Στρατιωτική εξάρτηση και ηγεμονία
Η ανακοίνωση μας προχωρούσε παραπέρα επισημαίνοντας ότι:
«ο ρωσοκινεζικός νεοχιτλερικός Άξονας θα μπορέσει να εξασφαλίσει την απόλυτη κυριαρχία του στο Ιράν οπότε και την πολιτικοστρατιωτική ηγεμονία του σε όλες τις ήδη γεωπολιτικά ταλαντευόμενες χώρες του Κόλπου».
Το άρθρο του Capital περιγράφει με τεχνικούς όρους αυτή ακριβώς τη διαδικασία υποταγής, εξηγώντας ότι: «Για το Ιράν, η Ρωσία γίνεται ένας απαραίτητος εταίρος», ενώ παράλληλα «η εξάρτηση της Τεχεράνης από τη συνεργασία με τη Μόσχα μόνο μεγαλώνει».
Η στρατιωτική διάσταση αυτής της εξάρτησης αναδεικνύεται επίσης καθαρά: «Η εμφανής απογοήτευση της Τεχεράνης για την έλλειψη βοήθειας από τη Μόσχα κατά τον δωδεκάημερο πόλεμό […] δεν την εμπόδισε να κάνει νέα βήματα για την ενίσχυση της συνεργασίας της με τη Ρωσία — κατ’ αρχάς, μέσω της αγοράς ρωσικών όπλων», με πιθανή προμήθεια «σαράντα οκτώ μαχητικών αεροσκαφών Su-35».
Δηλαδή οι βομβαρδισμοί, αντί να περιορίσουν τον ιρανικό μιλιταρισμό, τον αναβαθμίζουν υπό ρωσική πολιτική και τεχνική κηδεμονία.
Το πυρηνικό πρόγραμμα του Ιράν κάτω από τον έλεγχο της Μόσχας
Ιδιαίτερη σημασία έχει και το ζήτημα της πυρηνικής συμφωνίας. Στην ανακοίνωση μας είχαμε επισημάνει ότι:
«οι βομβαρδισμοί […] υπονομεύουν βαθιά κυρίως πολιτικά, αλλά και πρακτικά-τεχνικά μια επιβλεπομένη από την ΔΟΑΕ και γι’ αυτό τη μόνη αποτελεσματική πυρηνική συμφωνία».
Το άρθρο στο Capital επιβεβαιώνει αυτή τη διάλυση κάθε διεθνούς ελέγχου, σημειώνοντας ότι το Ιράν «έχει μειώσει σημαντικά την παρουσία ξένων παρατηρητών στις πυρηνικές του εγκαταστάσεις» και ότι αυτό «θα άφηνε τη Ρωσία ως ουσιαστικά τη μοναδική παγκόσμια δύναμη ικανή να βεβαιώνει τη μη στρατιωτική φύση του πυρηνικού προγράμματος του Ιράν». Με άλλα λόγια: η Ρωσία αναδεικνύεται σε αποκλειστικό εγγυητή και διαχειριστή του ιρανικού πυρηνικού ζητήματος, δηλαδή σε απόλυτο πολιτικό κυρίαρχο στο ζήτημα του πυρηνικού ελέγχου του Ιράν.
Ο αυτοκτονικά αδύναμος στρατηγικός ορίζοντας της ευρωπαϊκής αστικής τάξης
Τέλος αναδεικνύεται και πως η ΕΕ λειτούργησε σαν μηχανισμός αυτοϋπονόμευσης. Οι Ευρωπαϊκές αστοδημοκρατίες έκαναν τεράστιο λάθος στηρίζοντας αυτή την επίθεση. Όπως τονίζαμε στην ανακοίνωση: «Αυτή η πολιτικά αυτοκαταστροφική επίθεση του Ισραήλ που πολύ λαθεμένα στήριξαν και οι Ευρωπαϊκές αστοδημοκρατίες… πρέπει να σταματήσει όσο γίνεται πιο άμεσα.»
Η στάση της Ευρώπης επιβεβαιώθηκε στην πιο ωμή της εκδοχή από δηλώσεις όπως του Μερτς (και του γερμανικού κατεστημένου γενικότερα): «Το Ισραήλ κάνει τη βρώμικη δουλειά για όλους μας.». Αυτή η φράση συνοψίζει μια πολιτική τυφλότητα που αρνείται να δει ότι δεν υπάρχει «βρώμικη δουλειά», υπάρχει ρωσικός σχεδιασμός που επιδιώκει τη συνολική κατάρρευση της πυρηνικής συμφωνίας. Η απόλυτη ρήξη Δύσης–Ιράν είναι ό,τι ακριβώς θέλει το Κρεμλίνο. Όπως διαπιστώνει το παραπάνω άρθρο του Capital:
«Οι κυρώσεις… πιθανότατα θα αποξενώσουν τους εναπομείναντες ευρωπαϊκούς της εταίρους» ενώ το εμπόριο Ιράν–ΕΕ θα παραμείνει «λιγότερο από το 4% του συνολικού εξωτερικού εμπορίου του Ιράν». Στον αντίποδα: «Η ανάπτυξη των σχέσεων με τη Ρωσία έχει ως στόχο να αντισταθμίσει αυτές τις απώλειες».
Πρόκειται για αυτοκτονική πολιτική της Ευρώπης, η οποία στην πράξη– παραδίνει σε επικίνδυνο βαθμό την ενεργειακή της ασφάλεια στον Άξονα.
Το ουσιαστικό δίδαγμα των εξελίξεων είναι ότι μόνο μια πολιτική σύγκρουση στη Μέση Ανατολή με καθαρό προσανατολισμό —στο Ισραήλ και συνολικά στην περιοχή— χωρίς τυχοδιωκτισμούς που τροφοδοτούν τον Άξονα και τον αντισημιτισμό, σε συνδυασμό με τη σταθερή στήριξη των δημοκρατικών και λαϊκών κινημάτων μέσα στα αυταρχικά καθεστώτα, μπορεί να ανακόψει την περικύκλωση της Ευρώπης από το ρωσοκινεζικό ιμπεριαλισμό. Ταυτόχρονα όμως, αυτή η πολιτική κατεύθυνση δεν μπορεί να σταθεί χωρίς τη συνειδητή στρατιωτική θωράκιση της Ευρώπης, όχι ως επιθετικό εργαλείο, αλλά ως πραγματική αποτρεπτική δύναμη απέναντι στις επιθετικές βλέψεις του Άξονα.