Μπορεί κανείς να ισχυριστεί ότι οι προειδοποιήσεις και οι ανησυχίες αυτές του ΚΚ Κίνας και του Μάο Τσε Τουγκ δεν επιβεβαιώθηκαν τότε, και ότι σήμερα είναι μια εντελώς άλλη εποχή. Ισχύει το ακριβώς αντίθετο. Όπως θα διαπιστώσει ο αναγνώστης που θα διαβάσει προσεκτικά το τελευταίο τμήμα αυτού του άρθρου, ο συντάκτης διαπιστώνει ότι τελικά οι ευρωπαϊκές χώρες είχαν αρχίσει εκείνη την εποχή να μην πιστεύουν στα καθησυχαστικά λόγια της μπρεζνιεφικής τότε ΕΣΣΔ και να εξοπλίζονται, για να μπορέσουν να εμποδίσουν μια μεγάλη εισβολή από την ΕΣΣΔ. Τελικά αυτό ακριβώς έγινε όταν η Ευρώπη -κόντρα στα αντιπυρηνικά κινήματα της ψευτοαριστεράς- εγκατέστησε τους αμερικάνικους πυρηνικούς μεσαίου βεληνεκούς πυραύλους Πέρσινγκ και Κρουζ απέναντι στους αντίστοιχους ρώσικους SS-20 οπότε ανέτρεψε την ως τότε συντριπτική συμβατική υπεροπλία της ΕΣΣΔ και του Συμφώνου της Βαρσοβίας απέναντι στην Ευρώπη και στο ΝΑΤΟ. Τότε η Ρωσία αναδιπλώθηκε, πέταξε το αφόρητο όσο και γελοίο κουκούλι της «κόκκινης» ΕΣΣΔ και του «κόκκινου» Συμφώνου της Βαρσοβίας, άφησε τις χώρες της πρώην ΕΣΣΔ να νομίζουν ότι απελευθερώθηκαν αναίμακτα από τα ρώσικα δεσμά, και με αυτό τον τρόπο απελευθέρωσε τον τερατώδη εαυτό της : τη νέα, τη γνήσια νεοχιτλερική σοσιαλιμπεριαλιστική Ρωσία. Έτσι αυτό το απελευθερωμένο τέρας με καθοδηγητές τους πιο «κόκκινους» από τους καγκεμπίτες ένωσε κάτω από την ίδια σημαία τα σφυροδρέπανα, τους τσαρικούς θυρεούς και τα θυμιατά της ορθοδοξίας. Αυτή τη Ρωσία την ερωτεύτηκαν κεραυνοβόλα οι κατατρομαγμένοι τόσο πολύ από τον αληθινό κομμουνισμό δυτικοί ιμπεριαλιστές ώστε να τρέμουν ακόμα και τον ψεύτικο του Μπρέζνιεφ, οπότε έδωσαν σ’ αυτή τη νέα «υπεύθυνη» Ρωσία των «αναμορφωτών» Γκορμπατσόφ, Γέλτσιν και Πούτιν ολόκληρο το πυρηνικό οπλοστάσιο των χωρών της πρώην ΕΣΣΔ, ολόκληρη την ανώτερη στρατιωτική και διαστημική τεχνολογία και, πάνω απ’ όλα ολόκληρη την πιο πολύτιμη από κάθε τι άλλο παγκόσμια διπλωματική μηχανή της ΕΣΣΔ της οποίας το πιο λίγο ήταν οι δυο θέσεις στο Συμμβούλιο Ασφαλείας του ΟΗΕ και το πιο πολύ όλα τα ψευτικά ΚΚ, όλα τα αριστερά αντιιμπεριαλιστικά, αντιαμερικάνικα μέτωπα και όλοι οι «κόκκινοι» και «ροζ» πράχτορες τους που από τη μια στιγμή στην άλλη χώθηκαν σε όλες τις κυβερνήσεις και όλα τα πολιτικά κόμματα και στους Τρεις Κόσμους του πλανήτη μας. Αυτά όλα τα δώρα με πελώρια χαρά η Δύση τα πρόσφερε στο νεοτσαρικό τέρας πιστεύοντας ότι αυτό είχε την ευγενή καλοσύνη να αυτοκτονήσει μπροστά της ενώ το μόνο που εκείνο έκανε στα 1990 ήταν να κάνει από την πρώτη στιγμή τον ψόφιο κοριό ώστε να έχει όλο τον καιρό να σφάζει, να κόβει και να προσαρτά εδώ και εκεί και να περικυκλώνει ασταμάτητα την Ευρώπη και γενικότερα όλη τη Δύση διεισδύοντας μέσα της σε όλο και μεγαλύτερη συνεργασία με τη νέα Σύμμαχο της, τη βαθιά αντιμαοϊκή αντικομμουνιστική Κίνα. Αυτή έκανε το ίδιο ακριβώς κόλπο. Προσποιήθηκε για δεκαετίες τον παλιού τύπου εμποροκράτη καπιταλιστή, που έχει δήθεν την αυταπάτη ότι θα γίνει παντοδύναμος μέσα από τη βιομηχανία, το εμπόριο και τον ελεύθερο ανταγωνισμό αλλά χωρίς να έχει ούτε ίχνος της πολιτικής δημοκρατίας που γεύονταν σε κάποιο βαθμό στις μητροπόλεις τους αυτοί οι καπιταλιστές. Στην ουσία οι δυτικοί καπιταλιστές δοκιμάζουν σήμερα και σε λίγο θα δοκιμάσουν ακόμα περισσότερο τις συνέπειες για το μίσος τους στο κινέζικο μαρξιστικό επαναστατικό προλεταριάτο.
Ετσι μπόρεσαν λοιπόν οι δύο ψόφιοι κοριοί ενωμένοι τώρα να ετοιμάζουν τον κοινό παγκόσμιο πόλεμο τους κάτω από την καθοδήγηση του πρώτου διδάξαντα ψόφιου κοριού που αποφάσισε να μην ξανατρομάξει πολύ τη Δύση, ειδικά τον κεντρικό της στόχο, την Ευρώπη, πριν να την έχει αρπάξει για τα καλά από το λαιμό. Ο λαιμός της δεν είναι μόνο η Ουκρανία. Είναι από μια άποψη ακόμα περισσότερο οι παγκόσμιοι υδρογονάνθρακές και ακόμα χειρότερα οι σπάνιες γαίες των ΑΠΕ στις οποίες η Ευρώπη έχει ακόμα μικρότερη πρόσβαση. Η Ουκρανία είναι σε αυτή τη φάση το κρεμασμένο στο δέντρο κορμί του ηρωικού ανταρτη για να φοβαται η Ευρώπη και ο κόσμος την αναγκαιότητα της πανευρωπαϊκής πολεμικής αντίστασης. Ωσπου οι υλικοί και ψυχολογικοί όροι αυτής της αντίστασης πραγματοποιηθούν ετοιμαζόμαστε πυρετώδικα γι αυτήν στα μετόπισθεν: Τροφοδοτούμε με όπλα το μέτωπο της Ουκρανίας και κάθε άλλο που θα εμφανιστεί αύριο. Παλεύουμε για συνθήκες δημοκρατικής αντιφασιστικής πολεμικής οικονομίας με τους εργαζόμενους στο πολιτικό προσκήνιο και με όρους αναδιανομης εισοδημάτων που μόνο αυτοί μέσα από την πρωτοπόρα συμμετοχή τους στον αντιφασιστικό και πατριωτικό αγώνα μπορούν να διαμορφώνουν.
Το άρθρο του μαοϊκού PekingReview του 1976, είναι εξαιρετικά πολύτιμο καθώς δείχνει στη σημερινή αριστερά ότι δεν υπάρχει τίποτα πιο ελεεινό και πιο εθνικά και διεθνιστικά προδοτικό για κάθε ευρωπαίο πολίτη από το να αρνείται κανείς στρατιωτική βοήθεια στην Ουκρανία και στρατιωτική προετοιμασία στην Ευρώπη υποστηρίζοντας τους ρώσους νεοχιτλερικούς με το επιχείρημα ότι ο κύριος εχθρός της Ευρώπης είναι σήμερα οι ΗΠΑ. Αυτό είναι ίδιο με το να φωνάζεις κάτω οι ΗΠΑ ή κάτω η Αγγλία όταν η Χιτλερική Γερμανία έχει επιτεθεί στην Πολωνία το 1939. Αυτό ούτε οι τροτσκιστές δεν τολμούσαν τότε ανοιχτά να το πουν και όμως έφτανε για να απομονωθούν μέσα στους λαούς και στα απελευθερωτικά κινήματα πριν τους ανασύρουν από τις λάσπες οι Χρουστσόφ, Μπρέζνιεφ και Σουσλόφ και τους κάνουν τον πιο μεγάλο δίαυλο προς το σοσιαλφασισμό και σοσιαλιμπεριαλισμό.
Ακολουθεί το άρθρο του Peking Review:
<<ΤΙ ΔΕΙΧΝΕΙ Η ΚΑΤΑΣΤΑΣΗ ΕΝΑ ΧΡΟΝΟ ΜΕΤΑ ΤΗ ΔΙΑΣΚΕΨΗ ΓΙΑ ΤΗΝ ΕΥΡΩΠΑΪΚΗ ΑΣΦΑΛΕΙΑ;
του JenKu-ping
Έχει περάσει ένας χρόνος από το κλείσιμο της Διάσκεψης για την ευρωπαϊκή ασφάλεια. Τι αλλαγές έχουν συντελεστεί στην όλη ευρωπαϊκή κατάσταση και τι σημαίνουν αυτές οι αλλαγές;
Τα γεγονότα της κατάστασης οδηγούν σε ένα και μοναδικό συμπέρασμα: με τον ανταγωνισμό των δύο υπερδυνάμεων στην Ευρώπη να οξύνεται και το σοβιετικό σοσιαλιμπεριαλισμό να εντείνει την εξάπλωση των εξοπλισμών και τις πολεμικές προετοιμασίες, η Ευρώπη έχει γίνει πιο ασταθής και ο κίνδυνος που αντιμετωπίζουν οι δυτικοευρωπαϊκές χώρες πιο σοβαρός. Αυτό δείχνει ότι η Τελική Πράξη που μαγειρεύτηκε στην ευρωπαϊκή διάσκεψη ασφάλειας στο Ελσίνκι ένα χρόνο πριν δεν είναι παρά ένα κουρελόχαρτο και ότι η λεγόμενη Διάσκεψη για την ευρωπαϊκή ασφάλεια είναι στην πραγματικότητα διάσκεψη για την ευρωπαϊκή ανασφάλεια. Σήμερα, μαύρα σύννεφα πολέμου κρέμονται πάνω από τις χώρες της Ευρώπης. Το να αντιταχθούν στον ηγεμονισμό και να περιφρουρήσουν την ανεξαρτησία και την ασφάλειά τους παραμένει γι’ αυτές το σπουδαιότερο καθήκον.
Ο αυξανόμενος κίνδυνος για τις Δυτικοευρωπαϊκές χώρες
Είναι ακόμα φρέσκο στη μνήμη του λαού το ότι οι σοβιετικοί ρεβιζιονιστές έκαναν μεγάλη φασαρία για να προωθήσουν τη Διάσκεψη για την ευρωπαϊκή ασφάλεια τις ημέρες ακριβώς που προηγήθηκαν της σύγκλησής της και που ακολούθησαν το κλείσιμό της πέρυσι. Αυτοί μεγαλοποίησαν την αξία της διάσκεψης του Ελσίνκι, στηρίζοντάς την σαν «ένα νέο στάδιο ύφεσης» και «την αυγή της ειρήνης και συνεργασίας» στην Ευρώπη. Ως δείγμα των αγαθών τους προθέσεων διαβεβαίωναν σθεναρά ότι θα «έθεταν ένα σταθερό παράδειγμα για την υλοποίηση των συμφωνιών της πανευρωπαϊκής διάσκεψης». Ωστόσο, οι πράξεις τους έρχονται σε αντίθεση με τα λόγια τους.
Μέσα στους 12 μήνες που ακολούθησαν την Ευρωπαϊκή διάσκεψη για την ασφάλεια η Σοβιετική Ένωση συνέχισε να συγκεντρώνει στρατεύματα στην Κεντρική Ευρώπη και να ασκεί διαρκώς πιέσεις. Ετοιμαζόμενη για έναν «επιθετικό πόλεμο», έχει εξογκώσει τις σοβιετικές δυνάμεις στην περιοχή, έχει ενισχύσει την επιμελητεία τους, τις έχει εξοπλίσει με εξελιγμένα όπλα και έχει αυξήσει κατά πολύ τον αριθμό των συμβατικών και πυρηνικών όπλων. Πραγματοποιούνται συχνά γυμνάσια με στόχο την κατοχή της Ευρώπης προκειμένου να αποκτηθεί «η αναγκαία εμπειρία» για την επέλαση στην Ευρώπη όταν έρθει η ώρα.
Είτε πρόκειται για στρατιωτική κατά μέτωπο σύγκρουση είτε για λογομαχία στο διαπραγματευτικό τραπέζι, οι σοβιετικοί ρεβιζιονιστές φλέγονται από την επιθυμία να διατηρήσουν ή να εντείνουν το στρατιωτικό τους αβαντάζ απέναντι στη Δύση. Η φασαρία της Ευρωπαϊκής διάσκεψης για την ασφάλεια έπρεπε να σβήσει όταν η Μόσχα υπέγραφε με υπερβολική βιασύνη μια νέα συνθήκη με τη Γερμανική Λαοκρατική Δημοκρατία που θα αντικαθιστούσε τη συνθήκη «φιλίας και αμοιβαίας βοήθειας». Αυτό είναι σημαντικό μέτρο που πήρε η Μόσχα για να επιταχύνει τις πολεμικές της προετοιμασίες στην Ευρώπη.
Στο διάστημα αυτών των 12 μηνών η Σοβιετική Ένωση αύξησε σταθερά τη στρατιωτική της πίεση στη Βόρεια Ευρώπη. Σε γειτονικές με τη Βόρεια Ευρώπη περιοχές, εντάθηκε η ανάπτυξη στρατιωτικών δυνάμεων· κατασκευάστηκαν στρατηγικοί αυτοκινητόδρομοι και σιδηρόδρομοι διπλής τροχιάς· επεκτάθηκε μια διώρυγα προς τη θάλασσα· διεξήχθηκαν αλλεπάλληλες στρατιωτικές ασκήσεις με τις χώρες της Βόρειας Ευρώπης σαν υποθετικούς εχθρούς, και διευρυνόταν διαρκώς η σφαίρα των στρατιωτικών δραστηριοτήτων κάθε είδους. Ο εναέριος χώρος και τα χωρικά ύδατα των χωρών της Βόρειας Ευρώπης παραβιάζονταν επανειλημμένα από σοβιετικά αεροσκάφη και πολεμικά πλοία. Για πρώτη φορά, στάλθηκε ειδική ναυτική δύναμη κρούσης στη Βόρεια Θάλασσα με στόχο τον έλεγχο των διαύλων ναυσιπλοΐας που εκτείνονται από τη Βαλτική και τη Θάλασσα του Μπάρεντς μέχρι τον Ατλαντικό Ωκεανό. Εξαιτίας της σοβιετικής στρατιωτικής υπεροχής έναντι της βόρειας πτέρυγας της Ευρώπης, οι κύριοι που κάθονται στο Κρεμλίνο προσηλώθηκαν στο «χτύπημα της καρδιάς της δυτικοευρωπαϊκής άμυνας από το μακρινό βορρά».
Ακόμα στο διάστημα αυτών των 12 μηνών η Σοβιετική Ένωση έδειξε τα δόντια της και προετοίμασε απειλητικά την επιθετική της στάση στη Νότια Ευρώπη και τη Μεσόγειο. Μια νότιο-ευρωπαϊκή διοίκηση προστέθηκε στο επιτελείο του Συμφώνου της Βαρσοβίας. Η σοβιετική ναυτική παρουσία στη Μεσόγειο διογκώθηκε με περισσότερα από 70 πλοία. Το πρώτο της αεροπλανοφόρο, το Κίεβο, κατέπλευσε στη Μεσόγειο σε μια επίδειξη δύναμης, μια εκδήλωση άσκησης στρατιωτικού εκβιασμού ενάντια στις παράκτιες χώρες. Αξιοποιήθηκαν πλήρως η πολιτική αναταραχή και οι εθνικές έχθρες σε ορισμένες χώρες της Νότιας Ευρώπης όπου η Μόσχα προσπάθησε όσο μπορούσε να βάλει το δάχτυλό της στην πίτα και να ψαρέψει σε θολά νερά. Επιδίωξή της μπορούσε να είναι μόνο το μαχαίρωμα του «μαλακού υπογαστρίου» και η από κοινού δράση με επιχειρήσεις στη Βόρεια Ευρώπη έτσι ώστε να στριμωχθεί η Δυτική Ευρώπη από βορρά και νότο.
Και πάλι στο διάστημα αυτών των 12 μηνών η Σοβιετική Ένωση ξεσηκώθηκε πιο ενεργά από ποτέ για να αρπάξει στρατηγικά σημεία στη Μέση Ανατολή, που βρίσκεται στα πλευρά της Ευρώπης, και στην Αφρική. Μόλις ένα μήνα μετά την Ευρωπαϊκή διάσκεψη ασφάλειας, οι σοβιετικοί ρεβιζιονιστές τράβηξαν το χασαπομάχαιρό τους στην Αγκόλα σε μια προσπάθεια να εδραιωθούν σ’ αυτή τη χώρα κι έτσι να απειλήσουν τις θαλάσσιες οδούς ανάμεσα στη Δυτική Ευρώπη και τις Ενωμένες Πολιτείες και να αποκτήσουν τον έλεγχο του Νότιου Ατλαντικού. Τις τελευταίες εβδομάδες, η Σοβιετική Ένωση ασχολείται με την άσκηση πίεσης σε ορισμένες μεσανατολικές χώρες και με μια προσπάθεια να εκμεταλλευτεί την έκρυθμη κατάσταση στο Λίβανο και να επεκτείνει τη σφαίρα επιρροής της στην περιοχή της Μέσης Ανατολής.
Εν ολίγοις, τη χρονιά που ακολούθησε την Ευρωπαϊκή διάσκεψη για την ασφάλεια, ο κίνδυνος του σοβιετικού σοσιαλιμπεριαλισμού για τις δυτικοευρωπαϊκές χώρες μεγάλωσε αδιαμφισβήτητα. Αυτός όχι μόνο έχει διεισδύσει σε αυτές τις χώρες και τις έχει στριμώξει από όλες τις πλευρές, αλλά και τις έχει σταθερά περικυκλώσει στρατηγικά στις εξωτερικές τους γραμμές. Μια ματιά στην Ευρώπη σήμερα, είτε από το βορρά, την ανατολή, το νότο ή τη δύση, είτε ακόμα σε σχέση με τις δυνάμεις αέρος, ξηράς ή θαλάσσης, δείχνει ότι η Σοβιετική Ένωση είναι πανέτοιμη να χιμήξει στο θύμα. Ποτέ στα μεταπολεμικά χρόνια οι δυτικοευρωπαϊκές χώρες δε βρέθηκαν αντιμέτωπες με έναν τόσο μεγάλο κίνδυνο. Το λεγόμενο «νέο στάδιο ύφεσης» στην Ευρώπη δεν είναι παρά ένα «νέο στάδιο» εξάπλωσης του σοβιετικού σοσιαλιμπεριαλισμού. Οι πράξεις των σοβιετικών ρεβιζιονιστών έχουν έρθει σε αντίθεση με την κάλπικη ρητορική τους. Αν η Ευρωπαϊκή διάσκεψη για την ασφάλεια έχει φέρει την «ύφεση» στην Ευρώπη, τότε γιατί επιδίδονται τόσο ξέφρενα στην εξοπλιστική τους επέκταση και τις πολεμικές προετοιμασίες μετά τη διάσκεψη; Αφού διεξάγουν τόσο κατάφορα διείσδυση και επέκταση, τότε για ποια ευρωπαϊκή «ύφεση» και «ασφάλεια» γίνεται λόγος;
Η «ύφεση» δεν μπορεί να συγκαλύψει τους επεκτατικούς σχεδιασμούς
Η Σοβιετική Ένωση τραγουδά μεγαλόφωνα ένα νανούρισμα «ύφεσης» ενώ συνιστά για τη Δυτική Ευρώπη μια απειλή επέκτασης σε βάρος της όλο τον περασμένο χρόνο. Αυτό δεν έχει ξεφύγει από την προσοχή του κόσμου. Τα γεγονότα αποδεικνύουν ότι η «ύφεση» που διαφημίζει το Κρεμλίνο δεν είναι παρά μια κίνηση για να καλυφθούν τα ίχνη του αγώνα εξοπλισμών και των πολεμικών προετοιμασιών του, των επεκτατικών του δραστηριοτήτων ενάντια στη Δυτική Ευρώπη και του ανταγωνισμού με τις Ενωμένες Πολιτείες για ηγεμονία. Ακριβώς εξαιτίας αυτού η επίθεση «ύφεσης» που έχει εξαπολύσει η Σοβιετική Ένωση είναι πράγματι μια αληθινή απειλή για τη Δυτική Ευρώπη.
Για να προωθήσει την επέκτασή της πίσω από το προπέτασμα καπνού της «ύφεσης», η Μόσχα μουρμουράει ακούραστα πάνω στο σκοπό του ότι η «ύφεση» ευνοεί και τις δύο πλευρές, ότι η «ύφεση» «δεν είναι μονόδρομος», ότι «δεν υπάρχουν νικητές ή ηττημένοι». Ποια είναι όμως τα γεγονότα;
Πίσω από το προπέτασμα καπνού της «ύφεσης» για να καλύψει την εξοπλιστική της εξάπλωση και τις πολεμικές προετοιμασίες, η Σοβιετική Ένωση τον περασμένο χρόνο έκανε μεγάλη προσπάθεια για να αναγκάσει τις δυτικοευρωπαϊκές χώρες να χαλαρώσουν την άμυνά τους, ελπίζοντας ότι θα έτρεφαν αυταπάτες και θα μείωναν την επαγρύπνησή τους. Κήρυξε ανοιχτά την ανοησία ότι ενώ είναι «σωστό» η Σοβιετική Ένωση να αυξήσει την οπλική της δύναμη είναι «λάθος» οι άλλοι να φροντίζουν την άμυνά τους. Όπως έχει επισημάνει η δυτικοευρωπαϊκή κοινή γνώμη, το Κρεμλίνο στοχεύει στον «σταδιακό αφοπλισμό της Δύσης» πολιτικά, και ψυχολογικά κάτω από την ταμπέλα της ύφεσης έτσι ώστε να εκπληρώσει το καθήκον του «απόκτησης στρατιωτικής υπεροχής».
Υπό το πρόσχημα της «ύφεσης» η Σοβιετική Ένωση έχει κατάφορα συνωμοτήσει και σχεδιάσει να σπείρει τη διχόνοια και να διαιρέσει τις δυτικοευρωπαϊκές χώρες σε μια προσπάθεια να εξασθενίσει και να καταστρέψει την τάση τους προς ένωση. Επιπλέον, έχει επιτεθεί ανοιχτά στην πρόταση των δυτικοευρωπαϊκών χωρών να σχηματίσουν μία ένωση ως βαίνουσα «ενάντια στο πνεύμα του Ελσίνκι». Ξετυλίγοντας τη σημαία της «πανευρωπαϊκής συνεργασίας», προσπάθησε να κολακέψει τη Δυτική Ευρώπη και να διεισδύσει σ’ αυτή σε όλες τις σφαίρες ενώ κατέβαλε κάθε προσπάθεια για να απομακρύνει την επιρροή των ΗΠΑ από εκεί. Ο στόχος είναι η δημιουργία αποκλειστικής σοβιετικής ηγεμονίας σε όλη την Ευρώπη.
Διαλαλώντας την άθλια πραμάτεια της «υλοποίησης της ύφεσης», η Σοβιετική Ένωση δεν έχει αφήσει πέτρα πάνω στην πέτρα προκειμένου να πάρει μεγάλα ποσά κεφαλαίων, δάνεια, τεχνογνωσία και εξοπλισμό από τη Δυτική Ευρώπη μέσα από τις λεγόμενες «εμπορικές ανταλλαγές» και το «αμοιβαίο όφελος και συνεργασία» έτσι ώστε να ανακουφιστεί από τις οικονομικές της δυσκολίες, να επιταχύνει την εξοπλιστική της επέκταση και τις πολεμικές προετοιμασίες, και να διογκώσει τη στρατιωτική της διάρθρωση.
Για τη Σοβιετική Ένωση η «ύφεση» είναι ξεκάθαρα ένα μέσο επίθεσης, ένα φονικό εργαλείο που σκοτώνει ύπουλα. Ενέχει μεγάλο κίνδυνο για τη Δυτική Ευρώπη. Η «ύφεση» δεν ανάγκασε τη Σοβιετική Ένωση να αποσύρει ούτε έναν στρατιώτη από την περιοχή της Ευρώπης, και ακόμα λιγότερο σταμάτησε την πορεία του σοβιετικού πολεμικού άρματος της επίθεσης και της εξάπλωσης. Η «ύφεση» δεν απέτρεψε τη Σοβιετική Ένωση απ’ το να απλώσει τα δόλια πλοκάμια της στην Πορτογαλία ούτε ανέκοψε το χασαπομάχαιρο της Μόσχας στην Αγκόλα. Η «ύφεση» δε μπορεί με κανένα τρόπο να εμποδίσει τη σοβιετική επεκτατική δραστηριότητα, ούτε ακόμα περισσότερο μπορεί να αναγκάσει τους σοβιετικούς ρεβιζιονιστές να εγκαταλείψουν τις παράλογες φιλοδοξίες τους για ευρωπαϊκή ηγεμονία. Η προσπάθεια να χρησιμοποιηθεί η «ύφεση» για να εμποδιστεί ο σοβιετικός επεκτατισμός, η πεποίθηση ότι η Σοβιετική Ένωση, κατά το «Δόγμα Ζόνενφελντ», θα ικανοποιούταν με τη λεγόμενη «οργανική σχέση» της με την Ανατολική Ευρώπη και δε θα επιτίθετο στη Δυτική Ευρώπη, είναι πολιτικές κατευνασμού τις οποίες η σοβιετική επεκτατική δραστηριότητα όλη την περσινή χρονιά απέδειξε ότι ήταν απατηλές. Οι σοβιετικοί ρεβιζιονιστές έχουν φωνάξει επανειλημμένα από το επεισόδιο της Αγκόλα ότι «ύφεση» δε σημαίνει «πάγωμα του στάτους κβο» ούτε σημαίνει ότι «κάθε γωνιά του πλανήτη» είναι εκτός του «ενδιαφέροντός» τους. Αυτό καθιστά απόλυτα σαφές το ότι η παγκόσμια στρατηγική επίθεση της Σοβιετικής Ένωσης δε θα χαλαρώσει, πόσο μάλλον θα σταματήσει. Έτσι γινόταν στο παρελθόν και έτσι θα γίνεται στο μέλλον. Σ’ αυτές τις συνθήκες, μπορεί η Ευρώπη να έχει ασφάλεια; Όσο οι ηγέτες του Κρεμλίνου δεν εγκαταλείπουν την επιθυμία τους να καταδυναστεύσουν την Ευρώπη, η Ευρώπη δε μπορεί να ελπίζει ότι θα έχει ούτε μια μέρα ηρεμίας.
Η ακατανίκητη τάση ενότητας ενάντια στην ηγεμονία
Μπροστά στην όξυνση της διαμάχης μεταξύ των δύο υπερδυνάμεων στην Ευρώπη και την απειλή της Σοβιετικής επέκτασης, τι πρέπει να κάνουν οι ευρωπαϊκές χώρες για να διαφυλάξουν την ανεξαρτησία και την ασφάλειά τους — να προσπαθήσουν για ασφάλεια μέσω αγώνα, ή να καταλήξουν σε συμβιβασμό και να πάρουν μια προσωρινή ανάπαυλα; Σοβαρή σκέψη και προσοχή θα έπρεπε να δοθεί σε αυτό το ερώτημα επί του οποίου μια απόφαση ιστορικής σημασίας πρέπει να παρθεί σήμερα.
Οι λαοί των ευρωπαϊκών χωρών, που έχουν βιώσει δύο παγκόσμιους πολέμους, ανησυχούν περισσότερο για την ειρήνη και τη ασφάλεια στην ήπειρο. Αυτό είναι φυσικό. Αλλά οι ελπίδες δεν μπορούν να αντικαταστήσουν την πραγματικότητα. Αν δεν αντιμετωπιστούν σωστά, τα πράγματα μπορεί να καταλήξουν να είναι το αντίθετο από τις ελπίδες κάποιου. Τέτοιες περιπτώσεις μπορούν να βρεθούν στην ιστορία της Ευρώπης. Πριν από τον Β' Παγκόσμιο Πόλεμο οι ένθερμες φιλοδοξίες των λαών των ευρωπαϊκών χωρών ήταν να αντιταχθούν στους επιθετικούς πολέμους και να διατηρήσουν την ασφάλεια. Αλλά ο Τσάμπερλεν και οι όμοιοί του εφάρμοσαν μια πολιτική συμβιβασμού και κατευνασμού και αναζήτησαν συμβιβασμό με τους διεθνείς εγκληματίες. Το αποτέλεσμα ήταν να επιτραπεί στους χιτλερικούς επιθετιστές να καλλιεργήσουν αχόρταγες ορέξεις, και αυτό οι λαοί της Ευρώπης το πλήρωσαν ακριβά.
Σήμερα οι Σοβιετικοί σοσιαλιμπεριαλιστές ακολουθούν τα χνάρια της ναζιστικής Γερμανίας. Η απληστία και η φιλοδοξία της κλίκας του Μπρέζνιεφ ξεπερνούν κατά πολύ αυτές του Χίτλερ. Αξίζει να σημειωθεί ότι, τα τελευταία χρόνια, ορισμένα πολιτικά πρόσωπα στη Δύση τείνουν να ακολουθούν πολιτική κατευνασμού. Κατά μια έννοια η Ευρωπαϊκή Διάσκεψη για την Ασφάλεια είναι τόσο κατασκεύασμα των σοβιετικών μηχανορραφιών όσο και προϊόν της σκέψης στη δύση που προέρχεται από το ξεπούλημα του Μονάχου. Ένα τέτοιο φαινόμενο έχει ξεσηκώσει τη προσοχή της δυτικής κοινής γνώμης που επισημαίνει: «Οι επιτιθέμενοι δεν μπορούν ποτέ να κατευναστούν. Η πολιτική κατευνασμού δεν πέτυχε ποτέ στην ιστορία». «Θα είναι γελοίο να πιστεύει κανείς ότι η Σοβιετική Ένωση θα άλλαζε πολιτική εάν της γίνονταν παραχωρήσεις».
Οι λαοί είναι οι κύριοι της ιστορίας. Οι τύχες της Ευρώπης είναι στα χέρια των λαών των ευρωπαϊκών χωρών. Τα γεγονότα το έτος μετά τη διάσκεψη του Ελσίνκι δείχνουν ότι το συνέδριο δεν έλυσε, ούτε μπορούσε να λύσει το ζήτημα της ευρωπαϊκής ασφάλειας και ότι οι γραπτές συμφωνίες δεν μπορούν σε καμία περίπτωση να διασφαλίσουν την ειρήνη και ασφάλεια στην Ευρώπη. Ο μόνος σίγουρος τρόπος αντιμετώπισης της απειλητικής επιθετικότητας και επέκτασης των σοβιετικών ρεβιζιονιστών είναι το να αυξηθεί η επαγρύπνηση, να ενισχυθεί η ενότητα, να γίνουν πρακτικές προετοιμασίες και να δοθεί αποφασιστικός αγώνας.
Οι πράξεις επιθετικότητας και επέκτασης της Μόσχας έχουν διδάξει τους λαούς της Ευρώπης με αρνητικό παράδειγμα και χρησιμεύουν για να τους δείξουν, σιγά-σιγά, από πού προέρχεται η κύρια απειλή για την Ευρώπη. Αν η «ύφεση» που πουλούσαν οι σοβιετικοί ρεβιζιονιστές είχε ακόμα λίγους αγοραστές ένα χρόνο πριν, τότε σήμερα η απάτη της «ύφεσης» βρίσκεται στα πρόθυρα χρεοκοπίας. Ολοένα και περισσότερες εξέχουσες προσωπικότητες στη Δύση έχουν φτάσει να συνειδητοποιήσουν ότι η σοβιετική στρατιωτική δύναμη αναπτύσσεται με ανησυχητικούς ρυθμούς και ότι ο «πραγματικός κίνδυνος είναι το ψεύτικο αίσθημα ασφάλειας που προκαλείται από την Ευρωπαϊκή Συνδιάσκεψη για την Ασφάλεια και την «ύφεση». Απαρίθμησαν γεγονότα, ζύγισαν τα πλεονεκτήματα και τα μειονεκτήματα, επεξεργάστηκαν αντίμετρα και μίλησαν υπέρ της «εξαγωγής διδαγμάτων από τα γεγονότα μετά την ευρωπαϊκή διάσκεψη για την ασφάλεια» και έλαβαν μέτρα σε όλα τα πεδία για την αντιμετώπιση της απειλής της Σοβιετικής επέκτασης. Εδώ και λίγο καιρό οι χώρες της Δυτικής Ευρώπης ενισχύουν σταθερά τις ένοπλες δυνάμεις τους για να αντιμετωπίσουν την εξωτερική επιθετικότητα, αναδιοργανώνουν και βελτιώνουν τη στρατιωτική και στρατηγική ανάπτυξή τους, προωθούν τη τάση της οικονομικής και πολιτικής ένωσης των δυτικών Ευρωπαϊκών χωρών και τον κοινό τους αγώνα ενάντια στον ηγεμονισμό. Σήμερα, πολλές χώρες της Δυτικής Ευρώπης, συμπεριλαμβανομένων κάποιων μικρότερων που έχουν όλες μαζί λάβει θέση ουδετερότητας, ενισχύουν τις δυνάμεις τους για να αντισταθούν στην επιθετικότητα, έτσι ώστε να μπορούν να αντιμετωπίσουν όλα τα ενδεχόμενα και να διαφυλάξουν την ανεξαρτησία και την ασφάλειά τους.
Τα γεγονότα τους τελευταίους 12 μήνες δείχνουν ότι η κατάσταση στην Ευρώπη δεν έχει εξελιχθεί όπως επιθυμεί η Μόσχα. Παρά τις καταιγιστικές σοβιετικές απειλές επέκτασης, οι λαοί των χωρών της Δυτικής Ευρώπης αυξάνουν σταθερά την προσοχή τους για να αντιταχθούν στη σοβιετική εξάπλωση. Αυτός ο αγώνας αναπτύσσεται καθημερινά και η τάση για ένωση με σκοπό την καταπολέμηση του ηγεμονισμού δεν μπορεί να εμποδιστεί. Αν και ο σοβιετικός σοσιαλιμπεριαλισμός επιδεικνύει τους μύες του και φαίνεται αρκετά ισχυρός στρατιωτικά, στην πραγματικότητα περιστοιχίζεται από πλήθος δυσκολιών. Δεν χρειάζεται κανείς να φοβάται, γιατί ο σοβιετικός σοσιαλιμπεριαλισμός είναι σκληρός απέξω αλλά εύθραυστος από μέσα. Τεντώνοντας τα πλοκάμια της σε όλα τα μέρη της Ευρώπης και ρίχνοντας το βάρος της παντού, η Σοβιετική Ένωση απλά θα σπέρνει ανέμους και θα θερίζει θύελλες και θα ξεσηκώνει τους λαούς των ευρωπαϊκών χωρών σε μεγαλύτερη αντίσταση. Ένα χρόνο μετά την Ευρωπαϊκή Διάσκεψη για την Ασφάλεια, το Κρεμλίνο υποχρεώθηκε πρόσφατα να ομολογήσει ότι όσο πιο σκληρά προσπάθησε να «πουλήσει» την απάτη της «ύφεσης» στην Ευρώπη, «τόσο μεγαλύτερη έχει γίνει η αντίσταση». Αυτό δείχνει ξεκάθαρα ότι δεν πάνε όλα καλά για τους κυβερνώντες του Κρεμλίνου που προωθούν την επεκτατική τους πολιτική και επιθετικότητα στην Ευρώπη. Αν οι λαοί των Ευρωπαϊκών χωρών εντείνουν περαιτέρω την αφύπνιση τους, ενισχύουν την ενότητά τους, και συνεχίζουν με τον αγώνα τους, η άγρια φιλοδοξία του σοβιετικού σοσιαλιμπεριαλισμού να πετύχει την ηγεμονία στην Ευρώπη είναι βέβαιο ότι θα καταλήξει με άδοξη ήττα>>.