Επίσημη σελίδα ΟΑΚΚΕ

 Χαλκοκονδύλη 35, τηλ-φαξ: 2105232553 email: Αυτή η διεύθυνση ηλεκτρονικού ταχυδρομείου προστατεύεται από τους αυτοματισμούς αποστολέων ανεπιθύμητων μηνυμάτων. Χρειάζεται να ενεργοποιήσετε τη JavaScript για να μπορέσετε να τη δείτε.

Φτάνει η πείνα σαμποταριστές! Όχι να μας πάτε και σε πόλεμο!

Πώς και γιατί τα ντόπια τσιράκια του Πούτιν στήνουν το σκηνικό πολέμου στο Αιγαίο. Μοναδικός στόχος τους να βγάλουν την Τουρκία από το ΝΑΤΟ για να τη στείλουν στην πουτινική Ρωσία

Εδώ και μερικούς μήνες ο ελληνικός λαός βομβαρδίζεται από κυβέρνηση, κόμματα και Τύπο με ειδήσεις και αναλύσεις που όλες οδηγούν σε ένα κεντρικό συμπέρασμα: ο «σουλτάνος» Ερντογάν, όπως απαξιωτικά χαρακτηρίζουν τον τούρκο πρόεδρο, ετοιμάζεται να επιτεθεί στην Ελλάδα ή, τουλάχιστον, να προκαλέσει ένα θερμό επεισόδιο στο Αιγαίο σε βάρος της Ελλάδας.

Το κλίμα μεταξύ των δύο χωρών έχει δηλητηριαστεί ανεπανόρθωτα: πλοίο του ελληνικού Λιμενικού εμβολίζεται από την τουρκική ακτοφυλακή, ελληνικό μαχητικό Μιράζ συντρίβεται στο Αιγαίο και σκοτώνεται ο πιλότος του, νεαροί αναρτούν ελληνικές σημαίες σε βραχονησίδες που απέχουν 35 χλμ. από τις τουρκικές ακτές, οι Τούρκοι κρατούν δύο έλληνες στρατιωτικούς ομήρους στις φυλακές τους.

Αυτή είναι η πληροφόρηση που δέχεται ο έλληνας αναγνώστης ή ακροατής ή θεατής, παράλληλα με την καλλιέργεια ενός κλίματος (από ορισμένες πλευρές τουλάχιστον) ότι η χώρα μας πρέπει να δει σοβαρά το ζήτημα της συμμαχίας με τη Ρωσία προκειμένου να ανασχεθεί η τουρκική επιθετικότητα, αν και σε αυτή τη φάση η Ρωσία έχει πολύ καλές σχέσεις με την Τουρκία, και μάλιστα ενθαρρύνει ιδιαίτερα τις πιο αρνητικές επεμβατικές πλευρές της πολιτικής της, όπως φάνηκε στο Αφρίν.

Όλα αυτά είναι η μία όψη της πραγματικότητας, όπως τη βλέπει κάποιος που φοράει ειδικά γυαλιά αντιτούρκικης ή και φιλορώσικης κοπής. Γιατί μια λογική και ψύχραιμη ανάλυση της πραγματικότητας θα έδειχνε ότι σίγουρα δεν είναι η Τουρκία ή η Δύση γενικότερα αυτή που θα ωφελούνταν από ένα θερμό επεισόδιο στο Αιγαίο, αλλά η Ρωσία και οι σύμμαχοί της. Ίσα-ίσα, είναι περισσότερο η κυβέρνηση Τσίπρα που θα είχε πολλούς λόγους να ετοιμάσει ένα θερμό, ελεγχόμενο σ’ ένα βαθμό, επεισόδιο στο Αιγαίο, ακριβώς για να αναγκάσει το ΝΑΤΟ να πάρει ανοιχτά θέση εναντίον της Τουρκίας και να την κάνει έτσι να φύγει από το ΝΑΤΟ, πράγμα που αποτελεί το μεγαλύτερο όνειρο της ρώσικης στρατηγικής της στρατιωτικής και ενεργειακής περικύκλωσης της Ευρώπης. Για όποιον δηλαδή δεν έχει παρωπίδες, μια έξοδος της Τουρκίας από την Ατλαντική Συμμαχία θα σήμαινε τρομακτικές ανακατατάξεις όχι μόνο στη νοτιοανατολική πτέρυγά της, αλλά και γενικότερα στον παγκόσμιο συσχετισμό δυνάμεων Δύσης-Ρωσίας, οπότε θα έφερνε τον Γ΄ παγκόσμιο πόλεμο πολύ πιο κοντά, με τη Ρωσία να έχει το στρατηγικό πλεονέκτημα.

 

Η σημασία της Τουρκίας για τη Δύση

Ο ρόλος που αντικειμενικά παίζει η Τουρκία για την άμυνα της Ευρώπης απέναντι σε μια ρωσοκινέζικη στρατιωτική επίθεση είναι καθοριστικός και αναντικατάστατος, και καθορίζεται όχι μόνο από τις υψηλές οικονομικές της επιδόσεις (παρουσιάζει οικονομική ανάπτυξη γύρω στο 10%, περισσότερο κι από την Κίνα, και ανήκει στην ομάδα των G20, παρόλο που την ίδια στιγμή πάσχει από μεγάλο πληθωρισμό και πτώση της τουρκικής λίρας) και το μεγάλο πληθυσμιακό της όγκο (περίπου 80 εκατ. με τάση μεγάλης αύξησης), αλλά και από τη μοναδική γεωγραφική της θέση (τα Στενά -Βόσπορος, Προποντίδα, Ελλήσποντος- αποτελούν το πέρασμα για την έξοδο του ρώσικου στόλου στις θερμές θάλασσες· έχει τεράστιο μήκος ακτών που βλέπουν στο Αιγαίο· και πάνω απ' όλα αποτελεί διέξοδο για τα πετρέλαια της Κασπίας και της Μέσης Ανατολής προς την Ευρώπη) και τη θέση της στο μουσουλμανικό κόσμο γενικότερα (θεωρείται κύριος εκφραστής του πιο κοσμικού ρεύματος του σουνιτικού Ισλάμ). Η Τουρκία διαθέτει μία από τις μεγαλύτερες νατοϊκές βάσεις, αυτή του Ιντσιρλίκ (έστω και αν τελευταία έχει αποδυναμωθεί με την αποχώρηση των Γερμανών από εκεί), έχει έναν ισχυρό και αξιόμαχο στρατό (λόγω και των πολύχρονων μαχών με τις δυνάμεις του ΡΚΚ) και αποτελεί κεντρικό ενεργειακό κόμβο (μέσω των αγωγών αερίου και πετρελαίου που περνούν από το έδαφός της) για την τροφοδοσία της Κεντρικής και της Δυτικής Ευρώπης.

Τέλος, φιλοξενεί στο έδαφός της πάνω από δύο εκατ. πρόσφυγες και μετανάστες συγκρατώντας μια μαζική ροή τους προς την Ευρώπη, η οποία γίνεται αντικείμενο πολιτικής εκμετάλλευσης από τους φασίστες και ακροδεξιούς, που όλοι τους είναι αποδεδειγμένα πιστά τσιράκια της ρώσικης νεοχιτλερικής υπερδύναμης. Η ιλιγγιώδης πολιτική άνοδος αυτών των ρευμάτων στην ΕΕ ξεκίνησε πριν από δύο χρόνια, όταν η κυβέρνηση Τσίπρα σε συνεργασία με τη διπρόσωπη Μέρκελ άνοιξε πραξικοπηματικά τα σύνορα της Ευρώπης στο Αιγαίο. Έτσι δυνάμωσαν παντού στην Ευρώπη οι ρωσόφιλες αντιευρωπαϊκές δυνάμεις και σε κάποιες περιπτώσεις ανέβηκαν ή και σταθεροποιήθηκαν στην εξουσία (Αυστρία, Ιταλία, Τσεχία, Ουγγαρία) ή βγήκαν μεγάλες χώρες έξω από την ΕΕ ακρωτηριάζοντάς την (Αγγλία).

Τη χρησιμότητα αυτή της Τουρκίας και το ποιος ωφελείται από μια ενδεχόμενη ρήξη της με τη Δύση αναγνωρίζουν και οι ελάχιστοι μη τουρκόφοβοι έλληνες δημοσιολόγοι, όπως ο διεθνολόγος Γ. Κουλούρης, που σε ανάλυσή του στην ιστοσελίδα Χάφινγκτον Ποστ (6/04/2018) σημειώνει: «Η Ρωσία επιθυμεί να προκαλέσει τριγμούς μέσω Τουρκίας στη Συμμαχία, η οποία αποτελεί τον 2ο μεγαλύτερο στρατό της, και να επικρατήσει σε γεωπολιτικό επίπεδο στην Ανατολική Μεσόγειο. Παράλληλα, μέσα από την Τουρκία ενισχύεται αισθητά η παρουσία της στην Ανατολική Μεσόγειο, ενώ παγιώνεται η επιρροή της στον μουσουλμανικό κόσμο. Η Τουρκία αποτελεί σημαντικό μέλος του ΝΑΤΟ από το 1952, καθώς, πέρα από το στρατιωτικό σκέλος, στην επικράτειά της διαθέτει τη βάση του Ιντσιρλίκ. Για το ΝΑΤΟ η Τουρκία είναι στρατηγικής σημασίας, καθώς λόγω της εγγύτητας στην Μέση Ανατολή διευκολύνει την καταπολέμηση του Ισλαμικού Κράτους. Παράλληλα, αποτελεί και τον δίαυλο επικοινωνίας με το μουσουλμανικό κόσμο».

Πρέπει εδώ να παρατηρήσουμε ότι το ΝΑΤΟ έχει δύο πλευρές. Η μία, που ήταν ως πρόσφατα η κύρια, ήταν αυτή της λειτουργίας του ως εργαλείου των αλλεπάλληλων άδικων επεμβάσεων και επιθέσεων του αμερικάνικου ιμπεριαλισμού στη Εγγύς και Μέση Ανατολή, και η άλλη, που αρχίζει να γίνεται η κύρια μόλις τα τελευταία χρόνια, είναι αυτή της άμυνας της Ευρώπης απέναντι στην ανοιχτή πια επιθετικότητα της ρώσικης πυρηνικής υπερδύναμης σε όλα τα μέτωπα. Ως τώρα οι τούρκικες, όπως άλλωστε και οι ελληνικές, νατοϊκές βάσεις λειτούργησαν με τον πρώτο, εντελώς αρνητικό τρόπο, ο οποίος πάντως σε όλες τις περιπτώσεις έφερε στην εξουσία στις χώρες θύματα των νατοϊκών επεμβάσεων ρωσόφιλες ή φιλοϊρανικές δυνάμεις. Εννοείται ότι αποκλειστικά με αυτόν τον αρνητικό τρόπο λειτουργούν και προορίζονται να λειτουργήσουν στο προβλέψιμο μέλλον οι αμερικάνικες βάσεις στην Ελλάδα, γιατί απλά η Ελλάδα έχει εδώ και 25 χρόνια αποκλειστικά ρωσόδουλες κυβερνήσεις, που έχουν διαβρώσει για τα καλά τις σχετικές κρατικές δομές. Έτσι δεν είναι προς το συμφέρον της ειρήνης η παρουσία των νατοϊκών βάσεων στην Ελλάδα, καθώς το μόνο που κάνουν είναι ή να διενεργούν προβοκατόρικες επιθέσεις στον Τρίτο Κόσμο ή να επιτρέπουν στις ελληνικές ρωσόδουλες κυβερνήσεις να λειτουργούν σαν δίαυλοι της ρώσικης διπλωματικής και στρατιωτικής μηχανής μέσα στο ΝΑΤΟ. Όμως η Τουρκία δεν είναι Ελλάδα, καθώς ο Ερντογάν, όπως λίγο πολύ όλοι οι προκάτοχοί του, ενώ κάνει τακτικές συνεργασίες με τη Ρωσία, δεν υποτάσσεται σε αυτήν. Αυτό γιατί η τουρκική αστική τάξη ήταν, εξαιτίας της κεμαλικής εθνικοαπελευθερωτικής της παράδοσης, απείρως πιο ανεξάρτητη απέναντι στον ιμπεριαλισμό απ' όσο η εξαιρετικά δουλική προς αυτόν ελληνική. Γι' αυτό το λόγο η Ρωσία θέλει να πετάξει την Τουρκία έξω από το ΝΑΤΟ, για να μη λειτουργήσει ποτέ αυτό στην περιοχή με τη θετική του αντισοσιαλιμπεριαλιστική πλευρά. Έτσι χρησιμοποιεί κυρίως την υπάκουή της ελληνική άρχουσα τάξη, καθώς και τους άφθονους φίλους και πράκτορες της Ρωσίας μέσα στο ΝΑΤΟ και στην ΕΕ, δηλαδή ηγετικά στελέχη σαν τους Τραμπ, Ομπάμα, Μέρκελ, Κουρτς, Γιουνκέρ, Μογκερίνι και λοιπούς, για να πετάξουν έξω από το ΝΑΤΟ την Τουρκία και απομονωμένη από παντού να τη στείλουν αύτανδρη στην αγκαλιά του Πούτιν. Την πιο καλή δουλειά σ' αυτήν την κατεύθυνση την κάνουν εκείνες οι δυνάμεις στη Δύση που προστατεύουν τον αρχιφασίστα συνωμότη και πραξικοπηματία Γκιουλέν, και έτσι πείθουν την κυβέρνηση Ερντογάν και όλη την Τουρκία ότι ο Γκιουλέν δεν είναι ένας ευρασιατιστής, δηλαδή ένας ρωσόφιλος, αλλά ένας πράκτορας της Δύσης.

 

Η αποχώρηση της Τουρκίας από το ΝΑΤΟ έχει ήδη μπει στο τραπέζι

Όπως μας πληροφορεί Το Βήμα (20/11/2017), η Τουρκία ετοιμάζεται να θέσει θέμα αποχώρησης από το ΝΑΤΟ: «Ο κύριος σύμβουλος του τούρκου πρωθυπουργού Ερντογάν Τοπτσού Γιαλτσίν πιστεύει ότι η Τουρκία πρέπει να επανεξετάσει την παραμονή της στο ΝΑΤΟ, επειδή η πολιτική της Συμμαχίας είναι εχθρική προς την Άγκυρα. Συγκεκριμένα ο Γιαλτσίν δήλωσε ότι από την πλευρά του οργανισμού “ακούγεται ένα προδοτικά εχθρικό ύφος” επισημαίνοντας ότι πρόκειται “για ατιμία, παλιανθρωπιά και ντροπή, που φάνηκε κατά τη διάρκεια των γυμνασίων του ΝΑΤΟ”. Στα γυμνάσια της Συμμαχίας με την επωνυμία Trident Javelin, που πραγματοποιήθηκαν στο διάστημα 8-17 Νοεμβρίου στη Νορβηγία, υπήρχε ένα σταντ με τα πορτρέτα των “εχθρών”. Ένα από αυτά τα πορτρέτα ήταν του ιδρυτή της Τουρκικής Δημοκρατίας Ατατούρκ. Στους “εχθρούς” συμπεριέλαβαν επίσης το σημερινό πρόεδρο Ερντογάν. Ως απάντηση η Άγκυρα αποφάσισε να ανακαλέσει 40 τούρκους στρατιωτικούς που συμμετείχαν στα γυμνάσια. Ο Γ. Γ. του ΝΑΤΟ Στόλτενμπεργκ ζήτησε δύο φορές συγγνώμη για τις προκληθείσες προσβολές και ο υπουργός Άμυνας της Νορβηγίας Φρανκ Μπάκκε Γιένσεν εξέφρασε τη λύπη του για το συμβάν. (…) Ο κύριος σύμβουλος μάλιστα του Τούρκου προέδρου πρότεινε ότι το ζήτημα παραμονής της Τουρκίας στο ΝΑΤΟ πρέπει να συζητηθεί εκτάκτως στη βουλή. Ο Γιαλτσίν προσέθεσε ότι η Τουρκία, εξαιτίας της γεωπολιτικής της θέσης, υφίσταται πιέσεις και επιθέσεις από εκείνη την πλευρά “απ’ όπου ήταν αδύνατον να το αναμένουμε. Μια τέτοια μικροπρεπής και ανέντιμη συμπεριφορά επιβεβαιώνει την πρόθεση του ΝΑΤΟ να σκληρύνει ακόμη περισσότερο τη στάση του έναντι της χώρας μας. Πίσω απ’ όλα τα πραξικοπήματα και την εξάρτηση στον τομέα της αμυντικής βιομηχανίας βρίσκεται το ΝΑΤΟ”, δήλωσε ο σύμβουλος του Ερντογάν. Ο Γιαλτσίν υπογράμμισε ότι η Συμμαχία δεν συνιστά στρατιωτικό συνασπισμό, αλλά “νέα μορφή αποικιοκρατίας, πολιτικής και οικονομικής εξάρτησης”. Εξέφρασε επίσης την ελπίδα ότι το τουρκικό έθνος θα μπορέσει να αποτινάξει “τον αποικιοκρατικό μανδύα, τον οποίο προσπαθεί να της φορέσει το ΝΑΤΟ”».

Αφού τέτοιες απόψεις εκφράζονται από τον κύριο σύμβουλο του Ερντογάν, είναι να μην τρίβει τα χέρια του από ικανοποίηση ο Πούτιν;

Άλλωστε, το κλίμα έντασης ΗΠΑ-Τουρκίας έχει ήδη επιβαρυνθεί ιδιαίτερα από την υποστήριξη και το στρατιωτικό εξοπλισμό που πρόσφερε η πρώτη επί προεδρίας κιόλας Ομπάμα στις δυνάμεις του YPG (το αντίστοιχο του ΡΚΚ στη Συρία), εναντίον του οποίου πολέμησε η Τουρκία στο Αφρίν.

Φυσικά, αυτή την ένταση εκμεταλλεύεται κατάλληλα η Ρωσία. Αν μάλιστα οι τουρκικές δυνάμεις προχωρήσουν προς την περιοχή της Μανμπίτζ, όπου εδρεύουν αμερικανικές στρατιωτικές δυνάμεις, και οι δύο χώρες (ΗΠΑ-Τουρκία) δεν βρουν κάποιο δίαυλο επικοινωνίας, εκεί η σύγκρουση μεταξύ τους θα είναι αναπόφευκτη με τρομακτικές συνέπειες για τη δυνατότητα της συμμετοχής της Τουρκίας στο ΝΑΤΟ.

 

Ο ρόλος της Ελλάδας και η θέση του ΝΑΤΟ στα ελληνοτουρκικά

Ένας ρόλος που ενδεχόμενα έχει αναθέσει στους έλληνες πράκτορές της η ρώσικη διπλωματία είναι να εξωθήσουν -μέσω μιας ελεγχόμενης ελληνοτουρκικής σύγκρουσης- την Τουρκία να φύγει από το ΝΑΤΟ.

Για να φύγει η Τουρκία από το ΝΑΤΟ υπάρχουν αυτή τη στιγμή δύο πρακτικές δυνατότητες. Η μία είναι οι Τραμπ και Πομπέο να πείσουν την αμερικάνικη στρατιωτική ηγεσία και το ΝΑΤΟ να συγκρουστεί ανοιχτά με την Τουρκία για το κουρδικό στην Μαμπίζ. Η άλλη είναι το ΝΑΤΟ να τελειώνει με τις μεσοβέζικες θέσεις που παίρνει ως τώρα στην ελληνοτουρκική διαμάχη για το Αιγαίο και να πάρει μια ανοιχτά αντιτούρκικη θέση. Όσο η ελληνοτουρκική σύγκρουση διατηρείται έστω στα σημερινά επίπεδα, του «ακήρυκτου πολέμου», όπως αρέσκεται να λέει ο Κουβέλης, η ηγεσία του ΝΑΤΟ έχει την πολυτέλεια να παίρνει μια ενδιάμεση ή ουδέτερη θέση. Αν όμως προκύψει κάποιο θερμό επεισόδιο, έστω και περιορισμένης διάρκειας ή έντασης, και χυθεί αίμα, τότε το ΝΑΤΟ δεν θα μπορεί εύκολα να κάνει τον ουδέτερο, όπως τώρα.

Σε αρκετές περιπτώσεις και περιστάσεις ο Γενικός Γραμματέας του ΝΑΤΟ Γενς Στόλτενμπεργκ έχει εκφράσει αυτή τη θέση, όπως σε μια συνέντευξή του στο πρακτορείο Anadolu, όπου, «ερωτηθείς από τον δημοσιογράφο του τουρκικού πρακτορείου σχετικά με τη θέση της Συμμαχίας στις αυξανόμενες εντάσεις μεταξύ των δύο γειτόνων στο Αιγαίο, απάντησε ότι “τόσο η Ελλάδα όσο και η Τουρκία είναι πολύτιμοι σύμμαχοι του NATΟ και συνεισφέρουν στην συλλογική του άμυνα”». Επίσης, «σε νέα ερώτηση του δημοσιογράφου εάν το ΝΑΤΟ προτίθεται να μεσολαβήσει στις διαπραγματεύσεις εκείνος ήταν απολύτως ξεκάθαρος: “Όχι, δεν είναι θέμα του ΝΑΤΟ αυτό. Πρόκειται για ένα ζήτημα που πρέπει να διευθετηθεί ανάμεσα στην Τουρκία και την Ελλάδα”» (Πρώτο Θέμα, 15/04/2018).

Αλλά και σε συνέντευξή του στα Νέα (20/04/2018) αναφέρονται τα εξής: «“Υπάρχουν, ως γνωστόν, διαφορές μεταξύ των δύο χωρών. Καλώ την Τουρκία και την Ελλάδα να λύσουν τις διαφορές τους σε πνεύμα καλής γειτονίας και στο πλαίσιο διμερών συναντήσεων”, δήλωσε ο Στόλτενμπεργκ, χαιρετίζοντας παράλληλα την πρόσφατη συνομιλία που είχαν μεταξύ τους οι Πρωθυπουργοί των δύο χωρών “για να αντιμετωπίσουν τα ζητήματα αυτά”. Στο πλαίσιο αυτό, απέκλεισε το ενδεχόμενο παρέμβασης του ΝΑΤΟ στις ελληνοτουρκικές διαφορές. “Δεν θεωρώ ότι θα ήταν χρήσιμο να εισέλθει το ΝΑΤΟ στα συγκεκριμένα θέματα, που προκαλούν προβλήματα, τα οποία θα πρέπει να αντιμετωπιστούν από την Ελλάδα και την Τουρκία”».

 

Τα όρια ενός ενδεχόμενου θερμού επεισοδίου

Πώς λοιπόν θα εξωθήσει η Ελλάδα την Τουρκία σε ένα ελεγχόμενο θερμό επεισόδιο;

Καταρχάς, λέμε «ελεγχόμενο», γιατί, αν γίνει ανεξέλεγκτο και οδηγήσει σε γενικευμένο πόλεμο, τότε η Ρωσία δεν θα μπορεί να παίξει το ρόλο του μεσολαβητή και θα υποχρεωθεί να πάρει θέση, δηλαδή να κινδυνέψει να χάσει τη μια από τις δύο χώρες. Η Ρωσία αυτή τη στιγμή ελέγχει συντριπτικά την πολιτική κατάσταση στην Ελλάδα, ελέγχοντας όλες τις ηγεσίες, αλλά όχι και στην Τουρκία, παρά τα ανοίγματα του Ερντογάν προς αυτήν. Γι’ αυτό άλλωστε σκάρωσε στον τελευταίο και το γκιουλενικό πραξικόπημα, δηλαδή ακριβώς γιατί δεν είναι δικός της, αν και, όπως συνηθίζει, σχεδίασε έτσι τη δράση του Γκιουλέν (παραμονή του στις ΗΠΑ με την κάλυψη του διπρόσωπου Ομπάμα), ώστε να φορτώσει το πραξικόπημα στη Δύση. Παίζει επικίνδυνα με την πουτινική Ρωσία ο Ερντογάν, αλλά δεν είναι δικός της. Αυτός θέλει να γίνει η Τουρκία μια ισχυρή βιομηχανική χώρα και ένας ισχυρός περιφερειακός παράγοντας, κάτι που έρχεται σε στρατηγική αντίθεση με τα ρώσικα σχέδια για τη Μέση Ανατολή.

Το θερμό επεισόδιο πρέπει να είναι τόσο μεγάλο όσο να προκαλέσει την καταδίκη της Τουρκίας από το ΝΑΤΟ, αλλά όχι τόσο μεγάλο ώστε να μην μπορεί η Ρωσία να παίξει το ρόλο του μεσολαβητή. Δύσκολα πράγματα, αλλά όχι ακατόρθωτα για τη ρώσικη διπλωματία, όπως μας έχει διδάξει η περίπτωση της Συρίας.

 

Το νομικό σκέλος της ελληνοτουρκικής διαμάχης και η πολιτική του αξιοποίηση από την Ελλάδα

Για να αναγκαστεί το ΝΑΤΟ να πάρει ανοιχτά αντιτούρκικη θέση, θα πρέπει στα μάτια της Δύσης η Ελλάδα να έχει το δίκιο με το μέρος της. Άρα ο Τσίπρας καλείται να επιλέξει ποιο πεδίο της σύγκρουσης από το σύνολο των ελληνοτουρκικών διαφορών είναι το πιο πρόσφορο, ώστε να εμφανιστεί παγκοσμίως η Ελλάδα ως η πλευρά της σύγκρουσης που έχει το Διεθνές Δίκαιο με το μέρος της και αμύνεται απέναντι σε μια δήθεν γενικευμένη και απρόκλητη τουρκική επιθετικότητα. Και το πεδίο αυτό είναι το ζήτημα των νησίδων και βραχονησίδων.

Η ΟΑΚΚΕ κατά καιρούς σε διάφορα άρθρα και τοποθετήσεις της έχει ταχθεί σαφώς υπέρ της ελληνικότητας των νησιών και βραχονησίδων όπως αυτά καθορίζονται μέσα από τις διεθνείς συνθήκες που έχει υπογράψει η χώρα («ΠΑΛΙ ΙΜΙΑ ή η εμπλοκή της Ελλάδας στις ευρωτουρκικές αντιθέσεις», 21/3/2017, http://www.oakke.gr/global/2013-02-16-19-25-28/item/792-, ΟΧΙ ΣΤΑ ΠΡΟΒΟΚΑΤΟΡΙΚΑ ΠΑΙΧΝΙΔΙΑ ΠΟΛΕΜΟΥ ΠΟΥ ΠΑΙΖΟΥΝ Η ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΚΥΒΕΡΝΗΣΗ ΚΑΙ Η ΚΥΒΕΡΝΗΣΗ ΤΗΣ ΚΥΠΡΟΥ ΓΙΑ ΛΟΓΑΡΙΑΣΜΟ ΤΗΣ ΠΟΥΤΙΝΙΚΗΣ ΡΩΣΙΑΣ -ΕΙΡΗΝΗ ΜΕ ΤΗΝ ΤΟΥΡΚΙΑ ΣΤΟ ΑΙΓΑΙΟ ΚΑΙ ΣΤΗΝ ΚΥΠΡΟ, 18/3/2018, http://www.oakke.gr/global/2013-02-16-19-25-28/item/930-). Οι ρωσόδουλοι εκμεταλλεύονται αυτό ακριβώς το νομικό καθεστώς των νησίδων και βραχονησίδων για να παρουσιάσουν την Τουρκία γενικά ως την κυρίως επιτιθέμενη και να την εκθέσουν παγκοσμίως, ώστε να μπορέσουν αργότερα να δικαιολογήσουν ένα θερμό επεισόδιο στο οποίο θα έχουν πρωταγωνιστήσει οι ίδιοι. Ακριβώς στο ζήτημα αυτό είναι βρίσκεται η πιο αδύναμη πλευρά της Τουρκίας. Γιατί, πώς να δικαιολογήσει ότι διεκδικεί τα τελευταία χρόνια νησιά που κατοικούνται από ελληνικό πληθυσμό από αμνημονεύτων χρόνων και απέχουν από τα τουρκικά παράλια δεκάδες χιλιόμετρα, τη στιγμή που, με βάση τη Συνθήκη της Λωζάννης, έχει παραιτηθεί από νησιά που απέχουν περισσότερα από τρία μίλια από τις ακτές της;

Η ελληνική πλευρά δεν είναι -από πλευράς Διεθνούς Δικαίου- ισχυρή σε άλλα ζητήματα, όπως π.χ. στο ζήτημα του εναέριου χώρου και στις καθημερινές αναχαιτίσεις που έχουν κόστος σε χρήμα και σε ζωές, όπως έδειξε και ο πρόσφατος θάνατος του σμηναγού Μπαλταδώρου (12 Απρίλη). Γιατί η Ελλάδα είναι το μοναδικό κράτος στον κόσμο που έχει άλλο εύρος χωρικών υδάτων (6 μίλια) και άλλο εύρος εναέριου χώρου (10 μίλια), κατά σαφή παράβαση του Διεθνούς Δικαίου. Έτσι προκύπτει ο υπερβολικά μεγάλος αριθμός άσκοπων αναχαιτίσεων των τουρκικών μαχητικών, αφού κάθε πτήση των Τούρκων μεταξύ 6 και 10 μιλίων θεωρείται παραβίαση του εθνικού εναέριου χώρου, ενώ είναι απλή παράβαση του FIR, στο βαθμό που δεν κατατίθενται σχέδια πτήσης.

Επίσης η Ελλάδα έχει άδικο στο ζήτημα του εύρους της ελληνικής ΑΟΖ βόρεια της Κύπρου, αφού όλες οι ελληνικές κυβερνήσεις και όλα τα κόμματα συλλήβδην θεωρούν ότι, επειδή στην Ελλάδα ανήκει το Καστελλόριζο (πράγμα το οποίο αναγνωρίζουν οι Τούρκοι), όλη η ΑΟΖ εκείνης της περιοχής ανήκει επίσης στην Ελλάδα και η Τουρκία δεν παίρνει σχεδόν τίποτα, κάτι που έρχεται σε ευθεία σύγκρουση με τις αποφάσεις του Διεθνούς Δικαστηρίου της Χάγης για ανάλογες περιπτώσεις της ΑΟΖ των νησιών. Το ίδιο ισχύει στο ζήτημα της αποστρατιωτικοποίησης των νησιών του Ανατολικού Αιγαίου και των Δωδεκανήσων, όπου τόσο στη Συνθήκη της Λωζάννης όσο και στη Συνθήκη των Παρισίων (1947), με την οποία η Ελλάδα ενσωμάτωσε τα Δωδεκάνησα, γίνεται ρητά λόγος ενάντια σ’ αυτό που υποστηρίζει η Ελλάδα.

Θα μπορούσαμε να αναφέρουμε κι άλλες περιπτώσεις, αλλά δεν είναι αυτός ο σκοπός του άρθρου. Σκοπός μας εδώ είναι να εξηγήσουμε στον αναγνώστη γιατί η ελληνική πλευρά εστιάζει στο ζήτημα των νησίδων και βραχονησίδων και όχι σε άλλες ελληνοτουρκικές διαφορές. Ακριβώς γιατί το θεωρεί και είναι το ιδανικό πεδίο σύγκρουσης.

Όμως ακόμα και στο ζήτημα των βραχονησίδων ο ρόλος των ελληνικών ρωσόδουλων κυβερνήσεων -με πρωτεργάτη τον προβοκάτορα Ανδρέα Παπανδρέου- δεν είναι καθόλου καθαρός σε ό,τι αφορά τις προσπάθειες εποικισμού τους ώστε, χωρίς να τη δικαιούνται, να αποκτήσουν δικιά τους ΑΟΖ και υφαλοκρηπίδα. Είναι σ’ αυτό το ζήτημα που μια σειρά ελληνικές κυβερνήσεις υποδαύλισαν και προβόκαραν τον τούρκικο εθνικισμό και τον έκαναν να απαντήσει με το γνωστό του μονομερή και τραμπούκικο τρόπο και όχι με διπλωματικές και νομικές αντιδράσεις: δηλαδή ασκώντας πολιτική μεγάλης δύναμης και κάνοντας χρήση κυρίως στρατιωτικής ισχύος και όχι διπλωματικής δραστηριότητας, ιδιαίτερα στα πλαίσια διεθνών συλλογικών οργάνων.

Έχουμε αναφερθεί στο παρελθόν διεξοδικά στο παλιό σχέδιο εποικισμού ορισμένων βραχονησίδων, το οποίο εφάρμοσαν και εφαρμόζουν οι ελληνικές κυβερνήσεις (μη εξαιρουμένης αυτής των Τσίπρα-Καμμένου). Ο πολύς κόσμος δεν γνωρίζει ότι τα κατοικούμενα νησιά, που έχουν αυτόνομη οικονομική ζωή και δικούς τους επαρκείς πόρους για να ζήσουν, έχουν και χωρικά ύδατα και ΑΟΖ, ενώ οι ακατοίκητες βραχονησίδες έχουν μόνο χωρικά ύδατα. Όταν λοιπόν η Ελλάδα φτιάχνει μόνιμες εγκαταστάσεις σε βραχονησίδες, το κάνει για να τους προσδώσει χαρακτηριστικά κατοικούμενων νησίδων, πράγμα που αυτομάτως αλλάζει το καθεστώς του Αιγαίου σε βάρος της Τουρκίας και, φυσικά, είναι παράνομο από πλευράς Διεθνούς Δικαίου. Γι’ αυτό όμως δε μιλάει κανείς στην Ελλάδα, είναι κάτι σαν τον απαγορευμένο καρπό του Αδάμ και της Εύας. Έτσι βγαίνουν οι τούρκοι σοβινιστές και τελικά το τουρκικό κράτος και απαντούν κλιμακώνοντας και υποστηρίζοντας ότι οι βραχονησίδες είτε είναι δικές τους είτε είναι αμφισβητούμενης κυριαρχίας.

 

Ο ρόλος των ρωσόδουλων με εθνικιστικό ή ευρωπαιόφιλο μανδύα

σε Ελλάδα και Τουρκία

Στη δική μας χώρα το ρόλο του αγανακτισμένου εθνικιστή παίζει όλο το ακροδεξιό συνονθύλευμα, ξεκινώντας από τον Καμμένο και καταλήγοντας στη ναζιστική «Χρυσή Αυγή». Ο πρώτος βγαίνει συχνά-πυκνά να τσιγκλήσει τον τούρκικο λαό βρίζοντας με τρόπο απαράδεκτο για το αξίωμά του τον Ερντογάν και κάνοντας επισκέψεις σε στρατιωτικές μονάδες σε νησίδες και βραχονησίδες, λειτουργώντας έτσι σαν αυτοεπιβεβαιούμενος προφήτης, αφού έτσι προκαλεί και υποδαυλίζει τον εθνικισμό της άλλης πλευράς για να προκύψει ο πόλεμος που προφητεύει. Από την άλλη πλευρά, μ’ αυτόν τον τρόπο δίνει το πρόσχημα στον Τσίπρα, τον Κουβέλη και τους λοιπούς Συριζαίους να καμώνονται τους φιλοευρωπαίους που θέλουν, τάχαμου, να βάλουν φρένο στους Καμμένους, αλλά τους εμποδίζει η συμπεριφορά του Ερντογάν. Άρα, με βάση αυτή τη διπλή τακτική και λογική, πρέπει οι Ευρωπαίοι να βιαστούν να βάλουν πάγο στις αξιώσεις και στη συμπεριφορά του Ερντογάν στο ζήτημα των βραχονησίδων, ώστε η δήθεν φιλοευρωπαϊκή κυβέρνηση Τσίπρα -που επιβάλλει όλη τη μνημονιακή αφαίμαξη στη χώρα, αλλά κανένα μνημονιακό μέτρο ενάντια στο σαμποτάζ της παραγωγής, στο οποίο πρωτοστατεί ή ίδια- να μην μπει σε πολεμικές περιπέτειες και διατρέξει τον κίνδυνο μιας στρατιωτικής και πολιτικής ήττας. Κι αυτοί, βέβαια, είτε πέφτουν στην παγίδα και απομονώνουν ακόμη περισσότερο τον Ερντογάν, είτε το κάνουν συνειδητά ως ρωσόδουλοι ή ρωσόφιλοι (βλέπε Κουρτς, Μέρκελ, Γιουνκέρ, Μογκερίνι κ.ά.), είτε από στρατιωτική και διπλωματική αδυναμία δεν θέλουν να καταλάβουν το πολύπλοκο και καλοκρυμένο ρώσικο παιχνίδι στα ελληνοτουρκικά.

Επίσης η μισοευρωπαϊκή, υπό καραμανλική ομηρεία ΝΔ, παραπλανά καίρια την ΕΕ, γιατί στα λεγόμενα εθνικά θέματα ακολουθεί εξ ολοκλήρου τη στρατηγική Τσίπρα αρκούμενη σε επιμέρους διαφοροποιήσεις σε ζητήματα τακτικής.

Από την άλλη πλευρά του Αιγαίου, τον ρόλο του τούρκου Καμμένου έρχεται να παίξει ο αρχηγός της αξιωματικής αντιπολίτευσης στον Ερντογάν, ο Κεμάλ Κιλιτσντάρογλου (το κόμμα του ονομάζεται Ρεπουμπλικανικό Λαϊκό Κόμμα -Cumhuriyet Halk Partisi, CHP). Αυτός ο υποτιθέμενος κεμαλιστής, όπου σταθεί κι όπου βρεθεί, χαρακτηρίζει τον Ερντογάν προδότη επειδή δεν κάνει επίθεση να πάρει τις ελληνικές βραχονησίδες. Τον χαρακτηρίζουμε ψευτοκεμαλιστή γιατί ο Κεμάλ ήθελε ακριβώς το αντίθετο, την ελληνοτουρκική φιλία, και στις 29 Οκτωβρίου 1930 ο τότε πρωθυπουργός της Τουρκίας Ισμέτ Ινονού συνυπέγραψε με τον Ελευθέριο Βενιζέλο στην Άγκυρα, παρουσία του Κεμάλ, το Ελληνοτουρκικό Σύμφωνο Φιλίας, Ουδετερότητας, Συνδιαλλαγής και Διαιτησίας.

Ο Κιλιτσντάρογλου λοιπόν ανέφερε ότι «η Ελλάδα έχει καταλάβει 18 νησιά του Αιγαίου, συν μία βραχονησίδα. Ο Έλληνας υπουργός Άμυνας μου απάντησε “Έλα και πάρ’ τα” (μολών λαβέ). Θα έρθω το 2019 και θα πάρω όλα αυτά τα νησιά. Γιατί το λέω; Ξέρετε; Αυτά τα έλεγαν μία περίοδο και για την Κύπρο. “Μολών λαβέ”. Και ο αείμνηστος Ετζεβίτ τι έκανε; Πήγε και την πήρε». Επίσης κατηγόρησε τον Ερντογάν για δειλία και δήλωσε ότι «από το φόβο του ούτε μια απάντηση δεν μπορεί να δώσει. Πού είναι ότι είσαι ηγέτης του κόσμου;» (Καθημερινή, 23/12/2017). Στο παραλήρημά του ανέφερε και τα εξής: «Τα νησιά του Αιγαίου κάτω από τη μύτη μας είναι υπό την κατοχή του ελληνικού στρατού. Ναι, αγαπητοί σύντροφοι. Το τελευταίο ήταν να πάνε ακόμη και στην Ψέριμο. Τέσσερα μίλια από την Τουρκία, μόνο τέσσερα μίλια. Πολλές φορές έχω ρωτήσει τον Ερντογάν: “Σε αυτά τα νησιά έχουμε δικαιώματα;”. Κιχ δεν έχει βγάλει. Μιλάει για όλα, αλλά γι’ αυτό δεν λέει κουβέντα. Πήγαν και στην Ψέριμο τώρα (…) Και ξαναθέτω το ερώτημα στον Ερντογάν με γλώσσα κατανοητή από τον καθένα. “Τίνος είναι, αδελφέ, η Ψέριμος; Αν δεν είναι δικό μας, τίνος είναι;”. Αν είναι δικό μας, πες είναι, αν δεν είναι, πες δεν είναι. Ή, αν δεν είναι ούτε δικό μας ούτε της Ελλάδας, πες έστω αυτό. Αλλά ούτε κιχ πάλι. Αναρωτιέμαι… Αυτά τα νησιά εσείς μήπως τους τα πουλήσατε ή τους τα δώσατε πεσκέσι; Τι έχει γίνει; Τι έχει γίνει με αυτά τα νησιά; (…) Κι εγώ περίμενα να βγει κάποιος από την κυβέρνηση και να πει “ναι, αδελφέ, θα τα πάρουμε”. Πού να βρεθούν πατριώτες; Αυτοί δεν είναι πατριώτες, είναι μη πατριώτες. Μη πατριώτες! Όποιος δεν διεκδικεί τα ίδια του τα εδάφη, πατριώτης δεν είναι! Είναι μη πατριώτης! Μόνο στα λόγια βρίσκεται ο πατριωτισμός τους» (CNNGreece, 10 Ιαν. 2018).

Αυτές οι πολεμικές κραυγές του Κιλιτσντάρογλου φέρνουν σε δύσκολη θέση όχι τόσο τον Ερντογάν, όσο τον Μπαχτσελί, που με το Εθνικιστικό του Κόμμα είναι ο μοναδικός σύμμαχος του Ερντογάν στη Βουλή. Στο εκρηκτικό αυτό κλίμα ήρθε να προστεθεί τελευταία και η αρχηγός της διάσπασης του Εθνικιστικού Κόμματος, η Μεράλ Ακσενέρ, που ίδρυσε πρόσφατα το «Καλό Κόμμα». Η Ακσενέρ είναι μια ακροδεξιά που παριστάνει ταυτόχρονα και τη φιλοευρωπαία αξιοποιώντας την αντίθεση της ΕΕ με τον Ερντογάν, ενώ υπήρξε ανοιχτή σύμμαχος των Γκιουλενιστών, δηλαδή είναι ρωσόφιλη. Ο πιο άμεσος στόχος της είναι να πετάξει από τη Βουλή τον εθνικιστή Μπαχτσελί και να γίνει ο πόλος συσπείρωσης ενάντια στον Ερντογάν. Έτσι ο Μπαχτσελί είναι υποχρεωμένος να αυξήσει την ένταση της εθνικιστικής του ρητορικής, αν δεν θέλει να υπερκεραστεί σε εθνικισμό από τον Κιλιτσντάρογλου κι έτσι να νικηθεί από την Ακσενέρ στις επερχόμενες εκλογές στις 24 Ιουνίου στην Τουρκία, οπότε πιθανότατα θα βρεθεί εκτός Βουλής (το ποσοστό εισόδου στη Βουλή είναι 10%). Έτσι ο Ερντογάν, για να μη χάσει το μοναδικό σύμμαχό του, πρέπει να εμφανίζεται και αυτός διεκδικητικός στις βραχονησίδες και στην κυπριακή ΑΟΖ και κάθε τόσο να αμολάει και εμπρηστικές αναθεωρητικού τύπου κορώνες για τα τουρκικά «σύνορα της καρδιάς μας».

Ο Κιλιτσντάρογλου δηλαδή παίζει ακριβώς το ρόλο που έπαιζε ο Ανδρέας Παπανδρέου όταν στην κυβέρνηση ήταν ο Κωνσταντίνος Καραμανλής και ο Μητσοτάκης. Όταν ο Καραμανλής ασκούσε μια στοιχειωδώς φιλειρηνική πολιτική με την Τουρκία, έβγαινε ο Παπανδρέου και τον κατακεραύνωνε σαν προδότη με το χαρακτηριστικό «Βυθίστε το Χόρα». Όταν ο Μητσοτάκης προσπαθούσε να βρει κάποια συμβιβαστική φόρμουλα στο Μακεδονικό, ο Παπανδρέου (με δεξιό ψάλτη το Σαμαρά) τον στιγμάτιζε και πάλι σαν προδότη ωθώντας τον να πάρει ακραίες σοβινιστικές θέσεις.

Η εθνοσοβινιστική πίεση του Κιλιτσντάρογλου στον Μπαχτσελί και στον Ερντογάν επιδεινώνεται από την Ακσενέρ, που χαρακτηρίζει την τουρκική επιχείρηση στο Αφρίν «καθυστερημένη» και ζητάει την προσάρτηση της κατεχόμενης Κύπρου στην Τουρκία: «Όπως θα στηθούν κάλπες ενώπιόν μας το 2019, έτσι θα στηθούν και στην Κύπρο. Άντε να δούμε αν τολμάτε, φέρτε τις κάλπες ενώπιον των “Κυπρίων πολιτών” να αποφασίσουν αν θέλουν προσάρτηση με την Τουρκία και να δούμε τον πατριωτισμό σας. Να δούμε ποιοι είστε εσείς οι πατριώτες του γλυκού νερού» (στο ίδιο).

Ίσως γι’ αυτό ακριβώς προκήρυξε ο Ερντογάν πρόωρες προεδρικές εκλογές (κανονικά προβλέπονταν το 2019), πέρα από τη βούλησή του να κεφαλαιοποιήσει πολιτικά τα κέρδη από την κατάληψη του Αφρίν: για να μην προλάβει το κόμμα της Ακσενέρ να παγιωθεί στο πολιτικό σκηνικό της Τουρκίας και να έχει στις εκλογές επιδόσεις που θα καθιστούν την αρχηγό του υπολογίσιμη αντίπαλο που θα αμφισβητήσει σοβαρά την πρωτοκαθεδρία του.

 

Ο Ερντογάν θέλει να αποφύγει ρήξη με την Ελλάδα και τη Δύση

Με όλους αυτούς να του βγαίνουν από τα δεξιά ο Ερντογάν ωθείται να πάρει δημόσια πιο επιθετικές θέσεις, έστω και όταν κάτι τέτοιο είναι αχρείαστο και δεν επιβάλλεται από τις πραγματικές εξελίξεις.Αυτό το αναγνωρίζουν και κρατικοί ειδικοί ,όπως ο αναπληρωτής καθηγητής Διεθνούς Δικαίου και Εξωτερικής Πολιτικής στο Πάντειο Άγγελος Συρίγος, ο οποίος σε μια διάλεξή του ανέφερε ότι «ο Ερντογάν θα ”σηκώσει” τα ελληνοτουρκικά μόνο στον βαθμό που θα προκληθεί από την αντιπολίτευση, μόνο στον βαθμό που θα πρέπει να απαντήσει στην αντιπολίτευση, εάν τον κατηγορήσει η αντιπολίτευση ότι έχει υποχωρήσει» (HuffPost Greece, 22 Απρ.). Από μερικές τελευταίες κινήσεις του φαίνεται ότι δεν θέλει πραγματικά την ένταση στις ελληνοτουρκικές σχέσεις, ούτε θέλει να υποχρεωθεί να έρθει σε σύγκρουση με τη Δύση και να φύγει από το ΝΑΤΟ. Αυτό το τελευταίο φάνηκε πιο καθαρά στην πρόσφατη πυραυλική επίθεση των ΗΠΑ, της Γαλλίας και της Αγγλίας (των βασικών νατοϊκών δυνάμεων δηλαδή) κατά της Συρίας, όταν δήλωσε ότι «με τη σημερινή κοινή επιχείρηση των ΗΠΑ, της Βρετανίας και της Συρίας η συριακή κυβέρνηση έλαβε ένα μήνυμα, ότι οι σφαγές της δεν θα μείνουν αναπάντητες (…) Νωρίτερα, ανάλογη ήταν η στάση και του τουρκικού ΥΠΕΞ, που χαρακτήρισε “αρμόζουσα” την πυραυλική επίθεση και δήλωσε ότι ο Άσαντ δεν μπορεί να παραμείνει στην εξουσία» (Καθημερινή, 14 Απρ.).

Ανεξάρτητα από τον πραγματικό αντιδραστικό σκοπό της επίθεσης αυτής (έχουμε αναφερθεί εκτεταμένα σε σχετικό μας άρθρο), ο Πούτιν σίγουρα δε θα ήθελε να ταχθεί ο Ερντογάν τόσο ανοιχτά και απόλυτα με το μέρος της Δύσης. Και πώς τον αντάμειψε; Βάζοντας, καταρχάς, το ελληνικό ρωσόδουλο στην εξωτερική πολιτική καθεστώς να υποστηρίξει τους γκιουλενιστές. Με απόφασή του το ΣτΕ, που σε ζητήματα εξωτερικής πολιτικής ακολουθεί πάντα το εκάστοτε υπουργείο Εξωτερικών, άφησε ελεύθερο με περιοριστικούς όρους τον ένα από τους οχτώ τούρκους πραξικοπηματίες στρατιωτικούς που είχαν βρει καταφύγιο στην Αλεξανδρούπολη. Αυτή την απόφαση τα τουρκικά ΜΜΕ τη χαρακτήρισαν σκάνδαλο.

Ακόμη, με τη συνέργεια της ελληνικής κυβέρνησης, προσωπικά του Καμμένου και των ΜΜΕ ανέβηκε σε επίπεδο στρατιωτικής απώλειας σε καιρό πολέμου το θέμα του θανάτου του σμηναγού Μπαλταδώρου που προαναφέραμε, αν και, σύμφωνα με δηλώσεις του ίδιου του αναπληρωτή υπουργού άμυνας Κουβέλη στο 1ο Πρόγραμμα της Ελληνικής Ραδιοφωνίας, «κατηγορηματικά, ο θάνατος του πιλότου μας του Γιώργου Μπαλταδώρου δεν έχει σχέση με αναχαίτιση. Εννέα μίλια πριν φθάσει στη Σκύρο χάθηκε το αεροσκάφος μαζί με τον Γιώργο Μπαλταδώρο» (Το Βήμα, 12 Απρ.). Επίσης την ίδια μέρα με πρόταση όλων των ελληνικών πολιτικών κομμάτων το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο υιοθέτησε κοινό ψήφισμα με το οποίο ζητείται η άμεση απελευθέρωση των δύο ελλήνων στρατιωτικών από την Τουρκία. Είναι γεγονός ότι η συνεχιζόμενη φυλάκιση των δύο στρατιωτικών χωρίς κατηγορία και η ταυτόχρονη ανοιχτή παραδοχή του Ερντογάν ότι είναι όμηροι προς ανταλλαγή με τους πραξικοπηματίες αποτελούν απόδειξη του πόση δύναμη έχουν αποκτήσει οι τούρκικες πολιτικές δυνάμεις στο να επιβάλουν τη θέλησή τους σε όλο το φάσμα των ελληνοτουρκικών αντιθέσεων. Αν η σύλληψη των δύο στρατιωτικών δεν εκτυλισσόταν μέσα στην κατάσταση της κλιμακούμενης έντασης στο Αιγαίο, την έναρξη της νέας φάσης την οποία μετά το 2015 χρωστάμε στην κυβέρνηση Τσίπρα-Καμμένου, τότε αυτοί δεν θα είχαν καν φυλακιστεί. Είναι μάλιστα χαρακτηριστικό το πώς η αντιμετώπιση του θανάτου του Γ. Μπαλταδώρου σαν πτώση σε πεδίο μάχης με τον εχθρό συνεχίστηκε παρά το ότι ο τούρκος πρωθυπουργός Γιλντιρίμ τηλεφώνησε την ίδια μέρα του δυστυχήματος στον Τσίπρα για να εκφράσει τα συλλυπητήρια τα δικά του και του Ερντογάν για το θάνατο του σμηναγού, συμφωνώντας παράλληλα με τον Τσίπρα να διατηρήσουν ανοιχτούς τους διαύλους επικοινωνίας κατά την επόμενη περίοδο και να ενισχύσουν το διάλογο των δύο χωρών στο μέλλον (Καθημερινή, 12 Απρ.).

Ακριβώς μέσα σε αυτό το κλίμα οι τρεις νεαροί από τους Φούρνους, που δεν έδειξαν καθόλου να έχουν οποιαδήποτε κριτική διάθεση απέναντι στη «Χρυσή Αυγή» και δεν έδειξαν καμιά απολύτως δυσφορία για τα θερμά συγχαρητήρια που τους έστειλε τηλεοπτικά ο Μιχαλολιάκος, αποφάσισαν ξαφνικά (!) μεταξύ καφέ και τσιγάρου (όπως υποστήριξε ο ένας τους, ο μαυροφορεμένος Χαράλαμπος Τσαγαλάς), να αναρτήσουν ελληνικές σημαίες σε 5 βραχονησίδες, για να τιμήσουν τον Μπαλταδώρο: «Η απόφαση ήταν ξαφνική, ξυπνήσαμε, ήπιαμε τον καφέ μας και λέμε αυτό πρέπει να γίνει. Ρίξαμε και στεφάνι στη θάλασσα και μετά ανεβήκαμε στη βραχονησίδα. Ξεκινήσαμε από τον Μικρό Ανθρωποφάγο, μετά πήγαμε στον Μεγάλο, μετά στο Πρασονήσι, στο Μακρονήσι και στο Πετροκάραβο» (skai.gr, 17 Απρ.). Αλλά η «Χρυσή Αυγή» δεν μπορούσε να κρύψει τη χαρά της για το περιστατικό και ο Μιχαλολιάκος κλήθηκε στο κεντρικό δελτίο ειδήσεων στην Εγνατία Τηλεόραση, όπου συνεχάρη τους τρεις και κάλεσε όλους τους Έλληνες να «υψώνουν περήφανα την Ελληνική Σημαία σε όλη την Επικράτεια!» .

Βέβαια, επειδή η κατάσταση, αν συνεχιζόταν, πήγαινε να ξεφύγει και το θερμό επεισόδιο θα άρχιζε πολύ πριν την ώρα του, ο ίδιος ο Καμμένος σε πρώτη φάση αποδοκίμασε επίσημα στην Επιτροπή Εξωτερικών και Άμυνας της Βουλής την ενέργειά τους λέγοντας ότι, «όταν κάποιος τοποθετεί τη σημαία, πρέπει να διασφαλίσει ότι θα την υπερασπιστεί με το αίμα του (…) Η προβολή της εθνικής κυριαρχίας της σημαίας είναι πράξη που είναι και υπεύθυνος αυτός που την κάνει να έχει τη δυνατότητα να τη στηρίξει. Αλλιώς να έρθει και να πει στον ελληνικό στρατό ότι αποφάσισα με δύο φίλους μου που είναι Πάσχα να τη βάλω τη σημαία, να τους δώσουμε και δύο G3 της εθνοφυλακής να την υπερασπιστούν οι ίδιοι». Αργότερα όταν η ένταση έπεσε μίλησε θετικά γι αυτούς θεωρώντας τους πατριώτες (https://www.newsit.gr/politikh/kammenos-opoioi-ypsonoun-simaies-tha-prepei-na-einai-kai-etoimoi-na-tis-yperaspistoun/2487413/).

Το είπαμε και παραπάνω: η ένταση πρέπει να είναι ελεγχόμενη από τα πάνω. Απλά κάθε παιχνίδι με σημαίες στις βραχονησίδες είναι αντικειμενικά μια πρόβα για το μέλλον. Αν η προβοκάτσια αποφασιστεί, τότε αμέσως κάποια σημαία θα σηκωθεί σε μια από τις βραχονησίδες που η Τουρκία ισχυρίζεται ότι είναι δικές της, η Τουρκία θα την κατεβάσει, ο ελληνικός στρατός θα επιχειρήσει να την ξανανεβάσει και η Τουρκία θα χτυπήσει, αν ο Ερντογάν θέλει να σώσει το κεφάλι του. Σε αυτήν την περίπτωση τυπικά η Ελλάδα θα έχει δίκιο, αλλά ο μικρός ή μεγαλύτερος πόλεμος που ίσως ξεκινήσει δε θα είναι δίκαιος, γιατί από την άποψη των ευρύτερων συμφερόντων της παγκόσμιας εργατικής τάξης θα ευνοεί το νεοχιτλερικό στρατόπεδο. Αλλά και από μια περιορισμένη τοπική σκοπιά και αν δούμε το ζήτημα, η πρώτη-πρώτη κίνηση για την αλλαγή του καθεστώτος των βραχονησίδων στο Αιγαίο ήταν ο παράνομος ελληνικός εποικισμός τους στις αρχές του 1990 ενώ η άτυπη αλλά ουσιαστική συμφωνία του 1996 για αποφυγή οποιασδήποτε έντασης στα Ίμια (όχι στρατός, όχι πλοία, όχι σημαίες), που τηρήθηκε από τις δύο χώρες επί 19 ολόκληρα χρόνια, παραβιάστηκε στο πνεύμα της για πρώτη φορά από την κυβέρνηση Σύριζα και τον υπουργό της Καμμένο το 2015, οπότε και ξεκίνησε η σημερινή περίοδος έντασης.

 

Οι αυτοεκπληρούμενες προφητείες

Δεν μπορούμε να πούμε με σιγουριά ότι οπωσδήποτε οι ρωσόδουλοι θα οργανώσουν ένα θερμό επεισόδιο με την Τουρκία και -ακόμα λιγότερο- δεν μπορούμε να εκτιμήσουμε πότε θα το κάνουν, αν το αποφασίσουν. Νομίζουμε ότι αυτό θα εξαρτηθεί από δύο πράγματα: 1ον, από το αν ο Ερντογάν θα συνεχίσει να αντιστέκεται στη Ρωσία όσο θα δυσκολεύει η κατάσταση γι' αυτόν -εξαιτίας της δυτικής πίεσης- τόσο στο επίπεδο της οικονομίας, με τη διαρκή πτώση της τουρκικής λίρας, όσο, ιδιαίτερα, στα εξωτερικά μέτωπα του συριακού Κουρδιστάν και του Αιγαίου· και 2ον και το κυριότερο, από την έκβαση της σκληρής πολιτικής αντιπαράθεσης στο εσωτερικό των ΗΠΑ ανάμεσα, από τη μια μεριά, στην υφεσιακή απέναντι στη Ρωσία μερίδα της αμερικάνικης αστικής τάξης, που εκφράζεται ως τώρα από τον πράκτορα Τραμπ και τον έμπιστό του υπουργό άμυνας Πομπέο, και από την άλλη σ' εκείνη τη μερίδα που διακρίνει ότι η κύριος κίνδυνος για τις ΗΠΑ προέρχεται από την πουτινική Ρωσία και η οποία, όντας πιο ισχυρή στο στρατό και στο Κογκρέσσο, εκπροσωπείται πολιτικά σε επίπεδο κυβέρνησης από τον υπουργό άμυνας Μάτις. Η δεύτερη τάση έχει ακόμα το πάνω χέρι, και γι' αυτό το ΝΑΤΟ αρνείται να πάρει θέση κατά της Τουρκίας στο Αιγαίο, όπως το κάνει η τυφλή και διαβρωμένη από την πουτινική διπλωματική μηχανή ΕΕ, δηλαδή αρνείται να παραδώσει την Τουρκία στη Ρωσία. Όμως η τάση που είναι σε άνοδο στις ΗΠΑ είναι η τάση Τραμπ, που σημειώνει εντυπωσιακές, αλλά μόνο φαινομενικές στρατιωτικές ή διπλωματικές επιτυχίες ακριβώς με τη βοήθεια της ρώσικης διπλωματίας, όπως η συντριβή του ΙΣΙΣ, ο βομβαρδισμός συριακών στόχων χωρίς ρώσικη απάντηση, πάνω απ' όλα η δήθεν ειρήνευση ανάμεσα στις δυο Κορέες. Αν αυτή η τάση κυριαρχήσει, το ΝΑΤΟ θα συγκρουστεί με τον Ερντογάν, είτε στο Αιγαίο είτε στο συριακό Κουρδιστάν.

Για κάθε πάντως ενδεχόμενο προχωράει με αρκετά γοργά, αλλά όχι βιαστικά βήματα, η πολιτική προετοιμασία του ελληνικού λαού για ένα πολεμικό επεισόδιο, ενώ το πιο ανησυχητικό σημάδι για το ότι ένα τέτοιο επεισόδιο ετοιμάζεται είναι οι αλλεπάλληλες φιλοπόλεμες προφητείες ηγετικών στελεχών του συνήθως καλά πληροφορημένου για τις προθέσεις των σοσιαλιμπεριαλιστικών αφεντικών του ψευτοΚΚΕ, ότι έρχεται θερμό επεισόδιο στο Αιγαίο με ευθύνη της Τουρκίας και του ΝΑΤΟ.

Πιο χαρακτηριστικά ο Κουτσούμπας σε συνέντευξή του στην τηλεόραση του ΑΝΤ1 είπε για τα ελληνοτουρκικά ότι «το ΚΚΕ δεν περιορίζεται σε μια γενική μόνο ανησυχία (…) Δεν θα αποφύγουμε θερμό επεισόδιο, έτσι όπως πάει η κατάσταση, με πρώτη και κύρια την ευθύνη της τούρκικης πολιτικής, αλλά και άλλων συμμάχων τους που είναι πίσω από αυτό, γιατί είναι ισχυρά τα οικονομικά συμφέροντα» (ιστοσελίδα left.gr, 17 Απρίλη). Επίσης η Κανέλλη σε συνέντευξή της στον τηλεοπτικό σταθμό Σκάι (19 Απρ.) δήλωσε πρόσφατα ότι «ο ελληνικός λαός πρέπει να ξέρει ότι μπορεί να κληθεί να υπερασπιστεί τα σύνορά του».

Με αυτές τις «προφητείες», που δυναμώνουν τον αντιτουρκισμό και τον ριζώνουν και στον σχετικά πιο αριστερό και ειρηνόφιλο κόσμο, το «διεθνιστικό» ψευτοΚΚΕ αναδεικνύεται σαν το πιο πολεμοκάπηλο κόμμα της χώρας. Μάλιστα έτσι αποδεικνύεται και η ρωσοδουλεία του, γιατί, ενώ καταγγέλλει πάντα το ΝΑΤΟ σαν τον κύριο υπεύθυνο για την τούρκικη επιθετικότητα, δεν καταγγέλλει καθόλου τη στήριξη της Ρωσίας στην τούρκικη επέμβαση στη Συρία και τη σιωπή της στο Αιγαίο. Εννοείται ότι και το ψευτοΚΚΕ, όπως όλα τα άλλα κοινοβουλευτικά κόμματα, ποτέ δεν κάλεσε τη Ρωσία να πάρει θέση στην ελληνοτουρκική διένεξη στο ζήτημα των βραχονησίδων. Αυτή τη θέση το έθνος την απαιτεί από την ΕΕ και το ΝΑΤΟ, αλλά ποτέ από τη «φίλη» Ρωσία, όπως άλλωστε κάνει και στο Μακεδονικό. Το επίσημο πρόσχημα είναι ότι η Ελλάδα συμμετέχει στην ΕΕ και στο ΝΑΤΟ, αλλά δε συμμετέχει σε κανένα θεσμό συμμαχίας με τη Ρωσία. Όμως γιατί δε βάζει το θέμα στο θεσμό που λέγεται ΟΗΕ, όπου η «φίλη» Ρωσία λύνει και δένει σαν μόνιμο μέλος του Σ. Ασφαλείας; Δεν το βάζει ως τώρα ακριβώς για να μην εκτεθεί η Ρωσία στα μάτια της τούρκικης κοινής γνώμης ψηφίζοντας υπέρ της Ελλάδας.

Βέβαια, δε φτάνουν μόνο οι Καμμένοι και οι Κουτσουμπαίοι για να ανησυχήσει κανείς. Φτάνει και μόνο του το γεγονός ότι η κυβέρνηση Τσίπρα πληρώνει δισεκατομμύρια από την απισχνασμένη σάρκα του ελληνικού λαού για να αναβαθμίσει τα πολεμικά της αεροπλάνα και να νοικιάσει υπερσύγχρονες γαλλικές φρεγάτες, ανεξάρτητα από το ότι το τελευταίο έξοδο αποφεύχθηκε επειδή, απ' ό,τι φαίνεται, το γαλλικό γενικό στρατιωτικό επιτελείο διαφώνησε με τον Μακρόν στο ζήτημα αυτό.

Από το δύσμοιρο και βασανισμένο από την οικονομική κρίση και το παραγωγικό σαμποτάζ ελληνικό λαό το μόνο που του λείπει είναι ένα θερμό επεισόδιο στο Αιγαίο, ιδιαίτερα αν αυτό γίνει σε τουριστική περίοδο. Αναρωτιόμαστε τι άλλο θα απομείνει αν λείψει αυτή η τελευταία πηγή εισοδήματος για το ένα εκατομμύριο ανέργων, που είναι ο τουρισμός. Γι’ αυτό το λόγο και μόνο, πέρα από τους στρατηγικούς λόγους που θα κάνανε καταστροφικό για όλη την Ευρώπη, και πρώτα-πρώτα για την Ελλάδα, το πέρασμα της Τουρκίας με τον ρωσοκινεζικό άξονα, είναι απολύτως απαραίτητο να διατηρηθεί αυτή η εύθραυστη ειρήνη στο Αιγαίο και στην Κύπρο και μεσοπρόθεσμα να σταθεροποιηθεί. Ο πόλεμος με την Τουρκία, έστω και περιορισμένος και «ελεγχόμενος», πρέπει να αποφευχθεί πάση θυσία. Η Ελλάδα, όπως δεν παύουμε να το επαναλαμβάνουμε επί δεκαετίες, μπορεί να βρει έναν κοινό τόπο με την Τουρκία και να σβήσουν οι εστίες της έντασης. Αυτό όμως μπορεί να γίνει μόνο αν δυναμώσει ένα διεθνιστικό φιλειρηνικό κίνημα με επικεφαλής το πιο συνειδητό κομμάτι της ελληνικής εργατικής τάξης, που έχει αρχίσει να καταλαβαίνει πόσο εχθρικό της κόμμα, πόσο αντίθετο στην ίδια της την ύπαρξη είναι το ψευτοΚΚΕ. Η αστική τάξη της Ελλάδας, ακόμη και η μισοευρωπαία, που εκφράζεται σήμερα από τη ΝΔ, έχει αποδείξει ότι στις κρίσιμες στιγμές στοιχίζεται γύρω από τον κυρίαρχο στη χώρα ιμπεριαλισμό και δεν πάει κόντρα στο δηλητηριώδες ιδεολογικοπολιτικό ρεύμα που αυτός φτιάχνει.