Ένα κλασσικά αντιδυτικό, εθνικιστικό και γενικά ιδιαίτερα ρωσόφιλο καθεστώς, εκείνο των Άσαντ, το οποίο όμως δεν δέχθηκε να γίνει άβουλο πιόνι στα χέρια της Μόσχας, δέχεται τα πυρά του ισλαμοφασισμού της “Αραβικής Άνοιξης” με κύριο χρηματοδότη τους -ισλαμοφασίστες σε όλη την πολιτική γραμμή- εμίρηδες του Κατάρ, αλλά και των επεμβατιστών των ΗΠΑ (Δημοκρατικών και Ρεπουμπλικάνων), της Αγγλίας, της Γαλλίας, καθώς και της δυτικόφιλης (αν και προβοκαρισμένης στην συγκεκριμένη περίπτωση) Σαουδικής Αραβίας. Βέβαια αυτοί που σε κάθε περίπτωση κρατούν πίσω από την κουίντα τα γκέμια των συριακών εξελίξεων, παίζοντας και με τα δύο αντιμαχόμενα συριακά στρατόπεδα, είναι οι ρώσοι σοσιαλιμπεριαλιστές.
Στην αρχή, οι δυτικόφιλοι φιλελεύθεροι και πολλοί παραπλανημένοι δημοκράτες εντός της Συρίας υπέπεσαν στο βαρύ λάθος να συμμαχήσουν με τον ισλαμοφασισμό κατά μιας πράγματι δικτατορικής και σε πολλές περιπτώσεις ακόμη και κτηνώδους εξουσίας Άσαντ.
Η Μουσουλμανική Αδελφότητα, κατά το αξεπέραστο μοντέλο που εφαρμόστηκε σε Τυνησία, Αίγυπτο και Λιβύη, έπαιζε το συνδετικό κρίκο μεταξύ φιλελεύθερων και ακραίων ισλαμοφασιστών μεσαιωνιστών. Σιγά σιγά, και με τους πόρους του ισλαμοφασιστικού Κατάρ, οι δημοκράτες και οι φιλελεύθεροι πέρασαν σε δεύτερο πλάνο και πλέον η ένοπλη αντιπολίτευση στον κοσμικό εθνικιστή Άσαντ αποτελείται σχεδόν εξ ολοκλήρου από φονταμενταλιστές ισλαμοναζήδες τύπου Αλ Κάιντα, ενώ αρχηγός του Εθνικού Συνασπισμού της Αντιπολίτευσης στο εξωτερικό ανέλαβε πρόσφατα ένας σύριος «συνασπισμαίος», πρώην σοβιετόφιλος «μαρξιστής – λενινιστής» και νυν «σοσιαλδημοκράτης» (Τζορτζ Σάμπρα), στέλεχος του «Συριακού Δημοκρατικού Κόμματος του Λαού».
Τη στιγμή λοιπόν που, ειδικά μέσα στην αμερικανική αστική τάξη ακούγονται στεντόρειες φωνές για τον κίνδυνο στο προεδρικό μέγαρο της Δαμασκού στη θέση του απλώς αντιδυτικού Άσαντ να βρεθούν αλκαϊντιανοί εθνοεκκαθαριστές, η δυτική φιλορώσικη τριπλέτα Κάμερον – Ομπάμα – Ολάντ ξεσπαθώνει έτοιμη για κάθε είδους βρωμιά και επέμβαση στο εσωτερικό μιας ανεξάρτητης χώρας, δήθεν στο όνομα της «προστασίας των αμάχων».
Κι αυτό, παρά το γεγονός ότι πριν από ένα μήνα, μια από τις βασικές συνιστώσες του ένοπλου αντάρτικου της Συρίας, το Μέτωπο Αλ Νούσρα, δήλωσε δημόσια πίστη και υποταγή στον αρχηγό της Αλ Κάιντα, Αϊμάν Αλ Ζαουάχρι, διαδόχου του Μπιν Λάντεν και εκπαιδευμένου από τους Ρώσους στον Καύκασο το 1997-1998, κατά τη μαρτυρία του Αλεξάντερ Λιτβινένκο.
Η αντίσταση τόσο του καθεστώτος Άσαντ και του συριακού λαού, κυρίως των μειοψηφικών μη σουνιτικών ομάδων του πληθυσμού (αλαουιτών, χριστιανών κλπ), αλλά και η απομάκρυνση πολλών δημοκρατών από το μέτωπο της αντιπολίτευσης εντός κι εκτός Συρίας, με καταγγελίες κατά της Μουσουλμανικής Αδελφότητας, φαίνεται ότι έχουν κάνει έξαλλους τους ρωσόφιλους προβοκάτορες που κυβερνούν σήμερα Αμερική και Αγγλία, αλλά και τον πάντα έτοιμο για διεθνείς επεμβάσεις που αντικειμενικά εξυπηρετούν τη Ρωσία, Ολάντ.
Με την αρωγή του στρατηγικού συμμάχου του Πούτιν, ισλαμοφασίστα Ερντογάν, που είναι ο παγκόσμιος πρωτοπόρος σε αντιΆσαντ λύσσα, έχουν αρχίσει ήδη να στήνουν τη νέα προβοκάτσια περί χρήσης χημικών όπλων από το συριακό καθεστώς, γεγονός που αυθαίρετα ο Ομπάμα έχει θέσει ως «κόκκινη γραμμή», πέρα από την οποία η Δύση θα «αναλάβει δράση». Ωστόσο, επειδή αυτή δεν φάνηκε να πείθει ιδιαίτερα την παγκόσμια κοινή γνώμη και μάλιστα κινδύνεψε να γελοιοποιήσει τους προβοκάτορες, μετά τις δηλώσεις της Κάρλα Ντελ Πόντε ότι μάλλον οι αντάρτες και όχι ο Άσαντ έχουν χρησιμοποιήσει χημικά, μπήκε μπροστά η νέα, ακόμη πιο ξεσκολισμένη προβοκάτσια.
Η έκρηξη στη νοτιοανατολική Τουρκία και ο ρόλος του Ερντογάν
Ξαφνικά, την Κυριακή 12 του Μάη, στην τουρκική πόλη Ρεϊχανλί της νοτιοανατολικής Τουρκίας, σημειώθηκε διπλή βομβιστική επίθεση, η οποία κόστισε τη ζωή σε 43 ανθρώπους, ενώ οι τραυματίες ξεπεράσανε τους 100. Η πόλη αποτελεί σουνιτικό θύλακα μέσα σε μια περιοχή της Τουρκίας όπου ζουν κατά πλειοψηφία αλαουΐτες, δηλαδή ομόθρησκοι της οικογένειας Άσαντ και των βασικών αξιωματούχων του συριακού καθεστώτος. Επίσης, στην ευρύτερη περιοχή έχουν βρει καταφύγιο και χιλιάδες σύροι άμαχοι πρόσφυγες, που έχουν εγκαταλείψει τις εστίες τους εντός της Συρίας.
Γρήγορα γρήγορα και χωρίς καμιά άμεση –απτή απόδειξη, τα πρωτοπαλίκαρα του ισλαμοφασίστα Ερντογάν, Αρέντς και Νταβούτογλου, βγήκαν να κατηγορήσουν δημόσια και ανοιχτά τις συριακές μυστικές υπηρεσίες και το συριακό καθεστώς σαν υπεύθυνους για την επίθεση, διατυπώνοντας μάλιστα με θράσος και απειλές για «απάντηση» κατά της Συρίας. Μάλιστα, οι τούρκοι ισλαμοφασίστες, που αυτοπλασάρονται σαν μετριοπαθές πολιτικό ρεύμα, αντίστοιχο της ευρωπαϊκής χριστιανοδημοκρατίας, καλούν ξετσίπωτα το δυτικό ιμπεριαλισμό σε επέμβαση κατά του συριακού καθεστώτος, στο πλευρό της Αλ Κάιντα, αποδεικνύοντας πόσο κάλπικος και φιλοϊμπεριαλιστικός (και τελικά φιλορώσικος) είναι ακόμη κι αυτός ο μεσαιωνικός ιδεολογικός αντιδυτικισμός τους, που δεν έχει μέσα του κανένα πνεύμα καθυστερημένης έστω τριτοκοσμικής ανεξαρτησίας απέναντι στον ιμπεριαλισμό τύπου Ταλιμπάν στο Αφγανιστάν.
Όποιος έχει την παραμικρή ιδέα από διεθνή πολιτική και διαθέτει κοινή λογική, καταλαβαίνει ότι ένα καθεστώς το οποίο πιέζεται από όλες τις πλευρές εξωτερικά, ενώ κινδυνεύει και στο εσωτερικό του από το αδρά χρηματοδοτούμενο ισλαμοφασιστικό ένοπλο μπλοκ, δε θα πραγματοποιούσε ποτέ επίθεση κατά αμάχων μέσα στο έδαφος του βασικότερου περιφερειακού εχθρού του, ο οποίος «τυχαίνει» να είναι μέλος του ΝΑΤΟ και να μπορεί υπό συνθήκες να προκαλέσει γενικευμένη ιμπεριαλιστική επέμβαση κατά της Συρίας στο όνομα της «βορειοατλαντικής αλληλεγγύης».
Η Συρία αρνήθηκε μετά βδελυγμίας την κατηγορία και μέσω κυβερνητικών της αξιωματούχων κατήγγειλε, και σωστά, προβοκάτσια από πλευράς Ερντογάν.
Ο φίλος της Χαμάς και πρόδρομος της Αραβικής Άνοιξης, που φιλοδοξεί να γίνει το 2014 πρόεδρος – διχτάτορας της Τουρκίας, περιέπλεξε τα πράγματα, με μια δήλωσή του, στην οποία ενέπλεξε «πιθανά» στο ζήτημα της έκρηξης δυνάμεις οι οποίες αντιτίθενται στην εκεχειρία Τουρκίας – κουρδικού PKK. Είναι σίγουρο ότι η συγκεκριμένη συμφωνία θα γίνει εφαλτήριο νέων εκκαθαρίσεων κεμαλικών, κοσμικών εθνικιστών από το Ερντογάν στο όνομα του «ισλαμικού διεθνισμού» που ενώνει τους τούρκους ισλαμοφασίστες με τους κούρδους σοσιαλφασίστες του Οτσαλάν. Ωστόσο, μέχρι τη στιγμή που γράφονται τούτες οι γραμμές, η υπόθεση φαίνεται στημένη καθαρά για να δικαιολογήσει την ανάληψη ιμπεριαλιστικής δράσης κατά της Συρίας ή έστω την έναρξη της προετοιμασίας της.
Ο βρώμικος ρόλος της ισλαμοφασιστικής Χεζμπολάχ ως «συμμάχου» του Άσαντ
Με τέτοιους καλούς αντι-Άσαντ φίλους, ο Πούτιν και από πίσω του οι διπλωματικά πιο αδύναμοι Κινέζοι παίζουν το εξής παιχνίδι: εμφανίζονται ως μεσοβέζοι, και ελαφρώς πιο φιλικοί προς το στρατόπεδο Άσαντ, το οποίο όμως συχνά επιπλήττουν και το καλούν σε συναλλαγή και συμφωνία με τους ισλαμοναζήδες. Παράλληλα, και παρά τα όσα λέει ακόμη και το ίδιο το καθεστώς Άσαντ, που ηλιθίως εξυμνεί τη στάση της Ρωσίας, οι ρώσοι σοσιαλιμπεριαλιστές καθόλου δεν ομνύουν στην «μη επέμβαση στα εσωτερικά της Συρίας». Αντίθετα, παζαρεύουν και συζητάνε συνεχώς με Αμερικάνους, Εγγλέζους, Γάλλους κλπ. για μελλοντικές λύσεις στη Συρία με την εμπλοκή και των δύο στρατοπέδων, στις οποίες φυσικά και κοιτάν να έχουν (και θα έχουν, αν πετύχουν) το πάνω χέρι.
Ο ανοιχτός ισλαμοφασισμός των «εξεγερμένων», οδήγησε εξ αντανακλάσεως το κοσμικό καθεστώς Άσαντ να έρθει σε σύγκρουση με ένα μεγάλο τμήμα της ισλαμοφασιστικής γενοκτονικού τύπου τρομοκρατίας με την οποία παλιότερα είχε άριστες σχέσεις (βλέπε τις σχέσεις του με τη Χαμάς, που τελικά τον πούλησε).
Το ζήτημα για τους ισλαμοφασίστες και τους ρώσους κρυφούς πάτρωνές τους γινόταν ακόμη πιο σύνθετο από την -σωστή μέχρι πριν λίγο καιρό- σχεδόν φιλοΆσαντ στάση του Ισραήλ, η οποία μπλόκαρε τους Ομπάμα – Κάμερον στο αντιΆσαντ κρεσέντο τους.
Έπρεπε λοιπόν να εφευρεθεί ένας μπαμπούλας, υποτίθεται χειρότερος των αλκαϊντιανών γενοκτόνων που αποτελούν σήμερα το στρατιωτικά ισχυρότερο μέρος των ανταρτών. Αυτός ο μπαμπούλας θα έπρεπε να είναι ανοικτά «σύμμαχος» του Άσαντ ώστε να δώσει την ευκαιρία στον δυτικό ιμπεριαλισμό ανοικτά και στο σοσιαλιμπεριαλισμό ύπουλα να επέμβουν στην ενδοσυριακή διαμάχη.
Αυτό το ρόλο ανέλαβε να τον παίξει η από παλιά συριόφιλη, ιρανόφιλη αλλά τελικά ρωσόδουλη στην ηγεσία της ισλαμοναζιστική συμμορία της λιβανικής Χεζμπολάχ.
Η Χεζμπολάχ από την αρχή του συριακού εμφύλιου είχε κρατήσει «χαμηλούς τόνους», αν και, λόγω σιιτισμού, δήλωνε πάντα αλληλέγγυα με τον Άσαντ κατά των σουνιτών ισλαμοφασιστών της αντιπολίτευσης. Η συμμορία αυτή, λοιπόν, που την ενώνει με τους σουνίτες φασίστες ο γενοκτονικός αντισημιτισμός, ξαφνικά και πάνω που οι προβοκάτορες στις δυτικές καγκελαρίες είχαν στριμωχτεί από το αντι-Αλ Κάιντα κάλεσμα του Άσαντ, το οποίο τους αποκάλυπτε ως υποκριτές και επεμβασίες, βγήκε να «στηρίξει ανοιχτά», δηλαδή να προβοκάρει θανάσιμα το συριακό καθεστώς, με δύο τρόπους: με την ανοιχτή της επέμβαση στις μάχες ενάντια στους σύρους αντάρτες κοντά στα λιβανο-συριακά σύνορα, εντός της Συρίας, και με τη δήλωση ότι περιμένει από τον Άσαντ «εξελιγμένα όπλα», με τα οποία θα «αλλάξει την ισορροπία των δυνάμεων στην περιοχή», με εμφανή στόχο της το Ισραήλ. Μέχρι τώρα ο Άσαντ δεν έχει αρνηθεί αυτήν την διπλωματικά δηλητηριώδη βοήθεια, πράγμα που τ’ωρα τον κάνει στόχο των δυτικών επεμβατιστών.
Ο Ομπάμα άδραξε αμέσως την ευκαιρία και, από την Ιερουσαλήμ, όπου μιλούσε με το Νετανιάχου, έβαλε στο στόχαστρο τη Χεζμπολάχ, δηλώνοντας ότι ο Άσαντ πρέπει να χτυπηθεί γιατί εξοπλίζει την τελευταία, άρα θέτει σε κίνδυνο το Ισραήλ. Κι όλα αυτά, τη στιγμή που η ισραηλινή αστική τάξη, η οποία κάτι έδειχνε να έχει μυριστεί, κρατούσε σαφή ουδετερότητα, έως και φιλική στάση προς τον Άσαντ, ακριβώς γιατί ξέρει τι σιχαμερά καθάρματα είναι οι τζιχαντιστές που ετοιμάζονται να τον αντικαταστήσουν.
Το Ισραήλ, προφανώς επηρεασμένο από την γραμμή Ομπάμα στο εξωτερικό και από τον ρωσόφιλο σοβινοφασίστα προβοκάτορα Λίμπερμαν και το ακροδεξιό του ασκέρι του Γισραέλ Μπεϊτένου στο εσωτερικό,, έπεσε στη λούμπα και βομβάρδισε φορτία όπλων τα οποία ο Άσαντ προόριζε για τη Χεζμπολάχ, παραβιάζοντας την εθνική κυριαρχία της Συρίας τρεις συνολικά φορές τους τελευταίους μήνες.
Είναι φυσικά σίγουρο ότι οι Ρώσοι, οι οποίοι κρατούν γερά ταμπούρια ΚΑΙ μέσα στο καθεστώς Άσαντ, θα λένε στους σύρους επιτελείς ότι στο βάθος οι τζιχανιστές φασίστες της αντιπολίτευσης είναι «πράχτορες του Ισραήλ». Ως τέτοιους δήθεν χτυπάει τους σουνίτες αντάρτες και ο Νασράλα της Χεζμπολάχ, που στηρίζει δήθεν τον Άσαντ για να μην πέσει η Συρία στα χέρια «της Αμερικής και του Ισραήλ».
Η ρώσικη τακτική σκούπα – φαράσι, το Ιράν και η αντιιμπεριαλιστική θέση
Πρόκειται για μια απίστευτα λεπτή τελειοποίηση της ταχτικής «σκούπα – φαράσι» του ρώσικου σοσιαλιμπεριαλισμού: η Δύση, με επικεφαλής της ηγέτες που είναι υφεσιακοί προς τη Μόσχα ή και λακέδες της, θα ρίξει το θανατηφόρο χτύπημα στον Άσαντ, φέρνοντας στην εξουσία τους ισλαμοφασίστες εγκληματίες συνοδευόμενους από κανά δυο φιλελεύθερους για μόστρα και αρχηγό έναν κνίτη. Από την άλλη, η ρωσόδουλη Χεζμπολάχ και ό,τι το ρωσόδουλο υπάρχει μέσα στο καθεστώς Άσαντ θα κρατήσουν ένα φεουδάκι εξουσίας μέσα στη νέα συριακή «εθνική ενότητα», ενώ οι εθνικιστές ασαντικοί, που θα πιστεύουν, όπως θα τους λεν και οι Ρώσοι, ότι τους έφαγαν κατά βάση «οι Αμερικάνοι και οι Εβραίοι» (όπως πιστεύουν και οι κανταφικοί σήμερα στη Λιβύη), δε θα μπορούν να είναι τίποτε άλλο από τουλάχιστο ρωσόφιλοι.
Την ίδια ώρα, ο Αχμαντινετζάντ του Ιράν, ο οποίος δήθεν «στηρίζει απόλυτα» τη Συρία, συναντιέται και χαϊδεύει γλοιωδώς τους δύο πιο ξετσίπωτους εχθρούς του Άσαντ, τους ισλαμοφασίστες Μόρσι της Αιγύπτου και Ερντογάν της Τουρκίας και ζητάει συμμετοχή στη διεθνή διάσκεψη την οποία ετοιμάζουν Αμερική και Ρωσία για το συριακό. Λειτουργεί δηλαδή σαν υποϊμπεριαλιστής, κι όχι σαν τριτοκοσμική αλληλεγγύη στον Άσαντ, αφού δεν απαιτεί, όπως είναι η εθνικοανεξαρτησιακή θέση, να αφεθεί ο συριακός λαός ελεύθερος να κανονίσει τα της χώρας του.
Στο Ιράν, φυσικά, υπάρχει και μάλιστα προς το παρόν κυριαρχεί η πραγματικά φιλοσυριακή γραμμή από σχετικά τριτοκοσμική πλευρά, την οποία εκπροσωπεί ο σοβινιστής αρχηγός του μουλάδων Καμενεΐ. Ο Άσαντ έχει κάθε δικαίωμα να δέχεται την ενίσχυση του Ιράν σε όπλα ή καύσιμα, τη στιγμή που η αντιπολίτευση μπουκώνεται με τα πετροδολάρια του Κατάρ και της Σαουδικής Αραβίας, ενώ η ηγεσία της κάθεται στα αναπαυτικά μαξιλάρια της Κωνσταντινούπολης και του Καΐρου.
Ωστόσο, όσο δεν υπάρχει ανοιχτή εξωτερική επίθεση κατά της Συρίας, η δημοκρατική και αντιιμπεριαλιστική θέση είναι να αφεθεί ο λαός της Συρίας να κανονίσει χωρίς εξωτερικές επεμβάσεις το μέλλον του. Καμιά δουλειά δεν έχουν στη Συρία ούτε και οι φασίστες της Χεζμπολάχ, ούτε οι Φρουροί της Επανάστασης του Ιράν, γιατί από τη φύση τους περισσότερο προβοκάρουν παρά βοηθούν την πάλη για την εθνική ανεξαρτησία της Συρίας. Σίγουρα, όμως, καμιά δουλειά δεν έχουν εκεί οι μπόμπες του Ισραήλ, του Ομπάμα και του Κάμερον, ούτε οι τζιχαντιστές από τη Λιβύη, την Αλγερία και την Παλαιστίνη.
Ο Άσαντ έχει ήδη κερδίσει μια σημαντική διπλωματική μάχη μόνο και μόνο με το να μην παραδίνεται στην αντιπολίτευση, όπως θα ήθελε η Ρωσία, αποκαλύπτοντας τους αντιπάλους του σαν ξεσκολισμένους ισλαμοφασίστες. Με αυτόν τον τρόπο διώχνονται οι δημοκράτες από το στρατόπεδο της αντιπολίτευσης και σε τοπικό και σε διεθνές επίπεδο.
Ακόμη και αν τελικά, κάτω από τα συντονισμένα χτυπήματα Δύσης, Ισραήλ και των δήθεν «συμμάχων» του Ρωσίας, Χεζμπολάχ, Αχμαντινετζάντ και σία, ο Άσαντ πέσει, ο συριακός λαός έχει ήδη καταγάγει αντικειμενικά μια πολιτική νίκη ενάντια στον ιμπεριαλισμό και τον σοσιαλιμπεριαλισμό, στη μάχη για την ανεξαρτησία και την ελευθερία του.
-Δημοσιεύτηκε στο φ. 487 της Νέας Ανατολής-