Επίσημη σελίδα ΟΑΚΚΕ

 Χαλκοκονδύλη 35, τηλ-φαξ: 2105232553 email: Αυτή η διεύθυνση ηλεκτρονικού ταχυδρομείου προστατεύεται από τους αυτοματισμούς αποστολέων ανεπιθύμητων μηνυμάτων. Χρειάζεται να ενεργοποιήσετε τη JavaScript για να μπορέσετε να τη δείτε.

ΟΙ ΠΟΛΙΤΙΚΕΣ ΔΙΩΞΕΙΣ ΜΕ ΠΡΟΣΧΗΜΑ ΤΟ ΣΚΑΝΔΑΛΟ ΝΟΒΑΡΤΙΣ: ΠΡΕΛΟΥΔΙΟ ΤΗΣ ΦΑΣΙΣΤΙΚΗΣ ΚΟΛΑΣΗΣ ΠΟΥ ΕΤΟΙΜΑΖΕΙ ΤΟ ΡΩΣΙΚΟ ΜΠΛΟΚ

Η υπόθεση των διώξεων της Νοβάρτις περιγράφεται με δυο λόγια ως εξής: Πρόκειται για την πιο ωμή και κυνική φασιστική πρακτική χρήσης σκανδάλου για εξόντωση πολιτικών αντιπάλων των τελευταίων δεκαετιών.

 

Για την ακρίβεια στη συγκεκριμένη περίπτωση μπήκε σε ένα περιθωριακό πλάνο ένα αποδειγμένο σκάνδαλο, αυτό του εκτεταμένου κυκλώματος γιατρών ιδιωτών και γιατρών δημόσιων νοσοκομείων καθώς και διοικητικών κρατικών στελεχών που δωροδοκούνται από φαρμακευτικές εταιρείες για συνταγογράφηση λιγότερο κατάλληλων ή πιο ακριβών φαρμάκων. Στοιχεία για δωροδοκία για πάνω από 4000 γιατρούς υπάρχουν καταγεγραμμένα από προηγούμενη έρευνα των αμερικάνικων αρχών για τη Νοβάρτις. Η διαφθορά στο δημόσιο όχι μόνο προστατεύεται αλλά και προωθείται από την κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ που μία από τις πρώτες πράξεις της ήταν ο νόμος Κατρούγκαλου για την επιστροφή επίορκων δημόσιων υπαλλήλων στις θέσεις τους. Μόνο πάνω σε αυτά τα διεφθαρμένα κυκλώματα που καταταλαιπωρούν, βασανίζουν και ληστεύουν το λαό μπορεί να στηθεί η σοσιαλφασιστική εξουσία.

Αυτό το αληθινό σκάνδαλο χρησιμοποιήθηκε για να στηθεί σε ένα μεγάλο βαθμό ένα άλλο χωρίς στοιχεία, οπότε ως τώρα ανύπαρκτο, αυτό των μιζών της Νοβάρτις σε πρωθυπουργούς και υπουργούς προηγούμενων κυβερνήσεων.

Πολλές από τις μεθοδεύσεις που χρησιμοποιήθηκαν για να στηθεί το σκάνδαλο των μιζών αποτελούν συσσωρευμένη πείρα από το πολιτικό παρελθόν της χώρας, όπου λειτούργησε συντονισμένα ένα ολόκληρο διακομματικό μπλοκ που εξόντωνε τους πολιτικούς αντιπάλους του με όπλο τη συκοφαντία. Αυτό ανήγαγε σε επιστήμη να πετάς στα ΜΜΕ έναν κουβά εντυπωσιακών στοιχείων σε μία υπόθεση που δεν έχει εξαντληθεί η δικαστική διερεύνηση για να ρίξεις λάσπη και να σκοτώσεις πολιτικά τον αντίπαλο (βρώμικο 1989, σκάνδαλο Χρηματιστηρίου, σκάνδαλο μονής Βατοπεδίου), το να ακρωτηριάζεις ένα σκάνδαλο για να συγκαλύψεις τους ανθρώπους σου και να πετύχεις καταδίκες μόνο για τους εμπλεκόμενους αντιπάλους σου (σκάνδαλο προμηθειών στις τηλεπικοινωνίες, γερμανικής Ζίμενς-Ιντρακόμ του Κόκκαλη που έφυγε το Ιντρακόμ και έμεινε σκέτο το «γερμανικής Ζίμενς» με ξέπλυμα της Ιντρακόμ, ή το σκάνδαλο εξοπλισμών Τσοχατζόπουλου-ΚΥΣΕΑ που έγινε σκέτο Τσοχατζόπουλου-και αθωώθηκαν οι στρατηγοί του ΚΥΣΕΑ http://www.oakke.gr/esoteriki-politiki/item/332-), το να μην ψάχνεις για τους ένοχους και να καταδικάζεις χωρίς στοιχεία υπαγορεύοντας δικαστικές αποφάσεις μέσα από την καλλιέργεια ενός αφόρητου πολιτικά κλίματος υπόδειξης καταδίκης (υπόθεση πρώην δημάρχου Θεσσαλονίκης Παπαγεωργόπουλου, http://www.oakke.gr/esoteriki-politiki/item/117-). Σε όλες αυτές τις εκστρατείες πρωταγωνίστησε σαν αντιπολίτευση αρχικά το ρωσόδουλο ψευτοΚΚΕ και μετά το κυβερνητικό του απόσπασμα ο ΣΥΝ- ΣΥΡΙΖΑ. Μαζί τους συνεργάστηκαν οι ηγεσίες των δύο πρώην κυβερνητικών κομμάτων ΝΔ-ΠΑΣΟΚ σε μία κοινή εκστρατεία εξόντωσης φιλοευρωπαϊκών ή αναπτυξιακών πολιτικών στελεχών της ΝΔ και του ΠΑΣΟΚ που στοχοποιήθηκαν γιατί εμπόδιζαν την άσκηση της πολιτικής του σαμποτάζ της παραγωγής και της αποικιοποίησης της χώρας που το ρωσόδουλο διακομματικό καθεστώς εφαρμόζει για χρόνια και πιο πολύ σήμερα. Στις πιο πάνω περιπτώσεις, ήταν τα ίδια τα κυβερνητικά κόμματα που απομάκρυναν πολιτικά και στήριξαν τις ποινικές διώξεις των στελεχών τους κάτω από την πίεση της αντιπολίτευσης που δημιουργούσε το σχετικό θόρυβο.

 Σε όλα αυτά τα επιλεγμένα υπαρκτά ή ανύπαρκτα σκάνδαλα οι ρωσόδουλοι χτυπούσαν σαν μικρές ηγετικές φράξιες μέσα στο ΠΑΣΟΚ και στη ΝΔ και βέβαια σαν ψευτοΚΚΕ και ΣΥΝ-ΣΥΡΙΖΑ. Όμως ποτέ δεν μπορούσαν να χτυπήσουν σαν μια ολόκληρη κυβέρνηση και σαν κομμάτι της δικαστικής εξουσίας, δηλαδή ποτέ δεν αποτόλμησαν με ένα σκάνδαλο να εξοντώσουν όλους τους πολιτικούς τους αντιπάλους στήνοντας τις κατηγορίες κατά τον πιο μαφιόζικο τρόπο.

 Μόνο δηλαδή ο ΣΥΡΙΖΑ σαν κυβέρνηση μπόρεσε να χρησιμοποιήσει όλη την κυβερνητική και κρατική του εξουσία για να τσουβαλιάσει στόχους από όλο το αντιπολιτευόμενο πολιτικό φάσμα, και μάλιστα αποκλειστικά από την αντιπολίτευση μέχρι στιγμής, με μία αρπαχτή. Γι’ αυτό το σκοπό αξιοποίησε έναν σταζίτικης έμπνευσης αυθαίρετο μηχανισμό νομιμοποίησης ανώνυμων μαρτυρικών καταθέσεων, που μπήκε σε κίνηση μετά από την ωμή παραβίαση του νομικού πλαισίου για τις ανώνυμες καταθέσεις.

 

Κεφαλαιώδες ζήτημα πολιτικής δημοκρατίας να μην περάσει η νομιμοποίηση των ανώνυμων μαρτυρικών καταθέσεων

 

Δεν μπορούμε να ξέρουμε για μία εταιρεία που έχει στις πλάτες της πλήθος καταγγελιών όπως η Νοβάρτις, που κυρίως διέφθειρε γιατρούς και είχε και συναλλαγές με το δημόσιο, αν κάποιο πολιτικό πρόσωπο μπορεί να εμπλέκεται σε αυτές. Εκείνο που λέμε είναι ότι δεν υπάρχει ως τώρα τίποτα να τεκμηριώνει κάτι τέτοιο.

Αντίθετα μπορεί να τεκμηριωθεί ότι στη συγκεκριμένη περίπτωση υπάρχει ένα πολιτικό και ποινικό σκάνδαλο για το οποίο οι υπαίτιοι πρέπει να απολογηθούν και να τιμωρηθούν, και αυτό είναι το σκάνδαλο των μεθοδεύσεων και των θεσμικών και νομικών παραβιάσεων που έγιναν για να σχηματιστεί και να προωθηθεί στη Βουλή η συγκεκριμένη δικογραφία με την οποία στήθηκε η προανακριτική επιτροπή της Βουλής, και κυρίως η συγκεκριμένη χρήση και νομιμοποίηση των προστατευόμενων μαρτύρων.

Σε ότι αφορά το σκέλος της δικογραφίας που αφορά τις μίζες στα πολιτικά πρόσωπα, αυτό επιχειρείται να τεκμηριωθεί αποκλειστικά και μόνο στις καταθέσεις των προστατευόμενων με ανωνυμία μαρτύρων, οι οποίοι μάλιστα μιλάνε για βαλίτσες με μετρητά που πηγαινοέρχονταν ακόμα και μέσα στο Μαξίμου (!) κατά την περίοδο 2006-2015. Οι μάρτυρες που εμφανίστηκαν ξαφνικά μετά από τουλάχιστον ένα χρόνο αφότου οι ελληνικές αρχές έλαβαν γνώση για το φάκελο των αμερικάνικων αρχών, κατάθεταν για μήνες από το Νοέμβρη του 2017 έως και τον Φλεβάρη. Στις καταθέσεις είπαν ότι γνωρίζουν για τις μίζες όχι επειδή πήγαιναν οι ίδιοι τις βαλίτσες, αλλά επειδή άκουσαν για κάποιες βαλίτσες ή είδαν κάποιες βαλίτσες να πηγαινοέρχονται. Κι ενώ οι καταθέσεις κράτησαν μήνες κατά τους οποίους όλο και κάποιος πρώην υπουργός ή πρωθυπουργός έμπαινε στο αυξανόμενο τσουβάλι των υπόπτων, η αρμόδια εισαγγελέας Τουλουπάκη έστειλε τη δικογραφία στη Βουλή, όχι από την πρώτη στιγμή που εμφανίστηκε σε κατάθεση πολιτικό πρόσωπο δηλαδή από το Νοέμβρη του 2017, όπως ήταν υποχρεωμένη, αλλά τρεις μήνες μετά. Μάλιστα, για την αποστολή της δικογραφίας στη Βουλή δόθηκε εντολή του πρωθυπουργού Τσίπρα, αφού ενημερώθηκε από την εισαγγελία του Αρείου Πάγου προσωπικά ο κυβερνητικός εκπρόσωπος (!) Κι ενώ όλοι οι μάρτυρες κατάθεσαν ότι οι μίζες δίνονταν μέσω του αντιπροέδρου του ελληνικού τμήματος της Νοβάρτις Φρουζή, αυτός κλήθηκε να καταθέσει μετά την αποστολή της δικογραφίας στη Βουλή, και αφού διαμαρτυρήθηκε γιατί δεν είχε λάβει κλήση! Όχι μόνο αυτό, αλλά δεν του είχαν απαγορεύσει και την έξοδο από τη χώρα. Θα μπορούσε δηλαδή να είχε πάρει ένα αεροπλάνο και να είχε φύγει, πράγμα που θα τους συνέφερε για να μην αναγκαστούν να απαντάνε σε δύσκολα. Στην ουσία δεν χρειάζονται κανέναν άλλο μάρτυρα στην υπόθεση αυτή εκτός από τους δικούς τους.

Το πρόσωπο κλειδί γι αυτές τις παραβιάσεις στις νόμιμες διαδικασίες είναι σύμφωνα με όλες τις ενδείξεις η εισαγγελέας Τουλουπάκη. Αυτή δεν είναι ένα τυχαίο πρόσωπο. Διορίστηκε προϊστάμενη στην Εισαγγελία Διαφθοράς αμέσως μετά την εκδίωξη της Ράϊκου από την ίδια θέση που φεύγοντας έκανε καταγγελίες ότι δέχεται πιέσεις για να μην αποκαλύψει το κύκλωμα των γιατρών που εμπλέκονταν στην υπόθεση των δωροδοκιών της Νοβάρτις. Συγκεκριμένα, η Ράικου εξαναγκάστηκε σε παραίτηση το Μάρτη του 2017 και δήλωσε ότι αυτή η παραίτηση συνδεόταν άμεσα με πιέσεις που δεχόταν επειδή εντόπισε “άμεσο χρηματισμό μεγάλου αριθμού αξιωματούχων -κυρίως γιατρών δημοσίων νοσοκομείων- που δωροδοκούνταν από λογαριασμό της Novartisστην Ελβετία” (Πρώτο Θέμα, 24/3/2017). Οι τρομερές αυτές καταγγελίες της Ράικου δικαιώθηκαν αφού μέχρι σήμερα δεν έγινε γνωστή ούτε μία δίωξη γιατρού ή διοικητή νοσοκομείου για τη συγκεκριμένη υπόθεση.

Η Τουλουπάκη αποφάσισε για το καθεστώς των προστατευόμενων μαρτύρων χωρίς να πάρει την έγκριση του αντεισαγγελέα του Αρείου Πάγου, όπως απαιτούσε ο νόμος. Προφανώς αν τη ζητούσε τότε δεν θα την έπαιρνε. Την έγκριση την έδωσε ο αντεισαγγελέας κατόπιν εορτής, αφού έγινε η σχετική καταγγελία και αφού η δικογραφία πήγε στη Βουλή. Αλλά ποια πειθαρχικά που ελέγχονται από τον πρόεδρο του Αρείου Πάγου που τον διορίζει η κυβέρνηση θα κινηθούν ενάντια στην εισαγγελέα;

Οι καταγγελλόμενοι από τους προστατευόμενους μάρτυρες είναι δύο πρώην πρωθυπουργοί ο Σαμαράς και ο Πικραμμένος (πρωθυπουργός για ένα μήνα!), πέντε πρώην υπουργοί υγείας (Αβραμόπουλος, Λοβέρδος, Γεωργιάδης, Λυκουρέντζος και Σαλμάς), δύο πρώην υπουργοί Οικονομικών (Βενιζέλος και Στουρνάρας) και ένας πρώην υπουργός εργασίας (Κουτρουμάνης).

Με ποια κριτήρια η εισαγγελέας αποφάσισε να δώσει καθεστώς προστασίας σε μάρτυρες που καταθέτουν εναντίον της πολιτικής ηγεσίας της χώρας σε μία περίοδο δεκαετίας κανείς δεν έμαθε.

Το καθεστώς της ανωνυμίας για τον προστατευόμενο μάρτυρα είναι η μεγαλύτερη δυνατή προστασία που μπορεί να δοθεί αφού έτσι θίγονται τα δικαιώματα της υπεράσπισης του κατηγορούμενου, γιατί δεν μπορεί να αμφισβητήσει τον τρόπο με τον οποίο έλαβε ο μάρτυρας γνώση για αυτά τα στοιχεία, αλλά και τα κίνητρα του. Επιπλέον την ανωνυμία αυτή τη διαχειρίζεται το κράτος, οι δικαστικές αρχές, και η αστυνομία, που μπορούν οποτεδήποτε να βάλουν στο στόχαστρο κάποιον για πολιτικούς λόγους και να τον ενοχοποιήσουν με βάση ανώνυμες μαρτυρίες. Το βασικό σημείο είναι ότι αυτό το καθεστώς της ανωνυμίας σε μάρτυρα και η ιδιότητα του προστατευόμενου δίνονται μόνο όταν έχει απέναντι του οργανωμένες συμμορίες βίας οπότε κινδυνεύει άμεσα η ζωή του και η σωματική του ακεραιότητα από την κατάθεσή του. Σε τέτοιες περιπτώσεις η βία της συμμορίας έχει εκδηλωθεί και καταγραφεί μέσα από πλήθος άλλων στοιχείων, και η κατάθεση έρχεται να δώσει στοιχεία για τη βίαια δράση μελών και κυρίως της ηγεσίας της συμμορίας για συγκεκριμένες υποθέσεις για τις οποίες έχει γίνει αστυνομική και δικαστική έρευνα. Οι μάρτυρες καταθέτουν για εγκλήματα βίας για τα οποία υπάρχουν μπόλικα θύματα βίας που έχουν καταγραφεί. Αυτό έγινε στην περίπτωση της δίκης της ναζιστικής ΧΑ όπου δεν μπορούσε να υπάρχει καμία υποψία ότι οι μάρτυρες δεν κινδύνευαν από αυτήν. Κι όμως αυτές τις καταθέσεις δεν τις δέχθηκαν σα νόμιμες το ΠΑΜΕ-ψευτοΚΚΕ και το ΚΕΕΡΦΑ που έχει άριστες σχέσεις με τον ΣΥΡΙΖΑ, συμπαρατασσόμενοι σε αυτή την περίπτωση με την υπεράσπιση των ναζιστών σε μία συμμαχία της ντροπής (http://www.oakke.gr/antifasism/2013-02-16-20-18-50/2013-02-16-20-23-24/item/888-). Σήμερα δεν έχουν κανένα πρόβλημα τουλάχιστον το ψευτοΚΚΕ και ο ΣΥΡΙΖΑ να αποδέχονται ανώνυμους μάρτυρες αρκεί που καταθέτουν, και μάλιστα χωρίς κάποιο ως τώρα ισχυρό στοιχείο, όχι εναντίον ναζιστών αλλά εναντίον κοινοβουλευτικών στελεχών που ποτέ τους δεν κατηγορήθηκαν για συμμορίτικη βία.

Θεωρητικά μπορούν να υπάρχουν ανώνυμοι μάρτυρες σε περιπτώσεις δωροδοκίας σύμφωνα με ένα νόμο του 2014 στις οποίες μπορεί να δοθεί προστασία με ανωνυμία μαζί με μία δέσμη άλλων προστατευτικών μέτρων για το μάρτυρα (προστασία από διώξεις κλπ). Ο νόμος που δεν έχει εφαρμοστεί μέχρι σήμερα, αφήνει την τελική απόφαση για τα συγκεκριμένα μέτρα προστασίας που θα ληφθούν κάθε φορά στη διακριτική ευχέρεια των δικαστικών αρχών. Δεν υπάρχει όμως καμία νομική ερμηνεία που να είναι σύμφωνη με την αρχή της δίκαιης δίκης και το σύνταγμα που να δικαιολογεί την ανωνυμία σε μία κατάθεση, αν δεν υπάρχει απειλή βίας και κίνδυνος ζωής. Γιατί αλλιώς οποιοσδήποτε θα μπορούσε να ενοχοποιήσει οποιονδήποτε με την ίδια άνεση που στην Κατοχή ένας κουκουλοφόρος πήγαινε μαζί με τους άνδρες της ασφάλειας για να καταδώσει δείχνοντας με το δάχτυλο οποιονδήποτε αντιπαθούσε. Τέτοια είναι η χρήση που γίνεται σήμερα για τις συγκεκριμένες μαρτυρίες. Γιατί στη συγκεκριμένη περίπτωση χωρίς το μάρτυρα η μίζα δεν υπάρχει αφού δεν προκύπτει από κανένα άλλο στοιχείο, από κάποιον τραπεζικό λογαριασμό του κατηγορούμενου, από έρευνα στα ταμεία της εταιρείας, από κάποιο ηλεκτρονικό μήνυμα, από τηλεφωνική συνομιλία κλπ Ούτε προκύπτει αν οι συγκεκριμένοι μάρτυρες πήγαν αυτοβούλως, αν κλήθηκαν να καταθέσουν και σε σχέση με ποια αδικήματα, ή αν εμπλέκονται οι ίδιοι στις υποθέσεις των δωροδοκιών που έχουν εντοπιστεί από τις αμερικάνικες αρχές. Γύρω από αυτές τις καταθέσεις υπάρχει πυκνό σκοτάδι που δεν αφορά μόνο την ταυτότητα των μαρτύρων.

 

Η δημαγωγία γύρω από το ακριβό φάρμακο

 

Η πολιτική βάση της νέας κυβερνητικής εκστρατείας στηρίζεται στο ότι για την ενίσχυση των κερδών των πολυεθνικών έγιναν υπερτιμολογήσεις σε προμήθειες εμβολίων, παραγγελία μεγαλύτερων ποσοτήτων από τις αναγκαίες και διαμόρφωση ενός ακριβού δελτίου τιμών φαρμάκων υπέρ της Νοβάρτις. Αυτές όλες οι υπερτιμολογήσεις που δεν προσδιορίζονται βγάζουν μία επίσης αόριστη ζημία του δημοσίου που εκτινάσσεται μεταξύ των 3 και 23 δις ευρώ, όσο δηλαδή ένα μνημόνιο. Αυτά γράφει ο Ριζοσπάστης, δηλαδή το κομματικό φύλλο της ναυαρχίδας του σοσιαλφασισμού που όπως έχουμε ξαναπεί είναι ο αληθινός πολιτικός καθοδηγητής του ΣΥΡΙΖΑ στα στρατηγικά ζητήματα, αυτά προπαγανδίζουν τα κυβερνητικά στελέχη και τα φιλικά τους ΜΜΕ. Τονίζουν όπως μπορούν ότι αυτό δεν είναι ένα σκάνδαλο γιατρών και συνταγογραφήσεων αλλά επιλογών της πολιτικής ηγεσίας για το φάρμακο, τη στιγμή που η αμερικάνικη έρευνα στην οποία στηρίζονται έχει καταλήξει στο ακριβώς αντίθετο συμπέρασμα, δηλαδή στο ότι τα ακριβά φάρμακα της Νοβάρτις προωθήθηκαν κυρίως μέσα από δημόσια νοσοκομεία με συνεργασία γιατρών, διοικητών, επιτροπών και ανώτερων κρατικών υπαλλήλων.

Εδώ υπάρχει το πραγματικά απέραντο έδαφος για μίζες και δωροδοκίες αλλά αυτό αρνείται να το διερευνήσει η κυβέρνηση, πράγμα ακριβώς που οδήγησε σε παραίτηση την εισαγγελέα που έκανε μία τέτοια έρευνα.

Δεν ενδιαφέρει το σοσιαλφασιστικό κράτος να προστατέψει ή να καταστρέψει καμία δυτική εταιρεία όπως η Νοβάρτις, ή να ερευνήσει συγκεκριμένα ποια ανταγωνιστικά φάρμακα άλλων δυτικών εταιρειών ή εμβόλια μπορεί να ήταν συμφερότερα για το κράτος και ακόμα περισσότερο δεν ενδιαφέρεται να μπει στο έδαφος της ανταγωνιστικότητας της ντόπιας φαρμακοβιομηχανίας που έχει τσακίσει, και πως η τόνωση της θα μπορούσε να οδηγήσει σε ένα συνολικό όφελος για την οικονομία, για τις θέσεις εργασίας, για τις εισπράξεις του κράτους, για το βιοτικό επίπεδο, και τελικά σε μία καλύτερη θέση τους ασθενείς να αντιμετωπίσουν το κόστος της περίθαλψης.

Δεν ασχολείται αυτή η κυβέρνηση, όπως και οι προηγούμενες με τους χιλιάδες γιατρούς που παίρνανε τεράστια ποσά από τη Novartisκαι άλλες φαρμακευτικές υπερσυνταγογραφώντας τα φάρμακά τους, ούτε, ακόμα περισσότερο, ασχολείται με πλήθος περιπτώσεων υπερτιμολογήσεων σε προμήθειες νοσοκομείων από γραφειοκρατικά όργανα, γιατρούς και διοικήσεις που έχουν εντοπιστεί. Δηλαδή η κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ δεν ενοχλεί σχεδόν καθόλου τη διεφθαρμένη ανώτερη και μεσαία κρατική υπαλληλία επειδή αυτή αποτελεί την πιο σταθερή κοινωνική βάση του ρώσικου πολιτικού μπλοκ στη χώρα μας, δηλαδή του μπλοκ ΣΥΡΙΖΑ-ψευτοΚΚΕ-ΑΝΕΛ-«Χρυσή Αυγή», το οποίο μπλοκ όχι τυχαία είναι το μόνο που στη Βουλή ψήφισε τις σύμφωνα με όλα τα ως τώρα στοιχεία πολιτικές διώξεις των 10 στελεχών.

Είναι επίσης χαρακτηριστικό ότι σε όλες τις προηγούμενες πολιτικές διώξεις μέσω σκανδάλων στο εδώλιο του κατηγορούμενου στήνονταν κυρίως πολιτικά στελέχη (είτε ήταν ένοχα, είτε ήταν αθώα), και σπάνια κάποιοι μόνιμοι ανώτεροι ή μεσαίοι κρατικοί υπάλληλοι. Είναι χαρακτηριστική η περίπτωση του σκανδάλου με τα εξοπλιστικά με το οποίο μπήκε στη φυλακή ο αρχηγός της αυτοδυναμικής τάσης του ΠΑΣΟΚ Τσοχατζόπουλος αλλά ούτε καν δικάστηκε οποιοσδήποτε από τα μέλη και τους αξιωματικούς του ΚΥΣΕΑ που εισηγούνταν τις προμήθειες που ενέκρινε ο Τσοχατζόπουλος.

Στο σκάνδαλο Νοβάρτις το τελευταίο που αποτελεί αντικείμενο διερεύνησης από την κυβερνητική πλευρά είναι τι ζημιώνει την τσέπη και την υγεία του ασφαλισμένου. Αυτό που την ενδιαφέρει είναι να καταγγελθούν συγκεκριμένοι πολιτικοί στόχοι με διάτρητες μαρτυρίες, και με τέτοιο κατάλληλο τρόπο ώστε να προστατευτεί το πλήθος της ακρίδας γιατρών, διοικητών, και κρατικών αξιωματούχων που έχουν πραγματικά ζημιώσει με πελώρια ποσά το δημόσιο και τους πολίτες.

 

Οι πολιτικοί στόχοι των εκκαθαρίσεων και η στάση της αντιπολίτευσης

 

Στην υπόθεση της Νοβάρτις έχουν παραπεμφθεί και κάποια στελέχη που δεν έχουν πραγματικά ενοχλήσει το ΣΥΡΙΖΑ και γενικότερα το ρώσικο μπλοκ, όπως είναι πχ ο Σαλμάς, ο Λυκουρέντζος, ο Αβραμόπουλος και κυρίως ο αρχηγός του Α. Γεωργιάδη ρωσόδουλος Σαμαράς. Στην πραγματικότητα η αιχμή της επίθεσης βρίσκεται στα πιο αντικυβερνητικά ηγετικά στελέχη μέσα στη ΝΔ και στο ΠΑΣΟΚ που ο ΣΥΡΙΖΑ θέλει να τα κοντύνει πολιτικά ή και να τα φιμώσει εντελώς, όπως είναι ο Βενιζέλος (μαζί του κατηγορήθηκε και ο παλιός συνεργάτης του και έντιμος δημοκράτης Λιντζέρης που τόσο στήριξε τον μεγάλο αγώνα των απολυμένων των Λιπασμάτων), ο Στουρνάρας που έχει μπει στο μάτι του Τσίπρα γιατί σωστά του αντιπαρατίθεται, και ιδιαίτερα όπως έχει φανεί εδώ και καιρό ο Γεωργιάδης, που διαρκώς καλεί η κυβέρνηση τον Μητσοτάκη να τον διώξει. Θα πει κανείς ότι αυτός είναι ένας εθνικιστής και φανατικός αντικομμουνιστής, όμως χειρότεροι από τους εθνικιστές είναι οι πράκτορες των αποικιακών ιμπεριαλιστών, ενώ ο χειρότερος αντικομμουνισμός είναι αυτός που εμφανίζεται σήμερα σαν αριστερά και κομμουνισμός.

Για τον Βενιζέλο είχαμε για καιρό τη θέση ότι ήταν ένα από τα ηγετικά στελέχη του φιλορώσικου μπλοκ. Αυτή η θέση δεν φαίνεται να επαληθεύεται από τα γεγονότα που ακολούθησαν την άνοδο του ΣΥΡΙΖΑ στην εξουσία. Όμως από την άλλη δεν ξεχνάμε ότι ο Βενιζέλος, διαλεγμένος και προωθημένος από τον Λαλιώτη, έπαιξε για πολλά χρόνια το ρωσόδουλο παιχνίδι του αληθινού αυτού αρχηγού του ΠΑΣΟΚ σε ότι αφορά α) τη διεθνή στρατηγική του ΠΑΣΟΚ, ιδιαίτερα αυτή στα λεγόμενα εθνικά ζητήματα, β) τις εσωκομματικές εκκαθαρίσεις των αυτοδυναμικών και μετά των φιλοευρωπαίων, γ) το παραγωγικό σαμποτάζ, ενώ στο πλευρό του Σαμαρά έκανε τα πάντα για να εφαρμόζει μια αντικειμενικά αντιευρωπαϊκή πολιτική με ευρωπαϊκό μανδύα. Όμως αυτός ο άνθρωπος που έδρασε για τόσα χρόνια τόσο καταστροφικά και αντικειμενικά τόσο φιλορώσικα γιατί κουβαλάει και αυτός όλες τις ανόητες, εθνικές προκαταλήψεις της ελληνικής φιλελεύθερης αστικής τάξης και την αντίστοιχη επαρχιώτικη ματιά τους για τα διεθνή πράγματα, έμεινε μετά την άνοδο του ΣΥΡΙΖΑ στην εξουσία να είναι ο μόνος από τους ομοϊδεάτες του που είχε συνείδηση του γεγονότος ότι ο ΣΥΡΙΖΑ οδηγεί τη χώρα σε αντισυνταγματική εκτροπή, και πολέμησε και πολεμάει αυτήν την εκτροπή. Αυτό το έδειξε και στην ομιλία του στη Βουλή για την Νοβάρτις όπου ήταν ο μόνος που κατήγγειλε το μπλοκ κυβέρνησης- εγκάθετών της δικαστών – και εγκάθετων της ΜΜΕ, και υπεράσπισε όλους τους διωκόμενους σαν θύματα πολιτικής δίωξης, ενώ οι υπόλοιποι διωκόμενοι υπεράσπιζαν κυρίως τον εαυτό τους.

Κάποια χαρακτηριστικά κοινά με τον Βενιζέλο στο χτύπημα της αντιδημοκρατίας του ΣΥΡΙΖΑ έχει και ο Λοβέρδος που τον καταγγέλλει και σωστά για μαδουρισμό, αλλά αυτός δεν μας έχει πείσει ακόμα ότι δεν είναι παιδί της λαλιωτικής γραμμής μέσα στο ΠΑΣΟΚ. Το χειρότερο από τα τελευταία που έχει κάνει ο Λοβέρδος είναι ότι πούλησε την υπόθεση των καναλιών ψηφίζοντας ένα ΕΣΡ ουσιαστικά υπέρ του νόμου Παππά.

Το ότι οι διώξεις αφορούν συγκεκριμένα πρόσωπα και όχι τη διερεύνηση ενός σκανδάλου και την τιμωρία των ενόχων που το δημιούργησαν αποδεικνύεται με τον πιο συντριπτικό τρόπο από το γεγονός ότι η κυβέρνηση στήνει δέκα κάλπες, μία για τον καθένα. Αυτό γίνεται για να απαλλαχθούν, τουλάχιστον πολιτικά, κάποιοι από τους διωκόμενους και έτσι να καταρριφθεί η κατηγορία που απευθύνει η αντιπολίτευση στην κυβέρνηση ότι οι διώξεις ήταν στοχευμένες. Κυρίως η προσθήκη και των φιλικών ή έστω των λιγότερο εχθρικών προς την κυβέρνηση διωκόμενων ανάμεσα στους 10, έχει σαν στόχο να υποταχθούν οι πιο μαχητικοί αντίπαλοι της κυβέρνησης στους κρυφούς φίλους της που θα απαιτούν λιγότερη όξυνση ή λιγότερη αντικυβερνητική ενότητα της αντιπολίτευσης. Πρόκειται για μια συνταγή που δοκιμάστηκε στο βρώμικο 1989, όταν ο Κουτσόγιωργας πέθανε μέσα στη μπόχα των πάμπερς και ταυτόχρονα έμεινε μαζί με όλους τους αυτοδυναμικούς ως το τέλος πιστός στον αρχιραδιούργο και αρχιεκμαυλιστή Α. Παπανδρέου που τους πούλησε, τους πέταξε έξω από το ΠΑΣΟΚ με τη βοήθεια των φιλοευρωπαίων και ο ίδιος βγήκε καθαρός από τις δίκες και προβάλλεται σήμερα σαν εθνικός ηγέτης.

Εκτιμάμε ότι διωκόμενοι σαν τον Σαμαρά και τον Αβραμόπουλο μπήκαν στο πλάνο για να εμφανίζεται η επίθεση σαν μία γενική επίθεση κατά των κυβερνήσεων που τους άρεσαν τα μνημόνια αντίθετα τάχα με το ΣΥΡΙΖΑ που επίσης τα ψήφιζε αλλά δήθεν από ανάγκη. Έτσι είχαν την ευκαιρία τα στελέχη του Καραμανλή, ο οποίος δεν είχε υποχρεωθεί να ψηφίσει τα μνημόνια παρόλο που τα προκάλεσε, οι Αντώναρος και Βλάχος να κάνουν επίθεση αποκλειστικά ενάντια στο Γεωργιάδη, που είναι ο βασικός αντίπαλος των συριζόφιλων καραμανλικών μέσα στην ΝΔ και να συστήσουν στο Μητσοτάκη να τον απομακρύνει. Αυτή τη φορά τα θύματα των προηγούμενων καθάρσεων δεν κράτησαν το στόμα τους κλειστό. Έτσι βγήκε να υποστηρίξει τον Γεωργιάδη ο Ρουσόπουλος, θύμα του λεγόμενου σκανδάλου του Βατοπεδίου στο οποίο αθωώθηκαν όλοι όσοι κατηγορήθηκαν σε αυτό αφού όμως προηγούμενα επιτεύχθηκε ο κεντρικός στόχος του ΣΥΡΙΖΑ που είχε «ανακαλύψει» το σκάνδαλο. Θυμίζουμε ότι αυτός ο στόχος ήταν να εγκαταλείψει ο Εφραίμ, ο ηγούμενος του Βατοπεδίου της πιο κεντρικής μονής του Αγίου Όρους το Πατριαρχείο Κων/λης και να ακολουθήσει το μεγάλο εχθρό του τελευταίου τη ρώσικη εκκλησία, ώστε τελικά να μπορέσει ο Πούτιν να πατήσει για τα καλά το πόδι του στην τόσο πολύτιμη για τη ρώσικη διπλωματία «Κιβωτό της Ορθοδοξίας».

Φαίνεται ότι ο γλοιώδης Μητσοτάκης διέγραψε τον Αντώναρο με συνοπτικές διαδικασίες, όχι τόσο κάτω από την πίεση της κοινοβουλευτικής του ομάδας, όσο για να μπορεί να χρησιμοποιήσει αυτή την καρατόμηση σαν άλλοθι για να πουλήσει τον Γεωργιάδη και τους άλλους διωκόμενους νεοδημοκράτες με το να μην καταψηφίσει στη Βουλή την αισχρή και χωρίς στοιχεία δίωξη τους μέσω των κουκουλοφόρων μαρτύρων, αλλά να κάνει υποκριτική αποχή.

Τη λέμε υποκριτική γιατί ο Μητσοτάκης τελικά στήριξε την προανακριτική, παρόλο που αρχικά είχε δηλώσει ότι θα στήριζε τη σύσταση οποιασδήποτε επιτροπής μόνο χωρίς κουκούλες στους μάρτυρες. Η καρατόμηση του Αντώναρου του έδωσε το αντιπολιτευτικό άλλοθι που χρειαζόταν για να στρίψει από αυτή τη γραμμή, και να περάσει στο “ναι” στην προανακριτική αλλά τάχα μόνο με μία κάλπη. Δεν μπορεί να υπάρχει δίλημμα για το κόμμα της αντιπολίτευσης αν η κάλπη είναι μία ή δέκα όσο υπάρχουν οι κουκούλες. Πρόκειται για ένα ωμό πούλημα στο ΣΥΡΙΖΑ.

Με αυτή τη γραμμή της ΝΔ συμφώνησε ευχαρίστως και το ΠΑΣΟΚ της λαλιωτικής φιλοσυριζαίας Φ. Γεννηματά καθώς και το Ποτάμι του ακόμα πιο φιλοσυριζαίου Θεοδωράκη. Το ψευτοΚΚΕ ασφαλώς δεν θα μπορούσε παρά να σταθεί καθαρά στο πλευρό του ΣΥΡΙΖΑ σε αυτή την κεντρική για τον εκφασισμό της χώρας εκστρατεία του και να ψηφίσει μαζί με τους ναζί της ΧΑ την προανακριτική και μάλιστα με τις δέκα κάλπες, όπως το έκανε ήδη στη διάσκεψη των προέδρων της Βουλής. Βεβαίως τόσο η ΝΔ όσο και το ΠΑΣΟΚ μπορούν να δικαιολογήσουν τη βρωμερή τους στάση στηριζόμενοι στη δήλωση όλων των διωκόμενων ότι θέλουν να δικαστούν. Όμως ακόμα και αν τα ίδια τα θύματα της δίωξης ψήφιζαν υπέρ της προανακριτικής για λόγους ευθιξίας, τα κόμματά τους έπρεπε να καταψηφίσουν την αντισυνταγματική φασιστική πολιτική δίωξη των στελεχών τους ώστε να φανεί και στο αποτέλεσμα της ψηφοφορίας η στάση που είχαν στα λόγια περί σκευωρίας. Αυτό θα ήταν σημαντικό όχι μόνο για το εσωτερικό της χώρας, αλλά κυρίως για την ευρωπαϊκή και την παγκόσμια δημοκρατική κοινή γνώμη στην οποία μια δημοκρατική κοινοβουλευτική αντιπολίτευση θα κατήγγειλε την προανακριτική των κουκουλοφόρων.

Ποια αντιπολίτευση όμως να κρατήσει μία τέτοια στάση, όταν σύσσωμη μαζί με το ΣΥΡΙΖΑ και το ψευτοΚΚΕ έχει για χρόνια προστατεύσει τη ναζιστική συμμορία, της έχει επιτρέψει τη νομιμότητα και την είσοδο στη Βουλή, έχουν αφήσει τη δίκη της να εξελίσσεται στο σκοτάδι και πάνω απ όλα έχει παραδώσει τη χώρα στην Γκάζπρομ, στην Κόσκο, και στους Σαββίδηδες των δύο φασιστικών υπερδυνάμεων;

 

Οι ωμές παρεμβάσεις στη δικαιοσύνη για το κυνήγι αντιπολιτευόμενων πολιτικών στελεχών σημαίνει το πέρασμα της χώρας σε ανοιχτό φασισμό

 

Το τελευταίο τμήμα του κυρίως κράτους, δηλαδή του κράτους σαν μηχανισμού βίας, που έχει μείνει να αντιστέκεται ακόμα σε ένα μέρος του στους νεοαποικιακούς φασιστικούς μηχανισμούς του ρώσικου μπλοκ ΣΥΡΙΖΑ-ΑΝΕΛ-ψευτοΚΚΕ-ΧΑ είναι αυτό της δικαιοσύνης.

Από εκεί προβάλλονται αντιστάσεις σε φασιστικούς νόμους όπως αυτός ενάντια στα ΜΜΕ, ή αυτός της οικονομικής ομηρείας όσων ενοχλούν το καθεστώς μέσα από αναδρομικούς φορολογικούς ελέγχους σε βάθος εικοσαετίας.

Σήμερα ο σοσιαλφασισμός βρίσκεται σε πλήρη επίθεση με την άσκηση μίας πρωτοφανούς ανοιχτής ή καλυμμένης ναζιστικής και σοσιαλφασιστικής πολιτικής βίας,

Η βία αυτή συνδυάζεται με την παράλληλη αποικιοποίηση και οικονομική εξόντωση της χώρας και του λαού, μέσα από τη συνεχιζόμενη πολιτική του παραγωγικού σαμποτάζ, την ολοένα και αυξανόμενη ανεργία και εξαθλίωση των φτωχών, και πάνω απ όλα μέσα από το ξεπούλημα των υποδομών στο ρώσικο αφεντικό και στους συμμάχους του κινέζους. Αυτή την πολιτική στηρίζουν οι παρακρατικές ναζιστικές συμμορίες καθώς και οι ψευτοαριστερές συμμορίες που ασκούν τη βία που δεν μπορεί να ασκεί η κυβέρνηση σε ορισμένα τμήματα της πολιτικής και οικονομικής αστικής τάξης.

Αυτή την πολιτική στηρίζουν και οι διεφθαρμένες συμμορίες που λειτουργούν μέσα στο κράτος, και εξαρτώνται άμεσα ή έμμεσα από το καθεστώς και προστατεύονται από αυτό, όπως είναι οι συμμορίες των διεφθαρμένων εφοριακών, των υπαλλήλων στις πολεοδομίες, στα δασαρχεία και σε κάθε διοικητική υπηρεσία που συνδέεται με την παραγωγή στη χώρα, ή άμεσα με την επιβίωση του λαού, όπως είναι οι γιατροί στην κρατική υγεία (http://www.oakke.gr/na464/giatroi.htm),.

Είναι το πιο καίριο δημοκρατικό και ταξικό καθήκον του λαού να αντισταθεί στην προσπάθεια του φασισμού να πάρει την εξουσία σε όλους τους πόρους του κρατικού μηχανισμού. Αν τα καταφέρει μια μακριά και εφιαλτική περίοδος τρόμου, πείνας και χαφιεδισμού θα σκεπάσει τη χώρα. Και αυτή τη φορά στο κέντρο της πολιτικής δίωξης δεν θα είναι οι αστοί του αντίπαλου στο σοσιαλφασισμό πολιτικού μπλοκ αλλά η φτωχολογιά και η δημοκρατική και επαναστατική της πρωτοπορία. Γι αυτό δεν πρέπει να περάσει η κατάλυση σήμερα κάθε αστοδημοκρατικής νομιμότητας και εν προκειμένω η κατάλυση κάθε ανεξαρτησίας της δικαιοσύνης, κάθε διάκρισης των εξουσιών, καθώς και η νομιμοποίηση της πρακτικής των κουκουλοφόρων για διώξεις μέσα από φιλικούς στην κυβέρνηση δικαστικούς κύκλους, μίας πρακτικής που θα χρησιμοποιηθεί σε πλατιά κλίμακα για τη δίωξη κάθε αντικαθεστωτικής φωνής. Γι αυτό όλοι οι δημοκράτες και όλος ο λαός όποια αντίθεση και να έχουν με την πολιτική των διωκόμενων σήμερα αντικυβερνητικών πολιτικών προσώπων πρέπει να τα υποστηρίξει σθεναρά και αποφασιστικά απέναντι στους ραδιούργους φασίστες και σοσιαλφασίστες που τους διασύρουν για να τους εξοντώσουν πολιτικά. Να μην ξεχνάει κανείς ότι αυτά τα πρόσωπα δεν διώκονται για τα χτυπήματα τους στο λαό αλλά για τις αντιστάσεις τους στους χειρότερους εχθρούς του.