΑΚΚΕ και στις δύο εκλογές, δεν θα
πρέπει να αφήσουμε έξω από την ανάλυσή μας τη διαπίστωση ότι σε σχέση
με τις ευρωεκλογές του 1999 η ΟΑΚΚΕ είχε στις ευρωεκλογές του 2004 όση
αύξηση είχαν και τα παραπάνω κόμματα. Φαινομενικά μάλιστα η ΟΑΚΚΕ φαίνεται
να έχει και μικρότερη αύξηση δηλαδή γύρω στο 15% ενώ αυτά φαίνεται να
έχουν κατά μέσο όρο γύρω στο 20%. Στην πραγματικότητα αυτή η διαφορά οφείλεται
σε ένα πολύ μερικό και τοπικό φαινόμενο. Οφείλεται στο ότι το 1999 η ΟΑΚΚΕ
είχε πάρει στη Ροδόπη 553 ψήφους ενώ το 2004 πήρε 215. Αυτή η “έκρηξη”
του 1999 οφείλεται στο ότι για μια στιγμή μια πολιτική τάση της τούρκικης
μειονότητας διαμαρτυρόμενη για τη στάση ειδικά του ΣΥΝ απέναντι της ψήφισε
ΟΑΚΚΕ. Αυτή η τάση γενικά βλέπει με συμπάθεια την ΟΑΚΚΕ και το Ουράνιο
Τόξο δεν έχει όμως ακόμα αυτονομηθεί πολιτικά αφού όπως όλη η καταδιωκόμενη
και σε επισφαλή θέση μειονότητα ψηφίζει συνήθως το ένα ή το άλλο από τα
4 κόμματα για να μπορεί κάπως να εκπροσωπείται πολιτικά. Αν δεν λογαριαστεί
αυτό το παροδικό φαινόμενο τότε η αύξηση των ψήφων της ΟΑΚΚΕ βρίσκεται
επίσης γύρω στο 20%.
Πρέπει ωστόσο να απαντηθεί γιατί δεν είχαμε μεγαλύτερο ποσοστό αύξησης
από αυτά τα κόμματα σε σχέση με το 1999 σύμφωνα με την τάση των βουλευτικών
εκλογών.
Εκτιμάμε ότι η μεγάλη αύξηση στις βουλευτικές του Μάρτη για την ΟΑΚΚΕ
ήταν σε μεγάλο βαθμό αποτέλεσμα της υποστήριξης της πολιτικής της γραμμής
και από ένα νέο ρεύμα ψηφοφόρων πιο πλατύ από εκείνο που την ψήφιζε ως
τώρα. Η ΟΑΚΚΕ ουσιαστικά μίλησε για πρώτη φορά πλατειά στο λαό το Μάρτη
του 2004 γιατί μόνο τότε μπόρεσε να αναπτύξει και σε στοιχειωδώς ικανοποιητική
έκταση τις θέσεις της μέσα από τις 2 ωριαίες εκπομπές της κρατικής τηλεόρασης.
Όλες τις προηγούμενες φορές η ΟΑΚΚΕ μιλούσε για 5 λεπτά ως 15 λεπτά για
να αναπτύξει συνοπτικά όλες τις γενικά κόντρα στο ρεύμα θέσεις της. Το
αποτέλεσμα ήταν λίγοι πρωτοπόροι αντιεθνικιστές και αντισοσιαλφασίστες
να καταλαβαίνουν αυτό το υπερσυμπυκνωμένο κείμενό της ΟΑΚΚΕ και να την
υποστηρίζουν. Αυτό το πρόβλημα δεν το είχαν ποτέ τα μικροαστικά κόμματα
που απλά επαναλαμβάνανε τα λόγια όλου του πολιτικού καθεστώτος, ιδιαίτερα
του ψευτοΚΚΕ, οπότε δεν είχαν ούτε έχουν μεγάλη ανάγκη χρόνου. Το Μάρτη
λοιπόν του 2004 που μίλησε η ΟΑΚΚΕ ήταν φυσικό να έχει μια ξεχωριστή απήχηση
και μια ξεχωριστή άνοδο σε σχέση με τα μικροαστικά ρεύματα γιατί κατάφερε
να εκφράσει τη γραμμή της με διεξοδικό και κατανοητό τρόπο, ενώ εκείνα
μηρύκαζαν τις γνωστές θέσεις του ψευτοΚΚΕ. Κι αυτό όχι μόνο γιατί είχε
περισσότερο χρόνο, αλλά γιατί είχε βρει και τον τρόπο να μιλήσει πλατειά
πάνω στις εμπειρίες και στις πολιτικές αντιλήψεις των μαζών. Για πρώτη
φορά η ΟΑΚΚΕ κατάφερε να κάνει κατανοητή τη γραμμή της αν και αυτή συνέχισε
να βρίσκεται κόντρα στο ρεύμα στο καθοριστικό ζήτημα του κρυμμένου κύριου
εχθρού. Στις ευρωεκλογές η ΟΑΚΚΕ φιμώθηκε ακριβώς εξαιτίας της επιτυχίας
της το Μάρτη και νομίζουμε εξαιτίας της φιμώθηκαν και τα μικροαστικά κόμματα.
Τι συνέβη ακριβώς.
Το καθεστώς αποφάσισε να δώσει πολύ χρόνο το Μάρτη σε όλους τους μικρούς
για να ενισχύσει τους μικρούς κνίτες. Αυτό το σχετικό τους δυνάμωμα το
χρειάζεται το ψευτοΚΚΕ. Γιατί όσο το ίδιο ανεβαίνει στην εξουσία δεν μπορεί
να κακομεταχειρίζεται τα άλλα κομμάτια της αστικής τάξης, δηλαδή να εκβιάζει
κυβερνήσεις κλείνοντας δρόμους, μπουκάροντας σε υπουργεία, σε πρυτανείες
κλπ, ιδιαίτερα σε βάρος της συμμάχου του ΝΔ. Χρειάζεται λοιπόν τους μικροαστούς
για να κάνουν τις βρωμοδουλειές που δεν μπορεί να κάνει το ίδιο. Για αυτό
τους θέλει πιο δυνατούς, ιδιαίτερα θέλει πιο δυνατό το μόνο με συνέπεια
σοσιαλφασιστικό από τα μικροαστικά κόμματα, το ΜΛΚΚΕ. Παραχωρώντας αυτό
το χρόνο σε όλους τους “μικρούς” το Μάρτη το καθεστώς πήρε το ρίσκο κάποιας
“παράπλευρης απώλειας” από την ΟΑΚΚΕ, αλλά από το παρελθόν θα εκτίμησε
ότι η ΟΑΚΚΕ δεν θα έβρισκε τον τρόπο να μιλήσει πειστικά στις μάζες. Όμως
η ΟΑΚΚΕ βρήκε το δρόμο και η εμφάνισή της έγινε αντικείμενο ζυμώσεων που
ξεπερνούσαν κατά πολύ τις 2000 ψήφους της. Πραγματικά τα τηλεφωνήματα
και οι εντυπώσεις που μας έφτασαν για αντιδράσεις ανθρώπων άγνωστων σε
μας μιλούσαν για μια μεγάλη συζήτηση σε πρωτοπόρους δημοκρατικούς και
αριστερούς κύκλους σχεδόν αποκλειστικά για τις συγκεκριμένες θέσεις της
ΟΑΚΚΕ. Πιστεύουμε ότι έτσι εξηγείται κυρίως το γιατί στις εκλογές του
Ιούνη η τηλεόραση έκλεισε ξανά στους μικρούς και άνοιξε μόνο λίγο για
να περάσει το ΜΛΚΚΕ και τα άλλα δυο-τρία νέα καλυμμένα κνίτικα ρεύματα
(Γυναίκες, Πράσινοι κλπ). Πάντως πιστεύουμε ότι το καθεστώς θα σκέφτηκε
και τη φίμωση του Ουράνιου Τόξου που κατέβηκε μόνο στις ευρωεκλογές.
Αλλά η φίμωση της ΟΑΚΚΕ στις ευρωεκλογές ήταν για αυτήν πολύ πιο δυσμενής
από τα κνίτικα ρεύματα που επίσης φιμώθηκαν μαζί της (ΜΕΡΑ, ΑΣΚΕ, Αντικαπιταλιστική
Συμμαχία). Γιατί η ΟΑΚΚΕ δεν ήταν δυνατόν να υπερασπίσει σε 5 λεπτά και
σε ένα σποτ τη μαχητική θέση της υπέρ της Ευρώπης αφού, όπως είπαμε, το
ρεύμα μέσα σε αυτό που θεωρείται αριστερά ακόμα και σε επίπεδο βάσης κυριαρχείται
από τον αντιευρωπαϊσμό. Από την άλλη πλευρά ήταν πιο δύσκολο τον Ιούνη
από όσο τον Μάρτη να υποστηρίξει κανείς τη θέση ότι ο κύριος εχθρός των
λαών είναι ο ρωσοκινεζικός άξονας την ώρα που όλα τα κανόνια της διεθνούς
προπαγάνδας του άξονα ουρλιάζανε ασταμάτητα για τα βασανιστήρια στο Ιράκ.
Νομίζουμε γι αυτούς τους λόγους ότι ακόμα και οι 5090 ψήφοι αποτελούν
σε μεγάλο ποσοστό μια αντανάκλαση της νίκης του Μάρτη.
Εποχή ανάπτυξης του αντισοσιαλφασιστικού αγώνα και της ΟΑΚΚΕ
Όμως όποια και να είναι η απώλεια αυτή
σε ψήφους η γραμμή της ΟΑΚΚΕ έχει πια βαθύνει σαν αντισοσιαλφασιστική
με μια Ρωσία που πραγματικά φαίνεται όλο και πιο πολύ σαν υπαρκτός εχθρικός
παράγοντας και στη διεθνή ζωή και στα ελληνικά ζητήματα. Επίσης όλο και
περισσότερο η ΟΑΚΚΕ πιάνει τα εσωτερικά ζητήματα που είναι μέσα στην άμεση
εμπειρία των μαζών, ειδικά των εργατών: οικονομική κρίση, αποβιομηχάνιση,
διαφθορά, νέα ολιγαρχία, τετρακομματική αυταρχική διακυβέρνηση.
Αν η ΟΑΚΚΕ δεν μπορούσε να μιλήσει τον Μάρτη και η φίμωσή της συνεχιζόταν
είναι σίγουρο ότι τον Μάρτη δεν θα ξεφεύγαμε πολύ από τους ψήφους των
βουλευτικών του 2000 με εξαίρεση την περιοχή της Αθήνας-Πειραιά όπου η
αφίσα άρχισε να διαμορφώνει ένα όλο και πιο πλατύ πολιτικό κοινό, πράγμα
που φάνηκε με το μεγάλο ποσό ψήφων στις βουλευτικές εκλογές στην Αθήνα.
Όμως ο Μάρτης και ο Ιούνης απέδειξαν ότι έτσι κι αλλιώς έχουμε μπει σε
μια φάση ανάπτυξης γιατί η ΟΑΚΚΕ έχει πια μια μαζική πολιτική γραμμή που
φτάνει να γίνει γνωστή για να κερδίσει όλη την πρόοδο. Ακόμα και αν ο
σοσιαλφασισμός μας κλείσει τελείως τις διόδους προς τα ΜΜΕ δεν μπορεί
να εμποδίσει την διάδοση της εφημερίδας μας και το Ίιντερνετ, ούτε, ακόμα
περισσότερο την ζωντανή προπαγάνδα. Στην πραγματικότητα αυτό που μας μένει,
αυτό που πρέπει να κάνουμε είναι πιο σταθερή δουλειά στην έκδοση της εφημερίδας
και πιο σταθερή δουλειά για το στήσιμο και ανάπτυξη κομματικών οργανώσεων
παντού όπου οι παλιοί φίλοι της οργάνωσης σταθεροποιούνται και νέοι έρχονται
σε επαφή μαζί μας. Χτίζουμε πια σε μια νέα βάση. Όλοι οι φίλοι μας από
τα πέτρινα χρόνια, τα χρόνια της μεγάλης πολιτικής μοναξιάς πρέπει να
κινητοποιηθούν σε αυτό το στόχο. Οι δύο εκλογικές μάχες πρέπει να γίνουν
βάση για μια νέα πολιτική και οργανωτική εξόρμηση.
|