Η
οξυμένη εκκλησιαστική σύγκρουση Βαρθολομαίου–Χριστόδουλου ήταν στην
ουσία της μια εξόχως πολιτική σύγκρουση. Η ανατροπή του στάτους
κβο στις σχέσεις ελληνικής εκκλησίας και Πατριαρχείου με ευθύνη
της πρώτης έχει να κάνει με τον “ορθόδοξο άξονα” Χριστόδουλου-Αλέξιου
(επίσκεψη του πρώτου στη Μόσχα το Μάη του 2001) και την κυριαρχία
του απέναντι στον ανεξάρτητο από τη Μόσχα και γενικά ευρωπαιόφιλο
Βαρθολομαίο. Πρόκειται στο βάθος για μια λεπτομέρεια στο σχέδιο
της πραγματοποίησης του παλιού ονείρου του τσαρισμού να αναδειχτεί
η ρώσικη εκκλησία σε κέντρο της Ορδοθοξίας, όνειρο που κανείς δεν
κρύβει σήμερα στη Μόσχα.
Από το 1998 που ο Χριστόδουλος γίνεται αρχιεπίσκοπος κάποιοι από
τους μητροπολίτες των “ Μητροπόλεων Νέων Χωρών”, των περιοχών δηλ.
που ενσωματώθηκαν στο ελληνικό κράτος μετά τους Βαλκανικούς Πολέμους
του 1912, μνημόνευσαν αντί του Βαρθολομαίου το Χριστόδουλο σαν “άρχοντα”
των μητροπόλεων τους. Τον περασμένο Ιούλη χηρεύει η θέση της μητρόπολης
Θεσσαλονίκης και ο ίδιος ο Χριστόδουλος πια μνημονεύει τον νεκρό
Παντελεήμονα σαν “ιεράρχη της αυτοκέφαλης εκκλησίας της Ελλάδας”.
Αυτή ήταν η αφορμή για να ξεσπάσει η εντεκάμηνη εκκλησιαστική κρίση.
Ο Πατριάρχης επικαλέστηκε την τήρηση της “Πατριαρχικής και Συνοδικής
Πράξης του 1928” που δίνει την πνευματική διοίκηση των “Νέων Χωρών”
στο Φανάρι, διέπει τις σχέσεις μεταξύ των δύο πλευρών και περιλαμβάνεται
στο ελληνικό Σύνταγμα. Ζητάει λοιπόν, σύμφωνα με την πράξη αυτή,
να του αποσταλεί ο κατάλογος των υποψήφιων για τις μητροπόλεις Θεσσαλονίκης
και Ελευθερουπόλεως για να τον εγκρίνει. Ο Χριστόδουλος αρνείται,
επικαλείται το αυτοκέφαλο της ελληνικής εκκλησίας για να σύρει πίσω
του τον ελληνικό σοβινισμό και νομικά τον Καταστατικό Χάρτη της
Εκκλησίας που επίσης συμπεριλαμβάνεται στο Σύνταγμα. Αυτή είναι
η μορφή της σύγκρουσης γιατί για παράδειγμα στο παρελθόν η αποστολή
καταλόγου στο Οικουμενικό Πατριαρχείο είχε στην πράξη καταργηθεί.
Υπήρχε απλώς μια ενημέρωση και συμφωνία για κάθε κενή θέση μητρόπολης
που παρουσιαζόταν. Επίσης το ίδιο ίσχυσε και για τη μητρόπολη Σερρών
πιο πρόσφατα.
Τα πραγματικά αίτια της σύγκρουσης βρίσκονται στη γεωπολιτική χρήση
της Ορθοδοξίας από το Κρεμλίνο και την ηγεμονία του Αλέξιου απέναντι
στον Βαρθολομαίο. Η σύγκρουση ανάμεσα τους εκδηλώθηκε με βία όταν
οι εκκλησίες της Εσθονίας και της Ουκρανίας, μετά την ανεξαρτητοποίηση
των δύο χωρών, ζήτησαν το αυτοκέφαλο τους και κατέφυγαν στο Φανάρι
για να υπαχθούν εκκλησιαστικά σε αυτό και έτσι να αποφύγουν τη ρώσικη
κηδεμονία.
Ο Χριστόδουλος έκανε την ακριβώς αντίθετη κίνηση σε μέτωπο με τη
ρώσικη εκκλησία για να απομονώσει το Οικουμενικό Πατριαρχείο. Σύμφωνα
με το άρθρο του Δ. Καπράνου στην Καθημερινή, στις 14.10.2003,
“H δυσαρέσκεια του Πατριαρχείου έγινε εντονότερη όταν, στην
Kρήτη, κατά τη διάρκεια διορθοδόξου συνεδρίου, το Φανάρι επεχείρησε
να “περάσει” διάταξη στο υπό κατάρτιση (τότε) Eυρωπαϊκό Σύνταγμα,
με την οποία θα διασφαλιζόταν η πρωτοκαθεδρία του στην Oρθοδοξία.
H διάταξη, όμως, δεν στηρίχθηκε από την Eκκλησία της Eλλάδος
(και της Pωσίας) και δεν πέρασε! Aκολούθησε η προσπάθεια
του κ. Xριστόδουλου να μεσολαβήσει για την επίλυση της κρίσεως μεταξύ
της (σχισματικής) Eκκλησίας των Σκοπίων και αυτής της Σερβίας. H
προσπάθεια του Aρχιεπισκόπου να αναδειχθεί σε διορθόδοξη -και παρεμβαίνουσα-
προσωπικότητα, έφερε το Πατριαρχείο “στα όρια της οργής”, τα οποία
ξεπέρασε, όταν ο κ. Xριστόδουλος αποφάσισε να ιδρύσει (έχει αυτό
το δικαίωμα και επιπλέον η Eλλάς είναι χώρα–μέλος της E.E.) Γραφείο
της Eκκλησίας της Eλλάδος στις Bρυξέλλες, όπου λειτουργούσε ήδη
Γραφείο του Oικουμενικού Πατριαρχείου. Aκολούθησε η ίδρυση
Γραφείου της Eκκλησίας της Pωσίας!”
(σημ. οι υπογραμμίσεις είναι δικές μας)
Σύμφωνα με τα παραπάνω στοιχεία ο Χριστόδουλος λειτουργεί σαν δίαυλος
της Μόσχας για να ανατραπούν τα πρωτεία του Βαρθολομαίου που αντικειμενικά
αντιστέκεται και καθυστερεί την ρώσικη προέλαση. Λειτουργεί δηλ.
σαν κρίκος της αλυσίδας των ρωσόδουλων ηγεσιών του τετρακομματικού
καθεστώτος που σέρνουν τη χώρα στο Κρεμλίνο. Μόνο με την κάλυψη
αυτού του καθεστώτος μπόρεσε να προχωρήσει σε σύγκρουση με το Βαρθολομαίο
Η κάλυψη δόθηκε με την γραμμή της “ουδετερότητας” που ήταν ουσιαστικά
υπέρ του Χριστόδουλου μια που αυτός είχε πίσω του ένα ολόκληρο κράτος,
κυριαρχία στα ΜΜΕ και άμεση επαφή με την κοινή γνώμη.
Η άλλη πλευρά βρίσκεται στο έδαφος μιας ξένης χώρας χωρίς κρατική
και πολιτική κάλυψη και γι΄ αυτό οι αναφορές στον “τούρκο πατριάρχη”
εφευρέθηκαν για να χτυπηθεί ο Βαρθολομαίος. Το κωμικό στοιχείο στην
υπόθεση είναι ότι αυτή η προπαγάνδα χρησιμοποιήθηκε ακριβώς την
ώρα που οι άνθρωποι της Ρωσίας στην Ελλάδα προωθούν “σχέσεις φιλίας”
με την Τουρκία του ισλαμιστή Ερντογάν.
Στην πρώτη φάση της όξυνσης τον Οκτώβρη του 2003 ήταν για άλλη μια
φορά ο μοιραίος εθνικιστής Έβερτ που δήλωσε ότι πρέπει να επανέλθουν
οι μητροπόλεις των “Νέων Χωρών” στην εκκλησία της Ελλάδας αντί του
Πατριαρχείου για “εθνικούς λόγους”, ακολουθούμενος από τον Μητσοτάκη.
Με τον Καραμανλή και τους Σημίτη- Γ.Παπανδρέου να τηρούν στάση αυστηρής
ουδετερότητας. Ο καταμερισμός ρόλων της ρώσικης ορχήστρας επέβαλε
τότε ο ΣΥΝ να κλίνει προς τον Βαρθολομαίο και το ψευτοΚΚΕ μέσω της
Λ. Κανέλλη “η οποία ως χριστιανή ορθόδοξη συντάχθηκε με τις
απόψεις της Αρχιεπισκοπής, όπως άλλωστε έκανε και ο πρόεδρος του
ΔΗΚΚΙ Δ. Τσοβόλας” (Επενδυτής, 25-26/10/03). Είναι εκείνον
τον Οκτώβρη που ταυτόχρονα ο Βαρθολομαίος δέχεται την επίθεση της
Μόσχας. Κάτω από την αιγίδα του Οικουμενικού Πατριαρχείου οι Ορθόδοξες
εκκλησίες διεξάγουν διάλογο με το Ευρωπαϊκό Λαϊκό Κόμμα. “Ο
διευθυντής του γραφείου του Πατριαρχείου Μόσχας στην ΕΕ κ. Ιλαρίων
απαίτησε να απαλειφθούν από το τελικό κείμενο οι αναφορές για την
πρωτεύουσα θέση του Οικουμενικού Πατριαρχείου, γιατί –όπως είπε-“όλοι
στην Ευρώπη έχουμε ίσα και ίδια δικαιώματα” (Βήμα, 18/10/03).
Η δεύτερη φάση της όξυνσης γίνεται τον Απρίλη 2004. Έχει μεσολαβήσει
το Κυπριακό όπου η Ρωσία με το βέτο της εμποδίζει το Συμβούλιο Ασφαλείας
να εγκρίνει την συγκεκριμένη εκδοχή του σχεδίου Ανάν που απορρίφθηκε
στο δημοψήφισμα-φάρσα. Έχει επίσης προηγηθεί η επίσκεψη Χριστόδουλου
στην Παπαρήγα και τον Κωνσταντόπουλο. Ο πρώτος προχωρά στην εκλογή
των τριών μητροπολιτών (Θεσσαλονίκης, Ελευθερουπόλεως, Κοζάνης)
μετά την δήλωση του κυβερνητικού εκπροσώπου, Θ. Ρουσόπουλου, ότι
η πολιτεία δεν πρέπει “να αναμιγνύεται στα εσωτερικά της εκκλησίας”
και ότι “θα εφαρμόσει τους νόμους” δηλ. θα επικυρώσει με προεδρικά
διατάγματα την εκλογή αυτή. Με την ίδια γραμμή της “μη επέμβασης”
τάσσεται και το ψευτοΚΚΕ . Ο Χριστόδουλος δηλώνει αγέρωχος: “Οι
Νέες Χώρες είναι αναπόσπαστο τμήμα της Εκκλησίας της Ελλάδος”.
Ο Γ. Παπανδρέου καλεί να μεσολαβήσει η κυβέρνηση επιμένοντας στη
γραμμή της υποτιθέμενης ουδετερότητας όπως και ο ΣΥΝ. Ο Πατριάρχης
κινείται αποφασιστικά, με συνοδική απόφαση διακόπτει τις σχέσεις
με τον Χριστόδουλο και τον βάζει σε απομόνωση απειλώντας να άρει
την Πράξη του 1928 και να διεκδικήσει τα δικαιώματα του.
Στις 12 Μάη γίνεται γνωστό ότι ήδη από τις 7 του μήνα έχουν φτάσει
στην Αθήνα δυο επιστολές, του πατριάρχη Μόσχας Αλέξιου και του μητροπολίτη
Σμολένσκ Κύριλλου (δεύτερου στην ιεραρχία και υπεύθυνου του τμήματος
εξωτερικών σχέσεων με τις άλλες εκκλησίες) που στηρίζουν τον Χριστόδουλο
απέναντι στο Βαρθολομαίο.
Μπροστά σ΄ αυτή την τρομακτική κίνηση ο Καραμανλής για να μην εκτεθεί
εγκαταλείπει τη γραμμή της “μη ανάμειξης” και ορίζει την υπουργό
Παιδείας και Θρησκευμάτων, ευρωπαιόφιλη Μαριέτα Γιαννάκου Κουτσίκου
σαν εκπρόσωπο του για να ξεκινήσει διαπραγματεύσεις με τις δύο πλευρές
και να πετύχει συμβιβασμό.
Αυτό επιτυγχάνεται αργότερα με ήττα του Βαρθολομαίου που παίρνει
την αναγνώριση της Πράξης του ΄28 από την ελληνική εκκλησία και
το κράτος όμως εκείνος με τη σειρά του αναγνωρίζει την πραγματικότητα
που επέβαλε ο Χριστόδουλος μονομερώς, δηλαδή την εκλογή των μητροπολιτών
από το Χριστόδουλο. Επίσης η απόφαση της 6ης Νοεμβρίου 2003 της
Ιεράς Συνόδου, με την οποία αμφισβητείται η Πράξη του 28, δεν αλλάζει
δίνοντας την ευχέρεια στο Χριστόδουλο να τη χρησιμοποιήσει στο μέλλον
όπως θέλει.
Ο μητροπολίτης Σμολένσκ Κύριλλος (που διατηρεί στενές σχέσεις με
το Χριστόδουλο) στέλνει λίγο μετά τα μέσα Μάη που εξομαλύνεται η
σύγκρουση δύο επιστολές στον Βαρθολομαίο “σχετικά με την παρερμηνεία…
της επίσημης θέσης του Πατριαρχείου Μόσχας”. Όπως σημειώνει όμως
ο Θ. Τσάτσης στην Ελευθεροτυπία, 4/6/04 ο ίδιος ο Κύριλλος στο δεύτερο
κείμενο του αμφισβητεί το Φανάρι “Στην περίπτωση κατά την οποία
ο αρχιεπίσκοπος Χριστόδουλος τεθεί υπό την κρίση δικαστηρίου, η
Ρώσικη Ορθόδοξη Εκκλησία δεν θα θεωρήσει τη δίκη νόμιμη και έχουσα
κανονική ισχύ, αν δεν τηρηθούν δύο όροι: -Η δίκη πρέπει να κινηθεί
από τη Σύνοδο των Επισκόπων της Εκκλησίας της Ελλάδος.
-Όλες οι κατά τόπους Ορθόδοξες Εκκλησίες πρέπει να πάρουν μέρος
σ΄ αυτή”.
Στην πραγματικότητα πρόκειται για μια προειδοποίηση να μην προχωρήσει
ο Βαρθολομαίος σε νέα μέτρα εναντίον του Χριστόδουλου γιατί θα βρεθεί
αντιμέτωπος με τη Μόσχα. Έχουμε λοιπόν μια προσωρινή “ειρήνη” αναγκαία
για να προετοιμάσει τα νέα επεισόδια του μελλοντικού πολέμου. Παρά
τις παλιές του αμαρτίες, ιδιαίτερα τη στήριξη του επεκτατισμού και
της εθνοκάθαρσης που πραγματοποίησε στις αρχές του αιώνα το ελληνικό
κράτος σε βάρος των σλαβικών μακεδονικών πληθυσμών, το Οικουμενικό
Πατριαρχείο στέκεται σήμερα εμπόδιο στα σχέδια του Κρεμλίνου κι
αυτός είναι ένας πολύ καλός παράγοντας στις διεθνείς εξελίξεις.
|