Δεν τα γράφουμε όλα αυτά για να χτυπήσουμε τους φιλελεύθερους αστούς και τους γενικά από ταξική άποψη μη μεγαλοαστούς δημοσιογράφους και δημοσιολόγους που τους ακολουθούν, στη Δύση και στην Ελλάδα. Αντίθετα χαιρετίζουμε την έστω και καθυστερημένη συνειδητοποίηση εκ μέρους τους της ανάγκης αντιπαράθεσης με το τέρας του νεοναζιστικού αναθεωρητισμού, της Ρωσίας και (σε δεύτερο πλάνο) της Κίνας. Κάθε ταξικό, ιδεολογικό και πολιτικό ρεύμα, ωστόσο, θα πρέπει σε αυτές τις στιγμές να θέσει τον εαυτό του ενώπιον των πράξεων και των θέσεων που μας οδήγησαν στο σημείο που βρισκόμαστε, ώστε να μην επαναλάβει λάθη του παρελθόντος που θα κοστίσουν πολύ σε λαούς, έθνη και κράτη που θέλουν και πρέπει να αντισταθούν στο μαύρο μέτωπο του ρωσοκινέζικου ναζισμού.
Για τις ευθύνες των δυτικών φιλελεύθερων για την άνδρωση του τέρατος
Σε αντίθεση με τους ψευτοκομμουνιστές, ψευτοαριστερούς σοσιαλφασίστες φίλους του πουτινικού τέρατος, εμείς, σαν μαρξιστές - λενινιστές - μαοϊστές δεν κατηγορούμε τους δυτικούς μονοπωλιστές ότι ευθύνονται στην κύρια πλευρά για την ήττα του σοσιαλισμού στην ΕΣΣΔ και στην Κίνα, ούτε ότι η ήττα αυτή οδήγησε τάχα, ειδικά τη Ρωσία, να γίνει «αμερικάνικη» ή «αμερικανόφιλη» αποικία έστω για κάποια χρόνια, όπως ισχυρίζονται τα κνιτοειδή κάθε είδους, από τον τροτσκισμό μέχρι τους ρουβίκωνες, μιλώντας κυρίως για τη δεκαετία του ‘90. Σαφώς ο δυτικός ιμπεριαλισμός, με το στρατηγικό αντικομμουνισμό και τις άθλιες ιμπεριαλιστικές επεμβάσεις του ήδη από το 1946 κατά των λαών ήθελε και πάλευε για την ήττα της εφόδου στον ουρανό των εργαζόμενων της Σοβιετικής Ένωσης, της Κίνας και των άλλων χωρών που ακολούθησαν ή ήθελαν να ακολουθήσουν το δρόμο τους (Ελλάδα, Κορέα, Κούβα, Βιετνάμ κλπ.). Ωστόσο, η αλήθεια είναι ότι οι προλεταριακές εξουσίες και στις δύο αυτές χώρες ηττήθηκαν από τα μέσα και ειδικότερα από τους μεγαλορώσους και από τους μεγαλοκινέζους σωβινιστές, αναθεωρητές του μαρξισμού, στα 1956-1964 και στα 1978-1989 αντίστοιχα. Αυτοί από αρχικά ρεβιζιονιστές μετατράπηκαν γρήγορα σε αστούς, φασίστες και χιτλερικούς ιμπεριαλιστές, πρωτοπορία της παγκόσμιας αντίδρασης, ακριβώς επειδή ήταν οι αντιδραστικοί που γεννήθηκαν από την προδοσία των πιο ευγενικών ιδανικών που γέννησαν ανθρώπινα μυαλά, δηλαδή εκείνων του επαναστατικού κομμουνισμού.
Η βασική ευθύνη των δυτικών μονοπωλιστών, την οποία η ιστορία δύσκολα θα τους συγχωρέσει αν δεν την ξεπλύνουν όσο μπορέσουν στον επερχόμενο πόλεμο κατά του ναζιστικού θηρίου, είναι ότι έσπασαν κυριολεκτικά τα χέρια τους στο χειροκρότημα όταν οι εχθροί κάθε μαρξισμού, κάθε επανάστασης, αλλά τελικά και κάθε δημοκρατίας Χρουστσόφ - Γκορμπατσόφ και Τενγκ Χσιάο Πινγκ αντίστοιχα, κήρυσσαν το τέλος της επαναστατικής, αρχειακά αντιιμπεριαλιστικής αλλά ειρηνόφιλης πολιτικής των Λένιν - Στάλιν και Μάο Τσε Τουνγκ και τους κοίμιζαν αρχικά με εκχωρήσεις που έκαναν στις χώρες τους στο δυτικό μονοπωλιακό κεφάλαιο. Αυτές για το μεν εσωτερικό της ΕΣΣΔ και της Κίνας είχαν να κάνουν με παλινόρθωση των καπιταλιστικών σχέσεων παραγωγής, κυρίως αρχικά με την ελευθερία του μικρού και μεσαίου καπιταλιστή. Για το δε εξωτερικό είχαν να κάνουν με την ψευδεπίγραφη πολιτική της «ειρηνικής συνύπαρξης» και το τέλος κάθε κομμουνιστικής επαναστατικής πολιτικής από τα πάλαι ποτέ ΚΚ ή αργότερα ΚΚ(μ-λ) ή Επαναστατικά ΚΚ, που συνδέονταν με την ΕΣΣΔ και την Κίνα αντίστοιχα.
Αργότερα, οι μεν Ρώσοι αναθεωρητές σοσιαλφασίστες σκότωσαν τελείως κάθε κομμουνιστικό προσωπείο με τους Γκορμπατσόφ-Γέλτσιν, αφού πια και η Κίνα είχε περάσει στο αντιδραστικό στρατόπεδό τους και δεν χρειαζόταν πια να υποδύονται τους κομμουνιστές για να αναχαιτίζουν τον μαοϊσμό. Οι δε Κινέζοι ομόλογοί τους, αφού σκότωσαν κάθε προλεταριακή ή ακόμη και αριστερή αστική δημοκρατία στην Τιεν Αν Μεν το ‘89, έπεισαν τους δυτικούς, ανοίγοντας τη χώρα τους σε κάθε είδους δυτική επένδυση, ότι τα κομμουνιστικά σύμβολά τους ήταν ένα άνευ ουσίας επίχρισμα και ότι η Κίνα αποτελούσε πια «εξέχον μέλος» της παγκόσμιας καπιταλιστικής αγοράς. Και πράγματι αποτελούσε και αποτελεί, όχι όμως ως βασάλος ή σύμμαχος των δυτικών αστών, όπως για χρόνια πίστευαν αυτοί οι τελευταίοι, αλλά ως φασίστας ανταγωνιστής τους. Κι αυτό γιατί τους έδεσε γλυκά με το φτηνό μεροκάματο που οι ίδιοι οι Κινέζοι ψευτοκομμουνιστές διχτάτορες εξασφάλιζαν για τα δυτικά μονοπώλια, ασκώντας φασιστική δικτατορία και απαγορεύοντας το συνδικαλισμό και κάθε πολιτική έκφραση στην ηρωική, κάποτε σοσιαλιστική, αλλά βαριά πια καταπιεσμένη κινεζική εργατική τάξη.
Στη Ρωσία, η οποία δεν είχε να παράσχει στους δυτικούς τόσο άφθονο ή φτηνό μεροκάματο, οι δυτικοί φιλελεύθεροι λειτουργούσαν σαν σε οποιαδήποτε δημοκρατική δυτική χώρα, χωρίς καμία προφύλαξη ή συγκράτηση και αγνοώντας επιδεικτικά τις πολιτικές διώξεις αντιφρονούντων, τις δολοφονίες πολιτικών αντιπάλων του καθεστώτος, την εντελώς απροκάλυπτη και παρακρατική δράση εθνικο-«μπολσεβίκικων» και ναζιστικών συμμοριών, που διαμόρφωναν την εθνική ιδεολογία και γραμμή υπέρ του ναζιστή Πούτιν στη χώρα. Αυτό αποκαλύπτεται τώρα δα με τις αποχωρήσεις εκατοντάδων δυτικών εταιρειών, τραπεζών, διαδικτυακών εφαρμογών κλπ. που μέχρι χτες είχαν πιάσει στασίδι και λειτουργούσαν σα να μη συνέβαινε τίποτε στη χώρα του «κυρίου Πούτιν».
Δεν είναι όμως καν αυτή η κύρια πλευρά του υφεσιασμού της Δύσης έναντι της πουτινικής Ρωσίας την τελευταία 20ετία. Μολονότι ήδη από το 2007 ο Πούτιν είχε εκθέσει με απόλυτη ωμότητα (ΑΠΟ ΤΟ ΜΟΝΑΧΟ Ο ΝΕΟΣ ΧΙΤΛΕΡ ΚΗΡΥΣΣΕΙ ΤΟ ΤΕΛΟΣ ΤΗΣ ΡΩΣΟ-ΑΜΕΡΙΚΑΝΙΚΗΣ «ΕΙΡΗΝΗΣ» - Νέα Ανατολή φ. 421-422, Γενάρης-Φλεβάρης 2007) την αναθεωρητική του πλατφόρμα όσον αφορά τις διεθνείς σχέσεις στο Μόναχο και είχε δώσει δείγματα του νεοναζιστικού κανιβαλισμού του από το 1999-2000 στην Τσετσενία, οι δυτικοί μονοπωλιστές όχι μόνο επέτρεπαν σε Ρώσους καθεστωτικούς ολιγάρχες να εγκαθίστανται σε πόλεις-κλειδιά της Δύσης αγοράζοντας πολυτελή ακίνητα, ποδοσφαιρικές ομάδες, επιχειρήσεις, να λαμβάνουν υπηκοότητες και να καθίστανται παράγοντες «υψηλού κύρους» στις Νέες Υόρκες, στα Λονδίνα και στα Παρίσια τους, ενώ το καθεστώς Πούτιν σκότωνε ωμά στο έδαφος τους αντιφρονούντες ή ακόμη και Ρώσους μεγαλοαστούς που είχαν αποκτήσει για οποιονδήποτε λόγο αντιθέσεις με τον Χίτλερ του Κρεμλίνου.
Κι αυτά την ίδια ώρα που διάφοροι υφεσιακοί, ρωσόφιλοι και ρωσόδουλοι ηγέτες των ΗΠΑ, Βρετανίας, Γαλλίας, Γερμανίας, Ιταλίας και σία έκλειναν τα μάτια σε κάθε πουτινικό έγκλημα, από την εισβολή στη Γεωργία του 2008 μέχρι το διαμελισμό της Ουκρανίας το 2014 και την ισοπέδωση και κατοχή της Συρίας από το 2015 και οργάνωναν κάθε τόσο νέες «επανεκκινήσεις των σχέσεων με τη Ρωσία», παρά το γεγονός ότι την απόβαλαν, για τα μάτια, από ομάδες όπως η G8, μετά την επίθεση, κατάληψη και προσάρτηση της ουκρανικής Κριμαίας.
Οι ΗΠΑ κινούνταν έτσι με την ιμπεριαλιστική λογική της πυρηνικής υπερδύναμης «να τα βρούμε με τον κύριο Πούτιν για να συγκρατεί τους μικρούς τριτοκοσμικούς τραμπούκους με τους οποίους έχει διαύλους που εμείς δεν έχουμε» (ενώ αποδεικνύεται ότι έπρεπε να είχαν κάνει το ακριβώς αντίθετο, για να στερήσουν τον Πούτιν από εφεδρείες και μέτωπα), η Γαλλία για να κάνει τα ιμπεριαλιστικά παιχνίδια της κυρίως στην Αφρική και να μοιράζει εκεί το παιχνίδι της ιμπεριαλιστικής επιρροής με τη Μόσχα, οι Γερμανοί για να αγοράζουν προνομιακά υδρογονάνθρακες, όπως τους συμβούλευαν οι ρωσόδουλοι ηγέτες τους Σρέντερ, Μέρκελ και σία, οι Βρετανοί για να αναζωογονούν τις αυτοκρατορικές φαντασιώσεις τους για τη σύμμαχο στον Α’ Παγκόσμιο Πόλεμο τσαρική Ρωσία. Δεν υπήρξε δυτικός μεγαλοαστός που να μην «έπαιξε» με την πουτινική Ρωσία και να μην την καλλώπισε στη διεθνή κονίστρα. Όλοι αυτοί οι υποκριτές, που διύλιζαν τον κώνωπα με την κάθε Βόρεια Κορέα, τον κάθε Καντάφι, τον κάθε Σαντάμ (τους δύο τελευταίους τους σκότωσαν κτηνωδώς και ιμπεριαλιστικά για τη θετική τους ανεξάρτητη απέναντι στους ίδιους στάση τους, αν και ήταν κυρίως απέναντι στη Ρωσία που αυτοί αντιστέκονταν, ποδοπατώντας ωμά την κρατική κυριαρχία και εθνική ανεξαρτησία των χωρών τους), κάθονταν και κουβέντιαζαν σαν «κύριοι» στα ίδια τραπέζια με τον Χίτλερ του Κρεμλίνου και τον εκάστοτε Κινέζο υπαρχηγό του φασιστικού Άξονα (με αυτόν ακόμη κουβεντιάζουν, αν και πιο ψυχρά, και σήμερα), πολλές φορές με έδεσμα αυτούς ακριβώς τους τριτοκοσμικούς μικροτραμπούκους, όχι για να τους τιμωρήσουν ως δικτάτορες αλλά ως εθνικά ανεξάρτητους αστούς.
Ο Πούτιν άφηνε ή και έσπρωχνε τη Δύση να πραγματοποιεί τις γουρουνίσιες επεμβάσεις της (βλ. Σερβία-Κόσοβο 1999, Ιράκ 1991 και 2003, Αφγανιστάν 2001 Λιβύη 2011 κλπ.) κι έπειτα, δουλεύοντας μαστόρικα και από τα κάτω με τους χαφιέδες και πράκτορές του τον αντιδυτικισμό σε κάθε χτυπημένη από το δυτικό ιμπεριαλισμό χώρα, μάζευε όλο το πολιτικό χαρτί, κρύβοντας το δικό του βρώμικο ρόλο στην πραγματοποίηση της επέμβασης.
Οι φιλελεύθεροι στην Ελλάδα
Στην Ελλάδα, οι φιλελεύθεροι, πάντα μειοψηφικοί και ασθενικοί, υποτάσσονταν με πολύ λίγες τιμητικές εξαιρέσεις στη διακομματική ρωσολαγνεία που καλλιεργούσαν όχι μόνο οι κλασσικοί ναζιφασίστες (μετά το 1991) και η ψευτοαριστερά, με ναυαρχίδα το ψευτοΚΚΕ, αλλά και οι ηγέτες του ΠΑΣΟΚ από το 1974 (Ανδρ. Παπανδρέου, Σημίτης, Γ. Παπανδρέου) και της ΝΔ, από την άνοδο του Κ. Καραμανλή του Β’ στην ηγεσία της το 1997. Ακόμη και ο τελευταίος ηγέτης κλασσικού δυτικού τύπου της παλιάς δεξιάς Κ. Μητσοτάκης ο Α’ είχε καλλιεργήσει αγαστές σχέσεις με τη ρωσόφιλη γενοκτονική Σερβία και με τους Σερβοβόσνιους τσέτνικ, ενώ είχε πραγματοποιήσει το 91 την «παντρειά» του ρωσόδουλου ολιγάρχη Κοπελούζου με τα ρώσικα κρατικά μονοπώλια φυσικού αερίου (επίσκεψη στην ΕΣΣΔ τους τελευταίους μήνες της ηγεσίας Γκορμπατσόφ).
Ποτέ όλα αυτά τα χρόνια, ενώ οι περισσότεροι από αυτούς τους φιλελεύθερους γνώριζαν τις θέσεις και τις αναλύσεις της ΟΑΚΚΕ, δεν έκαναν ζήτημα, είτε ως πολιτικοί φορείς (Δράση, Φιλ. Συμμαχία κλπ.) είτε μέσα σε ΝΔ και ΠΑΣΟΚ, τη σκανδαλώδη αφωνία πασών των ηγεσιών των «μεγάλων δημοκρατικών» κομμάτων τόσο για την εσωτερική κατάσταση στη Ρωσία (την οποία πολλοί φιλελεύθεροι στη Δύση κατάγγελλαν σε τακτά χρονικά διαστήματα), όσο και - κυρίως - για τους αρμούς που η Μόσχα κινούσε μέσα στην Ελλάδα. Αυτό βασικά γινόταν μέσω των πιο φασιστικών μερίδων της Εκκλησίας, μέσα από ρωσοφτιαγμένους ολιγάρχες τύπου Κόκκαλη, Μπόμπολα, Γερμανού, Κοπελούζου, Μυτιληναίου και πάνω απ’ όλα τα τελευταία χρόνια μέσω του Ρώσου ολιγάρχη Σαββίδη. Δεν τους ενόχλησε, αλλά αντίθετα λάτρεψαν ως «ιδιωτικοποίηση» την πώληση του ελληνικού κρατικού λιμανιού του Πειραιά στο κρατικό μονοπώλιο Cosco της φασιστικής αντεργατικής Κίνας, που σήμερα στέκει στο πλευρό του Πούτιν στην εισβολή του στην Ουκρανία και του παρέχει οικονομικό καταφύγιο για να γλιτώνει τις δυτικές κυρώσεις.
Ακόμα και όταν είδαν (και οι περισσότεροι όντως την κατήγγειλαν) τη σοσιαλφασιστική κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑΝΕΛ να απειλεί ευθέως τη δημοκρατία, τη σχετική ανεξαρτησία της Δικαιοσύνης από την εκτελεστική εξουσία, την ελευθεροτυπία και την ελευθερία του λόγου στη χώρα, προτιμούσαν όλα αυτά να τα χρεώνουν στην «κομμουνιστικής προέλευσης ιδεοληψία» του κάθε Τσίπρα και όχι στην εντελώς φανερή, ειδικά στο πρώτο εξάμηνο της εξουσίας του, ακροδεξιά ρωσοδουλία του. Κι όλα αυτά ενώ ήδη στη Δύση, με τις εκστρατείες υπέρ του Brexit στη Βρετανία και υπέρ της εκλογής του ρωσόδουλου φασίστα Τραμπ στις ΗΠΑ, η Ρωσία είχε αποκαλυφθεί ως οργανωτής εκστρατειών στα μέσα κοινωνικής δικτύωσης και στον Τύπο, με στόχο την αποσταθεροποίηση και την κατάκτηση θέσεων σε χώρες απείρως πιο ισχυρές από την Ελλάδα. Με αυτές μάλιστα η Μόσχα δεν διατηρούσε καν «πολιτισμικούς» και πολιτικούς διαύλους τύπου χριστιανορθοδοξίας και ψευτοκομμουνιστικών ρωσόφιλων ταγμάτων εφόδου, όπως συμβαίνει στη χώρα μας. Δεν μπορούν λοιπόν οι φιλελεύθεροί μας να ισχυρίζονται ότι δεν γνώριζαν τίποτε για το «φόνο».
Στο βάθος, αυτή η στάση των Ελλήνων αστοφιλελεύθερων έκρυβε μέσα της ως δομική αιτία το βαθιά εξαρτημένο χαρακτήρα της ελληνικής αστικής τάξης, ακόμη και της λιγότερο αντιδραστικής και πιο αναπτυξιακής δημοκρατικής μερίδας της, από το δυτικό ιμπεριαλισμό. Από τη στιγμή που ο τελευταίος διατηρούσε διαύλους και δεν απομόνωνε - κατάγγελλε τον Πούτιν (όπως δεν καταγγέλλει ακόμα τον φασίστα Σι της Κίνας), αρνούνταν να αναγνωρίσουν και να αναδείξουν τις αλήθειες που και οι ίδιοι έβλεπαν στον ένα ή τον άλλο βαθμό μπροστά τους. Στην πραγματικότητα, φοβούνταν τις συνέπειες μιας τέτοιας αναγνώρισης και το κόστος του αγώνα ενάντια στο ρωσόδουλο μπλοκ κορυφής, με το οποίο διατηρούσαν δεσμούς εξάρτησης, παρότι αυτό τους ράπιζε και ποτέ δεν τους παρέδιδε πραγματικό μερίδιο εξουσίας (παρά μόνο μερικές βουλευτικές έδρες και ένα μειοψηφικό φεουδάκι μέσα στη ΝΔ του ψευτοδυτικού Μητσοτάκη).
Όπως ο δυτικός ιμπεριαλισμός υπέκυπτε στον κύριο Πούτιν και συνεργαζόταν μαζί του, μέχρι να καταλάβει ότι ο τελευταίος απειλεί άμεσα τα θησαυροφυλάκια του και πιθανότατα δεν θα σταματήσει την επέκτασή του στην ηρωική Ουκρανία, έτσι και μάλιστα περισσότερο υπέκυπταν οι εν Ελλάδι φίλοι και εκπρόσωποί του δυτικού τύπου φιλελευθερισμού. Βέβαια εδώ στη χώρα μας πρέπει σε κάθε φιλοδυτικό και αστοφιλελεύθερο ρεύμα να αναγνωριστεί ένα ουσιαστικό ελαφρυντικό: η βία των ψευτοαριστερών ταγμάτων εφόδου και ακόμη περισσότερο η πολιτική πίεση του σοσιαλφασισμού και των φίλων του μέσα στη μεγαλοαστική τάξη, των ανιψιών Καραμανλήδων και των Παπανδρέου. Όμως ο βασικός περιορισμός τους στο να εκθέσουν την αλήθεια είναι ταξικός: για να συγκρουστεί κανείς με το ρώσικο νεοχιτλερισμό πρέπει στη χώρα μας να συγκρουστεί με τους ψευτο-αριστερούς και ψευτοκομμουνιστές υπηρέτες του. Για να το κάνει αυτό πρέπει να αποκαλύψει τους τελευταίους σαν εχθρούς του λαού, ιδιαίτερα της εργατικής τάξης που οι ψευτοαριστεροί παριστάνουν ότι εκπροσωπούν και για να το κάνει αυτό πρέπει να υπερασπίσει τουλάχιστον τα άμεσα συμφέροντα αυτής της τάξης.
Ο ιστορικός αντικομμουνισμός, ο μεγαλύτερος αρωγός του Πούτιν
Όλα τα παραπάνω δεν τα λέμε βέβαια για να διαγωνιστούμε με τους αντιπουτινικούς φιλελεύθερους για το ποιος πρόβλεψε με μεγαλύτερη ακρίβεια τα μελλούμενα. Στο κάτω κάτω, χωρίς αυτό να είναι ασήμαντο, εκείνο που κρίνεται σήμερα δεν είναι οι αναλύσεις και η πολιτική οξυδέρκεια κάθε ρεύματος στην προηγούμενη φάση, αλλά το ποιος θα σταθεί με μεγαλύτερη συνέπεια μέχρι τέλους ενάντια στον πουτινικό ναζισμό, που απειλεί να καταπιεί τον πλανήτη μαζί με τους συμμάχους του, Κινέζους φασίστες.
Σ’ αυτή τη μάχη, όλοι θα πρέπει να ξεπεράσουν προκαταλήψεις και βαρίδια, που δυσχεραίνουν τον κοινό αντιφασιστικό αγώνα. Ένα τέτοιο βαρίδι είναι ο ιστορικός αντικομμουνισμός που χαρακτηρίζει το φιλελεύθερο ρεύμα, ενάντια στις αποδείξεις που έδωσε η ίδια η ζωή για τη συνέπεια του πραγματικού κομμουνισμού στο δημοκρατικό μέτωπο ενάντια στον ναζιφασισμό, τόσο την περίοδο 1935-1939, όσο και στο μεγάλο αντιφασιστικό Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο ως τα 1945.
Ήδη οι λαοί της Ευρώπης και το μεγαλύτερο μέρος των φιλελεύθερων εκεί βγήκαν στις πλατείες και στις λεωφόρους κρατώντας πλακάτ και πανώ που παρουσίαζαν τον Πούτιν ως «Πούτλερ», δηλαδή ως νέο Χίτλερ και όχι ως νέο Στάλιν. Κι αυτό ακόμη και σε χώρες της ανατολικής Ευρώπης, που λαθεμένα μπερδεύουν τον πραγματικό κομμουνισμό με τη ρώσικη αποικιακή κατοχή μετά το 1960 και γι’ αυτό εκφράζουν συνήθως έντονη αντίθεση προς τη σταλινική περίοδο του τριτοδιεθνιστικού κομμουνιστικού κινήματος. Αυτό δείχνει ότι βαθιά μέσα τους, παρά τις συγχύσεις τους, οι λαοί νιώθουν ότι η Σοβιετική Ένωση των Λένιν - Στάλιν δεν ήταν ένα επεκτατικό δολοφονικό κράτος, που εισέβαλε και καταργούσε εθνικές ανεξαρτησίες και κρατικές κυριαρχίες στο όνομα εθνικών μύθων και μεγαλοκρατικών φιλοδοξιών, όπως κάνει σήμερα η νεοτσαρική - νεοχιτλερική Ρωσία του Πούτιν. Το πολύ να διατηρούν αντιθέσεις ή και αντιπάθεια για πραγματικά λάθη της σταλινικής επαναστατικής προλεταριακής εξουσίας στο εσωτερικό στην ΕΣΣΔ ή στο εξωτερικό που είχαν και τα δύο σχέση με την απελπισμένη προσπάθεια να στηριχθεί η περικυκλωμένη πρώτη εργατική επανάσταση στον κόσμο ή να έχουν πέσει θύματα των χαλκευμένων θεωριών για εκείνη την περίοδο που σέρβιραν από κοινού οι χρουστσοφικοί σοσιαλφασίστες και οι δυτικοί φιλελεύθεροι αντικομμουνιστές.
Η σημασία της μη ανακίνησης του αραχνιασμένου αντικομμουνισμού σήμερα από τους φιλελεύθερους δεν έχει να κάνει μονάχα - και δεν έχει να κάνει καν τόσο - με την ιστορία και τα σύμβολα. Έχει να κάνει και με την ανάγκη να αποκαλυφτεί και να νικηθεί η τακτική της πουτινικής Ρωσίας να εμφανίζεται ως μιας μορφής εκτρωματική «συνέχεια» της πάλαι ποτέ σοσιαλιστικής Σοβιετικής Ένωσης, την οποία υποτίθεται ότι η φτωχολογιά της Δύσης θα πρέπει να ακολουθήσει και να στηρίξει στον επεκτατικό πόλεμό της. Ήδη, με κινήματα τύπου Αγαναχτισμένων στην Ελλάδα και Κίτρινων Γιλέκων στη Γαλλία, με το «λαϊκό ρεύμα» του πράκτορά Κόρμπιν μέσα στη Βρετανία ή με τα αντιφιλελεύθερα κινήματα υπό τους Σάντερς - Κορτέζ στις ΗΠΑ,, η ναζιστική Ρωσία έχει αποκτήσει φίλους κυρίως μέσα στην κατεστραμμένη μικροαστική τάξη στη Δύση, αλλά και σε μερίδα των εργαζομένων μαζών. Αυτό συμβαίνει ελλείψει προλεταριακών κομμάτων και μαρξιστικής διαφώτισης, μετά από 40 και πλέον χρόνια χωρίς ούτε τις μικρότερες επαναστατικές εργατικές οργανώσεις στις περισσότερες χώρες, μετά το ρούφηγμα του μ-λ ρεύματος από το ρεβιζιονισμό και το σοσιαλφασισμό.
Είναι κομβικής σημασίας το κοινό αντιφασιστικό μέτωπο, στην πάλη του με τους ναζιφασίστες, να μπορεί να αποκαλύπτει τους Ρώσους νεοχιτλερικούς ως την άκρα δεξιά της παγκόσμιας αστικής τάξης και του ιμπεριαλισμού, ως τη χειρότερη και πιο αντιλαϊκή αντίδραση κι όχι να τους αποδίδει στα μάτια των μαζών το φωτοστέφανο του «συνεχιστή της αποστολής των παλιών κομμουνιστών». Για τους φιλελεύθερους αυτό το φωτοστέφανο αποτελεί μομφή, αλλά και για τις μάζες είναι λόγος να ακολουθήσουν τους νέους Χίτλερ, θεωρώντας ότι ακολουθούν τους «απελευθερωτές» τους από την ταξική καταπίεση που όντως δέχονται από το δυτικό μονοπώλιο. Αυτή φυσικά είναι χιλιάδες φορές λιγότερο βάρβαρη και ωμή από εκείνη που θα τους ασκήσουν οι Χίτλερ της Μόσχας και του Πεκίνου, αν ποτέ καταφέρουν, έστω πρόσκαιρα, να κυριαρχήσουν, στην Ευρώπη, στην Ασία και αλλού ανά τον κόσμο.
Τα απλά μέλη και οι επιρροές της ψευτοαριστεράς δεν πρέπει να προβοκάρονται από τους αστοφιλελεύθερους με ταπείνωση ή με θεωρίες ότι είναι τάχα η «κομμουνιστική ιδεολογία» που τα οδηγεί στο ίδιο μέτωπο με τον Κασιδιάρη και τον Βελόπουλο, επειδή τάχα και παλιά ο Στάλιν και ο Χίτλερ «είχαν συμμαχήσει» την περίοδο 1939-1941. Το σύμφωνο Ρίμπεντροπ - Μολότοφ ήταν μια έσχατη απόπειρα της ΕΣΣΔ να κερδίσει χρόνο ενάντια στην επαπειλούμενη χιτλερική επίθεση, μετά από χρόνια επίμονων αλλά μάταιων εκκλήσεων στους δυτικούς φιλελεύθερους μονοπωλιστές, τότε κυρίως της Αγγλίας και της Γαλλίας, για αντιφασιστικό μέτωπο. Τη βοήθεια στη Δημοκρατική Ισπανία ενάντια στον φίλο των Χίτλερ-Μουσολίνι, Φράνκο, την έδωσε κύρια η Σοβιετική Ένωση του Στάλιν και λιγότερο ή καθόλου οι Άγγλοι και Γάλλοι μονοπωλιστές. Το ίδιο και το 1938, όταν η αστική δημοκρατική Τσεχοσλοβακία του Μπένες διαμελιζόταν από τον Χίτλερ, πάλι ο Στάλιν προσφέρθηκε να την ενισχύσει στρατιωτικά, βρίσκοντας τείχος αντίθεσης από τους Τσάμπερλεν - Νταλαντιέ. Το ίδιο κρύβουν ότι ήταν η Πολωνία του φασίστα Πιλσούντσκι, που με την κάλυψη του Τσάμπερλεν εμπόδισε τη συμμαχία με την ΕΣΣΔ και άνοιξε το δρόμο στη μεγάλη χιτλερική επίθεση. Πάνω και πριν απ’ όλα, τη γραμμή του ενιαίου αντιφασιστικού μετώπου δεν την εμπνεύστηκε τη δεκαετία του ‘30 κανένας αστοφιλελεύθερος αντιχιτλερικός, αλλά ήδη από το 1934 η Γ’ Κομμουνιστική Διεθνής, που είχε για γενικό της αρχηγό το Στάλιν και γενικό επιτελάρχη της τον ευγενικό ήρωα του αντιφασισμού, Γκεόργκι Δημητρόφ.
Άλλωστε, ο αγώνας ζωής και θανάτου που έδωσε η ΕΣΣΔ υπό την ηγεσία του Στάλιν το 41-45 έδειξε σε όλη την ανθρωπότητα ξεκάθαρα και οριστικά εάν οι σχέσεις του κομμουνισμού και του ναζισμού είναι σχέσεις τάχα «συμμαχικές» ή σχέσεις ανειρήνευτου πολέμου. Αντίθετα, στα μέλη της βάσης των αντεστραμμένων, φιλικών προς το νέο ναζισμό «αριστερών» κομμάτων σήμερα, πρέπει να επισημαίνεται ότι οι ηγέτες τους τα οδηγούν σε κοινό φασιστικό μέτωπο με τη χειρότερη μαύρη δολοφονική αντίδραση, με τους χρυσαυγίτες και τους άλλους ναζήδες και να καλούνται να καταγγείλουν τους Κουτσούμπες και τους Τσίπρες και να αποδεσμευτούν, μπαίνοντας με ορμή στο αντιφασιστικό μέτωπο, αλλάζοντας τις ιδέες τους μέσα από την πράξη.
Βρίζοντας το τριτοδιεθνιστικό πραγματικά κομμουνιστικό κίνημα ως δήθεν φίλο του χιτλερισμού, οι φιλελεύθεροι διευκολύνουν τους πουτινικούς να κερδίσουν τις αριστερές μάζες που έμαθαν, μέσα από τον αντεστραμμένο μαρξισμό που διδάχτηκαν από τους ρωσόδουλους καθοδηγητές τους, ότι ο πραγματικός ναζί είναι τάχα ο δυτικός φιλελεύθερος, άρα πρέπει δήθεν να συμμαχήσουμε ακόμη και με τους κασιδιάρηδες για την ήττα του.
Αν ο ρωσοκινέζικος Άξονας κερδίσει με το μέρος του τις εργαζόμενες μάζες που σέρνει πίσω της ή που έστω επηρεάζει με τις θεωρίες της η ψευτοαριστερά, τότε πολύ δύσκολες μέρες θα έρθουν τόσο για την Ελλάδα όσο και για τον κόσμο ολόκληρο.