Επίσημη σελίδα ΟΑΚΚΕ

 Χαλκοκονδύλη 35, τηλ-φαξ: 2105232553 email: Αυτή η διεύθυνση ηλεκτρονικού ταχυδρομείου προστατεύεται από τους αυτοματισμούς αποστολέων ανεπιθύμητων μηνυμάτων. Χρειάζεται να ενεργοποιήσετε τη JavaScript για να μπορέσετε να τη δείτε.

ΑΠΟΣΠΑΣΜΑ ΑΠΟ ΤΗΝ ΟΜΙΛΙΑ ΤΟΥ σ. ΗΛΙΑ ΖΑΦΕΙΡΟΠΟΥΛΟΥ ΓΙΑ ΤΙΣ ΕΚΛΟΓΕΣ 2015

 

Δη­μο­σιεύ­ου­με α­πό­σπα­σμα α­πό την ο­μι­λί­α του σ. Η­λί­α Ζα­φει­ρό­που­λου που πραγ­μα­το­ποι­ή­θη­κε στις 11/01/2015 στα γρα­φεί­α της Ο­ΑΚ­ΚΕ  για τις ε­κλο­γές της 25 Γε­νά­ρη. Σ’ αυ­τό γί­νε­ται μια ε­κτε­τα­μέ­νη α­να­φο­ρά στην ξε­νό­δου­λη, σο­σιαλ­φασι­στι­κή και σα­μπο­τα­ρι­στι­κή πο­λι­τι­κή της η­γε­τι­κής κλί­κας του Σύ­ρι­ζα που σή­με­ρα, ι­διαί­τε­ρα με τα τε­λευ­ταί­α γε­γο­νό­τα ε­πι­βε­βαιώ­νε­ται. Ο­λό­κλη­ρη η ο­μι­λί­α εί­ναι σε αυ­τό το σύν­δε­σμο: http://www.oakke.gr/videos/item/465. 

 

Ο ΑΠΟΙΚΙΟΚΡΑΤΙΚΟΣ  ΧΑΡΑΚΤΗΡΑΣ ΤΗΣ ΡΩΣΟΚΙΝΕΖΙΚΗΣ ΔΙΕΙΣΔΥΣΗΣ ΣΤΗ ΧΩΡΑ

 Μπαί­νει έ­να ζή­τη­μα: Μή­πως α­πό τη διείσ­δυ­ση του ρώ­σι­κου ή του κινέ­ζι­κου κε­φά­λαιου και τα ντό­πια τσι­ρά­κια τους βο­η­θιέ­ται η α­νά­πτυ­ξη;

Αν προ­σέ­ξει ό­μως κα­νείς τις ε­πεν­δύ­σεις που κά­νου­νε  θα δει ό­τι εί­ναι τό­σο ά­θλιες οι συν­θή­κες της δου­λειάς και τό­σο φθη­νά τα με­ρο­κά­μα­τα, τό­σο βάρ­βα­ρη η πα­ρα­γω­γι­κή ζω­ή μέ­σα σ’ αυ­τούς τους χώ­ρους, ει­δι­κά τους κι­νέζι­κους,  που αυ­τό που μέ­νει για την Ελ­λά­δα, δηλα­δή αυ­τές οι α­μοι­βές εί­ναι α­σή­μα­ντες, εί­ναι έ­να α­σήμα­ντο κε­φά­λαιο. Αυ­τοί πή­ραν τα κρη­πι­δώ­μα­τα πή­ραν υ­πο­δο­μές χρό­νων, στή­σα­νε και δι­κούς τους γε­ρα­νούς, αλ­λά και χω­ρίς καλή συ­ντή­ρη­ση και α­φή­νουν και μη­χα­νή­μα­τα να φθεί­ρο­νται κλπ. και χω­ρίς α­σφά­λεια και χί­λια δύ­ο κα­κά και στη­ρί­ζο­νται στην πο­λύ ά­γρια εκ­με­τάλ­λευ­ση και δου­λειά. Αλ­λά αυ­τό εί­ναι α­ποι­κί­α, δεν εί­ναι πραγ­μα­τι­κή α­νά­πτυ­ξη της χώ­ρας. Ό­ταν εί­χαν κα­λούς μι­σθούς στον Πει­ραιά οι λι­με­νερ­γά­τες και υ­πήρ­χαν ε­ται­ρεί­ες που κά­να­νε με­τα­φο­ρές συμ­βε­βλη­μέ­νες με τον ΟΛ­Π ή­ταν τρι­πλά­σιοι μι­σθοί και τε­τρα­πλά­σιοι και δεν έμπαι­νε μέ­σα ο ΟΛ­Π α­κό­μα και που υπήρ­χαν κα­τα­χρή­σεις α­πό τους συν­δι­κα­λι­στές των ΔΕ­ΚΟ, ι­δί­ως το ΠΑ­ΣΟΚ, το ο­ποί­ο κι­νού­σε έ­να τέ­τοιο πα­ρα­σι­τι­κό μη­χα­νι­σμό.  Πα­ρό­λα αυ­τά ή­ταν α­πο­δο­τι­κές και τώ­ρα έ­χει πέ­σει ό­λος αυ­τός ο κό­σμος σε μια α­θλιό­τη­τα. Και δεν θα κά­νουν βιο­μη­χα­νί­α. Δεν τους συμ­φέ­ρει να χτί­ζουν βιο­μη­χα­νί­α στην Ελ­λά­δα, μετα­ποί­η­ση, βα­ρειά βιο­μη­χα­νί­α, για­τί αυ­τά φτιά­χνουν ερ­γά­τες, ερ­γα­τι­κή τά­ξη, η ο­ποί­α ζη­τά­ει κά­ποια στιγ­μή τα δί­κια της. Θέ­λουν να παίρ­νουν το­μείς. Η α­ποι­κιο­κρα­τί­α παίρ­νει κά­ποιους  το­μείς δεν παίρ­νει ό­λη τη χώ­ρα για να την α­να­πτύ­ξει σύγ­χρο­να, για­τί φο­βά­ται να γεν­νή­σει  με­τά α­πό τό­σα χρό­νια, για­τί πριν δια­κό­σια χρό­νια μπο­ρεί να το έ­κα­νε στις α­ποι­κί­ες των πο­λύ κα­θυστε­ρη­μέ­νων α­κό­μα λα­ών αλ­λά τώ­ρα οι λα­οί έ­χουν α­να­πτυ­χθεί, ι­διαί­τε­ρα έ­νας ευ­ρω­πα­ϊ­κός λα­ός σαν το δι­κό μας, τον ελ­λη­νι­κό δεν τους συμ­φέ­ρει να φτιάξουν με­γά­λη βιο­μη­χα­νί­α, το πο­λύ -πο­λύ να α­γο­ρά­σουν κά­ποιες α­πό τις βιο­μηχα­νί­ες που θα βγουν στο σφυ­ρί τζά­μπα, να τις δου­λέ­ψουν αλ­λά χω­ρίς να δώ­σουν ώ­θη­ση, χω­ρίς νέ­α τε­χνο­λο­γί­α.

Παίρ­νουν ση­μεί­α -κλει­διά. Λέ­ει: “Θα πά­ρω την τρά­πε­ζα για να ε­λέγξω την α­γρο­τι­κή πα­ρα­γω­γή, την κτη­νο­τρο­φί­α της Η­πεί­ρου, την κτη­νο­τρο­φί­α της Θεσ­σα­λί­ας, τον κα­πνό στην Ξάν­θη”. Αυ­τό κά­νει ο Σαβ­βί­δης. Ο άν­θρω­πος της Ρω­σί­ας προ­σπα­θεί να ε­λέγ­ξει τη Θεσ­σα­λο­νί­κη και το Ά­γιο Ό­ρος και γι’ αυ­τό πή­ρε και αυ­τή την ο­μά­δα της Β. Ελ­λά­δας. Αυ­τοί δεν πά­νε να χτί­σουν τη βιο­μηχα­νί­α. Πή­ρε τη ΣΕ­ΚΑΠ για να ε­λέγ­ξει α­πλώς τους κα­πνο­πα­ρα­γω­γούς, να τους ε­ξαρτή­σει. Αυ­τοί μό­νο ε­ξαρ­τούν.

Αυ­τός εί­ναι ο α­ποι­κιο­κρα­τι­κός κα­πι­τα­λι­σμός, τον ο­ποί­ον κα­ταγ­γέλ­λει ο Λέ­νιν και ο ο­ποί­ος δεν εν­δια­φέ­ρει κα­θό­λου την ψευ­το­α­ρι­στε­ρά. Θα ακού­σε­τε συ­χνά το κόμ­μα του ψευ­τοΚ­ΚΕ  να λέ­ει “ε­μάς δεν μας νοιά­ζει τι είναι, κα­πι­τα­λι­στής εί­ναι”. Γι’ αυ­τό και δεν κά­νουν φα­σα­ρί­α για την ΚΟ­ΣΚΟ. Κά­νανε (φα­σα­ρί­α) τό­τε που ή­ταν οι μι­σθοί πε­λώ­ριοι, κά­να­νε συ­νε­χώς α­περ­γί­ες τότε που ή­ταν οι μι­σθοί πε­λώ­ριοι  και μό­λις ήρ­θε ο δου­λο­κτή­της α­πό την Α­να­τολή, το α­φε­ντι­κό τους,  έ­χουν κά­νει “μό­κο”. Κά­να­νε μια 24ω­ρη για τα μά­τια της Ευρώ­πης, για να φτιά­ξουν έ­να ψευ­το­σω­μα­τεί­ο ε­κεί, το ο­ποί­ο δεν ξέ­ρου­με αν κινεί­ται  κι αν υ­πάρ­χει, σε συ­νερ­γα­σί­α ΣΥ­ΡΙ­ΖΑ- ψευ­τοΚ­ΚΕ και οι να­ζή­δες της Χρυσής Αυ­γής, που κλεί­σα­νε τις πύ­λες και κά­να­νε το α­φε­ντι­κό, τις λί­γες ώρες που κρά­τη­σε η α­περ­γί­α. Δεν α­ντι­δρούν, για­τί δεν τους εν­δια­φέ­ρει που είναι α­ποι­κιο­κρα­τι­κός αυ­τός ο κα­πι­τα­λι­σμός, θα χτυ­πή­σουν τον άλ­λον κα­πι­ταλι­σμό, ας πού­με δυ­τι­κού τύ­που, τον πιο α­νε­πτυγ­μέ­νο, που οι ερ­γά­τες έ­χουν και με­ρι­κά μερο­κά­μα­τα κα­λύ­τε­ρα, έ­χουν και τις κα­λύ­τε­ρες συν­θή­κες α­σφά­λειας, δεν δου­λεύ­ουν πά­ρα πολ­λές ώ­ρες ή δεν εί­ναι δια­θέ­σι­μοι στην ε­ται­ρεί­α ανά πά­σα στιγ­μή ό­πως συμ­βαί­νει στην ΚΟ­ΣΚΟ. Αυ­τό δεν τους εν­δια­φέ­ρει. Και ο Λέ­νιν το λέ­ει κα­θα­ρά σ’ έ­να γράμ­μα στον Γκόρ­γκι  το 1911: “Η α­ντί­στα­ση στην αποι­κια­κή πο­λι­τι­κή και  στη διε­θνή λη­στεί­α μέ­σω του να ορ­γα­νώ­νο­νται οι προ­λε­τά­ριοι, μέ­σω του να υ­πε­ρα­σπί­ζουν την ε­λευ­θε­ρί­α για το προ­λε­τα­ρια­κό τους α­γώ­να δεν κα­θυ­στε­ρεί την α­νά­πτυ­ξη του κα­πι­τα­λι­σμού, αλ­λά την ε­πι­τα­χύνει, για­τί την α­να­γκά­ζει να προ­χω­ρή­σει σε πιο πο­λι­τι­σμέ­νους, ει­δι­κά πιο α­νε­πτυγ­μέ­νες με­θό­δους του κα­πι­τα­λι­σμού. Υ­πάρ­χει κα­πι­τα­λι­σμός και κα­πιτα­λι­σμός. Υ­πάρ­χει ο μαυ­ρο­ε­κα­το­νταρ­χί­τι­κος κα­πι­τα­λι­σμός, (σσ σή­με­ρα θα λέγα­με ο φα­σι­στι­κός κα­πι­τα­λι­σμός) και ο ρε­α­λι­στι­κός κα­πι­ταλισμός (δημο­κρα­τι­κός κα­πι­τα­λι­σμός). Ό­σο πιο πο­λύ εκ­θέ­του­με τον κα­πι­τα­λι­σμό μπρο­στά στους ερ­γά­τες για την α­πλη­στί­α του και την ω­μό­τη­τά του, τό­σο πιο δύ­σκο­λο εί­ναι για τον κα­πι­τα­λι­σμό του πρώ­του εί­δους να υ­πε­ρι­σχύ­σει, δη­λα­δή του είδους του μαυ­ρο­ε­κα­το­νταρ­χί­τι­κου, τό­σο πιο σί­γου­ρα θα πε­ρά­σου­με στον καπι­τα­λι­σμό της δεύ­τε­ρης μορ­φής. Κι αυ­τό μας  συμ­φέ­ρει, αυ­τό συμ­φέ­ρει το προλε­τα­ριά­το”. Για­τί σ’ αυ­τόν τον κα­πι­τα­λι­σμό μπο­ρεί να δώ­σει κα­λύ­τε­ρα την οικο­νο­μι­κή του πά­λη, να έ­χει την ά­νε­σή του, να κερ­δί­σει διεκ­δι­κή­σεις, να μά­θει να ε­λέγ­χει την πα­ρα­γω­γή και αυ­τό τον φέρ­νει πιο κο­ντά στην ω­ρί­μαν­ση την πο­λι­τι­κή και στην ε­πα­νά­στα­ση.

Ο Λέ­νιν τό­νι­ζε πο­λύ την α­νά­γκη να πε­ρά­σου­με μέ­σα α­πό δη­μο­κρα­τικές μορ­φές και πραγ­μα­τι­κά  το το­νί­ζει την ώ­ρα που ό­λοι αυ­τοί λέ­νε: “Ποια δημο­κρα­τί­α; Αυ­τή εί­ναι α­στι­κή δη­μο­κρα­τί­α”. Και σ’ έ­να άλ­λο γράμ­μα, που έ­φε­ρε η Κρούπ­σκα­για στην ε­πι­φά­νεια λέ­ει: “Σύμ­φω­να με τον Καλ Ρά­ντεκ, (σσ έ­να στέ­λεχος του μπολ­σε­βί­κι­κου κόμ­μα­τος, ο ο­ποί­ος ή­ταν στην τρο­τσκι­στι­κή, ας πούμε, τά­ση του) στο ό­νο­μα της σο­σια­λι­στι­κής ε­πα­νά­στα­σης πρέ­πει να αρ­νη­θούμε έ­να συ­νε­πές ε­πα­να­στα­τι­κό πρό­γραμ­μα στο πε­δί­ο της δη­μο­κρα­τί­ας. Αυ­τό είναι λά­θος, λέ­ει ο Λέ­νιν, το προ­λε­τα­ριά­το μπο­ρεί να κερ­δί­σει μό­νο μέ­σω της δη­μο­κρα­τί­ας, δη­λα­δή μέ­σα α­πό τη θέ­ση σε ι­σχύ της πλή­ρους δη­μο­κρα­τί­ας και της σύνδε­σης κά­θε βή­μα­τος προ­ό­δου με τις δη­μο­κρα­τι­κές α­παι­τή­σεις και μά­λι­στα με την πιο εμ­φα­τι­κή δια­τύ­πω­σή τους. Βα­σι­ζό­με­νοι στη δη­μο­κρα­τί­α, όπως ή­δη έ­χει ε­πι­τευ­χθεί και δεί­χνο­ντας την α­νε­πάρ­κειά της μέ­σα στις κα­πιτα­λι­στι­κές συν­θή­κες ζη­τά­με την α­να­τρο­πή του κα­πιταλι­σμού και την απαλ­λο­τρί­ω­ση της α­στι­κής τά­ξης ως α­πα­ραί­τη­της βά­σης τό­σο για την κα­τάρ­γηση της φτώ­χειας των μα­ζών, ό­σο και για την πλή­ρη και εις βά­θος ε­φαρ­μο­γή ό­λων των δη­μο­κρα­τι­κών με­τα­σχη­μα­τι­σμών. Για­τί και μέ­σα στον κα­πι­τα­λι­σμό παλεύ­ου­με για την δη­μο­κρατί­α. Ο­ρι­σμέ­νοι α­πό αυ­τούς τους δη­μο­κρα­τι­κούς μετα­σχη­μα­τι­σμούς θα αρ­χί­σουν πριν α­πό την α­να­τρο­πή της α­στι­κής τά­ξης, άλ­λοι θα συμ­βούν κα­τά τη διάρ­κεια αυ­τής της α­να­τρο­πής και οι υ­πό­λοι­ποι με­τά από αυ­τήν. Δη­λα­δή κά­ποιοι δη­μο­κρα­τι­κοί με­τα­σχη­μα­τι­σμοί θ’ αρ­χί­σουν πριν α­πό την α­να­τρο­πή της α­στι­κής τά­ξης”.

Μας εν­δια­φέ­ρει αν έ­χου­με δη­μο­κρα­τί­α σε μια χώ­ρα, αν έ­χου­με συν­δικα­λι­σμό, με τα ι­σχύ­ο­ντα μέ­χρι προ­χθές, για­τί σε λί­γο θα έ­χου­με συν­δι­κα­λισμό ΚΟ­ΣΚΟ, μαυ­ρο­ε­κα­το­νταρ­χί­τι­κο, φα­σι­στι­κό κι­νέ­ζι­κου τύ­που με το πε­ρί­στρο­φο στον κρό­τα­φο: “Αν κι­νη­θείς, θ’ α­πο­λυ­θείς”  ή α­κό­μα χει­ρό­τε­ρα αν ορ­γα­νώσεις τους ερ­γά­τες κι έ­χουν πο­λι­τι­κή ε­ξου­σί­α οι ρω­σό­φι­λοι κι οι κι­νε­ζό­φιλοι, θα του τι­νά­ξουν και τα μυα­λά ή θα τον πά­νε στα βα­σα­νι­στή­ρια. Αυ­τό εν­διαφέ­ρει ζω­τι­κό­τα­τα τους ερ­γά­τες, ι­διαίτε­ρα ό­ταν δεν έ­χουν ι­σχυ­ρά ερ­γα­τικά κόμ­μα­τα και πρέ­πει να τα φτιά­ξου­με. Το πιο φρι­κτό που έ­κα­νε ε­δώ η ψευ­το­αρι­στε­ρά στην Ελ­λά­δα εί­ναι ό­τι διά­λυ­σαν τα ερ­γο­στα­σια­κά σω­μα­τεί­α. Εί­χε ρίξει τό­τε τη γραμ­μή το ψευ­τοΚ­ΚΕ του ο­ποί­ου α­πό­σπα­σμα εί­ναι ο Συ­να­σπι­σμός και  ο ΣΥ­ΡΙ­ΖΑ, κνί­τες εί­ναι και μά­λι­στα α­πό τους πιο χει­ρό­τε­ρους αυ­τοί που έ­φτια­ξαν αυ­τό το ψευ­το­δη­μο­κρα­τι­κό μέ­τω­πο, οι ο­ποί­οι ε­μπό­δι­σαν με­τά το 1973 να γί­νουν ερ­γο­στα­σια­κά σω­μα­τεί­α και ζη­τού­σαν κλα­δι­κά, δη­λα­δή να χώ­νουν σε κά­θε κλά­δο δι­κούς τους αν­θρώ­πους, επει­δή εί­χαν τό­τε μια πλειο­ψηφί­α και να τα ε­λέγ­χουν και νά­ναι μια κο­ρυ­φή που θα α­πο­φα­σί­ζει για το τι θα γί­νει στα σω­μα­τεί­α. Στο τέ­λος χά­σα­νε ό­λα τα σω­μα­τεί­α α­πο­ξε­νώ­θη­καν και οι ερ­γά­τες έ­χουν μεί­νει ου­σια­στι­κά χω­ρίς η­γε­σί­α σή­με­ρα. Η ΓΣΕ­Ε, δεν εί­ναι εργα­τι­κά σω­μα­τεί­α αυ­τά, για­τί δεν προ­κύ­πτουν μέ­σα α­πό τον ερ­γα­σια­κό συν­δι­κα­λι­σμό, το δη­μο­κρα­τι­κό, μέ­σα α­πό την τα­ξι­κή πά­λη των συν­δι­κά­των με τα αφε­ντι­κά τους. Έ­φτια­ξαν έ­ναν συν­δι­κα­λι­σμό που στη­ρι­ζό­ταν στο κρά­τος, στη διαι­τη­σί­α, στα κλα­δι­κά του ΠΑ­ΣΟΚ και του ψευ­τοΚ­ΚΕ και του ΣΥ­ΡΙ­ΖΑ με­τά, στα κλα­δι­κά, δη­λα­δή, του κρά­τους. Και δί­να­νε σαν κρά­τος τους μι­σθούς και τους κα­νό­νι­ζαν. Και τα σω­μα­τεί­α έ­με­ναν ά­βου­λα κά­τω α­νορ­γά­νω­τα και δέ­χτη­καν αυ­τή την τρο­μα­κτι­κή ε­πί­θε­ση στους μι­σθούς α­πό τους δα­νει­στές και δεν έβγα­λαν μι­λιά. Και στις δια­δη­λώ­σεις δεν μπο­ρού­σαν να κα­τέ­βουν, δεν μπο­ρού­σαν να πά­ρουν ά­δειες α­πό τα α­φε­ντι­κά τους, για­τί δεν εί­χαν ορ­γά­νω­ση μέ­σα. Δεν εί­χε και νό­η­μα, για­τί ή­ξε­ραν πως ή­ταν που­λη­μέ­νες αυ­τές οι α­περ­γί­ες. Αυτές οι α­περ­γί­ες οι δή­θεν μέ­σα σε ό­λα  αυ­τά τα χρό­νια ε­νά­ντια στην τρό­ικα και ε­νά­ντια στα α­ντερ­γα­τι­κά μέ­τρα δεν συ­νά­ντη­σαν πο­τέ την α­ντί­στα­ση που τους ά­ξι­ζε. Κι αν προ­σέ­ξε­τε ό­λες αυ­τές οι α­περ­γί­ες που κά­να­νε ή­ταν ει­κοσι­τε­τρά­ω­ρες την ώ­ρα που ψη­φί­ζο­νταν α­πό τη βου­λή τα μέ­τρα. Μπο­ρού­σαν να κάνουν α­περ­γί­ες διαρ­κεί­ας σε με­ρι­κές ΔΕ­ΚΟ, σε με­ρι­κά ερ­γο­στά­σια, δεν μπορού­σαν; Εί­χαν χά­σει τον κό­σμο, αλ­λά αν ή­θε­λαν μπο­ρού­σαν να κά­νουν σε με­ρικούς το­μείς και δεν τις κά­να­νε, στα μέ­σα συ­γκοι­νω­νί­ας κλπ, μια πα­ρα­τε­τα­μένη α­περ­γί­α, ό­χι αυ­τή που ε­κνευ­ρί­ζει τον κό­σμο, μια α­λη­θι­νή απερ­γί­α. Ή στη ΔΕ­Η που την έ­λεγ­χαν ε­ξα­σφα­λί­ζο­ντας α­πλώς ρεύ­μα για τις πιο α­να­γκαί­ες κα­τα­να­λώ­σεις. Αλ­λά εί­χαν χά­σει την ε­μπι­στο­σύ­νη του λα­ού, για­τί α­νε­βο­κα­τέβα­ζαν τους δια­κό­πτες της ΔΕ­Η μό­νο για να παίρ­νουν αυ­ξή­σεις κι έ­ξω α­πό κά­θε λο­γι­κή μια γρα­φειο­κρα­τί­α, που εί­χε α­πο­σπα­στεί α­πό το λα­ό και εί­χε μι­σηθεί. Εί­ναι αμ­φί­βο­λο πραγ­μα­τι­κά αν θα τους α­κο­λου­θού­σε ο κό­σμος, αλ­λά τουλά­χι­στον νά­ταν συ­νε­πείς με τα λό­για τους, με τις δια­κη­ρύ­ξεις τους. 

Δεν τους πεί­ρα­ξε που το μνη­μό­νιο έ­χει τσα­κί­σει τους μι­σθούς, γιατί έρ­χεται ο Κι­νέ­ζος και έ­χει φτη­νή ερ­γα­τι­κή δύ­να­μη. Τους α­ρέ­σει που τσα­κί­ζο­νται τα ερ­γο­στά­σια, για­τί εί­ναι έ­νας τε­ρά­στιος στρα­τός α­νέρ­γων, ο οποί­ος ρί­χνει τα με­ρο­κά­μα­τα κι­νε­ζο­ποί­η­σε, πή­ρε την ευ­θύ­νη, η Ευ­ρώ­πη της τρό­ι­κας να ρί­ξει τα με­ρο­κά­μα­τα α­κο­λου­θώ­ντας την κλα­σι­κή συ­ντα­γή, την ο­ποί­α σας εί­πα πριν: “Ρί­χνω τα με­ρο­κά­μα­τα, συσ­σω­ρεύ­ε­ται το κε­φά­λαιο, αυ­ξά­νε­τε τις ε­ξα­γω­γές, ο­πό­τε ξα­να­νοί­γε­τε τις δου­λειές κλπ”. Αλ­λά τσά­κι­σε τα με­ρο­κάμα­τα, οι άλ­λοι κλεί­να­νε στο με­τα­ξύ τα ερ­γο­στά­σια κι έ­τσι θάρ­θει ο α­ποι­κιοκρά­της είτε ο ρώ­σος- που ή­δη έ­χει α­γο­ρά­σει το φυ­σι­κό α­έ­ριο- εί­τε ο κι­νέζος που θα βά­λει ερ­γά­τες να δου­λεύ­ουν με τους μαύ­ρους ό­ρους και θά­χει βρει έ­τοι­μο το μι­σθό τσα­κι­σμέ­νο και τη γρα­φειο­κρα­τί­α πιο φθη­νή, την ο­ποί­α θα ε­ξα­γο­ρά­ζει πιο εύ­κο­λα. Αυ­τό εί­ναι το σχέ­διό τους κι αυ­τό εί­ναι και το σχέ­διο του ΣΥ­ΡΙ­ΖΑ, του Τσί­πρα. 

ΣΕ ΚΑΘΕ ΠΕΡΙΠΤΩΣΗ ΚΑΜΙΑ ΨΗΦΟΣ ΣΤΗ ΝΑΖΙΣΤΙΚΗ “ΧΡ. ΑΥΓΗ” ΚΑΙ ΣΤΟΝ ΣΥΡΙΖΑ

Εί­ναι κρυ­φο­φα­σί­στες, γι’ αυ­τό έ­χου­με την κά­τω φρά­ση, η ο­ποί­α λέ­ει ότι το Ά­κυ­ρο, “η δή­λω­ση στή­ρι­ξης στην Ο­ΑΚ­ΚΕ” εί­ναι το κα­λύ­τερο που έ­χεις να κά­νεις ερ­γα­ζό­με­νε σή­με­ρα, λα­έ, δη­μο­κρά­τη άν­θρω­πε. Αλ­λά, ε­άν δεν το κά­νεις αυ­τό, πά­ντως μην ψη­φί­ζεις Χρυ­σή Αυ­γή και ΣΥ­ΡΙ­ΖΑ. Αυ­τή εί­ναι με­γά­λη κου­βέντα και τους έ­χει πο­λύ στε­νο­χω­ρή­σει, ι­δί­ως την ψευ­το­α­ρι­στε­ρά του ΣΥ­ΡΙ­ΖΑ. “Μας βά­ζε­τε μα­ζί με τη Χρυ­σή Αυ­γή;”  Ό­χι δεν τους βά­ζου­με μα­ζί με τη Χρυ­σή Αυγή, γι’ αυ­τό και λέ­με τη Χρυ­σή Αυ­γή να­ζι­στι­κή. Οι του ΣΥ­ΡΙ­ΖΑ δεν εί­ναι να­ζιστές και δεν εί­ναι ί­διος ο κό­σμος πραγ­μα­τι­κά της βά­σης της ΧΑ, των ψη­φο­φό­ρων της ΧΑ, των κα­τώ­τε­ρων και με­σαί­ων στε­λε­χών της ΧΑ με τους α­ντί­στοιχους του ΣΥ­ΡΙ­ΖΑ. Θα ή­ταν με­γά­λη α­δι­κί­α. Ό­μως σε ε­πί­πε­δο κο­ρυ­φής βλέ­που­με μια στε­νή συμ­μα­χί­α ΣΥ­ΡΙ­ΖΑ και Χρυ­σής Αυ­γής και βλέ­που­με κοι­νές με­θό­δους βίας, που η μια εί­ναι με την κλα­σι­κή ρα­τσι­στι­κή σι­χα­με­ρή κα­νι­βα­λι­κή μορ­φή και η άλ­λη  εί­ναι με μια ψευ­το­τα­ξι­κή μορ­φή. Κι αυ­τά εκ­πο­ρεύ­ο­νται α­πό έ­να στε­νά κα­θο­δη­γη­τι­κό α­πα­ράτ μέ­σα στο ΣΥ­ΡΙ­ΖΑ, το ο­ποί­ο εί­ναι γύ­ρω α­πό τον Τσίπρα και εί­ναι και μέ­σα στη λε­γό­με­νη “Α­ρι­στε­ρή πλατ­φόρ­μα”.  Αυ­τό εί­ναι το πιο φι­λο­ρώ­σι­κο α­νοι­χτά κομ­μά­τι του ΣΥ­ΡΙ­ΖΑ, γι’ αυ­τό είναι και το πιο μαύρο.

Αυ­τοί λοι­πόν ε­πέ­τρε­ψαν σή­με­ρα ως σύ­νο­λο, ως η­γε­τι­κό α­πα­ράτ μέ­σα στο ΣΥ­ΡΙ­ΖΑ ό­λων των τά­σε­ων, τη νο­μι­μό­τη­τα της ΧΑ. Πα­λέ­ψα­νε λυσ­σα­λέ­α για νάναι νό­μι­μη αυ­τή η ε­γκλη­μα­τι­κή συμ­μο­ρί­α. Η ΧΑ έ­πρε­πε νά­ναι κα­νο­νι­κά στη φυλα­κή, αυ­τή η η­γε­τι­κή ο­μά­δα έ­πρε­πε νά­ναι στη φυ­λα­κή με την έν­νοια ό­τι εί­ναι δια­πι­στω­μέ­νοι ε­γκλη­μα­τί­ες, ε­δώ και πολ­λά χρό­νια. Τους χώ­σα­νε μέ­σα μό­νο κά­τω α­πό την πί­ε­ση της Ευ­ρώ­πης, μέ­σα στη φυ­λα­κή για να κά­νουν και ε­σω­τε­ρικές εκ­κα­θα­ρί­σεις, κά­ποιους θέ­λουν πιο πο­λύ να η­γού­νται μέ­σα σ’ αυ­τή τη συμμο­ρί­α. Υ­πο­πτευό­μα­στε ό­τι θά­θε­λαν τον Κα­σι­διά­ρη να έ­χει τον η­γε­τι­κό ρό­λο και ό­χι τον πα­λαιο­α­σφα­λί­τη Μι­χα­λο­λιά­κο. Αλ­λά το κοι­νό σ’ αυ­τή την υ­πό­θε­ση ό­λη, το βα­σι­κό και το βα­θύ εί­ναι ό­τι δεν θε­ω­ρούν το κόμ­μα ε­γκλη­μα­τι­κό. Και σ’ αυ­τό έ­χει πρω­τοστα­τή­σει ο ΣΥ­ΡΙ­ΖΑ. Πά­ντα αυ­τός ή­θε­λε πιο πο­λύ απ’ ό­λους να μην εί­ναι πα­ρά­νο­μοι, ε­νώ έ­πρε­πε νά­ναι πα­ρά­νο­μοι, ε­νώ σε ό­λες τις χώ­ρες οι α­νοι­χτοί χι­τλε­ρι­κοί εί­ναι πα­ρά­νο­μοι. Δεν μπο­ρού­σαν να φτιά­ξουν πο­λιτι­κό κόμ­μα α­νοι­χτό χι­τλε­ρι­κό, που­θε­νά. Κι ε­δώ ό­χι μό­νο έφτια­ξαν κόμ­μα αλ­λά και έ­δερ­ναν χω­ρίς έ­λεγ­χο, έ­δερ­ναν χω­ρίς α­πά­ντη­ση. Μό­νο το 2013 χτύ­πη­σαν πο­λύ ά­σχη­μα με βα­ριά τραυ­μα­τι­σμέ­νους 300 ά­το­μα, 300 ά­το­μα μό­νο το 2013 κι αυ­τά με κα­ταγ­γε­λί­ες,  ό­πως λέ­ει το δί­κτυο για την πα­ρα­κο­λού­θη­ση των ρα­τσι­στι­κών εγκλη­μά­των.

Αυ­τό εί­ναι μό­νο έ­να μι­κρό κομ­μά­τι α­πό την α­λη­θι­νή βί­α, τη ρα­τσι­στική της ΧΑ. Εί­ναι μό­νο έ­να μι­κρό κομ­μά­τι, για­τί δεν τολ­μά­νε να πά­νε ό­λοι να κα­ταγ­γεί­λουν. Για­τί αυ­τοί, οι ο­ποί­οι εί­ναι τα πιο εύ­κο­λα θύ­μα­τα, αυ­τοί που δεν έ­χουν χαρ­τιά, έ­τσι και πά­νε να κα­ταγγεί­λουν, θα γρά­ψουν την κα­ταγ­γε­λί­α τους στην α­στυ­νο­μί­α και θα τους α­πε­λά­σουν. Εί­ναι πά­ρα πο­λύ πε­ρισ­σότε­ρη η βί­α τους. Και πως να βρεις το δί­κιο σου με μια συμ­μο­ρί­α; Ποιος θα κυ­νηγή­σει μια συμ­μο­ρί­α ε­γκλη­μα­τιών; Αυ­τή (η ΧΑ) έ­πρε­πε νά­ναι ε­κτός νό­μου ε­δώ και πολ­λά χρό­νια. Έ­πρε­πε νά­ναι στη φυ­λα­κή ε­δώ και πολ­λά χρό­νια. Και θά­πρε­πε τώ­ρα το κόμ­μα τους ή­δη μ’ αυ­τά τα στοι­χεί­α να δια­λυ­θεί. Κι ό­μως δί­νουν μά­χες (ο ΣΥ­ΡΙ­ΖΑ)  και λέ­ει ό­τι “Ό­χι! Άλ­λο το κόμ­μα και άλ­λο αυ­τοί που έ­κα­ναν τις παρά­νο­μες πρά­ξεις”. Και μά­λι­στα  ό­τι αυ­τός ο τρό­πος με τον ο­ποί­ον διώ­κονται δεν εί­ναι ε­ντε­λώς συ­νταγ­μα­τι­κός ό­πως λέ­νε με­ρι­κοί του ΣΥ­ΡΙ­ΖΑ με ε­πικε­φα­λής την Κων­στα­ντο­πού­λου και τον Βού­τση. Δη­λα­δή έ­χουν βρει δι­κη­γό­ρους αυ­τοί (οι να­ζί)  μέ­σα στο ΣΥ­ΡΙ­ΖΑ. Γι’ αυ­τό και υ­πάρ­χουν α­να­φο­ρές στην αρθρο­γρα­φί­α των να­ζι­στών στην ο­ποί­α λέ­νε ό­τι “του­λά­χι­στον αυ­τοί έ­χουν κρα­τήσει μια πιο έ­ντι­μη στά­ση”. Αυ­τό λέ­νε για τους Συ­ρι­ζαί­ους. Αυ­τό δεν εί­ναι τυχαί­ο, αυ­τή η ε­πι­μο­νή στην πο­λι­τι­κή νο­μι­μό­τη­τα των να­ζι­στών δεν εί­ναι τυ­χαί­α. Κι αν το ψά­ξει κα­νείς θα βρει ποια εί­ναι η αι­τί­α. Εί­ναι ό­τι εί­ναι και οι δύ­ο ρω­σό­φι­λοι. Ο Κα­σι­διά­ρης έ­χει πει κα­θα­ρά: “Θέ­λου­με νάρ­θει ρώ­σι­κος στρα­τός στην Α­λε­ξαν­δρού­πο­λη να φυ­λά­ει τον α­γω­γό Μπουρ­γκάς-Α­λε­ξαν­δρού­πολη, ό­ταν γί­νει”. Γε­νι­κά να μας φυ­λά­ει. Και βε­βαί­ως διαρ­κώς και ο Μι­χα­λο­λιάκος και η ΧΑ, αν δεί­τε τις ε­φη­με­ρί­δες τους, α­πό το 1990 ε­πι­μέ­νουν στον ά­ξο­να Αθή­να-Μό­σχα- Βε­λι­γρά­δι. Εί­ναι στην γραμ­μή του “ορ­θό­δο­ξου τό­ξου”. Γι’ αυ­τό κά­νουν και τους ορ­θό­δο­ξους, ε­νώ ο να­ζι­σμός γε­νι­κά εί­ναι πα­γα­νι­στι­κός, εί­ναι μυ­στι­κι­στι­κός. Και γι’ αυ­τό τους παί­ζει, τους έ­παι­ξε ό­λα αυ­τά τα χρό­νια και τους ά­φη­σε να ι­σο­πε­δώ­νουν τους αν­θρώ­πους τους βα­σα­νι­σμέ­νους, ά­φη­σε τους κα­νί­βα­λους μέ­σα στην Α­θή­να. Και δη­μο­κρά­τες χτύ­πη­σαν και νε­ο­λαί­ους, ομο­φυ­λό­φι­λους ε­πί­σης. Και αυ­τοί ό­λα αυ­τά τα ά­φη­σαν. Και μό­νο ό­ταν έ­γι­νε ένα τε­ρά­στιο θέ­μα μέ­σα στην Ευ­ρώ­πη και τον κό­σμο α­να­γκά­στη­καν να τους μαζέ­ψουν για έ­να διά­στη­μα. Αλ­λά ε­πει­δή κα­θυ­στε­ρούν, ε­πει­δή δεν βγά­ζουν αυ­τά τα ε­γκλή­μα­τα στη φό­ρα, δεν κά­λε­σαν ό­λα αυ­τά τα θύ­μα­τα να κα­τα­θέ­σουν και να πουν “ε­λά­τε, ε­σείς οι χι­λιά­δες και πέ­στε μας αν α­να­γνω­ρί­ζε­τε κα­νέ­ναν απ’ αυ­τούς”. Πώς γί­νε­ται να μην α­να­γνω­ρί­σει το θύ­μα; Και να κά­νουν διαρ­κώς θέ­μα και να το κρα­τά­νε στην ε­πι­και­ρό­τη­τα. Πα­ρα­τη­ρού­με ό­τι έ­φυ­γε το θέ­μα από την τη­λε­ό­ρα­ση, κρα­τά­νε τη δί­κη τους μα­κρυά και θα την κά­νουν ό­πο­τε θέλουν αυ­τοί, για να α­θω­ώ­σουν ό­πως θέ­λουν και να κρα­τή­σουν το κόμ­μα ζω­ντα­νό και να το βά­ζουν να ψη­φί­ζει πά­λι με προ­τρο­πές του ΣΥ­ΡΙ­ΖΑ στις δια­δι­κα­σί­ες τις κοι­νο­βου­λευ­τι­κές.

Α­πό πού κι ως πού; Α­φού εί­ναι κρα­τού­με­νοι και με τό­νους α­μαρ­τιών και με μια κα­λή δι­κο­γρα­φί­α, πα­ρό­λο που εί­ναι λει­ψή, για­τί δεν έ­χει κα­τα­θέσει ό­λος αυ­τός ο πο­τα­μός των θυ­μά­των. Τα ξε­χνά­με αυ­τά ε­μείς; Α­κρι­βώς συμ­βαίνει έ­τσι, για­τί έ­χουν αυ­τόν τον κοι­νό προ­στά­τη και πα­τέ­ρα και φί­λο. Και α­κόμα βα­θύ­τε­ρα, για­τί θέ­λει ο ΣΥ­ΡΙ­ΖΑ να τά­χει κα­λά με το στρα­τό και την α­στυνο­μί­α, που εί­ναι κα­τα­δια­βρω­μέ­να α­πό τους να­ζι­στές, ι­διαί­τε­ρα η α­στυ­νο­μί­α. Έ­να δη­μο­κρα­τι­κό κόμ­μα, το ΚΚΕ, στα 1946, με­τά τον εμ­φύ­λιο κα­λού­σε τις κυ­βερ­νήσεις τις α­στι­κές, τις με­τεμ­φυ­λια­κές, οι ο­ποί­ες κά­θε άλ­λο πα­ρά θα τις έ­λε­γε κα­νείς δημοκρα­τι­κές, να βγά­λει ε­κτός νό­μου τους ταγ­μα­τα­σφα­λί­τες, τους χί­τες, τους τρα­μπού­κους  (οι ο­ποί­οι τους τα­λαι­πω­ρού­σαν). Πρω­το­στα­τού­σε σ’ αυ­τό. Δεν έ­λε­γε: “Ξέ­ρε­τε, αν βγουν οι ταγ­μα­τα­σφα­λί­τες ε­κτός νό­μου θα βγούμε κι ε­μείς”. Ε­νώ ο ΣΥ­ΡΙ­ΖΑ αυ­τό λέ­ει: “Αν βγουν αυτοί, θα βγού­με κι ε­μείς”. Αλλά α­ντί­θε­τα συμ­βαί­νει, αν αυ­τοί εί­ναι ε­κτός νό­μου, δεν θά­στε ε­σείς ε­κτός νό­μου. Για­τί ο φα­σι­σμός εί­ναι η ά­κρα δε­ξιά του κα­θε­στώ­τος. Ό­ταν της έ­χει κόψει το χέ­ρι το κα­θε­στώς της ά­κρας του δε­ξιάς, δεν μπο­ρεί με­τά να σε χτυ­πή­σει εύκολα, για­τί τό­χεις α­πο­κε­φα­λί­σει, τού­χεις χτυ­πή­σει την καρ­διά. Γι’ αυ­τό οι κομ­μου­νι­στές ε­πέ­με­ναν πά­ντα στον εκ­δη­μο­κρα­τι­σμό του κρά­τους. Δεν τους ά­φη­νε α­διά­φο­ρο αυ­τό. Κι ό­πως εί­δα­τε και στον Λέ­νιν, αυ­τός εί­πε να ε­κλέγο­νται τα όρ­γα­να της τά­ξης α­πό το λα­ό. Αυ­τό το σύ­στη­μα της ε­κλο­γής των σερί­φη­δων α­πό τους πο­λί­τες των Η­ΠΑ και το θε­ω­ρού­σε ε­ξαι­ρε­τι­κό δη­μο­κρα­τι­κό μέ­τρο και το πρό­τει­νε. Και πα­ντού θά­πρε­πε. Κι ε­μείς δεν λέ­με να ζη­τά­ει τέ­τοια πράγ­μα­τα ο ΣΥ­ΡΙ­ΖΑ, αλ­λά του­λά­χι­στον να βά­ζει το ζή­τη­μα της τι­μω­ρί­ας των φασιστών μέ­σα στην α­στυ­νο­μί­α. Σαν την πρώ­τη του δου­λειά. Ό­χι τώ­ρα, αν έλ­θει στην ε­ξου­σί­α, να κά­νει με­ρι­κές εκ­κα­θα­ρί­σεις και να βά­λει τους δι­κούς του. Αλ­λά θά­πρε­πε ό­λο αυ­τό τον και­ρό αυ­τό να λέ­ει. Και στο στρα­τό, που έ­χου­με έ­να στρα­τό γε­μά­το φα­σι­σμό. Θυ­μά­στε τους ευέλ­πι­δες του 4ου έ­τους, οι οποί­οι φώ­να­ζαν, πριν α­πό δύ­ο χρό­νια ύ­μνους της χού­ντας. Κι έ­γι­νε Ε­ΔΕ και δεν έ­πα­θαν τί­πο­τε ό­λοι τους. Θυ­μά­στε αυ­τά τα ΟΥΚ, τα ο­ποί­α βγή­καν στο Σύ­νταγ­μα και φώ­να­ζαν μπρο­στά στους ε­πι­σή­μους για τους Αλ­βα­νούς: “Θα ρά­ψου­με τα ρούχα μας με δέρ­μα­τα απ’ αυ­τούς”. Δεν έ­πα­θαν τί­πο­τε. Τί­πο­τε δεν πα­θαί­νουν. 

Λέ­νε ό­τι έ­κα­ναν έ­ρευ­να και δεν βρή­καν ού­τε έ­ναν να­ζι­στή στο στρατό, ο Α­βρα­μό­που­λος. Δεν τους εί­πε τι ή­ταν αυ­τά που έ­λε­γαν. Δεν τους εί­πε ό­τι θα “χα­λού­σε τον κό­σμο”. Μα αν “χα­λού­σε τον κό­σμο” δεν θα τον υ­πο­δέ­χο­νταν το Γενι­κό Ε­πι­τε­λεί­ο, τον κύ­ριο Τσί­πρα. Επί­σης τον κύ­ριο Τσί­πρα δεν θα τον α­γαπού­σε αυ­τός ο στρα­τός, ο τό­σο σο­βι­νι­στι­κός, ο τό­σο ά­δι­κος σε ό­λα τα με­γά­λα ζη­τή­μα­τα που α­φο­ρούν τις ε­πεμ­βά­σεις του ελ­λη­νι­κού κρά­τους εί­τε ή­ταν ε­ναντί­ον της Βο­σνί­ας στο πλευ­ρό των Σέρ­βων φα­σι­στών εί­τε ή­ταν στο Μα­κε­δο­νικό που ή­θε­λαν να αλ­λά­ξουν και θέ­λουν α­κό­μα (να αλ­λά­ξουν)  το ό­νο­μα μιας χώρας. Έ­τσι ε­ξα­σφα­λί­ζει την ά­νο­δό του στην ε­ξου­σί­α συμ­μα­χώ­ντας με ό,τι πιο βρό­μι­κο υ­πάρ­χει μέ­σα και στο στρα­τό και στην α­στυ­νο­μί­α. Στην α­στυ­νο­μί­α έπρε­πε να βά­ζει ζή­τη­μα βα­σα­νι­στη­ρί­ων. Η α­στυ­νο­μί­α η ελ­λη­νι­κή έ­χει γυ­μνα­στεί στα βα­σα­νι­στή­ρια πά­νω στους με­τα­νά­στες. Αυ­τό εί­ναι κε­ντρι­κό ζή­τη­μα. Εμείς που εί­μα­στε α­ρι­στε­ροί γνω­ρί­ζου­με τι ση­μαί­νει αυ­τή η “εκ­γύ­μνα­ση”. Ε­μείς που στ’ α­λή­θεια α­νη­συ­χού­με για το μέλ­λον αυ­τού του λα­ού, ό­ταν θα βρεθεί κά­τω α­πό τη ρω­σο­κι­νέ­ζι­κη μπό­τα. Προς το πα­ρόν μας α­φή­νουν σε μια σχε­τική ε­πί­φα­ση δη­μο­κρα­τί­ας για να μπο­ρού­με να εί­μα­στε φί­λοι της Μό­σχας ε­ντός της Ευ­ρώ­πης και ε­ντός του Ευ­ρώ. Και θα μας εί­χαν διώ­ξει προ πολ­λού, ε­άν δεν ή­θε­λε η Ρω­σί­α με τους φί­λους της μέ­σα στην Ευ­ρώ­πη και μέ­σα στα ευ­ρω­πα­ϊκά όρ­γα­να, με τους υ­φε­σια­κούς α­στούς της Ευ­ρώ­πης να μας κρα­τή­σει μέ­σα για νά­χει μια γε­ρή φω­νή ε­μάς και την Κύ­προ. Και λέ­ω ε­μάς, ό­χι το λα­ό, αλ­λά αυ­τή την αστι­κή τά­ξη, αυ­τή τη ΝΔ, αυ­τό το ΠΑ­ΣΟΚ, αυ­τό το στρα­τό, αυ­τή την α­στυ­νομί­α, αυ­τούς τους δι­κα­στές που κλεί­νουν τα ερ­γο­στά­σια.

Εί­ναι το κα­θε­στώς. Και η δε­ξιό­τε­ρη πλευ­ρά αυ­τού του κα­θε­στώ­τος είναι οι να­ζί και οι υ­πο­στη­ρι­χτές των να­ζί και σ’ έ­να με­γά­λο βαθ­μό τρα­μπού­κοι με άλ­λη μορ­φή εί­ναι ο ΣΥ­ΡΙ­ΖΑ. Γι’ αυ­τό λέ­με “αυ­τούς μην τους ψη­φί­ζε­τε”. Γιατί αυ­τό έ­γι­νε στην Ιε­ρισ­σό. Αυ­τό δεν πρέ­πει κα­νείς να το ξε­χά­σει κι ε­μείς πο­τέ δεν θα το ξε­χά­σου­με αυ­τό που πα­λέ­ψα­με δί­πλα στους ερ­γά­τες των με­ταλλεί­ων της  Κασ­σάν­δρας στη Χαλ­κι­δι­κή, δί­πλα στους ερ­γά­τες στο Στρα­τώ­νι, να μεί­νει αυ­τό το ερ­γο­στά­σιο και να ζή­σει, να ζή­σουν αυ­τές οι 1200 οι­κο­γέ­νειες. Αυ­τοί, ό­μως, αν δεί­τε την κα­ταγ­γε­λί­α ε­νός κοι­νο­τάρ­χη στο Στρα­τώ­νι, το οποί­ο εί­ναι το κέ­ντρο των ερ­γα­τών, εί­ναι η μο­ντέρ­να πό­λη που χτί­στη­κε πάνω στα με­ταλ­λεί­α, εί­ναι η γε­νιά των με­ταλ­λω­ρύ­χων, του βιο­μη­χα­νι­κού προ­λετα­ριά­του η καρ­διά εί­ναι στο Στρα­τώ­νι και χτυ­πά­ει. Απ’ αυ­τούς με­ρι­κοί μέ­νουν στην Ιε­ρισ­σό, η ο­ποί­α εί­ναι του­ρι­στι­κό-α­γρο­τι­κό-ψα­ρά­δι­κο κέ­ντρο, εί­ναι άλ­λος πλη­θυ­σμός, ο οποίος δεν εί­χε α­να­λά­βει πο­τέ να γί­νει σκλη­ρός, δεν πρω­το­στα­τού­σε πο­τέ σε ε­πι­θέ­σεις. Τώ­ρα, λοι­πόν, κά­τω α­πό την η­γε­σί­α του ΣΥΡΙ­ΖΑ, κά­τω α­πό την πο­λι­τι­κή του κα­θο­δή­γη­ση και χρη­σι­μο­ποιώ­ντας διά­φο­ρες φρά­ξιες - για­τί συ­νή­θως ο ΣΥ­ΡΙ­ΖΑ δεν λε­ρώ­νει τα χέ­ρια του με μπου­νιές και αν εί­ναι βά­ζει μια φρα­ξιού­λα να το κά­νει, ε­κτός ΣΥ­ΡΙ­ΖΑ, ο ί­διος α­πο­φεύ­γει για νά­ναι κα­θώς πρέ­πει, να μπαί­νει στην ε­ξου­σί­α και τα σα­λό­νια της Ευ­ρώ­πης-  λέ­ει ο Ζα­γο­ρά­κης, ο κοι­νο­τάρ­χης: “Γύ­ρω στους 30  ερ­γά­τες που δου­λεύ­ουν στην ε­πι­χεί­ρη­ση α­να­γκάζο­νται να ε­γκα­τα­λεί­ψουν την Ιε­ρισ­σό”, δη­λα­δή κάποιοι α­πό τους ερ­γά­τες που δου­λεύ­α­νε στα με­ταλ­λεί­α, δεν ζού­σαν στο Στρα­τώνι ή σε άλ­λα χω­ριά αλ­λά στην Ιε­ρισ­σό, ό­που ή­ταν το κέ­ντρο του α­ντι-χρυ­σού αγώ­να κά­τω α­πό την κα­θο­δή­γη­ση του ΣΥ­ΡΙ­ΖΑ. Τριά­ντα ερ­γά­τες, λοιπόν, ζού­σαν ε­κεί και α­να­γκά­στη­καν να ε­γκα­τα­λεί­ψουν την Ιε­ρισ­σό “ε­ξαι­τί­ας της τρο­μοκρα­τί­ας την ο­ποί­α υ­φί­στα­νται, με μο­να­δι­κό τους έ­γκλη­μα ό­τι δου­λεύ­ουν στα με­ταλ­λεί­α. Φο­βού­νται ό­μως να μι­λή­σουν για­τί έ­χουν πί­σω τις οι­κο­γέ­νειές τους. Ό­ποιος μι­λή­σει τον κα­τατάσσουν στους ε­χθρούς της Ιε­ρισ­σού και προ­πη­λα­κί­ζε­ται, λοι­δο­ρεί­ται και  δέ­χε­ται α­πει­λές. Η κα­τά­στα­ση εί­ναι α­φόρη­τη ι­διαί­τε­ρα για τα παι­διά μας που πά­νε στο Λύ­κειο. Α­να­γκα­στή­κα­με να πάρου­με τα παι­διά μας α­πό το Λύ­κειο, για­τί δέ­χο­νταν α­πει­λές και υ­πο­βάλ­λο­νταν σε ε­ξευ­τε­λι­σμούς α­κό­μα και μέ­σα στην τά­ξη. Α­πό πέρ­συ έ­ως τον Μάρ­τη (2013) έχουν κά­ψει το δη­μαρ­χεί­ο, έ­διω­ξαν το α­στυ­νο­μι­κό τμή­μα, έ­κα­ψαν και κα­τέ­στρε­ψαν αυ­το­κί­νη­τα, α­νά­γκα­σαν σε πα­ραι­τή­σεις δη­μο­τι­κούς συμ­βού­λους, κου­κου­λο­φό­ροι  υ­πο­βάλ­λουν σε ε­λέγ­χους ό­σους μπαι­νο­βγαί­νουν στην Ιε­ρισ­σό”. 

Και α­κό­μα και χθες μου εί­παν συ­να­γω­νι­στές α­πό το Στρα­τώ­νι ό­τι ερ­γά­τες της Ιε­ρισ­σού σή­με­ρα τους σπά­νε τα αυ­το­κί­νη­τα και τα διορ­θώ­νουν,  σ’ αυτούς πή­γαν τε­λευ­ταί­α και τους τρύ­πη­σαν με τρυ­πά­νι ώ­στε να μην μπο­ρούν να τα ε­πι­σκευά­σουν. Κά­ποιοι, ό­χι ό­λοι οι ερ­γάτες. Και αυ­τό με τα παι­διά δεν γί­νε­ται σή­με­ρα, αλ­λά δεν γί­νε­ται σή­με­ρα αυ­τή η πί­ε­ση στα παι­διά, για­τί κατά­φε­ραν τον πρώ­το τους στό­χο να στα­μα­τή­σουν οι ερ­γα­σί­ες του χρυ­σού. Δη­λαδή, αν εί­ναι σή­με­ρα λί­γο πιο μα­λα­κά τα πράγ­μα­τα, εί­ναι για­τί πέ­τυ­χαν με τη βο­ή­θεια της κυ­βέρ­νη­σης και των δι­κα­στών, οι ο­ποί­οι παίρ­νουν ε­ντο­λές για τα με­γά­λα ζη­τή­μα­τα, να στα­μα­τή­σουν το έρ­γο. Αλ­λά αυ­τό εί­ναι που κά­νει να δια­φέ­ρει ο α­ρι­στε­ρός, ο ε­πα­να­στά­της α­πό το δε­ξιό και α­ντι­δη­μο­κρά­τη και φασί­στα, ό­τι δεν θα ε­πι­τε­θό­μα­στε πο­τέ στο λα­ό, ε­άν γι­νό­ταν έ­να έρ­γο που μό­λυνε. Ε­άν γί­νει έ­να έρ­γο που μο­λύ­νει, ε­μείς οι ί­διοι θα μπού­με μπρο­στά να το εμπο­δί­σου­με, έ­να έρ­γο που κα­τα­στρέ­φει την υ­γεί­α ε­νός πλη­θυ­σμού. Α­κό­μα κι αν υ­πάρ­χουν ερ­γά­τες σε τό­σο τρα­γι­κή κα­τά­σταση ώ­στε να πά­νε να δου­λέ­ψουν, να βγά­λουν έ­να με­ρο­κά­μα­το με κίν­δυ­νο της ζω­ής τους, δεν θα τους χτυ­πούσα­με, θα κά­να­με έ­να κί­νη­μα, θα συ­σπει­ρώ­να­με την ερ­γα­τι­κή τά­ξη, θα μι­λού­σα­με στα χω­ριά, θα πη­γαί­να­με στα χω­ριά των ερ­γα­τών και ως το τέ­λος θα κά­να­με έ­ναν α­γώ­να ε­νά­ντια στην ε­πι­χεί­ρη­ση. Δεν θα χτυ­πού­σα­με λα­ό κά­τω, αυ­τό εί­ναι βα­θύ για τον κομ­μου­νι­στή. Δεν χτυ­πά­με λα­ό. Λα­ό, ερ­γά­τες χτυ­πού­σαν αυ­τοί που μό­λυ­ναν την πε­ριο­χή σε ό­λα τα ο­ρυ­χεί­α του κό­σμου και πή­γαι­ναν με­ρι­κοί άνθρω­ποι και τους έ­λε­γαν “τι κά­νε­τε ε­κεί”; Και αυ­τοί τους ξυ­λο­φόρ­τω­ναν, δη­λα­δή η ε­ται­ρεί­α με το κα­θε­στώς, με την α­στυ­νο­μί­α, με τους φα­σί­στες. Αλ­λά κί­νη­μα δη­μο­κρα­τι­κό ε­νά­ντια σε μια ε­πέν­δυ­ση στην ο­ποί­α δου­λεύ­ουν ερ­γά­τες, α­κό­μα κι αν μό­λυ­νε, δεν θα χρη­σι­μο­ποιού­σε αυ­τές τις με­θό­δους. Θα δια­φο­ροποιού­σαν. Ε­μείς δια­φο­ρο­ποιού­με ό­πως δια­φο­ρο­ποιού­με α­νά­με­σα στην η­γεσί­α και τη βά­ση του ΣΥ­ΡΙ­ΖΑ. Δεν θα τους ση­κώ­να­με χέ­ρι, δεν θα θέ­λα­με να τους χτυ­πή­σου­με. Υ­πάρ­χουν δη­μο­κρα­τι­κοί άν­θρω­ποι ε­κεί, υ­πάρ­χει και α­ρι­στε­ρά. Θα πού­με τα ε­πι­χει­ρή­μα­τά μας. 

Αυ­τοί ό­μως τι έ­κα­ναν; Για να τα θυ­μη­θού­με ό­λα, πή­γαν και ε­νώ­θη­καν με τους φα­σί­στες στο κί­νη­μα των α­γα­να­κτι­σμέ­νων και ά­φη­σαν τους φα­σί­στες να λέ­νε “το μπουρ­δέ­λο η βου­λή” στο πά­νω μέ­ρος της πλα­τεί­ας και μά­λι­στα να προ­πη­λα­κί­ζουν και με­τα­νά­στες τα φα­σι­στο­ει­δή που εί­χαν πά­ει ε­κεί ή ο Μαύρος Κρί­νος ή οι χρυ­σαυ­γί­τες χω­ρίς βέ­βαια τα δια­κρι­τι­κά τους και άλ­λοι ακρο­δε­ξιοί και τους ά­φη­σαν να δί­νουν τον τό­νο στην ά­νω πλα­τεί­α και αυ­τοί έκα­ναν συ­νε­λεύ­σεις “δη­μο­κρα­τι­κές” του λα­ού κά­τω. Τι εί­δους συ­νε­λεύ­σεις; Μιλού­σαν διά­φο­ροι και στο τέ­λος έβγαι­νε αυ­τό που ή­θε­λε η κομ­μα­τι­κή στενή κα­θο­δή­γη­ση. Γι’ αυ­τό και δια­λύ­θη­κε, γι’ αυ­τό και το κί­νη­μα αυ­τό δεν εί­χε πάθος. Γι’ αυ­τό και δεν πή­γε στις γει­το­νιές να κά­νει συ­νε­λεύ­σεις, δεν πή­γε να πεί­σει, ή­ταν μια δια­δι­κα­σί­α κο­ρυ­φής. Εί­ναι πά­ντα κο­ρυ­φής αυ­τά που κά­νουν και α­πλώς παί­ζουν με τις διά­φο­ρες συ­νι­στώ­σες. Πολ­λοί λέ­νε ό­τι “αν υ­πάρ­χουν τό­σες συ­νι­στώ­σες δεν εί­ναι δη­μο­κρα­τι­κό; Το ό,τι λέ­ει ο κα­θέ­νας το μα­κρύ του και το κο­ντό του σ’ αυ­τό το κόμ­μα δεν εί­ναι δη­μο­κρα­τι­κό”; Κι εν πά­σει περι­πτώ­σει “τι φο­βό­σα­στε; Από αυ­τούς φα­σι­σμό” ;

Μα ο ΣΥ­ΡΙ­ΖΑ εί­ναι σαν έ­να πιά­νο. Τις συ­νι­στώ­σες του και τα ρεύ­μα­τά του τις έ­χει ό­πως τα πλή­κτρα ε­νός πιά­νου. Θέ­λει να παί­ξει πρί­μα; Θα πα­τή­σει την “Α­ρι­στε­ρή πλατ­φόρ­μα”. Θέ­λει να παί­ξει μπά­σα; Θα πα­τή­σει το ΔΗΚ­ΚΙ. Θέ­λει να πει τη Δη­μο­κρα­τί­α της Μα­κε­δο­νί­ας “Δη­μο­κρα­τί­α της Μα­κε­δο­νί­ας”; Θα βάλει τη νε­ο­λαί­α του ή έ­να α­πό τα ρεύ­μα­τα αυ­τά (…) Θέ­λει να πει Σκό­πια θα βά­λει το ΔΗΚ­ΚΙ, αλ­λά η σού­μα και η τε­λι­κή κα­τεύ­θυν­ση, ό­πως λέ­ει και ο ί­διος, εί­ναι αυ­τό που θα πει ο Τσί­πρας. “Ό­πως τον Πα­παν­δρέ­ου τον έ­βγα­λε έ­να κί­νη­μα για την αλ­λα­γή, έ­τσι κι ε­μέ­να μ’ έ­βγα­λε έ­να κί­νη­μα, το ο­ποί­ο ή­θε­λε να φύ­γου­με από το Μνη­μό­νιο. Η Ελ­λά­δα η δι­κή μου δεν θα εί­ναι έ­τσι”.  Βλέ­που­με λοι­πόν ό­τι σιγά σι­γά δια­μορ­φώ­νε­ται η μορ­φή που α­ντι­στοι­χεί σ’ αυ­τό το πράγ­μα, που μέ­σα του παί­ζει, γεν­νιέ­ται, α­να­πτύσ­σε­ται α­διό­ρα­τα αλ­λά με στα­θε­ρό­τη­τα ο σοσιαλ­φα­σι­σμός. Φα­σι­σμός με α­ρι­στε­ρό, σο­σια­λι­στι­κό, ε­πα­να­στα­τι­κό πρό­σω­πο. Και ό­σοι α­ρι­στε­ροί, δη­μο­κρα­τι­κοί άν­θρω­ποι υ­πάρ­χουν ε­κεί μέ­σα αλ­λά και στους ψη­φο­φό­ρους και στα ρεύ­μα­τα αυ­τά- κα­μιά φο­ρά και με­σαί­ο στε­λε­χι­κό- θα τα ζή­σου­με αυ­τά, για­τί ό­σο θα παί­ζει το πιά­νο, τό­σο οι νό­τες θα πε­ριο­ρίζο­νται και στο τέ­λος θα βγει μια ο­μά­δα, η ο­ποί­α θα έ­χει μπει γε­ρά μέ­σα στο κρά­τος. Εί­ναι αυ­τό που λέ­ει ο Τσί­πρας, ό­τι “ό­λα τα όρ­γα­να ε­λέγ­χου, Κρά­τους, ΣΔΟΕ κλπ. θα υ­πό­κει­νται στη δι­κιά μου αρ­μο­διό­τη­τα, στον πρω­θυ­πουρ­γό, σε μένα” .

Δεν υ­πάρ­χει υ­πουρ­γεί­ο οι­κο­νο­μι­κών;  και α­φού εί­σαι α­ρι­στε­ρός δεν φτιά­χνεις ε­πι­τρο­πές για τη δια­φά­νεια πα­ντού σε ό­λες τις υ­πη­ρε­σί­ες τις δημό­σιες α­πό υ­παλ­λή­λους και πο­λί­τες;  Ποια εί­ναι η δια­φά­νεια; Η δια­φά­νεια εί­ναι να κα­τα­λή­ξουν σε σέ­να; Ού­τε καν στην Κε­ντρι­κή σου Ε­πι­τρο­πή; Ού­τε καν στο Πο­λι­τι­κό σου Γρα­φεί­ο; Δη­λα­δή θα φτιά­ξεις μια κα­μα­ρί­λα με τους δι­κούς σου αν­θρώ­πους, οι ο­ποί­οι θα σου λέ­νε ποιον τώ­ρα θα ε­ξο­ντώ­σου­με για να πη­γαί­νει ο ΣΔΟ­Ε να του κά­νει έ­λεγ­χο στα βι­βλί­α; Ή­δη το ε­ξαγ­γέλ­λει αυ­τό για τον τύ­πο, τα κα­νά­λια κλπ. Τώ­ρα το α­να­κά­λυ­ψαν αυ­τό; Να βρουν ο τύ­πος και τα κα­νάλια τα λε­φτά; Ό­σα δεν έ­χουν φι­λο­συ­ρι­ζαί­ους να τα ε­ξο­ντώ­σει; Και δεν το κρύβει. Γι’ αυ­τό λέ­με ό­λους κα­τα­ψη­φίστε τους, ό­λους! Δεν υ­πάρ­χει μέλ­λον α­πό κα­νέ­ναν απ’ αυ­τούς! Σα­μα­ρά­δες, Βε­νι­ζέ­λους και Πο­τά­μια. Κι έ­να α­κό­μα για το Πο­τά­μι. Ή­ταν στο Ρώ­σο πρε­σβευ­τή προ­χθές για να του πει ό­τι “πρέ­πει νά­χου­με κα­λές σχέ­σεις με τη Ρω­σί­α. Πρέ­πει κά­τι να κά­νου­με για τα μέ­τρα που έβγαλε η Ευ­ρώ­πη και τα α­ντί­με­τρα που έ­βγα­λε η Ρω­σί­α και να βρού­με έ­ναν τρό­πο νάχου­με α­νταλ­λα­γές προ­ϊ­ό­ντων χω­ρίς να θί­ξου­με κα­θό­λου τη Ρω­σί­α σ’ αυ­τά”. Και του εί­πε ο ρώ­σος πρε­σβευ­τής: “Ε­μείς έ­να πράγ­μα θέ­λου­με, να πά­ρου­με τη Θεσ­σαλο­νί­κη και το σι­δη­ρό­δρο­μο”. Και δεν α­πά­ντη­σε, δεν δια­φώ­νη­σε. Μπή­κε μέ­σα αυ­τό στο α­να­κοι­νω­θέν της ρώ­σι­κης πρε­σβεί­ας. Αυ­τός δεν θέ­λει βιο­μη­χα­νί­α. Α­πλώς τρό­φι­μα: Μέ­λι, ε­λιά, θά­λασ­σα.  Δη­λα­δή πά­λι την Ελ­λά­δα του α­ντι­βιο­μη­χανι­σμού, του μι­κρού, του φολ­κλόρ, του πα­ρα­δο­σια­κού κλπ. για να την τσα­κί­σει. Αυ­τός εί­ναι η η­γε­σί­α. Η βά­ση και τα πε­ρισ­σό­τε­ρα στε­λέ­χη του δεν εί­ναι τέτοιου εί­δους, αλ­λά κι αυ­τός ε­κεί, ε­κεί μέ­σα. Γι’ αυ­τό λέ­με σε ό­λους κα­τα­ψή­φιση. Αλ­λά δια­κρί­νου­με αυ­τούς που μπο­ρούν να μας α­σκή­σουν σε ό­λους σα λα­ό βία. Έ­τσι ξε­κα­θα­ρί­ζου­με τα πράγ­μα­τα και κα­λού­με τον κό­σμο να κά­νουν αυτό που προ­τεί­νου­με. Τους κα­λού­με. Δεν α­παι­τού­με, ού­τε καν α­πό τους φί­λους μας δεν α­παι­τού­με. Δεν α­παι­τού­με α­πό κα­νέ­ναν τί­πο­τε. Αλ­λά αν θέ­λε­τε να πείτε στην κοι­νω­νί­α “αυ­τοί εί­ναι και τους πι­στεύ­ω”, εί­ναι το πιο σω­στό πράγ­μα και θα δώ­σει κου­ρά­γιο και στην ερ­γα­τι­κή τά­ξη ι­διαί­τε­ρα, τους ερ­γά­τες με τους ο­ποί­ους ερ­χό­μα­στε σ’ ε­πα­φή α­πευ­θεί­ας ή στους χώ­ρους δου­λειάς τους λέμε: “Δεν υ­πάρ­χει μέλ­λον γι’ αυ­τή την τά­ξη”. (…)

Φτιάξ­τε τα συν­δι­κά­τα σας α­πό την αρ­χή με αί­τη­μα να ζή­σει το ερ­γοστά­σιο, εν α­νά­γκη σε συμ­μα­χί­α με τον α­στό που θέ­λουν να του το κλεί­σουν, αλλά χω­ρίς να υ­πο­τάσ­σε­στε στο α­φε­ντι­κό στα μι­σθο­λο­γι­κά ζη­τή­μα­τα, χω­ρίς να γι­νό­σα­στε υ­πη­ρέ­τες του και τσά­τσοι του. Με το δι­κό σας α­νε­ξάρ­τη­το και δημο­κρα­τι­κό σω­μα­τεί­ο. Κι ε­πί­σης να ξέ­ρε­τε- τους λέ­με- ό­τι η α­στι­κή τά­ξη θα συμ­βι­βα­στεί, θα τα κου­κου­λώ­σει, δεν θα χτυ­πή­σει πο­τέ αυ­τό το κρά­τος, το ο­ποίο το τρέ­μει και α­πό το ο­ποί­ο ε­πω­φε­λή­θη­κε σε άλ­λες ε­πο­χές και πε­ρι­μέ­νει να ε­πω­φε­λη­θεί και στο μέλ­λον. Γι’ αυ­τό και οι πιο πο­νη­ροί α­πό δαύ­τους φεύγουν α­μέ­σως προς τον Τσί­πρα, για να ε­ξα­σφα­λί­σουν την α­νο­χή ή και την βο­ή­θειά του. Σαν τά­ξη ε­νω­θεί­τε και ζη­τή­στε αυ­τό που πρέ­πει. Κι αυ­τό που πρέ­πει εί­ναι η ε­πι­βί­ω­ση του ερ­γο­στα­σί­ου, ό­πως, ας πού­με, αυ­τά τα μέ­τρα που ζη­τή­σα­τε σε κά­ποια ερ­γοστά­σια, να πέ­σει η τι­μή του ρεύ­μα­τος. Και βγή­κε η ΓΕ­ΝΟΠ ΔΕΗ και λέ­ει: “Κα­λό εί­ναι το ρεύ­μα”. Αυ­τοί εί­ναι ερ­γά­τες; Εί­ναι ε­γκλη­μα­τι­κές ηγε­σί­ες. Θά­πρε­πε να πουν ό­λοι μα­ζί: “Ναι! Και σε ό­λα τα ερ­γο­στά­σια. Ε­νω­νό­μα­στε σ’ αυ­τό, αλ­λά ε­πει­δή ε­νω­νό­μα­στε σ’ αυ­τό, ε­πειδή θα σου ε­ξα­σφα­λί­σω και το ερ­γο­στά­σιο α­νοι­χτό και θα δια­δη­λώ­σω στην κυ­βέρ­νη­ση γι’ αυ­τό, έ­χω την απαί­τη­ση νά­χω δύ­να­μη μέ­σα στο ερ­γο­στά­σιο. Να κά­νω έ­λεγ­χο. Θα μου α­νοί­ξεις τα βι­βλί­α σου. Θα σε βο­η­θή­σου­με, αλ­λά θα μας α­νοί­ξεις τα βι­βλί­α σου, για να ξέρου­με αν έ­χεις ή δεν έ­χεις ει­σπρά­ξεις, αν έ­χεις ή δεν έ­χεις δου­λειές, πό­σες εί­ναι οι ε­ξα­γω­γές σου. Πολ­λά βέ­βαια απ’ αυ­τά τα βλέ­πουν οι ερ­γά­τες α­πό τη ζω­ή τους, α­πό την πα­ρα­γω­γή. Και θα α­πο­κτή­σουν έ­λεγ­χο, ερ­γα­τι­κό έ­λεγ­χο μέ­σα α­πό την κρί­ση. Θά­ναι αυ­τή η τά­ξη που θα ζή­σει τη βιο­μη­χα­νί­α. Μην πε­ρι­μένει ού­τε α­πό τα κόμ­μα­τα, ού­τε και α­πό τα α­φε­ντι­κά της. Για­τί τα α­φε­ντι­κά της ξέ­ρουν να τα α­να­δι­πλώ­νουν. Τό­χου­με ζή­σει αυ­τό με τους ερ­γά­τες στο κί­νημα για το γή­πε­δο του Πα­να­θη­να­ϊ­κού με το Βω­βό. Εί­χα­με πά­ει στους ερ­γά­τες και τους εί­πα­με να κά­νουν α­γώ­να. Και πή­γα­με μα­ζί τους και πα­ρου­σιά­στη­κε κάποια στιγ­μή το α­φε­ντι­κό και εί­πε να μην το πα­ρα­τρα­βά­με. Και τους α­πέ­τρε­ψε. Έ­κα­νε ό­τι μπο­ρού­σε για να τους α­πο­κό­ψει α­πό τον α­γώ­να μας και στο τέ­λος αυτός υ­πέ­στη τις συ­νέ­πειες αυ­τής της προσπά­θειάς τους να ε­ξευ­με­νί­σουν το κα­θε­στώς. 

Αυ­τοί δεν έ­χουν μέλ­λον για­τί δεν έ­χουν μά­θει ού­τε να ε­νώ­νο­νται ούτε να θυ­σιά­ζο­νται. Οι ερ­γά­τες τό­χουν μά­θει. Και αυ­τή θα εί­ναι και η αλ­λα­γή στην Ελ­λά­δα. Η Ο­ΑΚ­ΚΕ δεν έ­χει αυ­τα­πά­τες ό­τι η α­νά­πτυ­ξή της περ­νά­ει μέ­σα α­πό την α­νά­πτυ­ξη της ερ­γα­τι­κής τά­ξης, άλ­λωστε αυ­τή την τά­ξη υ­πη­ρε­τού­με ε­μείς, χω­ρίς αυ­τήν δεν υ­πάρ­χει μέλ­λον και έ­χου­με α­φιε­ρώ­σει τη ζω­ή μας στο να τη βο­η­θή­σου­με να α­πο­κτή­σει τη συ­νεί­δη­σή της, την ι­στο­ρι­κή που της ται­ριάζει, στο αί­μα της, στους α­γώ­νες της, στον ι­δρώ­τα της. Αυ­τή η τά­ξη θα τα πα­ραμε­ρί­σει ό­λα αυ­τά!”.