Συνήθως κατηγορούν την ΟΑΚΚΕ ότι ανακαλύπτει υπερβολικά πολλούς πράκτορες της Ρωσίας στις δυτικές καγκελαρίες. Ωστόσο εμείς μέχρι στιγμής δε θυμόμαστε κάποια περίπτωση που λαθεμένα να χαρακτηρίσαμε πράκτορα κάποιον από αυτούς τους προέδρους και πρωθυπουργούς. Μάλιστα σε μια από αυτές τις περιπτώσεις, αυτή του γερμανού καγκελάριου Σρέντερ,
η απόδειξη του πραχτόρικου ρόλου του υπήρξε παταγώδης με την τοποθέτησή του σαν προέδρου της γερμανικής Gazprom, αφού Gazprom σημαίνει το ανώτερο εργαλείο της ρώσικης εξωτερικής πολιτικής και η ενεργειακή εξάρτηση της Γερμανίας είναι το κέντρο αυτής της πολιτικής. Αντίθετα σε τουλάχιστον δύο περιπτώσεις η ΟΑΚΚΕ άργησε να καταλάβει ότι κάποιοι πρωθυπουργοί που θεωρούσε ευρωπαίους ήταν πράχτορες της Ρωσίας. Ο ένας ήταν ο Σημίτης και ο δεύτερος η Μέρκελ.
Αρχικά υποπτευθήκαμε τη Μέρκελ, ότι ήταν ένα από τα στελέχη μέσα από τα οποία η KGB σαν Στάζι έπαιζε το εισοδιστικό της παιχνίδι στη Δυτική Γερμανία, καθώς ήταν ένα στέλεχος της γερμανικής σοσιαλφασιστικής νεολαίας* που έγινε εκπρόσωπος της πρώτης εκλεγμένης ανατολικογερμανικής κυβέρνησης και από εκεί μετά την ενοποίηση το δεξί χέρι του Κολ, ενώ στη συνέχεια τον πρόδωσε και πήρε τη θέση του σαν αρχηγός του χριστιανοδημοκρατικού κόμματος. Είχαμε άλλωστε εκτιμήσει σε αρθρογραφία μας το 1989 πάνω στην ενοποίηση των δύο Γερμανιών ότι οι πράχτορες της Ρωσίας θα ξεχύνονταν στη Δ. Γερμανία και αντί να φάει η Δ. Γερμανία την Ανατολική όπως όλοι έλεγαν τότε, θα έτρωγε η Ανατολική τη Δυτική. Παρόλα αυτά τα στοιχεία, και παρόλο που βλέπαμε το ένα μετά το άλλο τα ρωσόδουλα στελέχη να ανεβαίνουν στις ηγεσίες των ΗΠΑ (Κλίντον, Ομπάμα), των ευρωπαϊκών χωρών και των οργάνων της ΕΕ, αρχίσαμε να θεωρούμε τη Μέρκελ μια ευρωπαία καθώς αντιστεκόταν πολύ περισσότερο από τους άλλους χριστιανοδημοκράτες πολιτικούς στη ρώσικη εξωτερική πολιτική. Ιδιαίτερα καθησυχαστήκαμε ύστερα από την αισχρή κατευναστική στάση της Δύσης απέναντι στο διαμελισμό της Γεωργίας και την προσάρτηση της Αμπχαζίας και της Οσετίας από τη Ρωσία, όπου η Μέρκελ έδειξε τουλάχιστον στα λόγια και στην αρχή στην πράξη την πιο καταγγελτική στάση. Τότε όμως ήταν το 2008 λίγο πριν από τις εκλογές του 2009 όπου η Μέρκελ προσπαθούσε με μια δεύτερη πρωθυπουργία να σταθεροποιήσει τη θέση της μέσα στα σχετικά πιο αντιρώσικα κομμάτια της γερμανικής αστικής τάξης που ακριβώς ήταν συγκεντρωμένα στο Χριστιανοδημοκρατικό κόμμα και ακόμα περισσότερο στους συμμάχους του τη Χριστιανοκοινωνική Ένωση της Βαυαρίας και το Κόμμα των Ελεύθερων Δημοκρατών. Αλλά και αργότερα δεν την πήραμε είδηση καθώς συγκρουόταν έντονα με τους σοσιαλδημοκράτες στο σημαντικό για την φάση ζήτημα των ευρωομολόγων.
Η πρώτη φορά που η Μέρκελ ήταν σε θέση να ξεδιπλώσει τη βαθιά πραγματική της γραμμή, ήταν μετά τις εκλογές του 2013 όπου ήρθε για τρίτη φορά στην εξουσία σε συμμαχία αυτή τη φορά μόνο με το φιλορώσικο και εξαιρετικά διαβρωμένο από πράκτορες σοσιαλδημοκρατικό κόμμα. Ακολούθησε με λίγα λόγια την ίδια τακτική που ακολουθεί ο πουλημένος αμυντικός σ’ ένα ποδοσφαιρικό αγώνα. Έπαιξε λυσσασμένα ενάντια στον Πούτιν για ενάμιση ημίχρονο και άφησε τη μπάλα να τινάξει τα δίχτυα στο τελευταίο τέταρτο. Βέβαια η πολιτική είναι αλλιώτικη από το ποδόσφαιρο. Στο ποδόσφαιρο όλο και κάποιοι φίλαθλοι θα βρεθούν να γιουχάρουν τον πουλημένο αμυντικό. Στην πολιτική, αν η “δουλειά” γίνει σωστά, ο αμυντικός μπορεί να μείνει αλώβητος. Αυτό συμβαίνει ως τώρα με τη Μέρκελ. Αυτή έχει φροντίσει να μην απομακρυνθεί ποτέ πολύ από τη γενική κατευναστική γραμμή της γερμανικής αστικής τάξης. Ακόμα και τώρα που έφτασε στο σημείο να πει, την ώρα της μεγαλύτερης ρώσικης πρόκλησης, που είναι η προσάρτηση της Κριμαίας και η πολύπλευρη εισβολή στην Ανατολική Ουκρανία, ότι “δίχως τη Ρωσία δεν υπάρχει εγγύηση ασφάλειας για την Ευρώπη” (20/11 στην Πολωνία), είχε κάλυψη από ένα ελεεινό μειοψηφικό ρεύμα κατευνασμού στο οποίο συμμετέχει τόσο ο Κολ όσο και ο Σμιτ. Όμως όταν το ίδιο το κορυφαίο όργανο των γερμανών βιομηχάνων φτάνει να υποστηρίζει με σθένος τα οικονομικά μέτρα της ΕΕ ενάντια στη Ρωσία τότε δεν υπάρχει αμφισβήτηση για το ότι η Μέρκελ δεν εκφράζει τη θέληση της γερμανικής αστικής τάξης. Το χαρακτηριστικό του καλού πράχτορα είναι ότι πρέπει να πατάει πάντα πάνω σε ένα πραγματικά αντιδραστικό ρεύμα και να το πηγαίνει λίγο πιο δεξιά την κρίσιμη στιγμή, δηλαδή να προσθέσει μια καίρια ποσότητα στην ήδη συσσωρευμένη ώστε το φαινόμενο να αλλάξει ποιοτικά. Όταν για παράδειγμα ο Μαρξ διαπίστωνε στα μέσα του δέκατου ένατου αιώνα ότι η τσαρική διπλωματία είχε παντού πράχτορες μέσα στις δυτικές καγκελαρίες σαν ένα πελώριο χταπόδι που το κεφάλι του ήταν στην Πετρούπολη και κατήγγειλε τον ίδιο τον πρωθυπουργό της Αγγλίας Πάλμερστον ότι ήταν ένα από αυτά τα πλοκάμια, δηλαδή ένας πράκτορας του τσάρου, έδινε την εξήγηση γι αυτό όχι τόσο στον ειδικό χαρακτήρα του Πάλμερστον αλλά στο ότι μπόρεσε να γίνει εκπρόσωπος ενός ισχυρού κομματιού της αγγλικής αστικής τάξης που ήταν η εμπορική αστική τάξη, η οποία ήθελε πάσει θυσία καλές σχέσεις με τη Ρωσία για να μπορεί να διεξάγει το εμπόριό της ιδιαίτερα το εμπόριο σιτηρών. Το ίδιο και η κάθε Μέρκελ, ο κάθε Ομπάμα, ο κάθε Κάμερον, ο κάθε Ρέτζι και ο κάθε Ορμπάν. Αυτοί πατάνε πάνω σε κείνα τα ρεύματα του δυτικού μονοπωλιακού κεφάλαιου που χρειάζονται άριστες σχέσεις με τις δύο μεγάλες νεοχιτλερικές χώρες, τη Ρωσία και την Κίνα, για να εξασφαλίζουν άμεση πρόσβαση στις παγκόσμιες αγορές του κεφάλαιου και των προϊόντων, ιδιαίτερα των πιο εξελιγμένων τεχνολογικά, καθώς και στους εθνικιστές της κάθε χώρας. Αυτή είναι η υλική βάση που επιτρέπει σε πράχτορες μιας υπερδύναμης σχετικά αδύναμης παραγωγικά αλλά πανίσχυρης διπλωματικά, στρατιωτικά και ενεργειακά σαν την Ρωσία να σέρνουν πίσω τους οικονομικά πολλαπλάσια ισχυρές ιμπεριαλιστικές και μη ιμπεριαλιστικές χώρες.
Αλλά για να περάσουμε στο θέμα μας ας παραθέσουμε τα πιο χαρακτηριστικά γεγονότα της τελευταίας διετίας που τουλάχιστον ξεκαθάρισαν σε μας τους ίδιους - που μπορούμε να δούμε πέρα από τη μύτη μας, γιατί δεν είμαστε μονοπωλιακό κεφάλαιο, ούτε εθνικιστές αλλά μαρξιστές σε μια μικρή και καταβασανισμένη απ’ το ρώσικο σοσιαλιμπεριαλισμό χώρα - ότι κάτι πολύ σάπιο συνέβαινε με την καγκελάριο Μέρκελ.
Το πρώτο και πιο χαρακτηριστικό απ’ όλα ήταν το ότι στις εκλογές του 2013 η Μέρκελ έκανε ό,τι μπορούσε για να συγκυβερνήσει όχι με το κόμμα των Ελεύθερων Δημοκρατών, που είχε συγγενείς θέσεις στα οικονομικά και που επίσης θα αποτελούσε τον πιο φυσικό σύμμαχο ενός ευρωπαϊκού κόμματος απέναντι στη ρώσικη διπλωματία και το ρώσικο ενεργειακό αποκλεισμό της Γερμανίας, αλλά με το Σοσιαλδημοκρατικό Κόμμα. Μιλάμε για το κόμμα εκείνο που απ’ όλους τους πόρους του αναβλύζει η ρώσικη γραμμή. Συγκεκριμένα η Μέρκελ κάλεσε στο δεύτερο γύρο των γερμανικών βουλευτικών εκλογών τους ψηφοφόρους του δικού της Χριστιανοδημοκρατικού κόμματος να μην ψηφίσουν σε καμιά περίπτωση τους Ελεύθερους δημοκράτες, δηλαδή να μην τους δώσουν ούτε καν το περίπου μισό τα εκατό που τους έλειπε για να μπουν στη Βουλή, αλλά να ψηφίσουν ξανά το δικό της κόμμα. Έδιωξε δηλαδή τον αντικειμενικά πιο στενό σύμμαχο του κόμματός της για να διαλέξει το κατ’ εξοχήν φιλορώσικο κόμμα για συγκυβέρνηση. Αυτή η απροσδόκητη αλλαγή συμμαχιών ήταν απαραίτητη για να μπορεί ο φιλορωσισμός της Μέρκελ στο ουκρανικό να καλύπτεται από τον ακόμα μεγαλύτερο του Στάινμαγερ, του υπουργού εξωτερικών που είναι από το σοσιαλδημοκρατικό κόμμα και υπήρξε δεξί χέρι του πράκτορα Σρέντερ και διάδοχός του στην ηγεσία του σοσιαλδημοκρατικού κόμματος.
Είναι αλήθεια ότι κι ο προηγούμενος υπουργός εξωτερικών της Μέρκελ που ήταν από το κόμμα των Ελεύθερων Δημοκρατών, ο Βεστερβέλε, συντάχθηκε πάντα με τη φιλορώσικη γραμμή στα ευρωπαϊκά ζητήματα αλλά τουλάχιστον δεχόταν μονίμως πυρά από το κόμμα του μέχρι που έπεσε από την ηγεσία του δίνοντας τη θέση του εκεί στον πιο ευρωπαϊστή Ρέσλερ. Νομίζουμε ότι χωρίς το δίδυμο Μέρκελ - Στάινμαγερ στην ηγεσία της Γερμανίας θα το σκεφτόταν δύο φορές ο Πούτιν να επιτεθεί στην Ουκρανία. Αλλά αφού στην Ουκρανία φανερώθηκε όσο ποτέ άλλοτε προηγούμενα το αληθινό πρόσωπο της Μέρκελ φωτίζονται και με άλλο τρόπο και εξηγούνται μερικές προηγούμενες χαρακτηριστικές κινήσεις της, ανεξήγητες αν την υπέθετε κανείς σαν μια φιλοευρωπαία και γερμανίδα μεγαλοαστή. Η πρώτη τέτοια κίνηση ήταν ο σθεναρός τρόπος με τον οποίο η Μέρκελ υποστήριξε το 2012 την Κίνα και το κινέζικο μονοπώλιο κατασκευής φωτοηλεκτρικών πάνελ που εφάρμοζε ξεδιάντροπα πολιτική ντάμπινγκ απέναντι στα γερμανικά και γενικότερα στα ευρωπαϊκά φωτοηλεκτρικά πάνελ. Αυτή η πολιτική οδηγούσε σε καταστροφή τη γερμανική βιομηχανία φωτοηλεκτρικών οπότε η Κομισιόν με επικεφαλής τον ευρωπαίο επίτροπο για το εμπόριο, τον βέλγο Ντε Γκούχτ προχώρησε σύμφωνα με τους κανονισμούς της ΕΕ στο εφαρμοζόμενο σε ανάλογες περιπτώσεις επίσημο μέτρο της “έρευνας για ντάμπινγκ” εκ μέρους της Κίνας κατά της γερμανικής βιομηχανίας φωτοηλεκτρικών”. Αν η έρευνα αποδείκνυε το ντάμπιγκ, πράγμα που ήταν ήδη σίγουρο, η ΕΕ θα αύξαινε τους φόρους εισαγωγής για τα κινέζικα φωτοηλεκτρικά. Να σημειώσουμε εδώ ότι δεν μιλάμε για το ντάμπιγκ που κάνει η Κίνα ενάντια σε όλες τις χώρες όπου η εργατική τάξη έχει κατακτήσει υποφερτούς μισθούς, με το να ξεφτιλίζει με την ωμή αντεργατική βία τα μεροκάματα και τις συνθήκες δουλειάς στην Κίνα και έτσι να φτηναίνει τα προϊόντα της όσο δεν μπορεί να το κάνει καμιά κάπως δημοκρατική χώρα. Μιλάμε για το επιπλέον ντάμπιγκ που κάνει η Κίνα με το να επιδοτεί με άμεση κρατική ενίσχυση, φορολογικές απαλλαγές και φτηνό δανεισμό την κινέζικη βιομηχανία φωτοβολταϊκών που έτσι έφτασε στο σημείο να τσακίσει σχεδόν όλες τις βιομηχανίες της Δύσης, ιδιαίτερα την πρωτοπόρα γερμανική.
Τότε η Μέρκελ ξεπουλώντας κυριολεκτικά τα συμφέροντα της γερμανικής βιομηχανίας παρατάχθηκε αμέσως και πριν και περισσότερο από κάθε άλλη ευρωπαϊκή χώρα με την κινέζικη κυβέρνηση που εκβίαζε την ΕΕ με γενικό οικονομικό πόλεμο και τελικά υποχρέωσε τον Ντε Γκούχτ και την Κομισιόν σε ταπεινωτική, μοναδική στα ευρωπαϊκά χρονικά, άτακτη υποχώρηση μπροστά στους απατεώνες και εκβιαστές, δηλαδή σε απόσυρση της έρευνας. Βέβαια και εδώ όπως και σε κάθε άλλο πλήγμα κατά της χώρας της η ανατολικογερμανίδα κρύφτηκε κυρίως πίσω από το επιχείρημα ότι τα φτηνά κινέζικα φωτοβολταϊκά ναι μεν θα χτύπαγαν κάποιες γερμανικές επιχειρήσεις αλλά θα έριχναν το κόστος της αντιρρυπαντικής τεχνολογίας, οπότε και της πράσινης ενέργειας στη Γερμανία. Αυτό σήμαινε ότι στην ουσία η πράσινη ενέργεια θα ήταν εκτός από όμηρος της Ρωσίας, όπως συμβαίνει με το ρώσικο φυσικό αέριο, και όμηρος της συμμάχου της Κίνας. Γιατί εδώ δεν πρόκειται για τα φωτοβολταϊκά πάνελ που συναρμολογούν οι τελικοί κατασκευαστές τους, πρόκειται για την πρώτη ύλη των πάνελ, πρόκειται δηλαδή για το ότι σε ένα ξαφνικό ρώσικο ενεργειακό εμπάργκο η Γερμανία και η Ευρώπη θα βρεθούν και έρμαια του ρωσοκινεζικού άξονα και στα φωτοβολταϊκά. Και όχι μόνο σε αυτά. Η Κίνα έχει καταφέρει να ελέγξει σε πολύ μεγάλο βαθμό και με τον αντίστοιχο τρόπο, την παραγωγή των ηλεκτρικών ανεμογεννητριών.
Το ότι ο βασικός στόχος της Μέρκελ είναι η ενεργειακή ασφυξία της Γερμανίας από τον ρωσοκινεζικό άξονα, αποδείχτηκε με τη στάση της στο ατύχημα της Φουκουσίμα, όπου δεν περίμενε λεπτό να καταλαγιάσει ο φόβος του γερμανικού πληθυσμού του ήδη αναστατατωμένου από την κατακλυσμική αντιπυρηνική φιλολογία δεκαετιών των οικολόγων και σοσιαλδημοκρατών, και πριν γίνουν γνωστές η αληθινή έκταση (πολύ μικρότερη από τις αρχικές εκτιμήσεις) και οι αιτίες του ατυχήματος, αποφάσισε να κλείσουν εσπευσμένα, δηλαδή μέχρι το 2022, όλοι οι εναπομείναντες πυρηνικοί σταθμοί παραγωγής ηλεκτρικής ενέργειας στη Γερμανία. Αυτό έγινε το 2011 στη δεύτερη πρωθυπουργία της Μέρκελ ενώ κιόλας από την πρώτη της αυτή είχε υποκύψει στην απαίτηση των οικο-”ρώσων” να αρχίσουν να κλείνουν σταδιακά όλοι οι πυρηνικοί σταθμοί και κανείς πια να μην χτιστεί. Αποδεικνύεται σήμερα ότι οι κάποιες κατά καιρούς θεαματικές αναφορές της κορυφαίας αυτής καγκεμπίτισας στον κίνδυνο ενεργειακής εξάρτησης της Γερμανίας από τη Ρωσία ήταν στάχτη στα μάτια των κάπως πιο οξυδερκών γερμανών μονοπωλιστών και κυρίως των πιο αδύναμων παραγωγικά ντόπιων βιομηχανικών αστών, που πραγματοποιούν σε αντίθεση με τους πρώτους το σύνολο της παραγωγής τους μέσα στην ίδια Γερμανία.
Αυτή δεν ήταν η πιο σημαντική φορά που η Μέρκελ πήρε το μέρος της Κίνας ή και κρύφτηκε πίσω από την Κίνα για να χτυπήσει την ΕΕ και τη χώρα που υποτίθεται τα συμφέροντά της εκπροσωπεί. Ήταν απλά η πιο αποκαλυπτική. Η πιο σημαντική ήταν όταν κόντρα στη πλειοψηφία των σημαντικότερων γερμανών οικονομολόγων -και εκείνων της κυβέρνησής της- ανάμεσα τους του υπουργού οικονομικών Σόυμπλε και του αρχηγού των ελεύθερων δημοκρατών Ρέσλερ, κόντρα και στη γερμανική κοινή γνώμη η Μέρκελ αποφάσισε το 2011 να στηρίξει την παραμονή της Ελλάδας στο Ευρώ αιτιολογώντας κυρίως τη στάση της με το ότι αυτή ήταν μια απαίτηση της Κίνας. Γι αυτό το λόγο προφανώς έκανε και το ταξίδι στην Κίνα την ώρα που οι ευρωπαϊκές ζυμώσεις γύρω από την παραμονή της Ελλάδας είχαν φτάσει το μάξιμουμ. Στην ουσία αυτή πρόβαλε σαν κάτι λογικό τον εκβιασμό της Κίνας ότι αν έφευγε η Ελλάδα από το Ευρώ και χρεωκοπούσε τότε θα χρεωκοπούσαν και άλλες χώρες του ευρωπαϊκού νότου, οπότε το Ευρώ θα κατέρρεε, οπότε η Κίνα θα ήταν υποχρεωμένη μπροστά σε ένα τέτοιο ενδεχόμενο να αποσύρει τα δανειακά της κεφάλαια από την Ευρωζώνη, δηλαδή να εκποιήσει τα τρις των ομόλογων ευρωπαϊκών κρατών που χρησιμοποιούσε σαν μέρος των πελώριων συναλλαγματικών της αποθεματικών. Χώρια από το ότι κάθε εκβιασμός πρέπει να καταγγέλεται και να αποθαρρύνεται και όχι να επιβραβεύεται με το να προσαρμόζει σε αυτόν μια χώρα την πολιτική της, ο συγκεκριμένος δεν ήταν καθόλου πειστικός, πρώτο γιατί δεν ισχύει το ντόμινο για το οποίο μιλάνε οι απανταχού ρωσόφιλοι και όλοι οι ανόητοι δυτικοί οικονομιστές οικονομολόγοι που θεωρούν εξίσου ευρωπαϊκό Νότο την Ελλάδα όσο και τις βιομηχανικές Ιταλία, Ισπανία και Ιρλανδία, οπότε μια ελληνική χρεωκοπία θα σημαίνει και δική τους και δεύτερο γιατί αν η Κίνα επιχειρούσε να πουλήσει τα ευρωπαϊκά χρεόγραφα πριν από μια κατάσταση ευρωπαϊκής χρεωκοπίας ή πάνω σε αυτήν θα ήταν η ίδια από τους πιο χαμένους, τρίτο γιατί το μόνο που μπορούσε να κάνει η Κίνα αν η Ελλάδα υποχρεωνόταν σε αποχώρηση θα ήταν να στηρίξει εκ των προτέρων πολιτικά και δανειακά την υπόλοιπη ΕΕ και όχι να την χτυπήσει, και τέταρτο γιατί αν το Ευρώ κατέρρεε πέρα από τα χρεώγραφά της Κίνας θα κατέρρεαν κυρίως οι εξαγωγές της στην Ευρώπη και θα οδηγιόταν η ίδια σε μια άνευ προηγουμένου κρίση. Εννοούμε ότι η Κίνα δεν ήταν σε θέση να εκβιάζει την Ευρώπη αλλά ήταν υποχρεωμένη να τρέχει πίσω από τις αποφάσεις της.
Στην πραγματικότητα η Μέρκελ καλύφθηκε πίσω από τη μεγάλη σύμμαχο της Ρωσίας Κίνα για να σώσει τη μοναδική χώρα της ΕΕ που σύσσωμο το πολιτικό της καθεστώς -και όχι απλά ένας πρωθυπουργός ή μια αστική φράξια- είναι ένα άνευ όρων πολιτικό, διπλωματικό και οικονομικό εισοδιστικό εργαλείο (και μάλιστα καταστροφικό εργαλείο) της ρώσικης υπερδύναμης μέσα στην Ευρωζώνη που είναι η καρδιά της ΕΕ. Βεβαίως αυτή η παραμονή της Ελλάδας στην Ευρωζώνη προσφέρει μοναδικής αξίας πολιτικοοικονομικές αποικιακές εξυπηρετήσεις και στην Κίνα, γι αυτό και αυτή έβαλε αυτό το σαθρό βέτο της για την Ελλάδα**.
Μπορεί κανείς να ισχυριστεί εδώ ότι εκτός από τη Μέρκελ και άλλοι μέσα στη γερμανική αστική τάξη θέλησαν τότε την Ελλάδα μέσα στο Ευρώ είτε γιατί δέχτηκαν τον κινέζικο εκβιασμό είτε γιατί πίστευαν, και πιστεύουν ακόμα, ότι χρεωκοπία της Ελλάδας σημαίνει χρεωκοπία της ΕΕ και καταστροφή του Ευρώ. Υπάρχουν επίσης και εκείνοι που πιστεύουν ότι η κυβέρνηση Σαμαρά-Βενιζέλου έχει κάνει βήματα πραγματικής προόδου στο δημοσιονομικό ενώ αυτός για να το πετύχει αυτό αποξέρανε και λεηλάτησε φορολογικά (με την άμεση φορολογία, με την καθυστέρηση κρατικών πληρωμών και με τους έμμεσους φόρους στην ενέργεια) όλο το παραγωγικό κεφάλαιο, καθώς και τις τραπεζικές καταθέσεις που ένα μέρος τους θα μετατρεπόταν σε παραγωγικό κεφάλαιο. Τα αποτελέσματα αυτής της παραγωγικής αφαίμαξης, θα φανούν σύντομα και στα δημοσιονομικά. Πάντως όσο παρακμασμένη και να είναι και όσο και απομακρυσμένη η οικονομολογία των δυτικών δανειστών από τα στοιχεία της πραγματικής οικονομίας, δηλαδή της παραγωγής, δεν μπορούμε να μην θεωρήσουμε ότι η φορολογική πολιτική της τρόικας στην Ελλάδα έχει μέσα της εκτός από το γενικό λάθος των δυτικών μονοπωλιστών και το συνειδητό σαμποτάζ. Δεν είναι δυνατό για παράδειγμα σε μια χρεωκοπημένη χώρα που μπορεί να σωθεί μόνο ανεβάζοντας την παραγωγή της και τις εξαγωγές της η Τρόικα να επιμένει σε υπερφορολόγηση της βαριάς βιομηχανίας, και ταυτόχρονα να αποδέχεται τις μοναδικά ψηλές τιμές της ενέργειας στη βαριά βιομηχανία και έτσι να τσακίζονται οι εξαγωγές της χαλυβουργίας και η Γερμανία να μην καταλαβαίνει τίποτα. Το ότι επί 5 χρόνια ο προϊστάμενος της πολιτικής της Κομισιόν απέναντι στην Ελλάδα, ο Όλι Ρεν, συνέτριβε παραγωγικά την Ελλάδα και ταυτόχρονα υποστήριζε με σθένος την άπειρη δανειοδότησή της ακόμα και με έκδοση ευρωομολόγων, δίχως ποτέ να συναντήσει κανένα πρόβλημα από την Γερμανία, δεν ήταν δυνατό δίχως την πολιτική κάλυψη της Μέρκελ. Ανάλογα δεν μπορούσε να ακολουθεί την ίδια ακριβώς πολιτική και ο εκπρόσωπος του ΔΝΤ στην Τρόικα Τόμσεν δίχως την έγκριση των ΗΠΑ του Ομπάμα, της Κίνας και της Ρωσίας που από κοινού κυριαρχούν πολιτικά στο ΔΝΤ.
Αλλά αν η προσωπική συμμετοχή της Μέρκελ στο ελληνικό σαμποτάζ μέσω της Τρόικας δεν μπορεί εύκολα να αποδειχτεί, είναι εντελώς αποκαλυπτική, η ξαφνική από τη μεριά της, όσο και ασύμβατη σε επίπεδο πολιτικών, υποστήριξη την κρίσιμη στιγμή στου Γιουνκέρ στην τρομακτικής βαρύτητας θέση του προέδρου της Κομισιόν σαν διαδόχου του έστω και αδύναμα αντιστεκόμενου στη Ρωσία Μπαρόζο. Δύσκολα θα βρει κανείς σημείο σύγκλισης της γραμμής Γιουνκέρ όλα αυτά τα χρόνια με την πολιτική της Γερμανίας για οτιδήποτε άλλο εκτός από την πείνα των μισθωτών και την υπερφορολόγηση στην οποία υποχρεώθηκε όλος ο ευρωπαϊκός νότος. Ο Γιουνκέρ διατυμπάνιζε με πάθος τη γραμμή της έκδοσης ευρωομολόγων, δηλαδή του δανεισμού της ΕΕ για να στηριχθούν οι χώρες του νότου και κύρια η Ελλάδα και γενικά να γίνουν επενδύσεις. Αυτό εκτός που σημαίνει εξάρτηση της ΕΕ από την υπερδανείστρια Κίνα, σημαίνει όξυνση των ενδοΕΕ αντιθέσεων. Γιατί κοινός ευρωπαϊκός δανεισμός, προϋποθέτει κοινή δημοσιονομική πολιτική, πράγμα που είναι αδύνατο, οπότε και διαλυτικό σε συνθήκες μη κοινής γενικής πολιτικής, δηλαδή διπλωματικής, αναπτυξιακής κλπ πολιτικής ενότητας. Το ότι οι απανταχού ρωσόφιλοι υπεράσπισαν με πάθος την επανεκλογή του Γιουνκέρ, με πρώτο και καλύτερο τον Τσίπρα, δεν είναι καθόλου τυχαίο. Αλλά το πόσο συνειδητά βρώμικη ήταν αυτή η επιλογή από την πλευρά της Μέρκελ φάνηκε όταν συνέχισε να στηρίζει τον Γιουνκέρ ακόμα και όταν αποκαλύφθηκε ότι αυτός είχε κάνει το Λουξεμβούργο το μεγαλύτερο ευρωπαϊκό φορολογικό παράδεισο. Η υποστηριχτική σιωπή της Μέρκελ μετά την αποκάλυψη του σκανδάλου κάνει ακόμα πιο χτυπητή τη λυσσασμένη πάλη που έδωσε η Μέρκελ για να εμποδίσει την Ιρλανδία, την ώρα της χρεωκοπίας της, να διατηρήσει χαμηλά τη φορολογία των παραγωγικών επιχειρήσεων ώστε να μπορέσει να αυξήσει τις εξαγωγές της και να βγει από την κρίση χρέους. Η Ιρλανδία ευτυχώς αντιστάθηκε στη Μέρκελ, που στο ζήτημα αυτό είχε αρχικά κρυφτεί πίσω από τον Σαρκοζύ, παρόλο που τελικά υποχρεώθηκε να βγει και αυτή μπροστά (Φαϊνάνσιαλ Τάιμς, 12/Μάρτη 2011). Το ότι η Ιρλανδία ήταν η πρώτη χώρα του Νότου που βγήκε από την κρίση χρέους και τα μνημόνια, οφείλεται ακριβώς στην εξόχως φιλοβιομηχανική της πολιτική, ενώ αυτή η έξοδος έδωσε ώθηση και στην Πορτογαλία να πετύχει, αν και πιο δύσκολα, το ίδιο. Η έξοδος αυτών των δύο χωρών από τα μνημόνια και τη βαθιά κρίση χρέους, άφησε έκθετους τους σαμποταριστές της Ελλάδας, που έμειναν μόνοι τους μέσα στην ατέλειωτη κρίση που οι ίδιοι προκάλεσαν και που επίτηδες συντηρούν, όχι μόνο για να βυθίσουν την Ελλάδα και να την παραδώσουν στα αφεντικά τους, αλλά για να πάρουν στο λαιμό τους όλο τον ευρωπαϊκό νότο και όλη την Ευρώπη.
Τέλος εκείνο το σημείο, που χώρια από το ουκρανικό, αποκαλύπτει περισσότερο από κάθε άλλο τη συντονισμένη δράση της Μέρκελ υπέρ της Ρωσίας ήταν πάλι μια πράξη της τρίτης πρωθυπουργίας της, η χρεωκοπία της Κύπρου και κυρίως των κυπριακών τραπεζών υπέρ της Ρωσίας. Είναι η Μέρκελ που αντίθετα με ότι έκανε η Γερμανία και η ΕΖ με όλο τον ευρωπαϊκό νότο, φρόντισε να συρθεί ευχαρίστως πίσω από το σοσιαλδημοκρατικό κόμμα και να απαιτήσει από την Ευρωζώνη και το ΔΝΤ να μην διασωθούν οι Κυπριακές τράπεζες γιατί τάχα σε αυτές έχουν καταθέσει τα λεφτά τους οι ρώσοι ολιγάρχες. Ήταν η μόνη περίπτωση όπου η Μέρκελ παθιάστηκε τόσο πολύ ενάντια στους ρώσους ολιγάρχες. Το αποτέλεσμα ήταν να χρεωκοπήσουν οι δύο μεγαλύτερες κυπριακές τράπεζες, να κλείσει η μία από αυτές η Λαϊκή και την άλλη τη μεγαλύτερη, την Κύπρου να την αγοράσουν για ένα κομμάτι ψωμί ακριβώς οι ρώσοι ολιγάρχες χωρίς η Μέρκελ να βγάλει κιχ! Την τράπεζα Κύπρου την αγόρασε ο Ριμπολόβλεφ εκτός τα υποκατάστηματά της στην Ελλάδα που τα κατάπιε σε μια νύχτα με την έγκριση της ελληνικής κυβέρνησης ο φίλος του Ριμπολόβλεφ και τζάμπα ντε φάκτο ιδιοκτήτης της Πειραιώς πουτινικός ολιγάρχης Νέσις. Θυμόμαστε ότι ο μεγαλύτερος συντελεστής αυτής της εξαγοράς ήταν ο Τσίπρας που χάλασε τον κόσμο σε Ελλάδα και Κύπρο να μην δεχτεί η Κύπρος μια πρώτη καλύτερη λύση από την Ευρωζώνη που θα απέτρεπε τη χρεωκοπία των κυπριακών τραπεζών, οπότε και την εξαγορά τους από τη Ρωσία.
Αυτά είναι λίγα, από τα πολύ χαρακτηριστικά στοιχεία που αναδεικνύουν τον πρακτόρικο χαρακτήρα της Μέρκελ. Θα μπορούσαμε να αναφέρουμε κι αρκετά άλλα όπως το ότι η πιο μεγάλη έμφαση της είναι από το 2013 ενάντια στην αμερικάνικη κατασκοπία στη Γερμανία την ώρα που η Ρωσία δίπλα της έχει ανοίξει το στόμα της για να την πνίξει και να την καταπιεί, ή πως έχει αφήσει τις γερμανικές υποδομές να σαπίσουν, πως έχει εγκαταλείψει και την πληροφορική, με αποτέλεσμα η Γερμανία να υποφέρει όλο και περισσότερο παραγωγικά, ή πως κόντρα σε όλους τους δυτικούς ηγέτες -πλην του Ολάντ- η Μέρκελ προσπάθησε και πέτυχε να σπάσει την απομόνωση του Πούτιν στο Μπριζμπέην στους G20 της Αυστραλίας συζητώντας για 4 ολόκληρες ώρες μαζί του. Όπως είπαμε στην αρχή από μόνο του κανένα από αυτά τα στοιχεία δεν μπορεί να είναι αποδεικτικό αυτού του ρόλου, γιατί, όπως είπαμε στην κάθε μία από αυτές τις περιπτώσεις η Μέρκελ φροντίζει να κρύβεται μέσα σε ένα αντίστοιχο πολιτικό ρεύμα, κυρίως υφεσιακό, μέσα στην κλασική γερμανική αστική τάξη. Όμως η αλήθεια βρίσκεται στη σύνθεση των ξεχωριστών μερών. Μόνο ένας πράκτορας θα μπορούσε να είναι μέσα σε όλες αυτές τις πράξεις, να παίζει ηγετικό ρόλο σε αυτές, να έχει αυτό το τόσο χαρακτηριστικό πολιτικό παρελθόν στην Ανατολική Γερμανία, να είναι τόσο πρόθυμοι οι σοσιαλδημοκράτες να την στηρίζουν κάνοντας μαζί της κυβερνήσεις και ο Πούτιν πάντα να την εκθειάζει. Βέβαια η ζωή θα μας δώσει γι αυτήν νέα στοιχεία, αλλά η δουλειά των επαναστατών δεν είναι να περιμένουν τη ζωή να τους δώσει την αλήθεια, αλλά να βλέπουν την αλήθεια μέσα στα πρώτα δείγματα της ζωής για να μπορούν να πολεμήσουν για την επαναστατική αλλαγή της.
*Τελευταία μάθαμε από την αγγλική έκδοση του Wikipedia για την προσπάθεια της Μέρκελ να κρύψει το παρελθόν της σαν στέλεχος της κομματικής νεολαίας στην Ακαδημία Επιστημών, και μάλιστα σαν γραμματέας αγκιτάτσιας και προπαγάνδας!
** Γι αυτούς τους λόγους εμείς έχουμε κατ επανάληψη τονίσει ότι ενώ είμαστε υπέρ της ΕΕ, και υπέρ της συμμετοχής της Ελλάδας σε αυτήν, θεωρούμε ότι με δεδομένο τον πρακτόρικο χαρακτήρα της ηγεσίας σύσσωμου του ελληνικού πολιτικού καθεστώτος και τη βαθειά διάβρωση του κρατικού μηχανισμού από αυτό το καθεστώς, η παραμονή της χώρας μας στο Ευρώ σημαίνει διαρκή οικονομική και πολιτική κρίση και αποσύνθεση για την ΕΕ αλλά καταστροφή και για την ίδια την Ελλάδα. Κι αυτό το τελευταίο κυρίως γιατί με τη συμμετοχή της χώρας μας στο Ευρώ οι ρωσόδουλοι σαμποταριστές μπορούν και κρύβονται πίσω από την πολιτική των ευρωπαίων μονοπωλιστών της ΕΕ που παίρνουν εκείνοι την πολιτική ευθύνη για τα μέτρα πείνας και της φορολογικής αφαίμαξης την ώρα που ο βαθύς υπαίτιος και της πείνας και των μέτρων είναι το δικό τους παραγωγικό σαμποτάζ, που γίνεται για να αγοράσουν τα ρωσοκινέζικα αφεντικά τζάμπα την Ελλάδα. Γι αυτό έχουμε υποστηρίξει τη θέση ότι η Ελλάδα των σαμποταριστών πρέπει να διωχτεί από το Ευρώ -αν και όχι σε πρώτη φάση από την Ευρωπαϊκή Ένωση- και ότι πρέπει να της δοθεί από την Ευρωζώνη μια ισχυρή οικονομική βοήθεια, αλλά η τελευταία, εφάπαξ και χωρίς όρους και χωρίς μνημόνια- ώστε αν θελήσει να την χρησιμοποιήσει να βγει από την κρίση και αν δεν θελήσει να οδηγηθεί σε καταστροφή αλλά με το λαό να ξέρει αυτή τη φορά ποιος μέσα και έξω από τη χώρα είναι ο πραγματικός θύτης.