Η επιχειρηματολογία αυτή έχει δύο στόχους: πρώτον, να ενισχύει την έτσι κι αλλιώς εδραιωμένη σε μεγάλο μέρος του πληθυσμού στην Ελλάδα (όσο σε λίγες χώρες στον κόσμο πλην της ίδιας της Ρωσίας του Πούτιν) άποψη ότι κάθε κακό στο σύγχρονο κόσμο και βασικά ο ιμπεριαλισμός κατοικεί μονάχα και αποκλειστικά στην αστοφιλελεύθερη Δύση. Δεύτερον, δεμένο με το πρώτο, να ενισχύει ύπουλα με αυτόν τον τρόπο τη θέση ότι ο σημερινός πόλεμος του ναζιστή Πούτιν στην Ουκρανία, παρότι βάρβαρος ή σκληρός για τους αμάχους, έχει μια δίκαιη βάση ή έστω μια δικαιολόγηση, αφού αντικειμενικά τάχα στρέφεται κατά των «φονιάδων των λαών» ή εν πάση περιπτώσει τους ενοχλεί, τους αποδυναμώνει και τους ξεβολεύει. Έτσι, ο πόνος και το αίμα των «κρυφοναζιστών» Ουκρανών (όπως τους αποκαλούνε ανοιχτά οι πουτινικοί και ψιθυρίζουν οι ρωσόδουλοι κνίτες ακόλουθοί τους) είναι κάποιου είδους «εκδίκηση» για τα ιμπεριαλιστικά εγκλήματα της Δύσης και δεν πρέπει να το αθροίζουμε με το αίμα των λαών που χύθηκε κατά τις δυτικές ιμπεριαλιστικές επεμβάσεις, αλλά να το πανηγυρίζουμε ως μια κάποια «ήττα της Δύσης».
Πρόκειται ξεκάθαρα για απολογητική πρακτόρων, η οποία ντύνει τη ναζιστική Μόσχα με «αντιιμπεριαλιστική» φορεσιά και επιχειρεί να παραλύσει την αντιφασιστική και αντιιμπεριαλιστική αλληλεγγύη των προοδευτικών ανθρώπων στο λαό και στην κυβέρνηση της Ουκρανίας.
Πρόκειται τελικά όχι μόνο για θεωρία αποκτήνωσης των εργαζομένων και ευρύτερα των λαϊκών μαζών, που καμία σχέση δεν έχει με διεθνισμό, αλλά και για ξεδιάντροπο ψέμα και διαστρέβλωση κάθε τυπικής και διαλεκτικής λογικής: όχι μόνο το αίμα της Ουκρανίας πρέπει να εξοργίζει και να κρατάει ξύπνιο τις νύχτες κάθε δημοκρατικό και πολιτισμένο άνθρωπο, αλλά και το ρωσικό ιμπεριαλιστικό έγκλημα και κυρίως η γραμμή με την οποία η ναζιστική Μόσχα διεξάγει τούτο το γενοκτονικό πόλεμό της στην Ουκρανία σήμερα είναι η πιο βάρβαρη, απάνθρωπη και ρατσιστική που έχει εμφανιστεί μετά τον Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο: πρόκειται για επιστροφή της χιτλερικής πλατφόρμας προς το χειρότερο, μια γραμμή και μια πράξη μπροστά στην οποία οι γουρουνίσιες ιμπεριαλιστικού τύπου επεμβάσεις της ιμπεριαλιστικής Δύσης (υπό τη γενική ηγεσία των ΗΠΑ) από το 1946 και δώθε θα φαντάζουν στο μέλλον ως απλές υποσημειώσεις.
Γενοκτονικός ναζισμός και ιμπεριαλιστικός επεμβατισμός
Οι ναζί του Κρεμλίνου έχουν κρύψει λιγότερο από τους κνίτες ακολούθους και βαστάζους τους την πραγματική πλατφόρμα της γενοκτονικής επίθεσής τους στην Ουκρανία. Τόσο το άρθρο του Πούτιν «Για την ιστορική ενότητα των Ρώσων και των Ουκρανών» που δημοσιεύτηκε στις 12 Ιουλίου του 2021 (υπάρχει αυτούσιο στον ιστότοπο της Προεδρίας της Ρωσίας), όσο και το άρθρο του βαστάζου του, Μεντβέντεφ, στις 11 Οκτωβρίου 2021, με τίτλο «Γιατί οι επαφές με τη σημερινή ουκρανική ηγεσία είναι ανώφελες» στην εφημερίδα Kommersant, καταρρακώνουν μια κι έξω το αφήγημα περί της «απειλούμενης από το NATO Ρωσίας» και της «δυτικής περικύκλωσης». Κι αυτό γιατί στέκονται στη μεσαιωνικού φεουδαρχικού τύπου θέση ότι επειδή το ρωσικό και το ουκρανικό έθνος έχουν στο διάβα της ιστορίας κάποιες κοινές ιστορικές παρακαταθήκες, το δεύτερο στην ουσία είναι τάχα «εφεύρημα των κομμουνιστών μπολσεβίκων του Λένιν και του Στάλιν» και άρα δεν έχει δικαίωμα ανεξάρτητης ύπαρξης. Ειδικά ο Πούτιν τονίζει καθαρά και ξάστερα ότι επειδή οι μπολσεβίκοι ήταν διεθνιστές, έκοβαν τάχα εδάφη της «ιστορικής Ρωσίας» και τα έδιναν στις μικρότερες ομόσπονδες χώρες εντός της ΕΣΣΔ, όπως η Ουκρανία, κάνοντας «διεθνιστικά πειράματα».
Δεν υπάρχει λοιπόν, όπως παραδέχονται εμμέσως πλην σαφώς οι ίδιοι οι Χίτλερ του Κρεμλίνου, καμία νατοϊκή περικύκλωση και καμία «απειλή», που αν τάχα δεν υπήρχε, η Μόσχα θα ήταν απλό περιστέρι της ειρήνης και θα άφηνε την Ουκρανία, τη Γεωργία, τη Μολδαβία κλπ. στην ησυχία τους. Υπάρχει ο «ρώσικος κόσμος» των τσάρων που αυτοί έχουν ορκιστεί να ξαναφτιάξουν με το κατακτητικό τους μαχαίρι και είναι πρώτα και κύρια η αποικιακή ρωσική κατάκτηση του εδαφικού χώρου της πρώην ΕΣΣΔ, πριν προχωρήσουν στο ευρύτερο σχέδιό τους κατά του συνόλου της Ευρώπης. Είναι η γραμμή του «αναδυόμενου ξανά ρωσικού μεγαλείου», δηλαδή μια ναζιστική γραμμή ζωτικού χώρου, βασισμένη, τουλάχιστον στην περίπτωση της Ουκρανίας, σε ανοικτά χιτλερικά - γενοκτονικά επιχειρήματα περί «ανυπαρξίας ουκρανικού έθνους». Το έθνος αυτό είτε θα παραδεχτεί ότι δεν υπάρχει και θα ενσωματωθεί στο ρωσικό είτε (επειδή αυτό δεν είναι καθόλου πιθανό να γίνει «εθελοντικά») θα αναγκαστεί με τη βία να υποταχτεί, δηλαδή να αλλάξει τη συνείδησή του ή να εξοντωθεί. Αυτό δεν το επιχείρησε ούτε ο κανίβαλος Χίτλερ.
Οι πολιτικά ελεεινοί αντικομμουνιστές, κνίτες και κνιτοειδείς σοσιαλφασίστες καθοδηγητές βρίσκονται έτσι να στηρίζουν, για πρώτη φορά τόσο ωμά, έστω με λίγη «γκρίνια» για τα μάτια στον «Ριζοσπάστη», μια ανοιχτά νεοτσαρική, έξαλλα αντικομμουνιστική, όχι απλά σοβινιστική, αλλά τελικά γενοκτονική πλατφόρμα «αναγέννησης» της Ρωσίας μέσα από την ιμπεριαλιστική επέκταση!! Αυτοί οι άνθρωποι έχουν το θράσος να ποζάρουν για λενινιστές, ενώ οι ίδιοι δεν είναι ούτε καν αστοί δημοκράτες, αλλά ξεσκολισμένοι ξενόδουλοι φασίστες. Έχουν επίσης το ακόμη μεγαλύτερο θράσος να κατηγορούν από πάνω κάθε υπερασπιστή της Ουκρανίας και εχθρό του γενοκτονικού πολέμου του αφεντικού τους, Πούτιν, ως νατοϊκό και αμερικανόδουλο!
Με πιο απλά λόγια, ο πόλεμος των Ρώσων εισβολέων στην Ουκρανία δεν είναι ένα απλό ιμπεριαλιστικό γιουρούσι, που έχει ως στόχο την αλλαγή καθεστώτος σε μια μακρινή χώρα, ακόμη κι αν αυτή ακολουθείται από μια αντιλαϊκή κατοχή και μια πλήρη διάλυση του κρατικού μηχανισμού της χώρας αυτής όπως π.χ. έγινε σε μια από τις πιο άδικες - αναίτιες επεμβάσεις του αμερικάνικου ιμπεριαλισμού, εκείνη στο Ιράκ το 2003. Αυτή η επέμβαση είναι ένα βαρύ ιμπεριαλιστικό έγκλημα, το οποίο όμως, όπως φάνηκε από την ίδια την εξέλιξη της ιστορίας στην περίπτωση του Ιράκ, ευνόησε μόνο τη Ρωσία και σε δεύτερο πλάνο το φασιστικό Ιράν των μουλάδων, τις δύο δυνάμεις που ελέγχουν σήμερα την εξουσία στη Βαγδάτη, ενώ οι Αμερικάνοι έχουν αφήσει εκεί ελάχιστους στρατιώτες και μια-δυο στρατιωτικές βάσεις, από τις οποίες ελάχιστα τολμάνε να ξεμυτίσουν (κι αυτές όχι σαν συνέχεια της κατοχής τους, που έληξε οριστικά το 2011, αλλά σε συμφωνία με την ιρακινή κυβέρνηση ως μονάδες ενάντια στο λεγόμενο «Ισλαμικό Κράτος»).
Στην περίπτωση της Ουκρανίας αντίθετα έχουμε την αποικιακή λογική της προσάρτησης και μάλιστα προσάρτησης μιας ανεπτυγμένης βιομηχανικής χώρας. Αυτή η προσάρτηση αντιστοιχεί σε έναν ιμπεριαλισμό γερμανικού χιτλερικού τύπου και μάλιστα στη χειρότερη εκδοχή του. Όπως κομπάζουν ανοιχτά οι ίδιοι οι Ρώσοι ναζήδες κατακτητές, έχουμε να κάνουμε με μια πρωτόγνωρη στα σύγχρονα χρονικά απόπειρα εκκαθάρισης - εξαφάνισης - ενσωμάτωσης με τη βία ενός ολόκληρου έθνους, ενός ολόκληρου λαού 44 εκατομμυρίων ανθρώπων.
Αυτό είναι το μήνυμα που περνούν προκειμένου να αποκτηνώσουν εντελώς τον ρωσικό λαό τα ΜΜΕ του καθεστώτος Πούτιν. Αυτό είναι το μήνυμα που έφεραν οι Ρώσοι στρατιώτες - βιαστές γυναικών και παιδιών στη βόρεια Ουκρανία. Κυρίως, αυτό είναι το μήνυμα ενός από τα πιο ανατριχιαστικά, χιτλερικά κείμενα που έχουν γραφτεί στη σύγχρονη εποχή, εκείνου που δημοσίευσε το ρωσικό κρατικό RIA Novosti στις 3 Απριλίου, με τίτλο «Τι πρέπει να κάνει η Ρωσία με την Ουκρανία», υπογεγραμμένο από τον «αρθρογράφο» και πολιτικό βραχίονα του Κρεμλίνου Τιμοφέι Σεργκέιτσεφ.
Πρόκειται για μανιφέστο εντατικού χαρακτήρα ναζιστικής κατοχής, 100 φορές χειρότερης από εκείνη που ακόμα θυμάται με τρόμο ο λαός μας από τη Γερμανία του Χίτλερ το 41-44. Αυτή η καινούργια χιτλερική μηχανή έχει πρόγραμμα «εθνικής αναμόρφωσης» του συνόλου του πληθυσμού της Ουκρανίας, με μέτρα σκληρής - αιματηρής καταστολής μέχρι τη βάση της κοινωνίας, εάν εκείνη τολμήσει να αντισταθεί στο παραμικρό στον Ρώσο κατακτητή (εάν αυτός καταφέρει τελικά να κάμψει την ηρωική πατριωτική ουκρανική αντίσταση).
Χαρακτηριστικά αποσπάσματα του άρθρου:
«Δεν θέλουμε εχθρούς της Ρωσίας και όργανα της Δύσης που να απεργάζονται την καταστροφή της Ρωσίας. Σήμερα, το θέμα της αποναζιστικοποίησης είναι πλέον πρακτικό: είναι απαραίτητο και επιτακτικό όταν ένα σημαντικό μέρος του λαού ―πιθανότατα η πλειοψηφία― έχει αλωθεί και παρασυρθεί από τη ναζιστική πολιτική. Δηλαδή, η υπόθεση «ο λαός είναι καλός, η κυβέρνηση είναι κακή» δεν λειτουργεί σ’ αυτή την περίπτωση: η αναγνώριση αυτού του γεγονότος είναι η βάση της πολιτικής αποναζιστικοποίησης, με όλα τα μέτρα και τα μέσα που απαιτεί: το περιεχόμενο αυτής της εκστρατείας είναι το ίδιο το γεγονός ότι η Ουκρανία έχει ναζιστικοποιηθεί (...)
Δεν υπάρχουν αξιόλογες διαφορές μεταξύ των Ενόπλων Δυνάμεων της Ουκρανίας και των λεγόμενων εθνικιστικών ταγμάτων, ούτε και των ανδρών της εδαφικής άμυνας που εντάχθηκαν σε αυτούς τους δύο τύπους στρατιωτικών σχηματισμών (...)
Παραλλήλως, ένοχο είναι και ένα σημαντικό μέρος των μαζών, που είναι παθητικοί Ναζί, συνεργοί του ναζισμού: αυτοί στήριξαν τη ναζιστική κυβέρνηση και παραδόθηκαν σε αυτή. Η δίκαιη τιμωρία αυτού του τμήματος του πληθυσμού είναι δυνατή μόνο μέσω των αναπόδραστων δυσκολιών ενός δίκαιου πολέμου εναντίον του ναζιστικού συστήματος, ο οποίος διεξάγεται όσο το δυνατόν πιο προσεκτικά και συνετά ως προς τους αμάχους.
Η περαιτέρω αποναζιστικοποίηση αυτής της μάζας του πληθυσμού συνίσταται στην επανεκπαίδευση, στην ολική αναμόρφωσή της (...)
Η ανάγκη αποναζιστικοποίησης της Ουκρανίας εκ μέρους της Ρωσίας σημαίνει ότι, όπως η Κριμαία, η Ουκρανία στο σύνολό της ανήκει στη Ρωσία. Αυτό το σενάριο ήταν αδύνατο το 2014 και στο επαναστατημένο Ντονμπάς, αλλά, τα 8 χρόνια αντίστασης στη ναζιστική βία και στον τρόμο οδήγησαν σε εσωτερική συνοχή και συνειδητή μαζική άρνηση σύνδεσης του Ντονμπάς με την Ουκρανία, η οποία αυτοπροσδιοριζόταν ως ναζιστική κοινωνία.
Η διάρκεια της αποναζιστικοποίησης δεν μπορεί σε καμία περίπτωση να είναι μικρότερη από μια γενιά, η οποία πρέπει να γεννηθεί, να μεγαλώσει και να ωριμάσει υπό συνθήκες αποναζιστικοποίησης.
Η ιδιαιτερότητα της σύγχρονης ναζικοποιημένης Ουκρανίας έγκειται στην απάθεια κοπαδιού και στην αμφιθυμία, που καθιστούν δυνατή τη συγκάλυψη του ναζισμού ως επιθυμία για «ανεξαρτησία» και «ευρωπαϊκό» (δυτικό, φιλοαμερικανικό) δρόμο «ανάπτυξης» (στην πραγματικότητα, δρόμο προς τον εξευτελισμό) (...)
Επομένως, η αποναζιστικοποίηση δεν μπορεί να πραγματοποιηθεί με συμβιβασμό, με βάση μια φόρμουλα όπως «ΝΑΤΟ όχι, αλλά ΕΕ ναι». Η Δύση συνολικά είναι ο σχεδιαστής, η πηγή και ο χορηγός του ουκρανικού ναζισμού, ενώ οι Δυτικοί φιλοναζί και η «ιστορική τους μνήμη» είναι μόνο ένα από τα εργαλεία για τον εκναζισμό της Ουκρανίας. Ο ουκρανοναζισμός δεν εγείρει μικρότερη αλλά μεγαλύτερη απειλή για τον κόσμο και τη Ρωσία από τον γερμανικό ναζισμό της χιτλερικής εκδοχής.
Το όνομα «Ουκρανία» προφανώς δεν μπορεί να διατηρηθεί ως τίτλος οποιασδήποτε πλήρως αποναζιστικοποιημένης κρατικής οντότητας σε μια περιοχή απελευθερωμένη από το ναζιστικό καθεστώς (...)
Οι Ουκρανοί πρέπει να εξιλεωθούν από την ενοχή τους ενώπιον της Ρωσίας για το ότι τη μεταχειρίστηκαν της ως εχθρό· αυτό μπορεί να συμβεί μόνο αν αναθέσουν στη Ρωσία τις διαδικασίες ανοικοδόμησης, αναβίωσης και ανάπτυξης
Η αποναζιστικοποίηση θα είναι αναπόφευκτα μια απο-ουκρανοποίηση, η εκρίζωση του τεχνητού εθνικισμού μεγάλης κλίμακας που έχει εμποτίσει τους πληθυσμούς των εδαφών της ιστορικής Μικρής Ρωσίας και της Νέας Ρωσίας(...)
Ο ουκρανισμός είναι μια τεχνητή αντιρωσική κατασκευή που δεν έχει το δικό της πολιτισμικό περιεχόμενο: είναι το υποδεέστερο παράρτημα ενός εξωεδαφικού, ξένου πολιτισμού. Η αποναζιστικοποίηση από μόνη της δεν θα είναι αρκετή για την εξόντωση όλων των προδοτών και δοσιλόγων: χρειάζεται πλήρης κατεδάφιση των ευρωπαϊκών σχεδίων της ναζιστικής Ουκρανίας ― επομένως, η αποναζιστικοποίηση της Ουκρανίας συνεπάγεται αναγκαστικά τον αποευρωπαϊσμό της.
Η ιστορική εμπειρία δείχνει ότι οι τραγωδίες και τα δράματα του πολέμου ωφελούν και συνετίζουν λαούς που έχουν δελεαστεί και παρασυρθεί σε ρόλους εχθρών της Ρωσίας.
Σε αυτή την περίπτωση, τα προβλεπόμενα αρχικά βήματα αποναζιστικοποίησης μπορούν να οριστούν ως εξής:
- εκκαθάριση ενόπλων ναζιστικών σχηματισμών (δηλαδή όλων των ένοπλων σχηματισμών της Ουκρανίας, συμπεριλαμβανομένων των επίσημων Ενόπλων Δυνάμεων), καθώς και της στρατιωτικής, πληροφοριακής και εκπαιδευτικής υποδομής που διασφαλίζει τη δραστηριότητά τους.
- συγκρότηση οργάνων της λαϊκής αυτοδιοίκησης και της αστυνομίας (άμυνας και επιβολής του νόμου) των απελευθερωμένων περιοχών, προστατεύοντας τον πληθυσμό από την τρομοκρατία των παράνομων ναζιστικών ομάδων.
- ανάπτυξη του ρωσικού χώρου πληροφοριών.
- απόσυρση εκπαιδευτικού υλικού και απαγόρευση εκπαιδευτικών προγραμμάτων που περιέχουν ναζιστικές ιδεολογικές κατευθυντήριες γραμμές σε όλες τις βαθμίδες της παιδείας.
- μαζικές έρευνες για τη διαπίστωση της προσωπικής ευθύνης για εγκλήματα πολέμου, εγκλήματα κατά της ανθρωπότητας, διάδοση της ναζιστικής ιδεολογίας και στήριξη του ναζιστικού καθεστώτος·
- εξάλειψη, δημοσίευση ονομάτων συνεργών του ναζιστικού καθεστώτος και τιμωρία τους σε καταναγκαστικά έργα για την αποκατάσταση της κατεστραμμένης υποδομής (αυτό ισχύει για όσους δεν θα θανατωθούν ή φυλακιστούν).
- υιοθέτηση σε τοπικό επίπεδο, υπό την επίβλεψη της Ρωσίας, πρωτογενών κανονιστικών πράξεων αποναζισμού «από τα κάτω», απαγόρευση όλων των τύπων και μορφών αναβίωσης της ναζιστικής ιδεολογίας.
- Ίδρυση μνημείων και αναμνηστικών πινακίδων για τα θύματα του ουκρανικού ναζισμού, που να διαιωνίζουν τη μνήμη των ηρώων του αγώνα εναντίον του.
- την ένταξη ενός συμπλέγματος αντιφασιστικών και αποναζιστικών κανόνων στα συντάγματα των νέων λαϊκών δημοκρατιών.
- δημιουργία μόνιμων φορέων αποναζιστικοποίησης για περίοδο 25 ετών.
Η Ρωσία δεν θα έχει συμμάχους στην αποναζιστικοποίηση της Ουκρανίας: πρόκειται για μια καθαρά ρωσική υπόθεση. Αλλά η Ρωσία δεν θα εξαλείψει μόνο τη ναζιστική Ουκρανία· θα εξαλείψει τον δυτικό ολοκληρωτισμό, τα επιβεβλημένα προγράμματα υποβάθμισης και αποσύνθεσης του πολιτισμού, τους μηχανισμούς υποταγής στην υπερδύναμη της Δύσης και των Ηνωμένων Πολιτειών».
Αυτό δεν ήταν ποτέ το πρόγραμμα κανενός Ισραήλ σε καμιά Παλαιστίνη, καμιάς (σήμερα πάντως ρωσόφιλης και όχι, όπως ίσχυε για δεκαετίες, δυτικόφιλης) Σαουδικής Αραβίας ενάντια στους -φίλους του ακόμη πιο στρατηγικά φιλορωσικού Ιράν- Χούδι της Υεμένης και φυσικά καμιάς Αμερικής ή Βρετανίας/Γαλλίας ενάντια σε καμιά Σερβία, Αφγανιστάν, Ιράκ ή Λιβύη. Ειδικά η Σερβία όχι μόνο δεν μετατράπηκε σε «δυτική αποικία» μετά την επέμβαση του 1999, αλλά ήδη από την πτώση του Μιλόσεβιτς κυβερνιόταν από Σέρβους ρωσόφιλους εθνικιστές και υποστηρικτές των γενοκτονικών πολέμων της κατά τη δεκαετία του ‘90 (με πρώτο τον «αγαπημένο» της μυωπικής και ρωσόφιλης τότε Δύσης, Κοστούνιστα). Από το 2012 κυβερνιέται ανοιχτά από φασίστες, εθνοεκκαθαριστές τσέτνικ του Σέσελι. Αυτοί αποκόπηκαν σιωπηρά από το κόμμα του τελευταίου, μεταμφιέστηκαν από ναζί γενοκτόνοι του βοσνιακού λαού σε «ήπιοι κεντροδεξιοί» με αρχηγούς τους Νίκολιτς και Βούτσιτς (σήμερα πρόεδρος της χώρας) και κυβερνούν στο Βελιγράδι με ελάσσονα κυβερνητικό εταίρο τα υπολείμματα των «Σοσιαλιστών» του επίσης εθνοεκκαθαριστή Μιλόσεβιτς, που έχουν σήμερα αρχηγό τον Ντάτσιτς.
Μολονότι όλες οι ιμπεριαλιστικές ή μεγαλοκρατικές επεμβάσεις έχουν μέσα τους την άδικη, σκληρόψυχη βία του ισχυρού, την ελάχιστη ή και ανύπαρκτη ευαισθησία για την απώλεια ζωών αμάχων και την υποτίμηση του αδύναμου, μη ιμπεριαλιστικού έθνους που δέχεται την επίθεση ή καταπίεση από αυτούς, κανένας Αμερικάνος δεν πήγε ακόμη και στις χειρότερες και πιο δολοφονικές ιμπεριαλιστικές επεμβάσεις των ΗΠΑ, π.χ. στο Βιετνάμ, κηρύσσοντας ως πρόγραμμά του την αποεθνικοποίηση των Βιετναμέζων και την μετατροπή τους σε εθνικά Αμερικανούς που θα μιλούν αγγλικά με το μαστίγιο, με εναλλακτική, εάν δεν δεχθούν, μια σφαίρα στο κεφάλι. Ούτε οι ΗΠΑ είχαν ποτέ πρόγραμμα, στον άδικο επεμβατικό πόλεμό τους, να προσαρτήσουν το Βιετνάμ στην Καλιφόρνια ή στη Χαβάη.
Ακόμη και οι πιο σωβινιστικές μερίδες της ισραηλινής αστικής τάξης ποτέ δεν σκέφτηκαν να «αναμορφώσουν» τους Παλαιστίνιους στην άδικα κατεχόμενη Δυτική Όχθη και να τους μετατρέψουν σε εβραίους στο θρήσκευμα εθνικά Ισραηλινούς. Ακόμη και οι αραβικής καταγωγής πολίτες του Ισραήλ, οι λεγόμενοι Αραβοϊσραηλινοί, που αποτελούν περίπου το 20% του πληθυσμού του, γίνονται δεκτοί ως πολίτες του Ισραήλ με την αραβική τους γλώσσα και τη μουσουλμανική τους θρησκεία, ως τμήμα του ισραηλινού λαού και μπορούν να εντάσσονται κανονικά ακόμη και στον στρατό και στις δυνάμεις ασφαλείας, παρά τους ξεκάθαρους εθνικούς - πολιτισμικούς δεσμούς που τους δένουν με τους Παλαιστινίους των κατεχόμενων από το Ισραήλ εδαφών!
Η Σαουδική Αραβία δεν έχει εισβάλει ποτέ με χερσαίες δυνάμεις και δεν έχει διεκδικήσει ποτέ εδάφη από την Υεμένη, παρά το γεγονός ότι η αεροπορική εκστρατεία της ίδιας, των Ενωμένων Αραβικών Εμιράτων και άλλων συμμαχικών τους χωρών συνιστά άμεση και άδικη επέμβαση στα εσωτερικά μιας ανεξάρτητης χώρας. Αυτή η άδικη επέμβαση τοπικού ηγεμονιστικού χαρακτήρα, έχει μια δευτερεύουσα πλευρά δίκιου σε έναν φόβο που νιώθουν αυτές οι χώρες για τον σιιτικό-ισλαμιστικό ιρανικό επεκτατισμό, με τον οποίο οι αντισημίτες, χεζμπολαχίτες σίιτες Χούδι, που κατέχουν από το 2015 την πρωτεύουσα της Υεμένης Σαναά, συμμαχούν ανοικτά. Δεν είναι τυχαίο ότι οι Χούδι σκότωσαν τον τελευταίο εθνικά ανεξάρτητο πρόεδρο της Υεμένης, Αλί Αμπντάλα Σάλεχ, που είχε συμμαχήσει πρόσκαιρα μαζί τους κατά του φιλο-σαουδάραβα διαδόχου του στην προεδρία, Αμπντ Ραμπού Μανσούρ Χάντι.
Πάντως, η Σαουδική Αραβία, παρά το εσωτερικά οπισθοδρομικό καθεστώς της, ακολουθούσε μέχρι το 2015 μια γενικά θετικής κατεύθυνσης τριτοκοσμική ανεξαρτησιακή εξωτερική πολιτική και μόνον με την άνοδο στην εξουσία του διαδόχου του θρόνου Σαλμάν, πρίγκιπα - δικτάτορα του παλατιού, έκανε στροφή στον επεμβατισμό και, όχι τυχαία, στη Ρωσία. Ακόμη κι αυτός ο νεόκοπος, εσωτερικά φασίστας Σαουδάραβας φίλος του Πούτιν δεν γράφει άρθρα για το πόσο «ένα έθνος» είναι οι Σαουδάραβες με τους επίσης Άραβες και γείτονές τους Υεμενίτες, ούτε έχει εκπονήσει πρόγραμμα κατοχής και 30ετούς αναμόρφωσης του πληθυσμού της Υεμένης με το κνούτο και το μαχαίρι μέχρι αυτοί να δηλώσουν Σαουδάραβες. Το προνόμιο εκπόνησης και δημοσιοποίησης μιας τέτοιου είδους πλατφόρμας το έχουν μέχρι στιγμής μόνον οι Ρώσοι νεοχιτλερικοί, αλλά σε μικρότερο βαθμό και οι Κινέζοι σύμμαχοί τους, με τα στρατόπεδα «εθνικής αναμόρφωσης» των μειονοτικών, μη Χαν εθνοτήτων, κυρίως των μουσουλμάνων Ουιγούρων στο Σινγιάνγκ της δυτικής Κίνας.
Σερβία
Το θράσος των σοσιαλφασιστών, ψευτοκομμουνιστών υπαλλήλων της Μόσχας, όταν επικαλούνται τη δήθεν «διάλυση της Γιουγκοσλαβίας από το ΝΑΤΟ», για να μιλήσουν για δύο μέτρα και δύο σταθμά των δημοκρατών, που τάχα «σκίζονται» για την Ουκρανία και «ξεχνούν το γιουγκοσλαβικό δράμα», είναι απερίγραπτο. Η μόνη χώρα, εκτός της ίδιας της Ρωσίας, που οργάνωσε πόλεμο εθνοκάθαρσης και απροκάλυπτης επαναχάραξης συνόρων στη βάση του δικαίου του αίματος μετά το 1945, τουλάχιστο στην Ευρώπη, είναι η Σερβία του Μιλόσεβιτς. Αυτή ήταν ο πιο καλός φίλος της ναζιστικής Ρωσίας (μαζί με την ψευτοδυτική Ελλάδα των πρακτόρων) στον κόσμο από τις αρχές της δεκαετίας του ‘90.
Την πολυεθνική Γιουγκοσλαβία που έστησαν οι αντιφασίστες παρτιζάνοι υπό τον Κροατο-Σλοβένο Τίτο, τη διέλυσε ο σέρβικος σωβινισμός, προβοκαρισμένος και αναγεννημένος από τις αντισέρβικες και αντιγιουγκοσλαβικές αποσχιστικές προβοκάτσιες των χοτζικών, αλβανών σωβινιστών στο Κόσοβο από το 1981.
Οι Σέρβοι σωβινιστές ξέσχισαν το αντιφασιστικό σύνταγμα της Γιουγκοσλαβίας και, ακριβώς όπως έκανε η Ρωσία στις χώρες της πρώην ΕΣΣΔ με τις ρωσικές μειονότητες, «ανακάλυψαν» εθνικά τους δικαιώματα λόγω των σερβικών μειονοτήτων σε Κροατία και Βοσνία-Ερζεγοβίνη. Την πρώτη, αφού αρχικά την μάτωσαν και διαμέλισαν, την προσεταιρίστηκαν με το όνειρο της από κοινού μοιρασιάς της Βοσνίας. Την τελευταία η Σερβία την τεμάχισε μέσω των εθνοεκκαθαριστών Κάρατζιτς-Μλάντιτς και της άδικης αμερικανόπνευστης στη μορφή και ρωσόπνευστης στην ουσία Συμφωνίας του Ντέητον. Δεν είναι τυχαίο ότι, σήμερα πια, με φουσκωμένα τα πανιά του από την πολεμική εξόρμηση του Χίτλερ Πούτιν, ο ρωσόδουλος Ντόντικ, επικεφαλής της «Σερβικής Δημοκρατίας» (το σερβοκρατούμενο, εθνοεκκαθαρισμένο μισό της Βοσνίας), απειλεί ανοιχτά με απόσχιση και ένωση με τη Σερβία του Βούτσιτς.
Παρά τις προβοκάτσιες των σωβινιστών του UCK (Ουτσεκά), κανένας δημοκρατικός άνθρωπος στον πλανήτη δεν μπορεί να αρνηθεί ούτε ότι οι Σέρβοι, βασικά μετά την άνοδο του Μιλόσεβιτς στην εξουσία, ασκούσαν εθνική καταπίεση στους Αλβανούς μειονοτικούς του Κοσόβου, ούτε ότι, όταν ο Κλίντον ξεκίνησε την αρχικά άδικη και προβοκατόρικη εκστρατεία βομβαρδισμών του τον Μάρτιο του 1999, ο σέρβικος φασισμός απάντησε με μέτρα εθνοκάθαρσης και εκτελέσεις αμάχων Αλβανών. Η τελική απόσχιση του Κοσόβου υπό τις λόγχες του NATO, ήταν άδικη και αντίθετη στο γιουγκοσλαβικό σύνταγμα. Αλλά γι’ αυτό λίγο μπορούν να μιλάνε οι Ρώσοι και Έλληνες υποστηρικτές του Αρκάν, του Σέσελι και του Μλάντιτς, αυτών δηλαδή που πρωτοστάτησαν με το μαχαίρι στα χέρια στο κουρέλιασμα των εσωτερικών συνόρων της ενιαίας Γιουγκοσλαβίας και στο κουρέλιασμα κάθε εσωτερικής αυτονομίας των Κοσοβάρων για να φτιάξουν τη «μεγάλη Σερβία». Ακόμη και σήμερα, οι δυτικοί μονοπωλιστές δεν επιτρέπουν στο Κόσοβο να ενωθεί με την Αλβανία, δηλαδή αποτρέπουν το τελικό ξαναχάραγμα των συνόρων στα Βαλκάνια που θα άνοιγε τον ασκό του Αιόλου και για τη Βόρεια Μακεδονία, της οποίας το 25% των πολιτών είναι εθνικά Αλβανοί.
Κύπρος
Οι ντόπιοι ρωσόδουλοι ψευτοεθνικιστές έχουν επίσης το θράσος να χρησιμοποιούν και την εισβολή της Τουρκίας στην Κύπρο προκειμένου να σχετικοποιούν και να μειώνουν το δράμα της Ουκρανίας. Ξεχνάνε βολικά, ωστόσο, την σκληρή εθνική καταπίεση που άσκησαν οι Ελληνοκύπριοι ήδη από την ίδρυση του κυπριακού κράτους, το 1960, στην τουρκοκυπριακή μειονότητα, με την οποία μάλιστα δεν είχαν κάνει καμία κίνηση ενότητας ενάντια στην αγγλική αποικιοκρατία. Ο Μακάριος και οι ακόμη χειρότεροι σωβινιστές εθνικοφασίστες του Γρίβα ήδη μέχρι το 1964 είχαν πετάξει εκτός κυπριακών θεσμών τη μειονότητα, ενώ τη δεκαετία μέχρι το 1974 την είχαν περιορίσει σε θύλακες που αντιστοιχούσαν στο 5% του κυπριακού εδάφους, είχαν δηλαδή ξεκινήσει ενάντια τους τη συνηθισμένη τους τακτική της εθνοκάθαρσης, όπως κάνανε για όλους τους τουρκικούς πληθυσμούς σε όλο το ελληνικό έδαφος πλην από αυτούς της Θράκης που σώθηκαν χάρη στην ελληνική ήττα στα 1922. Ελάχιστοι έλληνες δημοσιολόγοι τολμάνε να επισημαίνουν ότι την εμπλοκή της στο κυπριακό δεν την ξεκίνησε η ίδια η Τουρκία, αλλά η τουρκική μειονότητα της Κύπρου. Αυτή κατέφυγε στο τουρκικό κράτος όταν οι ελληνοκύπριοι έβαλαν στα 1950 ζήτημα Ένωσης με την Ελλάδα, γιατί δεν ήθελε να πάθει ό,τι έπαθε η τουρκική μειονότητα στην Κρήτη, που εθνοεκκαθαρίστηκε μέχρις ενός όταν η Κρήτη ενώθηκε με την Ελλάδα. Το δε πραξικόπημα της χούντας Ιωαννίδη το 1974, με στόχο την ένωση με την Ελλάδα, σήμαινε ουσιαστικά τη συνέχιση και ολοκλήρωση της εθνοκάθαρσης του τουρκοκυπριακού στοιχείου. Τα παραπάνω δεν δικαιώνουν φυσικά τον τούρκικο επεκτατισμό - σωβινισμό, που βρήκε την ευκαιρία του να αρπάξει σήμερα μέσα από μια μακριά διαδικασία το 40% του νησιού, κόντρα και στην ίδια τη θέληση των περισσότερων Τουρκοκύπριων. Δείχνουν ωστόσο πόσο μονόφθαλμοι «αντιιμπεριαλιστές» είναι οι σοσιαλφασίστες και οι ρωσόδουλοι Έλληνες σωβινιστές που κρύβουν με σχολαστικότητα τέσσερα κρίσιμα στοιχεία για το ρώσικο ρόλο στο κυπριακό, αρχίζοντας από το παρόν και πηγαίνοντας προς τα πίσω. Το πρώτο είναι ότι μόλις σήμερα και μπροστά στα μάτια μας ξεκινάει η ντεφάκτο προσάρτηση του μισού νησιού από την Τουρκία με την έμμεση πλην σαφή υποστήριξη της Ρωσίας, ακριβώς επειδή η πρώτη έχει πια γίνει ρωσόφιλη. Γι’ αυτή τη δραματική εξέλιξη έχουν ωστόσο την πιο μεγάλη ευθύνη οι ρωσόφιλοι στην Ελλάδα και στην Κύπρο οι οποίοι σαμποτάρανε κάθε προσπάθεια για λύση (σχέδιο Ανάν και κυρίως την πολύ καλή λύση του Κραν Μοντανά), δηλαδή για την ενοποίηση του νησιού, επειδή ήθελαν να μένει πάντα ανοιχτό το ελληνοτουρκικό ρήγμα σαν ρήγμα μέσα στην Ευρώπη και μέσα στο ΝΑΤΟ. Μέσα από αυτό το ρήγμα η Ρωσία έχει σε μεγάλο βαθμό καταπιεί και τις δυο χώρες. Το δεύτερο στοιχείο που κρύβουν είναι ότι ήταν ο ίδιος ο Μακάριος που έκανε έκκληση στις «εγγυήτριες δυνάμεις», δηλαδή στην Αγγλία και την Τουρκία να επέμβουν ενάντια στους έλληνες πραξικοπηματίες το 1974. Το τρίτο είναι ότι η Ρωσία, ως “ΕΣΣΔ”, ήταν η μόνη χώρα που μέσω του πρακτορείου TASS, είχε παράσχει ανοιχτή κάλυψη στην τουρκική εισβολή του 1974, λέγοντας ότι αυτή έγινε για να «αποκατασταθεί η συνταγματική νομιμότητα» που είχε διαταραχτεί από το ελληνικό πραξικόπημα. Την ίδια κάλυψη στην τουρκική εισβολή παρείχε η ΕΣΣΔ και στον ΟΗΕ το κρίσιμο καλοκαίρι του ‘74. Τέταρτο και ίσως το πιο σημαντικό κάνουν πως δεν θυμούνται ποιος ήταν ο πρώτος που έριξε τη γραμμή της θεσμοποίησης της εθνοτικής διάσπασης και διχοτόμησης του νησιού σε «διζωνική - δικοινοτική βάση»: ήταν ο υπουργός Εξωτερικών της κάλπικης πια «Σοβιετικής Ένωσης», Γκρομίκο, το 1965.
Συρία
Αν ένας καλοπροαίρετος άνθρωπος εμπιστευόταν τη γνώση του για το τι έχει γίνει τα τελευταία 11 χρόνια στην Συρία στα χέρια των σοσιαλφασιστών προπαγανδιστών, θα πίστευε ειλικρινά και ανυπόκριτα ότι οι Σύριοι είναι «ένα ακόμη θύμα της δυτικής ιμπεριαλιστικής επεμβατικότητας».
Στην πραγματικότητα, τις συριακές πόλεις, με πρώτο το εμβληματικό Χαλέπι, τις ισοπέδωσε με μανία και με ειδική στοχοποίηση των αμάχων αρχικά ο φασίστας και μετέπειτα ανοιχτός Τσολάκογλου της Ρωσίας Άσαντ και από το 2015 ο ίδιος ο ρωσικός στρατός, που βομβάρδιζε με πρωτοφανή αγριότητα, πέραν των γυναικόπαιδων, τις θέσεις της πατριωτικής συριακής αντιπολίτευσης. Οι δυτικοί περιορίστηκαν να βομβαρδίζουν στην έρημο θέσεις του λεγόμενου «Ισλαμικού Κράτους» (ISIS), δηλαδή ενός κανιβαλικού δολοφονικού σκιάχτρου που η ίδια η Ρωσία είχε στήσει στη Συρία για να το ταυτίζει με τη συριακή αντιπολίτευση και να σκοτώνει την τελευταία μέσα στις προβοκάτσιες.
Σε αντίθεση λοιπόν με τα λεγόμενα των σοσιαλφασιστών, δεν είναι οι δημοκράτες και οι πραγματικοί αριστεροί που πρέπει να απολογηθούν για κάποια τάχα «αφωνία τους» για τη Συρία, αλλά οι ίδιοι οι κνίτες, ανταρσαίοι και οι ψευτοαναρχικοί κολαούζοι τους που πρέπει να εξηγήσουν γιατί και σε εκείνη την περίπτωση μηρύκαζαν την προπαγάνδα των δολοφόνων του Κρεμλίνου.
Μιλούσαν δηλαδή για «ισλαμοτζιχαντιστές τους οποίους δικαίως τιμωρεί ο Πούτιν με την επέμβασή του», την ώρα που οι Ρώσοι άφηναν σκανδαλωδώς ανενόχλητους το ISIS και τη συριακή Αλ Κάιντα (Νούσρα) και έριχναν τις βόμβες τους σε νοσοκομεία στις περιοχές που έλεγχε η πατριωτική συριακή αντιπολίτευση, για να στείλουν το ναζιστικό μήνυμα «δεν είστε ασφαλείς πουθενά, παραδοθείτε σε εμάς και στον Άσαντ ή θα πεθάνετε μέχρις ενός». Ακριβώς τα ίδια λένε και σήμερα στους υπερασπιστές της Μαριούπολης.
Όσο και να προσπαθούν φυσικά ναζήδες και κνίτες να σχετικοποιήσουν τη γενοκτονική πολιτική του αφεντικού τους, το τέρας έχει βγει πια από το ντουλάπι και οι δημοκρατικοί άνθρωποι ανά τον κόσμο, ακόμη κι εκείνοι που έχουν υποφέρει από τον δυτικό ιμπεριαλισμό και δίκαια τον μισούν, θα αρχίσουν ολοένα και περισσότερο να οσμίζονται από πού προέρχεται η κύρια απειλή για την δημοκρατική και πολιτισμένη ζωή τους.
Πού διαφέρουν οι ρωσόδουλοι από ένα τίμιο (αν και λαθεμένο) «ούτε - ούτε»
Σε κάθε περίπτωση, οι ιμπεριαλιστικές επεμβάσεις της Δύσης όχι μόνο δεν αντιμετωπίστηκαν από τους λαούς σε Δύση και Ανατολή με αδιαφορία, αλλά αντίθετα οι πρωτεύουσες του κόσμου συγκλονίζονταν από διαδηλώσεις, ενώ στον δημόσιο διάλογο κυριαρχούσε παγκόσμια η συζήτηση, η κριτική, η αντίθεση γύρω από αυτές. Σε αυτή την αντίθεση πολλές φορές οι ρωσόφιλοι ή και ρωσόδουλοι έδιναν τον τόνο και έστρεφαν τα δίκαια αντιιμπεριαλιστικά αισθήματα των μαζών σε κατεύθυνση η οποία βόλευε τους νέους Χίτλερ του Κρεμλίνου. Πολλές φορές, για παράδειγμα, ο ενστικτώδης αντιιμπεριαλισμός των μαζών μετατρεπόταν από τους πράκτορες της Μόσχας σε πολιτιστικού - ρατσιστικού ακροδεξιού τύπου αντιδυτικισμό, ο οποίος στην ουσία προετοίμαζε τη σημερινή ανοχή ή και υποστήριξη στα ναζιστικά ιμπεριαλιστικά εγκλήματα της Ρωσίας. Αυτή ήταν η περίπτωση των κνίτικων αντιαμερικάνικων κινημάτων «για τη Σερβία και τον Οτσαλάν» στην Ελλάδα. Πάντως, το μόνο που δεν υπήρχε, σε αντίθεση με τα λεγόμενα των σοσιαλφασιστών Γκέμπελς, ήταν «αφωνία», ακόμη και στα μεγάλα διεθνή ΜΜΕ ιδιοκτησίας των δυτικών μονοπωλίων, ειδικά στην Ευρώπη. Ακόμη και οι αποκαλύψεις που σήμερα χρησιμοποιούν οι κνίτες, όπως η πλήρης έλλειψη πραγματικών στοιχείων για την κατοχή όπλων μαζικής καταστροφής από το Ιράκ του Σαντάμ το 2002-2003, παρά τους αντίθετους ισχυρισμούς της κυβέρνησης Μπους του Β΄ των ΗΠΑ, έγιναν από αμερικανικά μέσα μαζικής ενημέρωσης.
Ποιος λοιπόν θα εμπόδιζε ένα πολιτικό ρεύμα που θα πίστευε πραγματικά στο «ούτε Αμερική ούτε Ρωσία» να συγκλονίζει σήμερα τις πρωτεύουσες όλου του πλανήτη, φωνάζοντας υπέρ της μικρής (σε στρατιωτικό, οικονομικό και διπλωματικό όγκο) Ουκρανίας, όπως θα είχε κάνει νωρίτερα για το Ιράκ, το Αφγανιστάν, την Παλαιστίνη επί Αραφάτ; Ένα τέτοιο κίνημα όχι μόνο δεν υπάρχει σήμερα, αλλά ειδικά στην Ελλάδα, οι υποτιθέμενοι εχθροί «και του ΝΑΤΟ και της Ρωσίας» πρωτοστατούν ενάντια σε κάθε βοήθεια προς το αμυνόμενο θύμα απρόκλητης εισβολής, τάχα γιατί αυτό καθοδηγείται ή προσβλέπει στη Δύση. Αυτό και μόνο το κάνει ανάξιο αλληλεγγύης, σύμφωνα με τα κνιτοειδή, ενώ ποτέ π.χ. δεν θεώρησαν τη Σερβία ανάξια υπεράσπισης από τους ίδιους όταν φώναζε ανοιχτά τη φιλία της για τη Ρωσία. Ποτέ δεν ταλαντεύτηκαν ως προς την Παλαιστίνη, ακόμη κι όταν ήταν σε όλους γνωστό πόσο ναζιστικό αντισημιτικό λόγο έκφραζε η χαμασίτικη ηγεσία της Γάζας, η οποία μάλιστα σήμερα γιορτάζει και στηρίζει την εισβολή του Πούτιν στην Ουκρανία.
Τα δύο μέτρα και τα δύο σταθμά λοιπόν δεν αφορούν καθόλου τους δημοκράτες και τους πραγματικούς αντιναζιστές και αντιιμπεριαλιστές. Αφορούν όμως εντελώς τους ρωσόδουλους σοσιαλφασίστες υποκριτές, που τώρα δα αποκάλυψαν ότι δεν είχαν ποτέ κανένα πρόβλημα με τον ιμπεριαλισμό, ούτε καν τον πιο κανιβαλικό. Απλώς τόσα χρόνια δημαγωγούσαν ενάντια στον αντίπαλο του ρώσικου χιτλερικού ιμπεριαλισμού, για τον οποίο δούλευαν πολιτικά (ή για κάποιους ηγέτες τους και κυριολεκτικά), προκειμένου την κρίσιμη στιγμή να του έχουν εξασφαλισμένο ένα μαζικό φιλικό προς αυτόν πολιτικό ρεύμα σε κάθε χώρα-στόχο του.
Δουλειά της αντιφασιστικής πρωτοπορίας (με πυρήνα της τους πραγματικούς κομμουνιστές) είναι να οργανώσει πολιτικά και οργανωτικά την αντίσταση σε αυτόν τον κύριο εχθρό και να αποσπάσει τα καλύτερα στοιχεία από τη βάση των ψευτοπροοδευτικών κολαούζων του Κρεμλίνου, των κάλπικων «φίλων του λαού» που οδηγούν την ανθρωπότητα στο μαύρο σκοτάδι του ρωσοκινέζικου νεοχιτλερισμού.
Ειδικά στην Ελλάδα, αυτή η διαδικασία θα είναι πιο επώδυνη, αλλά και πιο καθαρτική, γιατί δεν υπάρχει μεγαλύτερη ταξική προδοσία από εκείνη του ελληνικού ψευτοκομμουνισμού έναντι των αντιφασιστικών δημοκρατικών και επαναστατικών κομμουνιστικών παραδόσεων του λαϊκού κινήματος στην Ελλάδα.